Του
Ζαχαρία Β. Μίχα*Η στάση του υπουργού Εξωτερικών, Νίκου Δένδια, κατά την επίσκεψη στην Τουρκία όπου συνάντησε τον πρόεδρο Ερντογάν και τον ομόλογό του, Μεβλούτ Τσαβούσογλου, εκτιμήθηκε δεόντως από την ελληνική κοινωνία. Ωστόσο, επί της ουσίας των αποτελεσμάτων της επίσκεψης, θα πρέπει να επισημανθεί ότι όσα έγιναν αποτελούν “προσάναμμα” για την επικίνδυνη άνοδο της θερμοκρασίας στις διμερείς σχέσεις, οι οποίες βρίσκονται ήδη σε επικίνδυνο σημείο. Ακόμα κι αν υπήρχαν προειδοποιήσεις περί της σκοπιμότητας της επίσκεψης του Έλληνα ΥΠΕΞ, μετά τα όσα συνέβησαν και τις απαντήσεις που έδωσε η ελληνική πλευρά, η επιλογή δικαιώνεται.
Η ελληνική πλευρά αντελήφθη γρήγορα ότι οι Τούρκοι στην πράξη επιδιώκουν να ακυρώσουν… την ίδια την Επανάσταση του 1821 με λόγια που συνιστούσαν ευθεία αμφισβήτηση της υπόστασης της Ελλάδας ως κυρίαρχου και ανεξάρτητου κράτους.
Στον πασιφανή τουρκικό στόχο της βίαιης προώθησης της δορυφοροποίησης της Ελλάδας, η κυβέρνηση ορθώς αποφάσισε να απαντήσει άμεσα και με αποφασιστικότητα. Με αυτό ως δεδομένο, η επίσκεψη καλώς προχώρησε, ασχέτως του τι θα ακολουθήσει στις διμερείς σχέσεις. Διότι έθεσε νέα δεδομένα στο τραπέζι.
Ο Νίκος Δένδιας, σε συνεννόηση με τον Κυριάκο Μητσοτάκη, υιοθέτησε συμπεριφορά που ακύρωσε στην πράξη την τουρκική επικοινωνιακή φιέστα. Ο υπουργός Εξωτερικών κάλεσε τον πρωθυπουργό για να τον ενημερώσει και να υπάρξει προσεκτική απάντηση, καθώς όσα ειπώθηκαν στη συνάντηση με τον Ερντογάν ήταν λόγια πρωτοφανούς τουρκικού κυνισμού και εκβιασμού. Έλαβε σαφή οδηγία να δοθούν ξεκάθαρες απαντήσεις, που δεν είναι άλλες από τις πάγιες ελληνικές θέσεις.
Το καθεστώς Ερντογάν λοξοκοιτούσε προς την Ευρώπη, στην οποία επιθυμούσε να στείλει μήνυμα ότι προσπαθεί να συνεννοηθεί ειρηνικά με την Ελλάδα σε διπλωματικό επίπεδο. Όμως στην πράξη διατύπωσε τελεσίγραφα τα οποία δεν μπορούσε να αφήσει αναπάντητα ο υπουργός Εξωτερικών.
Σήμερα στην Κύπρο θα διεξαχθεί η συνάντηση των υπουργών Εξωτερικών της Κύπρου, Νίκου Χριστοδουλίδη, της Ελλάδας, Νίκου Δένδια, του Ισραήλ, (και στρατηγού εν αποστρατεία, πρώην Α/ΓΕΕΘΑ) Γκαμπί Ασκεναζί και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, σεΐχη Αμπντουλάχ μπιν Ζαγιέντ Αλ Ναγιάν, ο οποίος θα συμμετέχει μέσω τηλεδιάσκεψης. Θα εκπροσωπηθεί από τον Διπλωματικό Σύμβουλο του Προέδρου των ΗΑΕ και τέως υπουργό Επικρατείας για Εξωτερικές Υποθέσεις της χώρας, Ανουάρ Γκαργκάς.
Η στάση του Νίκου Δένδια και της κυβέρνησης της Ελλάδας απέναντι στην τουρκική ηγεσία αποτελεί το ισχυρότερο δυνατό μήνυμα στους εταίρους της χώρας, ότι η Ελλάδα έχει πάρει την απόφαση να αντισταθεί στον τουρκικό επεκτατισμό. Οπότε, “το μπαλάκι” βρίσκεται στο δικό τους “γήπεδο”.
Οι σύμμαχοι της Ελλάδας καλούνται να αποδείξουν στην πράξη πως προστατεύουν όχι απλά έναν σύμμαχό τους, αλλά την ίδια την πρώτη ζώνη άμυνας απέναντι στον τουρκικό επεκτατισμό, ο οποίος δεν περιορίζεται μονάχα στην Ανατολική Μεσόγειο. Η αντίσταση του Ελληνισμού στην περιοχή έχει προστιθέμενη αξία για τους συγκεκριμένους συμμάχους. Έχουν δε τη δυνατότητα να ενισχύσουν αποφασιστικά την προσπάθεια Ελλάδας και Κύπρου σε πολλά επίπεδα.
Η στάση Δένδια που απέφυγε τα συνήθη πολιτικώς ορθά ευχολόγια που επικρατούσαν σε προηγούμενες επισκέψεις Ελλήνων αξιωματούχων, είναι η πρώτη ξεκάθαρη και επίσημη ελληνική τοποθέτηση ότι το “νέο-οθωμανικό αφήγημα” που αμφισβητεί κυριαρχία και κυριαρχικά δικαιώματα του Ελληνισμού, δεν πρόκειται να γίνει αποδεκτό. Κι αυτό με το όποιο κόστος.
Η Ελλάδα πέρασε το μήνυμα προς κάθε κατεύθυνση ότι δεν πρόκειται να υποκύψει σε εκβιασμούς. Έχει πολλές φορές αποδείξει την πρόθεσή της να προχωρήσει ακόμα και σε επώδυνους συμβιβασμούς για χάρη της ειρήνης και της ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή. Όμως, η στάση αυτή απέναντι στην Τουρκία αποδεικνύεται στην πράξη λανθασμένη.
Η νέο-οθωμανική αμετροέπεια και μεγαλομανία ερμηνεύει τέτοιες διπλωματικές συμπεριφορές ως ένδειξη αδυναμίας. Διότι η Τουρκία δεν είναι Δύση. Και παρά τα ευχολόγια και τα στερεότυπα των γραφειοκρατών στις ΗΠΑ και άλλες μεγάλες δυτικές χώρες, τα σύνορα της Δύσης, δυστυχώς ή ευτυχώς, βρίσκονται στο Αιγαίο και την Κύπρο.
Το αμέσως επόμενο διάστημα θα είναι κρίσιμο. Διότι όπως η στάση Δένδια ένωσε την ελληνική κοινωνία η οποία στο σύνολό της σχεδόν την επιδοκίμασε, το ίδιο συνέβη σε κάποιον βαθμό και στην Τουρκία, παρότι τα τουρκικά μέσα ενημέρωσης δεν έχουν την απαραίτητη ελευθερία να εκφράσουν ανοικτά οποιαδήποτε θέση δεν ευθυγραμμίζεται με την «καθεστωτική ορθοδοξία».
Η τουρκική κοινωνία, για λόγους ενίσχυσης της προβληματικής εσωτερικής της συνοχής και όχι μόνο, έχει μπολιαστεί επί δεκαετίες με απόψεις που ισοδυναμούν με κλασικό σύνδρομο καταδίωξης. Όλοι επιβουλεύονται την επιτυχία τους, όλοι τους αδικούν… και όλα τους ανήκουν. Αυτή η προσωρινή συσπείρωση γύρω από τον ηγέτη, θα μπορούσε να οδηγήσει σε επικίνδυνες καταστάσεις.
Από την άλλη πλευρά του Αιγαίου, έστω και με βίαιο τρόπο η ελληνική πολιτική ελίτ ευθυγραμμίζεται με αυτό που κατανοεί διαισθητικά ο μέσος Έλληνας: Πως όταν έχεις απέναντι στο τραπέζι αντισυμβαλλόμενο ο οποίος χρησιμοποιεί τη διαπραγμάτευση μόνο για να νομιμοποιήσει την εκβιαστική και διά του στρατιωτικού καταναγκασμού “διπλωματία”, περιθώριο λογικού συμβιβασμού δεν υπάρχει.
Όπως έχει υποστηριχθεί κατ’ επανάληψη, άλλη λύση πέραν της ενεργητικής και πειστικής άρνησης των στόχων της Τουρκίας στο πεδίο δεν είναι βιώσιμη, ούτε θα προστατεύσει την ειρήνη στην περιοχή. Η χώρα πρέπει να αφυπνιστεί και να κινηθεί επιθετικά για τον επανεξοπλισμό της.
Εκεί θα κριθούν όλα. Περιθώριο για ψευδαισθήσεις δεν υπάρχουν. Η στάση των Τούρκων και του Ερντογάν προσωπικά, βοήθησε στην αποδόμηση απόψεων που μπέρδευαν πάντα το ευκταίο με το εφικτό. Ή το περιεχόμενο που δινόταν στον συμβιβασμό, ισοδυναμούσε με τη μοιρολατρική υποταγή στον περιφερειακό ηγεμόνα. Θέσεις που ταυτίζονταν και με τους γεωστρατηγικούς σχεδιασμούς τρίτων χωρών.
Θεωρητικά μιλώντας, η Τουρκία θα αναζητήσει συμβιβασμό μόνον όταν καταστεί αυταπόδεικτο ότι ματαιοπονεί και ότι οι πρακτικές του “bullying” αν φέρουν κάποιο αποτέλεσμα, αυτό θα είναι εξαιρετικά επιζήμιο και μάλιστα σε πολλαπλά επίπεδα γι’ αυτήν. Πιθανότατα δεν θα φτάσουμε ποτέ εκεί. Οι δυνάμεις της Ιστορίας και της Γεωγραφίας είναι αμείλικτες…
*Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA
πηγήΟι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.