Αντανακλάσεις στο Αιγαίο
Στο ελληνοτουρκικό μέτωπο το έδαφος είναι στρωμένο. Από το 1973 που διεκδίκησε την υφαλοκρηπίδα του ανατολικού Αιγαίου, η Άγκυρα οικοδομεί τις προϋποθέσεις μίας ιδιότυπης “πολιορκίας” των ελληνικών νησιών, η οποία προοπτικά θα της επέτρεπε να εγείρει και εδαφικές διεκδικήσεις. Εμφάνιζε τη νησιώτικη αλυσίδα από τη Σαμοθράκη μέχρι το Καστελόριζο να “κάθεται” σε τουρκική υφαλοκρηπίδα και να περιβάλλεται από εναέριο χώρο, ελεγχόμενο από την Τουρκία.
Το επόμενο κρίσιμο βήμα έγινε στις αρχές του 1996 με την προβολή της θεωρίας περί “γκρίζων ζωνών”, η οποία και προκάλεσε την κρίση στα Ίμια. Τότε, για πρώτη φορά η Τουρκία όχι μόνο διεκδίκησε ελληνικό έδαφος, αλλά και δημιούργησε τετελεσμένο. Η πρόκληση κρίσης και η απειλή πολέμου υποχρέωσαν την Αθήνα ουσιαστικά να αποδεχθεί το “γκριζάρισμα” των δύο αυτών βραχονησίδων.
Η πάγια τακτική της Άγκυρας είναι να εγείρει μονομερείς επεκτατικές διεκδικήσεις και στη συνέχεια να καλεί την Αθήνα να διαπραγματευθεί, δηλαδή να μοιράσει τα ελληνικά δικαιώματα. Για τον σκοπό αυτό χρησιμοποιεί την άσκηση στρατιωτικής πίεσης σαν διπλωματικό όπλο.
Η ιστορία διδάσκει πως όταν η Άγκυρα προσθέτει μία νέα μονομερή διεκδίκηση στο καλάθι των ελληνοτουρκικών δεν την ξεχνάει. Την καλλιεργεί με επιμονή και συστηματικότητα, ώστε να την εγγράψει στη συνείδηση του διεθνούς συστήματος ως υπαρκτή διαφορά που χρειάζεται επίλυση μέσω συμβιβασμού. Η ευθεία αμφισβήτηση της Λωζάννης από τον Ερντογάν ειπώθηκε για να μπει στο τραπέζι.
Η υπόθεση των Ιμίων κατέστη ζωτικής σημασίας, επειδή χρησιμοποιήθηκε πιλοτικά για την προώθηση της θεωρίας των “γκρίζων ζωνών”. Το τουρκικό διάβημα (29-1-1996) ήγειρε ευρύτερη αμφισβήτηση της ελληνικής κυριαρχίας. Στόχος των Τούρκων δεν ήταν να επεκτείνουν κατά δύο-τρία μίλια δυτικότερα τα σύνορα, αλλά να μετατρέψουν σε “γκρίζα ζώνη” ένα μεγάλο τμήμα του Αιγαίου.
Η σημασία του Αιγαίου
Η Άγκυρα προσπαθεί να εμφανίσει το Αιγαίο σαν ένα πέλαγος που παρεμβάλλεται μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Επειδή δεν μπορεί να αρνηθεί την ύπαρξη των νησιών, ισχυρίζεται ότι ναι μεν έχουν χωρικά ύδατα, αλλά δεν οριοθετούν τη θαλάσσια συνοριακή γραμμή των δύο χωρών.
Το Αιγαίο, όμως, δεν είναι μία θάλασσα που απλώς παρεμβάλλεται μεταξύ δύο παράκτιων χωρών. Η μισή περίπου έκτασή του είναι ελληνικός εθνικός χώρος. Και ο υπόλοιπος είναι διεθνής χώρος, ο οποίος, όμως, συνδέει ελληνικά νησιά με την ηπειρωτική Ελλάδα. Κατά συνέπεια, η θάλασσα αυτή δεν έχει την ίδια σημασία για τις δύο χώρες. Γι’ αυτό και τα –εκτός διεθνούς δικαίου– μέτρα που τις εξισώνουν λειτουργούν προς όφελος της Τουρκίας.
Είναι προφανές ότι, εάν η Τουρκία αποκτούσε την κυριαρχία έστω και μίας μόνο βραχονησίδας δυτικά της αλυσίδας Σαμοθράκη-Λήμνος-Λέσβος-Χίος-Σάμος-Κάλυμνος-Κως- Ρόδος-Καστελλόριζο, όχι μόνο θα ανέτρεπε το υφιστάμενο νομικό καθεστώς, αλλά και θα άλλαζε ριζικά τον χαρακτήρα του Αιγαίου. Η δήλωση της πρωθυπουργού Τσιλέρ εκείνη την εποχή στην εφημερίδα Χουριέτ ήταν σαφέστατη: «Μέχρι τώρα η Τουρκία υποσυνείδητα αποδεχόταν ότι τα νησιά αυτά έμπρακτα ανήκουν στην Ελλάδα. Εμείς θα το αλλάξουμε αυτό».
Ελάχιστες ημέρες μετά την κρίση (3-2-1996) η Τσιλέρ είχε δηλώσει ότι θα φέρει στο διεθνές προσκήνιο το καθεστώς 1.000 περίπου νησίδων και βραχονησίδων που αποτελούν τουρκικό έδαφος! Το 1998, ο τότε Τούρκος πρόεδρος Ντεμιρέλ (δήλωση στη Χουριέτ) είχε κατεβάσει τον αριθμό, ισχυριζόμενος ότι 132 νησίδες ανήκουν στην Τουρκία! Έτσι έφθασαν στο σημείο να διεκδικούν και τη Γαύδο!
Η Άγκυρα πάτησε στο προηγούμενο των Ιμίων για να αποσταθεροποιήσει την ελληνική κυριαρχία και σε κατοικημένες νησίδες. Στις 29-1-1996, η Άγκυρα είχε ονομαστικά αναφέρει σαν “γκρίζες ζώνες” όχι μόνο τα Ίμια, αλλά και τα κατοικημένα νησιά Ψέριμο και Φούρνους! Από τη δεκαετία του 2000, η Τουρκία συμπεριφέρεται σαν το Φαρμακονήσι και το Αγαθονήσι να είναι δικό της έδαφος. Η διεκδίκηση έχει μετεξελιχθεί από θεωρητική σε έμπρακτη. Εδώ και καιρό αντιμετωπίζει με τον ίδιο τρόπο τη νησίδα Παναγιά και τις Οινούσσες, κοντά στη Χίο.
Η πλειοδοσία των κεμαλιστών
Είναι αξιοσημείωτο ότι η κεμαλική αξιωματική αντιπολίτευση, ενώ χαρακτήρισε απαράδεκτη την αμφισβήτηση της συνθήκης της Λωζάννης και αντιτίθεται στις στρατιωτικές περιπέτειες του Ερντογάν στο Ιράκ και στη Συρία, πλειοδοτεί σε εθνικισμό-επεκτατισμό έναντι της Ελλάδας και της Κύπρου. Ο αρχηγός της Κιλιντσάρογλουδεν έχει δηλώσει ότι 18 τουρκικές νησίδες είναι υπό ελληνική κατοχή(!) και η νεοοθωμανική κυβέρνηση αδιαφορεί. Πριν ένα χρόνο περίπου είχε δηλώσει: «Ας κοιτάξει (ο Ερντογάν) τα 16 νησιά που επί της εποχής του παραδόθηκαν και όπου υψώθηκε ελληνική σημαία»!
Οι κεμαλιστές κατηγορούν τον Ερντογάν ότι δεν διεκδίκησε με αποφασιστικότητα τα κατοικημένα ελληνικά νησιά που η Άγκυρα θεωρεί “γκρίζες ζώνες”. Ουσιαστικά τον καλεί να αναλάβει δράση. Στην πραγματικότητα, οι νεοοθωμανοί είναι εξίσου εθνικιστές με τους κεμαλιστές. Στα ελληνοτουρκικά, άλλωστε, είχε από νωρίς επέλθει μία όσμωση μεταξύ των δύο βασικών τουρκικών ιδεολογικοπολιτικών ρευμάτων.
Για χρόνια, όμως, ο Ερντογάν εμφανιζόταν πιο ευέλικτος και λιγότερο επιθετικός. Η αιτία ήταν πως προτεραιότητά του ήταν ο εσωτερικός πόλεμος με το κεμαλικό “βαθύ κράτος”. Μία κρίση με την Ελλάδα θα έδινε στους αντιπάλους του χώρο και ευκαιρία να τον ανατρέψουν.
Αυτή η αναστολή σήμερα υφίσταται με άλλη μορφή. Ο Τούρκος πρόεδρος ακόμα και μετά τις μαζικές εκκαθαρίσεις δεν έχει εμπιστοσύνη στις ένοπλες δυνάμεις. Φοβάται ότι σε περίπτωση σύγκρουσης με την Ελλάδα θα στραφούν εναντίον του. Γι’ αυτό και θέτει ένα όριο στις τουρκικές προκλήσεις.
Από την άλλη πλευρά, όμως, δεν μπορεί να εδραιωθεί ως εθνικός ηγέτης μόνο με καταστολή και εκκαθαρίσεις. Χρειάζεται και ένα ιδεολογικό όχημα. Για να συσπειρώσει γύρω του την κρατική γραφειοκρατία και κυρίως τους στρατιωτικούς, οι οποίοι δέχθηκαν ισχυρό πλήγμα, ο Τούρκος πρόεδρος παίζει δυνατά το χαρτί του εθνικισμού-επεκτατισμού. Αυτός, άλλωστε, είναι ο κοινός παρονομαστής, καθότι αποτελεί τον πυρήνα της τουρκικής κρατικής ιδεολογίας.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.