Η Τρόικα απευθύνεται σε γαλλικές τράπεζες για να εκδώσουν για λογαριασμό της ελληνικής μοναρχίας δάνειο 60 εκατομμυρίων γαλλικών φράγκων (περίπου 2.4 εκατομμύρια λίρες στερλίνες). Το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Ρωσία μπαίνουν εγγυητές απέναντι στις τράπεζες, βεβαιώνοντας ότι, σε περίπτωση αποτυχίας της Ελλάδας να αποπληρώσει το δάνειο, θα αναλάβουν την αποπληρωμή οι ίδιες.(6) Η Τρόικα προσθέτει πως θα κάνει ό,τι χρειαστεί για την αποπληρωμή και των δανείων του 1824 και του 1825 (βλέπε παρακάτω). Η συμφωνία ανάμεσα στις τρεις δυνάμεις επιτυγχάνεται το 1830, όμως, λόγω των δυσκολιών, τίθεται σε ισχύ το 1833. Το δάνειο των 60 εκατομμυρίων φράγκων υπογράφηκε το 1833 και δόθηκε σε τρεις δόσεις.
Ο προορισμός των ποσών των δύο πρώτων δόσεων είναι ιδιαίτερα αποκαλυπτικός. Σε σύνολο 44.5 εκατομμυρίων δραχμών (το δάνειο βγήκε σε γαλλικά φράγκα και αποδόθηκε σε δραχμές με ισοτιμία 1 φράγκο προς 1.2 δραχμές), μόνο 9 εκατομμύρια έφτασαν στα ταμεία του κράτους, δηλαδή το 20% του δανείου. Η τράπεζα Rothschild στη Γαλλία έλαβε προμήθεια πάνω από 10% (5 εκατομμύρια), οι αγοραστές των τίτλων (μεταξύ των οποίων και η τράπεζα Rothschild) έλαβαν 7.6 εκατομμύρια ως προπληρωμή για την περίοδο 1833-1835 (πάνω από 15% του δανείου), 12.5 εκατομμύρια (λίγο λιγότερο από 30% του δανείου) αποδόθηκαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία ως αποζημίωση για την ανεξαρτησία. Η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και η Ρωσία έλαβαν 2 εκατομμύρια, θεωρώντας ότι ήταν δανειστές της Ελλάδας. Στον βασιλιά Όθωνα αποδόθηκαν 15% ακόμη του ποσού, δηλαδή 7.4 εκατομμύρια, για να καλύψει τις αμοιβές και το κόστος μετάβασης της ακολουθίας του, των Βαυαρών αξιωματούχων που είχαν αναλάβει την αντιβασιλεία(7) και 3.500 μισθοφόρων που στρατολογήθηκαν στη Βαυαρία, χωρίς να ξεχνάμε το 1 εκατομμύριο που προγραμματίστηκε για την αγορά όπλων.
Το πρώτο απεχθές χρέος π.ου επιβλήθηκε το 1833 στην Ελλάδα από την Τρόικα (Γαλλία, Ηνωμένο Βασίλειο, Ρωσία, τις λεγόμενες μεγάλες δυνάμεις)
Κατανομή ποσών
Ακολουθεί μια περίληψη της χρήσης των ποσών του δανείου του 1833 με εγγυήτριες τις μεγάλες δυνάμεις (δόσεις A και B, επί συνόλου 44.5 εκατομμυρίων δραχμών).
Αμοιβές για την τράπεζα Rothschild: 5 εκατομμύρια.Τόκοι για το δάνειο της περιόδου 1833 με 1835 (προπληρωμή): 7.6 εκατομμύρια.
Αποζημίωση στην Οθωμανική Αυτοκρατορία :12.5 εκατομμύρια.
Αποπληρωμή του δανείου στις μεγάλες δυνάμεις (προπληρωμή στις Γαλλία, ΗΒ, Ρωσία): 2 εκατομμύρια.
Κόστος μετάβασης για τον βασιλιά Όθωνα, το προσωπικό και τη συνοδεία του: 2.1 εκατομμύρια.
Μισθοί και άλλα έξοδα των μελών της αντιβασιλείας του Όθωνα: 2 εκατομμύρια.
Στρατολόγηση και κόστος μετακίνησης για τους Βαυαρούς μισθοφόρους: 3.3 εκατομμύρια.
Αγορά στρατιωτικού εξοπλισμού: 1 εκατομμύριο.
Σύνολο: 35.5 εκατομμύρια.
Υπόλοιπο που παραδόθηκε στο ταμείο του ελληνικού κράτους: 9 εκατομμύρια.
Δηλαδή το 20% από τα 44.5 εκατομμύρια που χρεώθηκαν στην Ελλάδα.
Πηγή: Reinhart και Trebesch, 2015, «
The pitfalls of external dependence: Greece, 1829-2015», σ. 22. Kofas, Jon, 1981, «Financial Relations of Greece and the Great Powers 1832-1862». Boulder: «East European Monographs», σ. 25.
Οι τρεις δυνάμεις υπέγραψαν, στις 7 Μάη 1832, με τον Βασιλιά της Βαυαρίας, τον πατέρα του Όθωνα, μελλοντικό βασιλιά της Ελλάδας, μια συμφωνία που υποχρέωνε το νέο «ανεξάρτητο» κράτος να δώσει απόλυτη προτεραιότητα στην αποπληρωμή του χρέους (βλέπε το άρθρο XII στην παραπάνω εικόνα). Όπως αποδεικνύεται, χωρίς περιθώρια αμφιβολίας, από το αντίγραφο μέρους της συνθήκης της 7ης Μάη 1832, το κείμενο αυτό υπογράφηκε από τον αντιπρόσωπο του βρετανικού στέμματος, τον Λόρδο Πάλμερστον, από τον αντιπρόσωπο της γαλλικής μοναρχίας, τον Ταλεϋράνδο, από τον αντιπρόσωπο του Τσάρου πασών των Ρωσιών και από τον αντιπρόσωπο του βασιλιά της Βαυαρίας, ο οποίος ενεργούσε στο όνομα της Ελλάδας ενώ ο Όθωνας και η ακολουθία του δεν είχαν ακόμη φύγει από το Μόναχο! Ο Όθωνας έφτασε στην Ελλάδα μόλις τον Ιανουάριο του 1833. Με το κείμενο αυτό διαθέτουμε μια προφανή απόδειξη του επονείδιστου και παράνομου χαρακτήρα του χρέους, που χρεώνεται στον ελληνικό λαό από το 1833.
Η Τρόικα ασκούσε πολύ αυστηρό έλεγχο στον προϋπολογισμό του κράτους και στη συλλογή των εσόδων. Απαιτούσε ταχτικά να αυξάνονται οι φόροι και οι δασμοί και να μειώνονται οι δαπάνες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η πέμπτη εθνοσυνέλευση, που συνεδρίασε τον Δεκέμβρη του 1831, είχε υιοθετήσει ένα «Σύνταγμα της Ελλάδος», του οποίου το άρθρο 246 δήλωνε ότι ο ηγεμόνας δεν έχει το δικαίωμα να αποφασίζει μόνος σε ζητήματα φόρων και δασμών, δημόσιων δαπανών ή συλλογής εισοδημάτων, χωρίς να σέβεται τους νόμους ή τις αποφάσεις του νομοθετικού οργάνου.(8) Η μοναρχία και η Τρόικα καταπάτησαν αυτό το Σύνταγμα, το οποίο ποτέ δεν αναγνώρισαν.
Το 1838 και το 1843, η μοναρχία κάνει παύση πληρωμών του χρέους, διότι δεν διαθέτει τα αναγκαία αποθέματα για συνεχίσει να πληρώνει τους εξαιρετικά βαρείς τόκους.(9) Κατά τη χρεοκοπία του 1843, ενώ οι τόκοι, που έπρεπε να καταβληθούν, αντιπροσώπευαν το 43% των κρατικών εσόδων, η Τρόικα παρενέβη ασκώντας τη μέγιστη πίεση στη μοναρχία προκειμένου να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα ακραίας λιτότητας διαμορφωμένο με βάση τις υποδείξεις των πρεσβευτών των τριών δυνάμεων (βλέπε το παραπάνω πλαίσιο).
Οι θυσίες που επιβλήθηκαν στον ελληνικό λαό για την αποπληρωμή του δανείου ήταν τέτοιες, που εξεγέρθηκε επανειλημμένως. Η εξέγερση ήταν ιδιαίτερα μεγάλη το 1843. Ο πληθυσμός της Αθήνας ήταν εξοργισμένος με τα εγκαίνια, μετά βαΐων και κλάδων, του εντυπωσιακού βασιλικού παλατιού (όπου βρίσκεται σήμερα το ελληνικό κοινοβούλιο) και τον Σεπτέμβρη του 1843 ξεσηκώθηκε ενάντια σε μια νέα αύξηση των φόρων, ζητώντας την εγκαθίδρυση συνταγματικού καθεστώτος.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το Ηνωμένο Βασίλειο έφτασε μέχρι να απειλήσει τον βασιλιά Όθωνα με στρατιωτική επέμβαση, αν δεν αποδεχόταν να αυξήσει τους φόρους για να τηρήσει τις υποχρεώσεις του στην Τρόικα. Το Ηνωμένο βασίλειο και η Γαλλία κατέλαβαν στρατιωτικά το λιμάνι του Πειραιά για δύο χρόνια, ξεκινώντας από τον Μάη του 1854, ένα μέσο πολύ αποτελεσματικό για να βάλουν στο χέρι τα έσοδα από το τελωνείο του λιμένα.
Το μνημόνιο που επιβλήθηκε από την Τρόικα το 1843
Με βάση το άρθρο του Τάκη Κατσιμάρδου «Το παλαιό μνημόνιο στην Ελλάδα του 1843».
Τον Ιούνιο του 1843, η Ελλάδα κήρυξε πτώχευση, γιατί δεν ήταν σε θέση να πληρώσει ένα μέρος των ετήσιων τόκων για την αποπληρωμή του δανείου του 1833. Απέναντι στις απειλές των δανειστών, η κυβέρνηση δεσμεύτηκε να εφαρμόσει ένα πρόγραμμα άγριας λιτότητας, προκείμενου να συνεχίσει την αποπληρωμή του χρέους.
Η Ελλάδα μπήκε σε μια φάση σκληρής «λιτότητας». Πηγές της εποχής καταγράφουν τις σκηνές εξαθλίωσης του πλήθους στις πόλεις και την ύπαιθρο. Στην πρωτεύουσα, οι πολίτες, χωρίς πόρους, σταμάτησαν να πληρώνουν τους φόρους τους, σε σημείο που δεν υπήρχαν πια υποψήφιοι στους πλειοδοτικούς διαγωνισμούς για την ανάληψη των θέσεων για την είσπραξη των φόρων.
Προφανώς, ήταν αδύνατον να συλλεχθούν τα χρήματα για την αποπληρωμή των τόκων του χρέους σε μια χώρα της οποίας η πλειοψηφία του πληθυσμού ήταν βαθιά φτωχοποιημένη. Παρ’ όλα αυτά οι δανειστές απαιτούσαν την αποπληρωμή του χρέους.
Έτσι, οργανώθηκε στο Λονδίνο μια συνάντηση για το ελληνικό χρέος και οι αντιπρόσωποι της Τρόικας διαμόρφωσαν μια διακήρυξη που καταδίκαζε την Ελλάδα (Ιούνιος 1843). Με βάση τη διακήρυξη αυτή, η Ελλάδα δεν είχε σεβαστεί τις υποχρεώσεις της. Οι τρεις πρέσβεις έδωσαν στην κυβέρνηση 15 μέρες για να κάνει ακόμα μεγαλύτερες περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, ύψους περίπου τεσσάρων εκατομμυρίων δραχμών. Οι περικοπές που είχαν προβλεφθεί αρχικά από την κυβέρνηση ήταν μόλις 1 εκατομμύριο.
Μετά από ένα μήνα συζητήσεων, συντάχθηκε ένα πρωτόκολλο-μνημόνιο από τους πρέσβεις και την ελληνική κυβέρνηση. Η συμφωνία επικυρώθηκε στις 2 Σεπτεμβρίου και προκάλεσε θύελλα διαμαρτυριών. Την επομένη ξέσπασε η Επανάσταση της 3ης του Σεπτέμβρη. Κατέληξε σε ένα νέο Σύνταγμα, που ήταν όμως ακόμη πολύ μακριά από τη δημοκρατία.(10)
Τα βασικά μέτρα, που υιοθετήθηκαν από την ελληνική κυβέρνηση το 1843 στο πλαίσιο της εφαρμογής του «Μνημονίου» της εποχής, περιλάμβαναν:(11)
1. Απόλυση του ενός τρίτου των δημοσίων υπαλλήλων και τη μείωση των μισθών των υπολοίπων σε ποσοστό 15-20%.
2. Πάγωμα της καταβολής των συντάξεων.
3. Σημαντική μείωση των στρατιωτικών δαπανών.
4. Επιβολή σε όλους τους παραγωγούς να καταβάλουν προπληρωμή επί του φόρου, τη δεκάτη, που αντιστοιχούσε στο ένα δέκατο της αξίας του συνόλου της παραγωγής.
5. Αύξηση στα τελωνειακά τέλη και τα χαρτόσημα.
6. Απολύθηκαν όλοι οι υπάλληλοι του εθνικού τυπογραφείου, οι δασοφύλακες και οι περισσότεροι από τους καθηγητές πανεπιστημίου (εκτός από 26!).
7. Καταργήθηκαν όλες οι κρατικές υπηρεσίες υγείας.
8. Απολύθηκαν όλοι οι πολιτικοί μηχανικοί του κράτους και σταμάτησαν όλα τα δημόσια έργα.
9. Παύθηκαν όλες οι διπλωματικές αποστολές στο εξωτερικό.
10. Νομιμοποιήθηκαν όλες οι αυθαίρετες κατασκευές και οι παράνομες καταπατήσεις «εθνικών γαιών» με την πληρωμή προστίμων.
11. Ρυθμίστηκαν για ευτελές αντίτιμο όλες οι εκκρεμείς οφειλές (περίπου 5 εκατομμύρια δραχμές).
Επιπλέον, με βάση το «Μνημόνιο», οι πρεσβευτές της Τρόικας της εποχής ήταν παρόντες στις συναντήσεις του υπουργικού συμβουλίου, όταν αυτό επικύρωνε τα μέτρα, και λάμβανε κάθε μήνα μια λεπτομερή έκθεση αναφορικά με την εφαρμογή τους και τα ποσά που συγκεντρώνονταν. Μήπως σας θυμίζει κάτι αυτό;
Τελικά, ο Όθωνας ανατράπηκε το 1862, μετά από μια σειρά λαϊκών εξεγέρσεων στις τέσσερις γωνιές του βασιλείου του, και υποχρεώθηκε να εγκαταλείψει τη χώρα. Μετά από αυτά, ψηφίστηκε και πάλι ένα νέο Σύνταγμα -πολύ μικρή πρόοδος στην κατεύθυνση του περιορισμό των εξουσιών της μοναρχίας. Η Τρόικα αναζήτησε έναν αντικαταστάτη. Το Λονδίνο πρότεινε τον δευτερότοκο της βασίλισσας Βικτώριας, αλλά συνάντησε την εχθρότητα της Γαλλίας, που δεν ήθελε περαιτέρω ενίσχυση της βρετανικής επιρροής. Τελικά, οι τρεις δυνάμεις συμφώνησαν στην επιλογή ενός Δανού πρίγκιπα, του επονομαζόμενου Χριστιανού Γουλιέλμου Φερδινάνδου Αδόλφου Γεωργίου.
Από το 1843, η Τρόικα διασφάλιζε, όπως είχε υποσχεθεί στους τραπεζίτες, την αποπληρωμή του δανείου στη θέση της Ελλάδας, όταν αυτή δεν κατάφερνε να απομυζήσει αρκετά έσοδα για να καταβάλει το σύνολο των τόκων και του κεφαλαίου. Η αποπληρωμή από την Τρόικα ολοκληρώθηκε το 1871(12) και οι δανειστές μπορούσαν να είναι ικανοποιημένοι: έλαβαν τους τόκους και τους επιστράφηκε το κεφάλαιο που είχαν δανείσει. Το δάνειο των 60 εκατομμυρίων φράγκων διαγράφηκε.
Αλλά το χρέος της Ελλάδας προς την Τρόικα παρέμενε, αφού το Ηνωμένο Βασίλειο, η Γαλλία και η Ρωσία είχαν διασφαλίσει μέρος των πληρωμών. Έκτοτε, η Ελλάδα ήταν αναγκασμένη να κατευθύνει μέρος των εσόδων της στις τρεις δυνάμεις της Τρόικας. Η Ελλάδα ολοκλήρωσε την αποπληρωμή για το δάνειο του 1833 προς τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο τη δεκαετία του 1930, δηλαδή έναν αιώνα αργότερα. Η Ρωσία από την πλευρά της δεν ικανοποιήθηκε, λόγω της επανάστασης του 1917.
Τελικά τι έγινε με την αποπληρωμή των δανείων του 1824 και του 1825;
Κάποια κομβικά σημεία για να κατανοήσουμε το ιστορικό πλαίσιο της γέννησης του ανεξάρτητου ελληνικού κράτος τον 19ο αιώνα.
Οικονομία και κοινωνία
Ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, στην εξορία στο Παρίσι στη διάρκεια της δικτατορίας των συνταγματαρχών, έγραφε το 1969:
« Εδώ και σχεδόν ενάμιση αιώνα, ο εξωτερικός παράγοντας, με την παρέμβαση ή τη βοήθειά του, ήταν σχεδόν πάντοτε λιγότερο ή περισσότερο υπεύθυνος για την έκρηξη ή την επίλυση των κρίσεων που γνώρισε η Ελλάδα. Οι κοινωνικές και πολιτικές δυνάμεις της χώρας δεν μπόρεσαν ποτέ να αναπτυχθούν ή να λειτουργήσουν με τρόπο αυτόνομο, ο ελληνικός λαός δεν μπόρεσε ποτέ να είναι κύριος της μοίρας του, ειδικά στις στιγμές που είχε να χάσει ή να κερδίσει τα περισσότερα. Πράγματι, όποιες κι αν ήταν οι στρατηγικές ή διπλωματικές της θέσεις, η Ελλάδα ήταν αναπόφευκτα το αντικείμενο της διεθνούς προσοχής λόγω της γεωγραφικής της θέσης. Ως πιόνι της δυτικής διπλωματίας την εποχή της κατάρρευσης της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ως ναυτική βάση απαραίτητη για τον έλεγχο των Δαρδανελίων, ως οχυρό του “ελεύθερου κόσμου” στον αγώνα ενάντια στην επέκταση του κομουνισμού ή ως ασφαλής βάση (μία από τις λίγες) που επιτρέπει τον στρατηγικό έλεγχο μιας Μέσης Ανατολής σε διαρκή αστάθεια, η Ελλάδα πλήρωσε πάντοτε το διεθνές ενδιαφέρον που δημιούργησε».(15)
Βέβαια, τα λόγια του Κωνσταντίνου Τσουκαλά θα πρέπει να σχετικοποιηθούν, γιατί ο ελληνικός λαός κατόρθωσε να νικήσει τους ναζί κατακτητές με το τίμημα ενός ηρωικού αγώνα. Αλλά τα τραγικά γεγονότα του 2015 επιβεβαιώνουν από πολιτική σκοπιά αυτά τα λόγια, που γράφτηκαν σχεδόν εδώ και μισό αιώνα. Οι δυνάμεις της δυτικής Ευρώπης επενέβησαν εκ νέου στην Ελλάδα για διεθνείς λόγους: Προκειμένου να εμποδίσουν την επιτυχία μιας προσπάθειας ρήξης με τη λιτότητα και να αποτρέψουν τη μετάδοσή της σε άλλες χώρες της Ευρώπης, ξεκινώντας από την Ισπανία και την Πορτογαλία. Προκειμένου να εμποδίσουν την αμφισβήτηση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης υπό την κυριαρχία του μεγάλου κεφαλαίου και των κυρίαρχων ευρωπαϊκών δυνάμεων. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί και το ΔΝΤ οδήγησαν στην αποτυχία μια προσπάθεια που θα μπορούσε να αλλάξει την πορεία της Ιστορίας.
Ας συνεχίσουμε όμως να ακολουθούμε την περιγραφή που έκανε ο Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, γιατί μας δίνει τα κλειδιά για να κατανοήσουμε τις συνθήκες μέσα στις οποίες γεννήθηκε το πρώτο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος πριν από δύο αιώνες.
«Ο ιστορικός και πολιτισμικός χαρακτήρας του ελληνικού έθνους δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ευκολία: είναι βαλκανικός, αλλά δεν είναι σλάβικος, ανήκει στην εγγύς ανατολή, αλλά δεν είναι μουσουλμανικός, είναι ευρωπαϊκός, αλλά δεν είναι δυτικός. Θα μπορούσαμε ίσως να δείξουμε κάποια συνέχεια από την κλασσική εποχή στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία και στη σύγχρονη Ελλάδα, μια κάποια συνέχεια της φυλής και της κουλτούρας. Δεν είναι καθόλου βέβαιο. Αυτό που είναι βέβαιο είναι ότι η κοινωνική και οικονομική δομή της σύγχρονης Ελλάδας έλκει την καταγωγή της στη μακρά οθωμανική κυριαρχία…).
Με την αυστηρή αντίληψή της για τους κοινωνικούς διαχωρισμούς, η στρατοκρατική οθωμανική ιδεολογία(16) περιφρονούσε τις κερδοσκοπικές δραστηριότητες. Αυτή η περιφρόνηση επέτρεψε στους Έλληνες, και σε μικρότερο βαθμό σε άλλες μειονοτικές ομάδες όπως οι Εβραίοι και οι Αρμένιοι, να αποκτήσουν πρακτικά το μονοπώλιο της επιχειρηματικής δραστηριότητας. Η ελληνική κοινότητα της Κωνσταντινούπολης, που την αποτελούσαν υπολείμματα της βυζαντινής αριστοκρατίας και νεοσύστατες ομάδες τραπεζιτών και μεγαλεμπόρων που ήταν γνωστοί ως Φαναριώτες, βρέθηκε γρήγορα να ελέγχει τις περισσότερες οικονομικές δοσοληψίες. Ωστόσο, ο ρόλος των Φαναριωτών δεν περιοριζόταν μόνο στο οικονομικό πεδίο. Κλήθηκαν συχνά να παίξουν σημαντικό πολιτικό και διοικητικό ρόλο στο οθωμανικό σύστημα. (…)
Οι Έλληνες κυριάρχησαν επίσης στις εμπορικές και ναυτιλιακές δραστηριότητες που αναπτύχθηκαν γρήγορα στο δεύτερο μισό του XVIII αιώνα και έφεραν ένα νέο πνεύμα στη ληθαργική ζωή των Βαλκανίων. Αυτή η νεοσύστατη ελληνική αστική τάξη, η οποία ιδίως μετά το 1789 εισήγαγε στα Βαλκάνια τις νέες και επαναστατικές ιδέες που έβραζαν στην Ευρώπη, απέκτησε σταδιακά ασύγκριτη αναγνώριση τόσο ανάμεσα στους Έλληνες όσο και ανάμεσα στους Σλάβους. Η ιδέα ενός κινήματος ανεξαρτησίας με σκοπό τη δημιουργία μιας πανβαλκανικής ομοσπονδίας κέρδιζε έδαφος, ιδιαίτερα με την υποδαύλιση της Ρωσίας, ενώ η γενική παρακμή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας ξυπνούσε βίαια σε όλα τα κοινωνικά στρώματα της βαλκανικής χερσονήσου την ελπίδα ότι η ανεξαρτησία ήταν κοντά.
Η κορύφωση αυτής της διαδικασίας ήταν η ελληνική επανάσταση του 1821. Όμως, αν και οι Έλληνες είχαν σημαντικές επιτυχίες τα πρώτα χρόνια του αγώνα, ο τουρκοαιγυπτιακός στρατός, αφού αναδιοργανώθηκε, κατάφερε στη συνέχεια να νικήσει σε αποφασιστικές μάχες, που ακύρωσαν στην πολιτική σκακιέρα το πλεονέκτημα των Ελλήνων. Το 1827, η επανάσταση –που είχε αγγίξει μόνο τα νησιά του Αιγαίου, την Πελοπόννησο και το νότιο τμήμα της χερσονήσου (Στερεά)– βρισκόταν σε αδιέξοδο.
Τότε ήταν που επενέβησαν με αποφασιστικό τρόπο οι ξένες δυνάμεις. (…) Αυτή τη φορά, οι λαϊκές πιέσεις ήταν στην κατεύθυνση των διπλωματικών συμφερόντων, και οι μεγάλες δυνάμεις αποφάσισαν να πάρουν τον έλεγχο της κατάστασης. Η Ρωσία, η Γαλλία και η Μεγάλη Βρετάνια κατέστρεψαν τον τουρκο-αιγυπτιακό στόλο στο Ναβαρίνο (1827) και έδωσαν στην Ελλάδα την ανεξαρτησία της.
Για να εκτιμήσουμε σωστά τον ρόλο που έπαιξαν στη συνέχεια οι μεγάλες δυνάμεις, μπορούμε να εξετάσουμε εν τάχει την πολιτική που ακολουθούσαν. Η Ρωσία είχε θεμελιώσει τη δική της στην επιθυμία της να δει να δημιουργείται υπό την προστασία της ένα μεγάλο ελληνοσλαβικό κράτος, που θα της χρησίμευε ως οχυρό στη Μεσόγειο μετά την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο πληθυσμός των Βαλκανίων ήταν στην πλειοψηφία του σλαβικός και, θρησκευτικά, 90% ορθόδοξος. Τα δύο αυτά δεδομένα αποτελούσαν, στο επίπεδο της προπαγάνδας, τα μεγαλύτερα όπλα της Ρωσίας. Η βρετανική πολιτική προσανατολιζόταν αντιθέτως στη συντήρηση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ως αντίβαρο στον ρωσικό επεκτατισμό. Ωστόσο, στον βαθμό που η ανάπτυξη φυγόκεντρων δυνάμεων στην Αυτοκρατορία οδηγούσε μακροπρόθεσμα στην αναπόφευκτη αποσύνθεσή της, η Μεγάλη Βρετανία στήριζε τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου ελληνικού κράτους, που θα ήταν όμως σε οικονομική και πολιτική εξάρτηση από τη Μεγάλη Βρετανία και θα βρισκόταν συνεπώς σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τις υπόλοιπες βαλκανικές εθνότητες. Το πρωτόκολλο του Λονδίνου (1830), με το οποίο αναγνωρίστηκε τελικά η ανεξαρτησία της Ελλάδας, ήταν ένας θρίαμβος της βρετανικής διπλωματίας. Η εγκαθίδρυση μιας απόλυτης μοναρχίας αποσκοπούσε στην αντικατάσταση του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας, του Ιωάννη Καποδίστρια,(17) που είχε υπάρξει υπουργός του Τσάρου και φυσικά έκλινε να συμμερίζεται τις ρωσικές απόψεις. Και καθώς τα σύνορα όριζαν έναν πολύ περιορισμένο χώρο, ο πληθυσμός του οποίου ήταν σχετικά ομοιογενής, το νέο ανεξάρτητο κράτος εξαρτιόταν στην πραγματικότητα απόλυτα από την ξένη οικονομική και διπλωματική βοήθεια (δηλαδή από τη Μεγάλη Βρετανία) κι αυτό θα προκαλούσε ανταγωνισμούς μεταξύ Ελλήνων και Σλάβων. Έτσι, για περισσότερο από έναν αιώνα, τα Βαλκάνια έμελε να γίνουν το πιο ανήσυχο μέρος της Ευρώπης και το θέατρο διαρκών ανταγωνισμών μεταξύ εξωτερικών δυνάμεων. Η ιδέα μιας συνομοσπονδίας που να ενώνει τους χριστιανικούς πληθυσμούς των ευρωπαϊκών επαρχιών της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, πληθυσμούς που, τηρουμένων των αναλογιών, ζούσαν σε συνθήκες καλής συνεννόησης για τέσσερις αιώνες, εγκαταλείφθηκε. Η Μεγάλη Βρετανία, η Ρωσία, η Γαλλία, η Αυστρία, και αργότερα η Γερμανία, ανταγωνίζονταν για το μέλλον αυτών των επαρχιών. Οι πληθυσμοί τους πλήρωσαν και πληρώνουν ακόμη το τίμημα».
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.