Όμως, ακόμα κι αν αυτή η προϋπόθεση υπήρχε, τα πράγματα δεν θα ήταν ρόδινα. Η έλλειψη εδαφικής συνέχειας των δυο παλαιστινιακών θυλάκων (Δυτική Όχθη και Γάζα) και οι εποικισμοί που έχουν δημιουργηθεί στις παλαιστινιακές περιοχές –αυξάνοντας διαρκώς το πολιτικό κόστος υπαναχώρησης του Ισραήλ– καθιστούν ολοένα και πιο δυσεπίλυτο το πρόβλημα. Για να ιδρυθεί παλαιστινιακό κράτος πρέπει να υπάρξουν εδαφικές διευθετήσεις.
Με δεδομένη την κατάσταση στο εσωτερικό πολιτικό τοπίο του Ισραήλ, η εξεύρεση λύσης παραπέμπει διαρκώς στο «κάθε πέρσι και καλύτερα». Οι δε Παλαιστίνιοι, επικαλούμενοι τα μεταπολεμικά δημογραφικά στοιχεία και αποκαλώντας την ισραηλινή πολιτική εθνοκάθαρση, διατηρούν θέσεις οι οποίες με τα σημερινά δεδομένα είναι απλώς ανεδαφικές. Με τα ανωτέρω δεδομένα, το πρόβλημα απλά δεν επιλύεται, διότι οι δυο πλευρές δείχνουν να συγχέουν το εκατέρωθεν ευκταίο, με το εφικτό. Οπότε, αυτό που μένει είναι ο νόμος της ισχύος και δη της στρατιωτικής.
ΔΕΝ ΕΠΑΡΚΟΥΝ ΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΕΣ ΝΙΚΕΣ
Συνεπεία των ανωτέρω που περιγράφουν το αδιέξοδο, εγείρεται, τουλάχιστον θεωρητικά ένα κρίσιμο ερώτημα: Μήπως στο επίπεδο της χάραξης της υψηλής στρατηγικής, οι αρμόδιοι στο εβραϊκό κράτος πρέπει να εμπλακούν, αργότερα ή γρηγορότερα, σε μία διανοητική άσκηση με αντικείμενο τη διέξοδο από αυτό το αδιέξοδο; Διότι αυτό που σήμερα θεωρείται στρατηγικό επίπεδο, θα μπορούσε να επηρεάσει με τέτοιον τρόπο τη μεγάλη εικόνα που άπτεται της ίδιας της επιβίωσης του κράτους, ώστε να μετεξελιχθεί σε βάθος χρόνου σε τακτικό. Δηλαδή, το στρατηγικό τους πρόβλημα να γίνει απείρως σοβαρότερο…
Τα προαναφερθέντα επηρεάζουν τις γεωστρατηγικές ισορροπίες και στο περιφερειακό και στο πλανητικό επίπεδο. Κι αυτό περιπλέκει έτι περαιτέρω τη σύγκρουση. Η Μέση Ανατολή ανέκαθεν ήταν περιοχή μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας, όπου συγκρούονταν συμφέροντα ισχυρών. Και όπως στο στενό πλαίσιο Ισραηλινών και Παλαιστινίων θα μπορούσε κανείς να εντοπίσει πολυποίκιλα συμφέροντα που θεωρητικά δεν εξυπηρετούνται από την επίλυση της σύγκρουσης, το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και στη μεγάλη-παγκόσμια εικόνα. Η σύγκρουση χρησιμοποιείται με τρόπο που να εξυπηρετεί τα συμφέροντα κάθε εμπλεκόμενου…
Σε μια μεταβατική ιστορική περίοδο όπου η νέα αρχιτεκτονική ασφαλείας του κόσμου βρίσκεται υπό διαμόρφωση, όσα νέα μέτωπα ανοίγουν, σχεδόν ποτέ δεν έχουν μόνο τοπική αναφορά. Υποδαύλισαν, για παράδειγμα, οι Ρώσοι το ξέσπασμα αυτού του γύρου της σύγκρουσης για να αποφορτίσουν το μέτωπο της Ουκρανίας; Πανομοιότυπη υποψία με την ανάλογη που αφορούσε τα πραξικοπήματα στην Αφρική. Όμως, το Μεσανατολικό δεν κινητοποιεί μόνο εθνικιστικά, αλλά και θρησκευτικά αντανακλαστικά.
ΜΕ ΟΧΗΜΑ ΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ…
Η έξαρση του ισλαμικού φονταμενταλισμού και η πολιτισμική ασυμβατότητα με τις σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, είναι ένα πρόβλημα που οξύνεται και μπορεί να αποσταθεροποιήσει σοβαρά, κυρίως την Ευρώπη. Είναι άραγε αυτός ένας ακόμα στόχος που εξυπηρετείται στο πλαίσιο του πλανητικού ανταγωνισμού από τους εμπλεκόμενους; Με στόχο δηλαδή την επιβολή κόστους στην Ευρώπη για τη στάση της σε άλλα ζητήματα; Κι αν αυτό συμβαίνει, μήπως την ευρωπαϊκή κερκόπορτα την άνοιξαν προσεγγίσεις, ιδεοληπτικές για μερικούς, ιδιοτελείς για άλλους, στο μεταναστευτικό;
Όταν δε αυτές ελάμβαναν ιδεολογικό χαρακτήρα στη Δύση, μήπως εντάσσονταν στο πλαίσιο μιας ευρύτερης αφελούς δυτικής θεωρητικής συζήτησης περί εξάπλωσης της δημοκρατίας στον κόσμο; Μπορεί όλοι στη Δύση να συμφωνούν στο ότι η δημοκρατία είναι το καλύτερο διαθέσιμο σύστημα. Άλλο όμως αυτό και άλλο η επιθυμία επιβολής του. Διότι εάν εφαρμοζόταν αυτός ο κανόνας, πόσο διαφορετικό θα ήταν το πρόβλημα στην Ανατολική Μεσόγειο εάν η Μουσουλμανική Αδελφότητα είχε παραμείνει στο τιμόνι της Αιγύπτου;
Επίσης, με δημοκρατικές διαδικασίες θα μπορούσε να αναληφθεί η εξουσία στις δυτικές κοινωνίες από υπερμάχους της σαρία –δεδομένου και του δημογραφικού δυναμισμού που παρουσιάζουν οι μουσουλμάνοι μετανάστες στην Ευρώπη– αποφασίζοντας ότι επιθυμούν την αλλαγή πολιτεύματος. Κάποτε, όλα αυτά παρουσιάζονταν σαν θεωρίες συνωμοσίας. Όταν όμως με αργά αλλά σταθερά βήματα οι θεωρητικές προσδοκίες των δικαιωματιστών διαψεύδονται, η ανθρωπότητα εισέρχεται σε νέο κύκλο επικίνδυνης αποσταθεροποίησης.
ΙΔΕΟΛΗΨΙΕΣ ΚΑΙ ΑΛΛΗΛΟΕΞΟΝΤΩΣΗ
Πρέπει να γίνει κατανοητό, ότι ένα τοπικό-περιφερειακό μέτωπο, όπως το Μεσανατολικό, επηρεάζει την παγκόσμια εικόνα, ενώ η παγκόσμια εικόνα έχει παίξει ρόλο στην ανάφλεξή του! Αμφότερες είναι δυναμικές διαδικασίες, όχι στατικές. Εάν μάλιστα υπεισέλθουν στην εξίσωση και εσωτερικές πολιτικές σκοπιμότητες κάποιων εκ των πρωταγωνιστών, το περιβάλλον γίνεται χαοτικό και δυνητικά μη διαχειρίσιμο…
Πλέον, πολλοί προειδοποιούν για τον κίνδυνο παγκόσμιας σύγκρουσης. Άλλοι βλέπουν ομοιότητες της σημερινής ιστορικής συγκυρίας με αυτή προ του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Στη συνέχεια, η αναμενόμενη και εν μέρει θεμιτή εκδικητική-εξοντωτική διάθεση των νικητών απέναντι στην ηττημένη Γερμανία, οδήγησε στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Μήπως αυτή η ιστορική εμπειρία, τα συμπεράσματα της οποίας θεωρούνται παντού λίγο πολύ δεδομένα, θα έπρεπε να διδάσκει, ώστε να αποφευχθεί η παγίδευση σε συμπεριφορές που οδηγούν σε σπιράλ κλιμάκωσης χωρίς ορατό τρόπο απεμπλοκής;
Στις σημερινές συνθήκες και με δεδομένη τη διασπορά των μη συμβατικών όπλων, η σταθερότητα του πλανήτη βρίσκεται σε κίνδυνο. Όταν μάλιστα ο πρόεδρος των ΗΠΑ κάνει λόγο για τη δημιουργία μιας «νέας τάξης» σε πλανητικό επίπεδο, προδίδει μια επικίνδυνη για τους θιγόμενους ατζέντα, τότε η ανησυχία μεγιστοποιείται. Ενεργοποιούνται αμυντικά αντανακλαστικά και εκδηλώνεται τάση αντισυσπειρώσεων παρά το γεγονός ότι υπάρχουν σοβαρές διαφορές.
Εάν στόχος των ΗΠΑ είναι η διατήρηση της «μονοκρατορίας», ενός μονοπολικού διεθνούς συστήματος, παρά τη σταδιακή αλλά σταθερή μείωση σχετικής ισχύος των ΗΠΑ, εγείρονται αμφιβολίες για το κατά πόσο ένας τέτοιος στόχος είναι ρεαλιστικός. Εάν ακολουθείται η θουκυδίδεια λογική ότι αντιμετωπίζεις τους αντιπάλους προτού επιδεινωθεί ακόμα περισσότερο η θέση σου, ο κίνδυνος πολέμου είναι ακόμα μεγαλύτερος. Εάν δεν φτάσουμε εκεί, μήπως η αντιπαράθεση των ισχυρών τους αλληλοεξουδετερώσει και έτσι διευκολυνθούν οι επεκτατικές φιλοδοξίες μικρότερων δυνάμεων που έχουν σημείο αναφοράς την ισλαμική ταυτότητα;
ΤΟ… ΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΑ ΠΑΡΑΛΟΓΟ
Πώς θα φαινόταν άραγε μια σύγκρουση στην οποία το ένα στρατόπεδο θα συμπεριλάμβανε π.χ. την Τουρκία, το Ιράν, το Πακιστάν και αραβικές χώρες όπου θα έχουν καταρρεύσει οι μοναρχίες και στην εξουσία θα βρίσκονται Μουσουλμανικές Αδελφότητες; Κι ας μη βιαστούμε να απαντήσουμε ότι αυτό δεν θα συνέβαινε ποτέ λόγω του σχίσματος σουνιτών και σιιτών. Πολλά που ζούμε σήμερα θεωρούνταν αδιανόητα στο παρελθόν.
Σε μια τέτοια σύγκρουση, σε δεύτερο χρόνο, που θα ελάμβανε πολιτισμικά χαρακτηριστικά, ποιος θα ήταν ο ρόλος π.χ. της Ρωσίας και της Κίνας, χώρες που σήμερα θεωρούνται εχθροί για τη Δύση, παρ’ ότι είναι πολύ πιο κοντά στον δυτικό πολιτισμό. Φυσιολογικά, θα έπρεπε να βρίσκονται στο ίδιο στρατόπεδο, έχοντας ρυθμίσει διαφορές και φιλοδοξίες, με τέτοιον τρόπο, ώστε να αποφεύγονται τα σενάρια σύγκρουσης όλοι εναντίον όλων. Διότι Δύση, Ρωσία και Κίνα δεν έχουν ως βασικό κίνητρο «να κόψουν κεφάλια απίστων».
Εν ολίγοις, σήμερα, το πραγματικό στρατηγικό επίπεδο επηρεάζεται από πολιτικές ελίτ που έχουν πληγεί από την αλαζονεία μιας υποτιθέμενης παντοδυναμίας, χωρίς συναίσθηση ότι οδηγούν τον πλανήτη σε θανάσιμο κίνδυνο. Εξυπηρετώντας πολυποίκιλα συμφέροντα, κυρίως οικονομικά, εμπλέκονται σε σχεδιασμούς επί χάρτου, με βάση νέες θεωρίες, που όμως απειλούν να τινάξουν κάθε έννοια ισορροπίας στον αέρα. Οι αντιλήψεις περί πολυπολιτισμικότητας, ίσως δε και της καταστροφικής οικονομικά «πράσινης μετάβασης», μοιάζουν ολοένα και περισσότερο με ιδιοτελείς –πέρα από ιδεοληπτικές– προσεγγίσεις σε μια εποχή που σημειώνεται οπισθοχώρηση της παγκοσμιοποίησης. Μήπως αυτή η εμμονή σε ατζέντες είναι που παρήγαγε τα σημερινά τραγικά αδιέξοδα;
Ο πλανητικός ανταγωνισμός των ισχυρών δεν πρόκειται να σταματήσει. Το ζήτημα είναι όμως να ενταχθεί σε κάποιο πλαίσιο, ώστε να μην ξεφεύγει σε εκτός ελέγχου καταστάσεις. Διότι η δράση φέρνει αντίδραση. Οι διάφοροι «σχεδιαστές» έχουν αποδειχθεί στην πράξη αρκούντως ευφάνταστοι στο πρώτο, αλλά επικίνδυνα ανίκανοι να προβλέψουν το δεύτερο. Το ερώτημα είναι εάν θα υπάρξουν νουνεχείς, οι οποίοι θα έχουν το θάρρος να αμφισβητήσουν την υφιστάμενη πολιτική ορθότητα και συμβατική σοφία, προτού είναι πολύ αργά.