Η Κίνα, έχει ήδη ξεπεράσει τις ΗΠΑ στη βιομηχανική παραγωγή, καθώς και στον όγκο των εξαγωγών.Στην τριετία 2016 - 2018, προβλέπεται να ξεπεράσει την Αμερική σε ΑΕΠ, και το2025 σε στρατιωτικές δαπάνες. Οι ΗΠΑ, προσπαθούν από τώρα να προσαρμοστούν στο γεγονός ότι σιγά-σιγά θα έχουν να κάνουν με έναν πολυπολικό κόσμο. Πολύ περισσότερο, φαόινεται ότι κατανοούν ότι οι προσπάθειές τους για την εδραίωση ενός μονοπολικού κόσμου, έχουν αποτύχει.
Οι ΗΠΑ «απλώθηκαν»υπερβολικά στο γεωγραφικό τεραίν. Έτσι, γυρίζουν πίσω στην πατρίδα, τους στρατιώτες από το Ιράκ, και είναι έτοιμοι να αποσύρουν το εκστρατευτικό σώμα από το Αφγανιστάν. Η Αμερική σήμερα, έχει να αντιμετωπίζει ένα κολοσσιαίο έλλειμμα στον προϋπολογισμό της. Εκτιμάται μάλιστα, ότι για τη χρήση του οικονομικού έτους 2013, για κάθε δολάριο που δαπανάται στον προϋπολογισμό, θα πρέπει να παίρνουν 30 σεντς του δολαρίου δάνειο, κυρίως από την Κίνα.
Η πλάστιγγα γέρνει προς τον Ειρηνικό
Στην ατζέντα των διαπραγματεύσεων μεταξύ των δύο χωρών (ΗΠΑ – Κίνας), τα οικονομικά θέματα βρίσκονται στην πρώτη θέση, αλλά αυτό που προξενεί τη μεγαλύτερη ανησυχία στην Ουάσιγκτον, είναι η ανάπτυξη της κινεζικής στρατιωτικής δύναμης. Σήμερα, ο ασιατικός γίγαντας δεν αρκείται μόνο στην προστασία της επικράτειάς του, αλλά έχει επίσης αρχίσει να αναπτύσσει ικανότητες που δίνουν στη χώρα τη δυνατότητα να επεκτείνει την «περίμετρο ασφαλείας» της, στον Ειρηνικό Ωκεανό.
Νωρίτερα αυτή τη χρονιά, οι ΗΠΑ έδωσαν στη δημοσιότητα το νέο στρατιωτικό δόγμα της χώρας, στο οποίο έχει επέλθει μια σημαντική αλλαγή στην αμερικανική στρατιωτική στρατηγική. Στο κείμενο, για πρώτη φορά, η Κίνα έχει ονομαστεί σαν πιθανός εχθρός των ΗΠΑ, και βρίσκεται έτσι στην ίδια κατηγορία χωρών, μαζί με το Ιράν.Σύμφωνα με τον διευθυντή του ρώσικου ακαδημαϊκού think-tank «Ινστιτούτο ΗΠΑ και Καναδά», στην Μόσχα, Σεργκέι Ρογκόφ,«έχει ξεκινήσει ο σινο-αμερικανικός στρατιωτικός ανταγωνισμός, σε μια εποχή όμως που οι χώρες αυτές αλληλοεξαρτώνται οικονομικά».
Σενάρια σινο-αμερικανικής αντιπαράθεσης
«Η στρατιωτική συγκρότηση στην Κίνα, προχωρά με γρήγορους ρυθμούς. Γίνεται ένας εκ βάθρων επανεξοπλισμός και ανασυγκρότηση των κινέζικων Ενόπλων Δυνάμεων και μάλιστα,χωρίς ποσοτικές απώλειες τόσο στο ανθρώπινο δυναμικό, όσο και στον εξοπλισμό.Πριν από 15 - 20 χρόνια, ο κινέζικος στρατός είχε 8.000 – 10.000 τανκ. Σήμερα,διαθέτει σε ενεργό δράση περίπου την ίδια ποσότητα. Στη δεκαετία του 1990, τα περισσότερα τεθωρακισμένα ήταν οι ποικίλες παραλλαγές του Τ-55, ενώ σήμερα, το30 - 40%, αυτών των τανκ, είναι τεθωρακισμένα «τύπου 96» και «τύπου 99», που είναι ουσιαστικά τεθωρακισμένα οχήματα νέας γενιάς. Στην πολεμική αεροπορία, αλλάζουν τα παλιά αεροπλάνα, όπως τα J-8,φέρνοντας στις μοίρες, τα σύγχρονα J-11», λέει ο αναπληρωτής διευθυντής του Ινστιτούτου Πολιτικών και Στρατιωτικών Αναλύσεων της Μόσχας, Αλεξάντρ Χραμτσίχιν.
Το έγκυρο εβδομαδιαίο αμερικάνικο περιοδικό αεροδιαστημικής, Aviation Week & Space Technology, στο τεύχος του Ιουνίου 2012, έχει δηλώσεις ανώτερων αξιωματούχων της αμερικάνικης πολιτικής ελίτ και των μυστικών υπηρεσιών, που ανέφεραν ότι σε περίπτωση κρίσης στις σχέσεις με την Κίνα, το Πεκίνο είναι πολύ πιθανό να κινηθεί πρώτο. Επιπλέον, αν η σύγκρουση είναι σύντομη σε διάρκεια, τότε το αποτέλεσμα δεν θα είναι προς όφελος των ΗΠΑ.
Η ουσία της αμερικανικής ανησυχίας είναι ότι η διοίκηση και ο έλεγχος των Ενόπλων Δυνάμεων από το Πεντάγωνο, αλλά και τα δίκτυα συλλογής και επεξεργασίας πληροφοριών(κατασκοπεία), κατά το 80%, εξαρτώνται από τα δορυφορικά συστήματα. Με άλλα λόγια, χωρίς τις τεχνολογικές δυνατότητες που παρέχουν οι δορυφόροι, όλα τα σύγχρονα όπλα, με τις «έξυπνες» βόμβες ακριβείας και τα κατευθυνόμενα βλήματα που βρίσκουν με ακρίβεια εκατοστού τον στόχο, δεν θα είναι τίποτα περισσότερο,από απλά μεταλλικά θραύσματα.
Οι αμερικανοί ειδικοί είναι πεπεισμένοι ότι σε περίπτωση κρίσης, η «χώρα της ουράνιας γαλήνης» θα επιτεθεί στον κυβερνοχώρο και θα ρίξει στη διαστημική μάχη όπλα κατά των δορυφόρων. Σύμφωνα με το υπουργείο Άμυνας των ΗΠΑ, η Κίνα διαθέτει ήδη κυβερνο-μονάδες που είναι σε θέση να πλήξουν τους ηλεκτρονικούς εγκεφάλους και όλα τα συστήματα Πληροφορικής του εχθρού. Να σημειωθεί ότι η Πληροφορική είναι υποχρεωτικό μάθημα στο πρόγραμμα στρατιωτικής εκπαίδευσης του κινέζικου στρατού.
Όσον αφορά στην ανάπτυξη των αντι-δορυφορικών όπλων, το κινεζικό πρόγραμμα προχωρά με πολύ γρήγορους ρυθμούς, ήδη μετά την επιτυχή εφαρμογή του αμερικανικού κυβερνο-δορυφορικού πολέμου στον πρώτο πόλεμο στον Κόλπο, και την απελευθέρωση του Κουβέιτ από τα στρατεύματα του Σαντάμ. Το κινεζικό πρόγραμμα εντυπωσιάζει με την ποικιλία των μορφών που παίρνει. Έτσι, η Πολεμική Αεροπορία έχει τον συντονισμό των εργασιών σε όλο το φάσμα των στρατιωτικών θεμάτων που αφορούν στο διάστημα. Προτείνει την εκτεταμένη χρήση των «απλών» δορυφόρων σε «κρυφές»τροχιές, από τις οποίες σε περίπτωση έναρξης των στρατιωτικών ενεργειών, οι κινέζοι θα μπορούν να επιφέρουν άμεσα χτυπήματα στον εχθρό. Επιπλέον,σχεδιάζεται η μαζική χρήση φτηνών μίνι-δορυφόρων, σαν επιθετικά μέσα από το διάστημα.
Ο παράγων Ρωσία
Οσον αφορά τη θέση που θα πρέπει να πάρει η Ρωσία σε περίπτωση μιας ανοικτής σινο-αμερικανικής αντιπαράθεσης, ο κ. Ρογκόφ, λέει: «Στο τρίγωνο «Ρωσία – Κίνα – ΗΠΑ», τα δικά μας συμφέροντα υπαγορεύουν απόλυτη ουδετερότητα. Θα πρέπει να διατηρηθούν ίσες αποστάσεις τόσο με το Πεκίνο, όσο και με την Ουάσιγκτον, χωρίς να πάρουμε τη θέση κανενός στη διαμάχη του ενός με τον άλλο. Ούτε με την Αμερική εναντίον της Κίνας, αλλά ούτε και με την Κίνα κατά της Αμερικής».
Ο ρώσος εμπειρογνώμονας εκφράζει μια επιφυλακτική αισιοδοξία για τις ρωσο-αμερικανικές σχέσεις. «Το ρωσο-αμερικανικό εμπόριο, αν και δεν είναι μεγάλο σε όγκο, έχει σχεδόν επιστρέψει στα επίπεδα που είχαμε πριν την κρίση. Πιστεύω ότι αυτό επιδρά θετικά, αλλά η δυναμική των εμπορικών σχέσεων μεταξύ των δύο χωρών έχει εξαντλήσει τα περιθώριά της. Μπαίνει λοιπόν, επιτακτικά η ανάγκη να καθοριστεί η μελλοντική ατζέντα των ρωσο-αμερικανικών σχέσεων. Κάτι πάντως, που είναι πολύ δύσκολο να συμφωνήσουν οι δύο πλευρές, όπως άλλωστε δείχνει η ατμόσφαιρα και η συνθηματολογία στην προεκλογική περίοδο στις ΗΠΑ».
Ωστόσο, σημειώνει,η ένταξη της Ρωσίας στις παγκόσμιες διαδικασίες και το σύστημα, δίνει την ελπίδα ότι η στρατηγική των σχέσεών της τόσο με τη Δύση, όσο και με την Ανατολή, θα παραμένει προβλέψιμη.