GuidePedia

0
Σαράντα έξι ακριβώς χρόνια μετά τη δολοφονία του Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι τα πολλά ερωτήματα παραμένουν και η ταυτότητα των δραστών αναζητείται ακόμη
ΣΑΡΑΝΤΑ έξι ακριβώς χρόνια πέρασαν από το 1963 όταν στις 22 Νοεμβρίου έπεφτε νεκρός ο νεαρότερος ως τότε πρόεδρος των ΗΠΑ, 35ος κατά σειρά εκλογής, Τζον Φιτζέραλντ Κένεντι, στη διάρκεια περιοδείας του στο Ντάλας του Τέξας για τη συγκέντρωση χρημάτων υπέρ του Δημοκρατικού Κόμματος εν όψει των εκλογών του Νοεμβρίου της επόμενης χρονιάς (1964). ......
Ηταν Παρασκευή πρωί, ώρα 11.40 τοπική ώρα. Το προεδρικό αεροσκάφος Αir Force Οne τροχιοδρομούσε πάνω στον βρεγμένο διάδρομο του αεροδρομίου. Ενα τυχαίο γεγονός, ο ήλιος που είχε διαδεχθεί την ξαφνική βροχή, στάθηκε η αιτία για την οποία οι μυστικές υπηρεσίες δεν τοποθέτησαν το διάφανο αλεξίσφαιρο κάλυμμα της προεδρικής λιμουζίνας κατά τη διαδρομή της ενώπιον πλήθους που επευφημούσε στους δρόμους του Ντάλας.

Λιγότερο από μία ώρα μετά, στις 12.30, ο Κένεντι έγερνε νεκρός στην αγκαλιά της γυναίκας του και στις 17.58 της ίδιας ημέρας επέστρεφε μέσα σε φέρετρο στην αεροπορική βάση Αndrews για να πάρει τον δρόμο για το Ναυτικό Νοσοκομείο της Βethesda, στο Μaryland, όπου έγινε η νεκροψία. Καίτοι η υπόθεση έκλεισε οριστικά κάμποσες δεκαετίες πριν, η ταυτότητα του δολοφόνου (που όλα δείχνουν πως δεν ήταν ένας) αμφισβητείται ακόμη...

Επτά μήνες χρειάστηκε για να εκδώσει το πόρισμά της η επιτροπή που, υπό του πρόεδρο του Ανωτάτου Δικαστηρίου της χώρας Ερλ Ουόρεν, σχηματίστηκε για τη διενέργεια έρευνας γύρω από τη δολοφονία Κένεντι, η είδηση της οποίας πάγωσε κυριολεκτικά τον πλανήτη. Κατ΄ εντολήν 15 επιφανών δικηγόρων και με εξουσιοδότηση του Κογκρέσου, το FΒΙ ανέκρινε 25.000 άτομα και υπέβαλε 2.300 εκθέσεις, συνολικά 25.400 σελίδων. Οι μυστικές υπηρεσίες ανέκριναν άλλα 1.550 άτομα και υπέβαλαν 800 εκθέσεις 4.600 σελίδων. Επιπλέον, σε 51 συνεδριάσεις της, κεκλεισμένων των θυρών, η επιτροπή άκουσε τις καταθέσεις 552 μαρτύρων και τελικά παρέδωσε το πόρισμά της στον πρόεδρο Τζόνσον στις 24 Σεπτεμβρίου 1964. Ο Τζόνσον το έδωσε με τη σειρά του στη δημοσιότητα στις 27 Σεπτεμβρίου, ημέρα Κυριακή, στην Ουάσιγκτον. Το πόρισμα από μόνο του είχε 706 σελίδες κείμενο, 158 φωτογραφίες, χάρτες και άλλα τεκμήρια, ενώ το σύνολο των εγγράφων βρίσκεται σήμερα καταχωρισμένο σε 24 τόμους, συνολικά 13.000 σελίδων.

Το ερώτημα όμως παραμένει: Ηταν ο Λι Χάρβεϊ Οσβαλντ ο πραγματικός ένοχος εκείνης της στυγερής δολοφονίας; Και αν ήταν, βρέθηκε μόνος του στον τόπο του εγκλήματος ή είχε συνεργούς; Είναι εντυπωσιακό πως τις θεωρίες συνωμοσίας που γρήγορα ξεπέρασαν τα όρια των ΗΠΑ και έφτασαν ως την άλλη άκρη του Ατλαντικού προσπάθησε να εξουδετερώσει στο σύνολό του ο αμερικανικός Τύπος, ακόμη και η ίδια η οικογένεια των Κένεντι. «Καμία εύλογη αμφιβολία δεν μπορεί να υπάρχει ότι η δολοφονία του προέδρου Κένεντι ήταν ατομική υπόθεση του Λι Χάρβεϊ Οσβαλντ» έγραφε η «Νew Υork Ηerald Τribune» στο φύλλο τής 28ης Σεπτεμβρίου. Την ίδια ημέρα ο αδελφός του, υπουργός Δικαιοσύνης Ρόμπερτ Κένεντι, δήλωνε: «Εχω πεισθεί ότι o Οσβαλντ υπήρξε ο μόνος υπεύθυνος της δολοφονίας και ότι δεν δέχτηκε βοήθεια ή συμπαράσταση από κανέναν», ενώ η εφημερίδα «Νew Υork Τimes» υποστήριζε πως «τόσο τα γεγονότα όσο και οι αποδείξεις της έκθεσης Ουόρεν καταρρίπτουν όλες τις θεωρίες για συνωμοσία οργανωμένη είτε στην Αμερική είτε στο εξωτερικό».

Στον αντίποδα ακριβώς ο ευρωπαϊκός Τύπος χαρακτήριζε «ειλικρινή,αλλά ανεπαρκή την έκθεση Ουόρεν» (εφημερίδα του Μονάχου), ο «Guardian» του Λονδίνου αναγνώριζε το κενό που άφηνε η δολοφονία του κύριου μάρτυρα και βασικού ενόχου Οσβαλντ μόλις δύο ημέρες μετά τη δολοφονία Κένεντι από τον μαφιόζο και ιδιοκτήτη νυκτερινών κέντρων στο Ντάλας Τζακ Ρούμπι, ενώ ο ιταλικός Τύπος σχεδόν στο σύνολό του στήριζε τη θεωρία ότι οικονομικά συμφέροντα στον τομέα των πετρελαίων και της πολεμικής βιομηχανίας του Ντάλας που εκπροσωπούσε η υποψηφιότητα του Γκολντγουότερ όπλισαν τα χέρια των δολοφόνων του αμερικανού προέδρου. Τις ίδιες θεωρίες πάνω κάτω υποστήριζαν ο γαλλικός και σοβιετικός Τύπος.

Αποκαλυπτικό της στάσης του ρωσικού λαού είναι το πολυσέλιδο έγγραφο τού τότε επιτετραμμένου της ελληνικής πρεσβείας στη Μόσχα Ι. Τζούνη που έγραφε: «Ευθύς ως μετεδόθη η είδησις, και παρά το επικρατούν ψύχος, Μοσχοβίτες συνεκεντρώθησαν εις σιωπηλάς ομάδας προ του μεγάρου της Αμερικανικής Πρεσβείας. Η κατήφεια και η ανησυχία ήσαν έκδηλες εις τα πρόσωπα των συγκεντρωθέντων. Τα αυτά αισθήματα επεκράτησαν καθ΄ όλην την ημέραν με κύριον θέμα συνομιλίας την δολοφονίαν του Προέδρου.Η νεότης του,αι τραγικαί συνθήκαι υφ΄ άς εβλήθη, πεσών εις τας αγκάλας της συζύγου του, τα απορφανισθέντα ανήλικα τέκνα του, πάντα ταύτα συνέβαλον εις το να συγκινούν την ψυχή του αγαθού ρωσικού λαού και να προκαλέσουν ειλικρινή αισθήματα θλίψεως και αποτροπιασμού διά το έγκλημα.

Ταυτοχρόνως εξήροντο εις τας κατ΄ ιδίαν συνομιλίας η φρόνησις και η φιλειρηνική πολιτική τού εκλιπόντος Προέδρου και εξεφράζετο ανησυχία διά το μέλλον...». Ενώ για τον Γενικό Γραμματέα του ΚΚΣΕ Νικίτα Χρουστσόφ, για τον οποίον προσφάτως αποχαρακτηρισμένα αμερικανικά έγγραφα αναφέρουν ότι, σύμφωνα με πληροφορίες πρακτόρων των ΗΠΑ στη ρωσική πρωτεύουσα, έκλαψε πολύ όταν έμαθε για τη δολοφονία του Κένεντι, σημείωνε: «... ο κ.Χρουστσόφ ενεφανίσθη ενωρίς την πρωίαν της 23ης σύννους και κατηφής εις το αεροδρόμιο της Μόσχας προς υποδοχήν του επανακάμπτοντος από της επισήμου επισκέψεώς του εις Ιράν κ.Μπρέζνιεφ» (ΑΠ 217Λ, 26 Νοεμβρίου 1963).

Βεβαίως δεν πρέπει να ξεχνά κανείς ότι τόσο η άνοδος στην προεδρία των ΗΠΑ όσο και η δολοφονία του Κένεντι ήσαν γεγονότα που διαδραματίστηκαν στην πιο σκληρή φάση του Ψυχρού Πολέμου. Είχε προηγηθεί η πυραυλική κρίση ΗΠΑ- ΕΣΣΔ και η εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων που οδήγησε κυριολεκτικά την ανθρωπότητα στο χείλος του πυρηνικού ολέθρου, και η καχυποψία που βασίλευε ανάμεσα στα δύο στρατόπεδα, όπως και η δράση των μυστικών υπηρεσιών των δύο αντιπάλων, ήταν χαρακτηριστικό μιας περιόδου που παρόμοιά της δεν έζησε ποτέ άλλοτε η ανθρωπότητα.

Την υπόθεση πάντως συσκότιζε ακόμη περισσότερο η ίδια η περίπτωση του Οσβαλντ που, γεννημένος το 1939 στη Νέα Ορλεάνη, εξεδήλωσε από νωρίς περίεργα συμπτώματα ακολουθώντας τη μητέρα του σε διάφορες Πολιτείες μέχρις ότου εγκατασταθεί στη Νέα Υόρκη. Μαθητής με περίεργη και εσωστρεφή συμπεριφορά, απροσάρμοστος σύμφωνα με καθηγητές του, εξελίχθηκε σε άνδρα με αμφιλεγόμενη προσωπικότητα: ενώ κατατάχθηκε εθελοντικά στο Σώμα των Πεζοναυτών, εξεδήλωσε στη διάρκεια της θητείας του στην Καλιφόρνια κομμουνιστικές τάσεις. Το 1959 απολύθηκε από τον στρατό και, αφού πρώτα απέτυχε μέσω Κούβας να λάβει βίζα για να φύγει στη Ρωσία, κατάφερε να φτάσει στη Μόσχα μέσω αρχικά της Αγγλίας και στη συνέχεια της Φινλανδίας. Εργάτης στο Μινσκ, όπου γνώρισε τη μετέπειτα γυναίκα του Μαρίνα Νικολάγεβνα Προυσάκοβα, με την οποία απέκτησε μία κόρη, επέστρεψε με δαπάνες της αμερικανικής πρεσβείας Μόσχας στις ΗΠΑ και εγκαταστάθηκε στο Ντάλας εργαζόμενος ως αποθηκάριος.

Εκεί έγινε μέλος μιας μυστηριώδους φιλοκουβανικής οργάνωσης. Το ερώτημα αν τελικά ήταν πράκτορας της CΙΑ, όπως αφήνεται να εννοηθεί μέσα από το πολυκύμαντο παρελθόν του, ενισχύεται από δύο τινά: την καταστροφή φακέλου που τον αφορούσε μέσα στη CΙΑ, μόλις μία ημέρα μετά τη δολοφονία του Κένεντι, όπως και τη θεωρία ότι ο αμερικανός πρόεδρος σχεδίαζε μετά την αποτυχία της απόβασης στον Κόλπο των Χοίρων να επιδιώξει τη φιλία ή- το λιγότερο- τη συνύπαρξη με την Κούβα και, μέσω αυτής, με τη Σοβιετική Ενωση. Προς την κατεύθυνση αυτή μάλιστα μελετούσε σχέδιο συνάντησης του αδελφού του Ρόμπερτ με τον Τσε Γκεβάρα, σχέδιο το οποίο θα ανακοίνωνε στο τέλος της επίσκεψής του στο Ντάλας, όπου διαβιούσε συμπαγής κοινότητα αντικαστρικών Κουβανών.

Η δολοφονία του Οσβαλντ από τον Ρούμπι, για τον οποίο επίσης λεγόταν ότι διατηρούσε δεσμούς με τη CΙΑ, ήταν, σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, μέρος απλώς του τελικού σχεδίου. Ας σημειωθεί ότι ο Ρούμπι πέθανε στη φυλακή τρία χρόνια αργότερα από καρκίνο. Είχε προηγηθεί ο μυστηριώδης θάνατος τεσσάρων από τους πέντε μάρτυρες (ο πέμπτος εξαφανίστηκε) που θα κατέθεταν στη δίκη υπέρ του Ρούμπι στην υπόθεση δολοφονίας του Οσβαλντ.

Ενα ακόμη στοιχείο που αναζητεί ερμηνεία είναι η δημοσίευση επί πληρωμή σε πένθιμο πλαίσιο στην εφημερίδα «Μorning Νews» του Ντάλας, την ίδια ημέρα άφιξης εκεί του Κένεντι, της φράσης «Καλώς ήλθατε στο Ντάλας, κύριε Κένεντι».

Δημοσίευση σχολίου

 
Top