Έρχεται η 10η επέτειος μιας μαρτυρικής χώρας και ενός μαρτυρικού λαού. Η περίπτωση της Συρίας είναι ένα τριπλό μάθημα για τα σχολικά βιβλία. Για τον πλήρη κυνισμό της Δύσης, τον ανεξέλεγκτο οπορτουνισμό των άλλων περιφερειακών δυνάμεων, τη απόλυτη αδιαφορία όλων των πλευρών για τον αμέτρητο ανθρώπινο πόνο που έχει επιφέρει η επιδίωξη των στόχων τους από το 2011. Ο απολογισμός είναι βαρύς: 500.000 νεκροί, ένα εκατομμύριο τραυματίες τουλάχιστον, περισσότεροι από 10 εκατομμύρια πρόσφυγες μέσα και γύρω από τη χώρα, μια καταστραμμένη οικονομία, τεράστια πεδία ερειπίων και πόνου. Πολύ ωραίος απολογισμός του ηθικολογικού δογματισμού των «πλήρων» δημοκρατιών μας. Τα καλά συναισθήματα και τα μεγάλα καθολικά ιδανικά γεμίζουν παντού καρότσα με νεκρούς. Αλλά δεν βλέπουμε το πρόβλημα, ή μάλλον, η βαθιά μας ενοχή δεν μπορεί να κρύβεται πάρα μόνο με μαζική άρνηση και ξεροκεφαλιά στο δυσνόητο.
Το ζήτημα είναι λοιπόν να «τελειώσει η δουλειά» που ξεκίνησε τόσο άσχημα, δουλειά η οποία κατέστρεψε αυτήν την υπέροχη χώρα με πολύ επιρροή, αλλά ούτε την νίκησε ούτε έδωσε τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Επειδή στρατιωτικά, το φιάσκο είναι ξεκάθαρο για τη δυτική φατρία. Δέκα χρόνια με βόμβες, κυρώσεις, τζιχαντιστική υπερ-βία, ψέματα, προπαγάνδα… και η νόμιμη συριακή κυβέρνηση εξακολουθεί να είναι στη θέση της, με τον πρόεδρο Άσαντ, ο οποίος έχει ανακτήσει μεγάλο μέρος των εδαφών του. Το Ντάες και οι αναρίθμητες παραλλαγές της Αλ Κάιντα που ενθαρρυνθήκαν, εκπαιδεύτηκαν, οπλίστηκαν, υπό την καλή φροντίδα του Συνασπισμού των εχθρών της Συρίας που ισχυρίζονταν ότι είναι φυσικοί «φίλοι» της, δεν κατάφεραν να διαλύσουν τη χώρα. Το Ιράν υποστήριξε τον δικό του «άξονα αντίστασης», του οποίου η Δαμασκός παραμένει κεντρικό πιόνι, η Ρωσία ήρθε και έσωσε την εδαφική ακεραιότητα της Συρίας και σκοπεύει να αποκομίσει οικονομικά και πολιτικά οφέλη από τη στρατιωτική της υποστήριξη, η Τουρκία αισθάνθηκε την αλλαγή της παλίρροιας το 2015, και έλπιζε επίσης την καταστροφή της χώρας για να αυξήσει εκεί την επιρροή των Αδελφών Μουσουλμάνων. Εγκαταστάθηκε στη θέση μιας χώρας- άρθρωσης χρήσιμης τόσο στην Ουάσινγκτον όσο και στη Μόσχα και κατάφερε να επέμβει στρατιωτικά από το 2016, με το πρόσχημα του αγώνα ενάντια στο PKK, και στη συνέχεια να εδραιωθεί μαζικά στρατιωτικά στην Ιντλίμπ, προμαχώνα του ριζοσπαστικού ισλαμιστικού αντι-Άσαντ γένους. που εμποδίζει την ειρήνευση να γίνει. Η Άγκυρα κρατά αυτήν την περιοχή μολυσμένη με τζιχαντιστές υπό τον έλεγχό της ως ενέχυρο για πολιτικές διαπραγματεύσεις ενώπιο της Μόσχας, της Τεχεράνης… και της Ουάσιγκτον.
Εν ολίγοις, δεν έλαβε χώρα η προγραμματισμένη καταστροφή μιας πλούσιας χώρας, σημαντικού ενεργειακού κόμβου και η οποία δεν υπάκουε στην τάξη του κόσμου που ονειρευόταν στην Ουάσιγκτον. Ο πόλεμος με τα χρώματα του Ντάες, της Al-Qaeda και των αμέτρητων ειδώλων της απέτυχε. Αλλά αντί να το παραδεχτούμε, έχοντας καταπιεί όλη τη ντροπή, και τελικά να προωθήσουμε επιτέλους μια ρεαλιστική πολιτική ομαλοποίηση, μέσω της διαδικασίας της Αστανά, κάνουμε τα πάντα για να την τορπιλίσουμε και επιδιώκουμε τον αρχικό στόχο – να ανατρέψουμε αυτό το αφόρητα ανθεκτικό και δημοφιλές καθεστώς -αφήνοντάς το συριακός λαό να λιμοκτονήσει, εκεί που απετύχαμε να τον τρομοκρατήσουμε. Και έτσι καίμε τις συγκομιδές , επιβάλλουμε απαγόρευση, μέσω του νόμου Caesar Act, σε όλους τους Σύρους που θα μπορούσαν να χρηματοδοτήσουν ακόμη την οικονομική ανοικοδόμηση. Θέλουμε τους Σύρους, έτσι πεινασμένους και σπασμένους, να μην αντέχουν πλέον, να χάσουν το μυαλό τους και να στραφούν ενάντια σε αυτό το καθεστώς που τους προστατεύει. Όπως και στο Ιράν, όπως και στη Ρωσία, όλα αυτά μου φαίνονται άσχημα αλλά προπαντός ένας κακός υπολογισμός. Περνάμε τους ανθρώπους για ηλιθίους. Ξέρουν από πού προέρχεται η δυστυχία τους και, σε αυτήν την περίπτωση, παρά τη σκληρότητα, την αδικία και τα λάθη του καθεστώτος, ξέρουν ότι δεν προέρχεται από τη Δαμασκό.
Σε αυτή τη λεία της τελευταίας ευκαιρίας, η Αμερική δεν παραδέχεται ποτέ ότι ηττήθηκε. Βάζει τον Τούρκο πληρεξούσιο της να δράσει, προσπαθεί πάλι, μέσω της σύναψης και της επέκτασης των Συμφωνιών του Αβραάμ, να συσσωρεύσει ενάντια στην Τεχεράνη τις δυσαρέσκειες όλων των αραβικών κρατών που μισούν τους Άσαντ εδώ και δεκαετίες. Το θέμα είναι να καθησυχάσουν τον Ισραηλινό σύμμαχο για τον οποίο η Συρία είναι ο θανατηφόρος σύνδεσμος μεταξύ του Ιράν και της Λιβανέζικης Χεζμπολάχ. Και για τις ανάγκες του σκοπού, δεν διστάζουν να αποσταθεροποιήσουν πολύ άσχημα τον εύθραυστο Λίβανο. Ο σκοπός αδειάζει τα μέσα . Η Σαουδική Αραβία, το Κατάρ, η Τουρκία, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, όλοι, λίγο πολύ και για διάφορους λόγους, ήθελαν να γδάρουν το δέρμα της Συρίας. Όλοι κατάλαβαν ότι η Ρωσία και το Ιράν (που συγκλίνουν τακτικά για τη διαφύλαξη της εδαφικής ακεραιότητας της Συρίας, αλλά ο καθένας έχει τις δικές του φιλοδοξίες και λύσεις) δεν θα τους άφηναν. Υποχωρούν, αλλά δεν αφοπλίζονται, και σκοπεύουν, ο καθένας χωριστά, να αποκομίσουν κάποιο καλό κομμάτι αυτού του λυσσώδους διαμελισμού που διακόπηκε ενοχλητικά το φθινόπωρο του 2015 από την είσοδο στο χορό της Μόσχας.
Σε αυτή τη μπερδεμένη υπόθεση όπου δεν είχε άλλο συμφέρον παρά να κρατηθεί μακριά από οποιαδήποτε τιμωριτική εκστρατεία, να υποστηρίξει τη σταθερότητα των κρατικών δομών για να σώσει το υπόλοιπο της επιρροής της στο Λίβανο και τη Συρία και έναν πιθανό ρόλο νομιμοποιητή μεσίτη τιμής όταν θα έφτανε η ώρα, η Γαλλία, όπως και σε πολλά άλλα θέματα, χάθηκε, ηθικά, πολιτικά, στρατηγικά. Υποστηρίξαμε τον προγραμματισμένο διαμελισμό που προωθούσαν οι λεγόμενοι εναλλακτικοί Σύροι πολιτικοί χωρίς καμία αντιπροσωπευτικότητα, και στη συνέχεια ενθαρρύναμε και οπλίσαμε τις ορδές μεταμορφωμένων τζιχαντιστών σε «συμπαθητικούς επαναστάτες που κάνουν καλή δουλειά». Έχουμε βυθιστεί ντροπιαστικά στην αμερικανική λογική του κατακερματισμού της Μέσης Ανατολής κάτω από αφόρητα ηθικολογικά κουρέλια που απογύμνωσαν τον κυνισμό μας και τη στρατηγική μας ηλιθιότητα σε αυτό το θέατρο, και εκμηδένισαν την αξιοπιστία μας. Είναι πάντα ο ίδιος κύκλος του σφετερισμού ζωγραφισμένου με αρετή και καλά συναισθήματα: διακριτική ενθάρρυνση των συχνά νομιμοποιημένων κοινωνικών και πολιτικών διεκδικήσεων, καταγγελία της κυβερνητικής καταστολής, δαιμονοποίηση του καθεστώτος και εξατομίκευση των αδικιών του, ενεργή υποστήριξη για τη πολιτική αποσταθεροποίηση και λίγο μετά ένοπλη, εισαγωγή κοόρτών τζιχαντιστών που προφανώς κάνουν ό, τι τους ζήτησαν να κάνουν – ήτοι να σπείρουν το θάνατο και το τρόμο -, στρατιωτική ανάμιξη χωρίς οποιασδήποτε εντολή του ΟΗΕ στο όνομα του «καθήκοντος της προστασίας των πληθυσμών» … που εμείς οι ίδιοι βάλαμε σε κίνδυνο… Τέλος, ανάμιξη σε μια πολιτική διαδικασία που θα θέλαμε να ήταν στο χέρι μας και που μας ξεφεύγει, γιατί ακόμη και η ειρήνη δεν μπορεί παρά μόνο να οικοδομηθεί με βάση τις πραγματικότητες του εδάφους και της ισορροπίας των δυνάμεων.
Η ειρήνη δεν είναι για αύριο καθώς η δυτική οργή απέναντι στην αποτυχία είναι εντονότατη. Ωστόσο, για το Παρίσι, που κανείς δεν θέλει πλέον να ακούσει, καθώς ο λόγος μας σύρθηκε εκτός κυκλοφορίας λόγω αυτού του βλακώδους μιμητισμού, ο συριακός φάκελος θα μπορούσε να είναι αυτός της στρατηγικής σωτηρίας. Αλλά για αυτό, χρειαζόμαστε ταπεινότητα και ρεαλισμό. Πρέπει να δείξουμε ότι τελικά συνειδητοποιήσαμε το αιματηρό αδιέξοδο στο οποίο μας οδήγησε η τύφλωση μας. Δέκα χρόνια μαρτυρίου είναι πολλά και αναμφίβολα είναι ασυγχώρητο για μερικούς. Όχι όμως για όλους. Ποτέ δεν είναι αργά. Μπορούμε να αποσυνδεθούμε από όλες τις στρατιωτικές ενέργειες του «Συνασπισμού» καθώς και από όλες τις εξωεδαφικές κυρώσεις του αμερικανικού νόμου Caesar Act. Μπορούμε ιδιαίτερα να πιάσουμε το σκοινί της Μόσχας για να δούμε πώς να ήμαστε χρήσιμοι στο πλευρό του ρωσο-ιρανο-τουρκικού τρίο στη διαδικασία της Αστανά, παρά τις αντιξοότητες της Συριακής Συνταγματικής Επιτροπής. Μπορούμε να σταματήσουμε να θέσουμε πολιτικούς όρους για τη βοήθειά μας στην ανοικοδόμηση της χώρας. Μπορούμε να σταματήσουμε να ουρλιάζουμε με τους λύκους. Πρέπει επίσης να τολμήσουμε κάποιες δυνατές χειρονομίες: να ανοίξουμε ξανά την πρεσβεία και τα προξενεία μας, να αποκαταστήσουμε τη συνεργασία μας σε θέματα πληροφοριών. Φαίνεται αδύνατο, απατηλό, διαβόητο; Ωστόσο, αυτό που είναι διαβόητο είναι το πείσμα στο λάθος και η λεηλασία της σχέσης σεβασμού, φιλίας και αγάπης που συνέδεε τους Γάλλους με τους Σύρους, πολύ πέρα από τις πολιτικές αντιξοότητες, ένας σύνδεσμος που μας έκανε να αγαπηθούμε, να εκτιμηθούμε και να υπολογιστούμε σε αυτήν τη χώρα και στην περιοχή.
*Η Caroline Galactéros-Luchtenberg έχει διδακτορικό στην Πολιτική Επιστήμη, είναι ελεγκτής του Ινστιτούτου Ανώτερων Εθνικών Αμυντικών Σπουδών (AA59) και ειδική σε θέματα Βαλκανίων. Εργάστηκε για μεγάλο χρονικό διάστημα στη στρατηγική αξιολόγηση και στον προγραμματισμό των κρατικών υπηρεσιών. Σήμερα είναι διευθύντρια των σεμιναρίων στη Σχολή Πολέμου της Γαλλίας, είναι Συνταγματάρχης στην επιχειρησιακή εφεδρεία των στρατών της Γαλλίας, είναι επικεφαλής της ιδιωτικής εταιρείας συμβούλων και στρατηγικής κατάρτισης πληροφοριών PLANETING. Είναι η δημιουργός και διαχειρίστρια της δεξαμενής σκέψης GéoPragma, αφιερωμένης στη ρεαλιστική γεωπολιτική.πηγήΟι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.