Επικαλούμενο ισραηλινές πηγές, το
MiddleEastEye θα υποστήριζε στις 14 Μαΐου ότι η ισραηλινή κυβέρνηση θέλει να αποκαταστήσει τους διπλωματικούς δεσμούς της με την Τουρκία καθώς βλέπει κοινά συμφέροντα μεταξύ των δύο χωρών όχι μόνο στο μέτωπο της Συρίας αλλά και στα… ενεργειακά κοιτάσματα της Ανατολικής Μεσογείου.
Με
ανάρτησή της στο Twitter ωστόσο, η ισραηλινή πρεσβεία στην Άγκυρα θα απέρριπτε ως «αβάσιμα» όλα εκείνα τα δημοσιεύματα που αναφέρονται στην «πρόθεση του Ισραήλ να υπογράψει με την Τουρκία συμφωνία θαλάσσιας δικαιοδοσίας», υποστηρίζοντας ότι πρόκειται για «ισχυρισμούς που δεν ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα».
Σε ανάλογο πνεύμα, Ισραηλινός αξιωματούχος θα έσπευδε να αποκηρύξει τα σχετικά δημοσιεύματα ως «ανοησίες», υπογραμμίζοντας μάλιστα ότι Ισραήλ και Τουρκία «δεν είχαν φτάσει στο σημείο να συζητούν οτιδήποτε σχετικό με θαλάσσιες οριοθετήσεις ούτε την εποχή που οι μεταξύ τους σχέσεις βρίσκονταν στο απόγειο πίσω στη δεκαετία του 1990». Μια τέτοια τουρκοϊσραηλινή συμφωνία θα περιέπλεκε άλλωστε επικίνδυνα πια τα πράγματα στην Ανατολική Μεσόγειο, καθώς είναι βέβαιο ότι θα ερχόταν σε σύγκρουση και με κάποιες από τις άλλες συμφωνίες που έχει ήδη συνάψει το Ισραήλ με χώρες όπως είναι η Κύπρος και η Ελλάδα.
Υπενθυμίζεται, πάντως, ότι η Άγκυρα προωθεί εδώ και καιρό ως οικονομικά συμφέρουσα τη μεταφορά του φυσικού αερίου από την Ανατολική Μεσόγειο στην Ευρώπη μέσω Τουρκίας (τουρκοϊσραηλινού αγωγού) και όχι μέσω άλλων προτεινόμενων αγωγών όπως είναι ο EastMed. Λέγεται, δε, ότι η μεταφορά μέσω Τουρκίας θα αποτελούσε την προτιμητέα επιλογή, από καθαρά οικονομική σκοπιά, και στα μάτια σειράς εταιρειών όπως είναι για παράδειγμα εκείνες (Delek, Ratio Oil, Noble Energy) που «τρέχουν» το ισραηλινό κοίτασμα Λεβιάθαν. Τώρα πια ωστόσο, με δεδομένη την κατακόρυφη πτώση στην τιμή του πετρελαίου όπως εκείνη έχει εκτυλιχθεί το τελευταίο δίμηνο (μια πτώση που επηρεάζει και την τιμή του φυσικού αερίου), όσα πολλοί αντιμετώπιζαν μέχρι πρότινος ως οικονομικά συμφέροντα είτε αναθεωρούνται είτε μπαίνουν στον πάγο μέχρι νεοτέρας.
Μια ενδεχόμενη αποκατάσταση των τουρκοϊσραηλινών δεσμών δεν περιορίζεται, βέβαια, ούτε στην εκμετάλλευση των ενεργειακών κοιτασμάτων της Ανατολικής Μεσογείου, ούτε στη σύναψη συμφωνιών περί των θαλασσίων οριοθετήσεων. Αντιθέτως, ξεκινάει από την πλήρη αποκατάσταση των διπλωματικών δεσμών μεταξύ των δύο χωρών, που έχουν διαρραγεί, μια αποκατάσταση την οποία το Ισραήλ εμφανίζεται να επιθυμεί όπως προκύπτει μέσα από τα γραφόμενα του Ισραηλινού επιτετραμμένου στην Άγκυρα Ροϊ Γκιλάντ αλλά και από τα επίσημα τιτιβίσματα του ισραηλινού υπουργείου Εξωτερικών στο Twitter με χαρακτηριστικότερο ίσως
εκείνο της 7ης Μαΐου στο οποίο η ισραηλινή πλευρά εκφράζει την ελπίδα οι δεσμοί της με την Τουρκία να ισχυροποιηθούν στο μέλλον, δηλώνοντας παράλληλα περήφανη και για τις ισραηλινοτουρκικές διπλωματικές σχέσεις.
Σενάρια προσέγγισης και στα ισραηλινά μίντια
Σενάρια ισραηλινοτουρκικής επαναπροσέγγισης διακινούνται τελευταία, ωστόσο, και μέσα από τα ισραηλινά μίντια. Ενδεικτικά ως προς αυτό τα άρθρα του Σεθ Φράντζμαν και της Άνα Άρονχαϊμ που δημοσιεύτηκαν στην Jerusalem Post το διήμερο 21 και 22 Μαΐου, με τον μεν Φράντζμαν να
προβλέπει αλλαγές στις ισραηλινοτουρκικές σχέσεις «έπειτα από μια δεκαετία δυσκολιών», την δε Άρονχαϊμ να
διερωτάται εάν και κατά πόσο η Τουρκία και το Ισραήλ θα μπορούσαν να «αγαπηθούν» και πάλι υπό τον φόβο κοινών εχθρών όπως είναι για παράδειγμα η υποστηριζόμενη από το Ιράν Χεζμπολάχ.
«Η Τουρκία ήταν η πρώτη μουσουλμανική χώρα που αναγνώρισε την ανεξαρτησία του Ισραήλ το 1949 και οι δύο χώρες ήταν στενοί σύμμαχοι με πολλά κοινά περιφερειακά συμφέροντα. Δέκα χρόνια αφότου οι δεσμοί ανάμεσά τους κατέρρευσαν, οι δύο πρώην σύμμαχοι ίσως να έρθουν και πάλι κοντά μέσα από κοινές ανησυχίες που μοιράζονται, ανησυχίες σχετικές και με την παρουσία της Χεζμπολάχ στη Συρία», γράφει η Άνα Άρονχαϊμ, προτού συνεχίσει υπενθυμίζοντας στον αναγνώστη ότι η Τουρκία ήταν άλλοτε ένας από τους μεγαλύτερους αγοραστές ισραηλινών οπλικών συστημάτων αλλά και ότι Τουρκία και Ισραήλ συνήθιζαν άλλοτε να ανταλλάσσουν πληροφορίες ενάντια στους Κούρδους του PKK και στο Ιράν.
«Ισραήλ και Τουρκία άλλοτε είχαν τις καλύτερες σχέσεις, τις περισσότερο στενές σχέσεις στην περιοχή», γράφει από την πλευρά του ο Σεθ Φράντζμαν, υπογραμμίζοντας μάλιστα με νόημα ότι μια ισραηλινοτουρκική επαναπροσέγγιση ίσως να ικανοποιούσε και πολλούς πίσω στην Ουάσιγκτον (για παράδειγμα τον ειδικό απεσταλμένο των ΗΠΑ για τη Συρία Τζέιμς Τζέφρι), υπό την έννοια ότι θα απομάκρυνε την Τουρκία από το Ιράν και ότι έτσι ίσως να άλλαζε παράλληλα και τους συσχετισμούς στο μέτωπο της Συρίας στο οποίο άλλωστε υπενθυμίζεται ότι δρουν και Ισραηλινοί βάλλοντας κυρίως κατά των φιλοϊρανικών εκείνων δυνάμεων που στηρίζουν το καθεστώς του υποστηριζόμενου από τη Ρωσία προέδρου Μπασάρ αλ Άσαντ.
Η ιρανική εμπλοκή στη Συρία φέρεται πλέον να χρησιμεύει ως αφορμή για άλλου τύπου κυοφορούμενες συμπράξεις: της Τουρκίας με το Ισραήλ αλλά και της Ρωσίας με τους Άραβες, ενώ και το Κατάρ (ως στενός σύμμαχος της Τουρκίας του Ερντογάν) φέρεται από την πλευρά του να κάνει παρασκηνιακά ανοίγματα προς την πλευρά του Ισραήλ. Και όλα αυτά, στη σκιά των επίμονων σεναρίων που θέλουν τους Αμερικανούς να περιορίζουν σημαντικά τη στρατιωτική τους παρουσία σε Αφρική και Μέση Ανατολή, αφήνοντας έτσι περιθώρια για μεγαλύτερη… κινητικότητα σε όλες εκείνες τις περιφερειακές δυνάμεις που παραμένουν.
Τουρκία και Ισραήλ έχουν δει τις σχέσεις τους να περνούν από χίλια (κυρίως ταραχώδη) κύματα τα τελευταία περίπου δέκα χρόνια: Η κόντρα ανάμεσα στον Ερντογάν και τον Σιμόν Πέρες στο Νταβός το 2009 και η πολύνεκρη ισραηλινή επίθεση κατά της νηοπομπής με το Μαβί Μαρμαρά στα ανοιχτά της Γάζας το 2010 ξεχωρίζουν ως σημεία ρήξης και μεγάλης έντασης. Αλλά και πιο πρόσφατα, η απόφαση των ΗΠΑ να μεταφέρουν την πρεσβεία τους από το Τελ Αβίβ στην Ιερουσαλήμ το 2018 θα προκαλούσε την εντονότατη αντίδραση του καθεστώτος Ερντογάν το οποίο θα απαντούσε… απελαύνοντας τον Ισραηλινό πρέσβη από την Άγκυρα (έπειτα από τα πολύνεκρα επεισόδια με θύματα Παλαιστινίους στη Γάζα την άνοιξη του 2018) και ενισχύοντας παράλληλα την αντι-ισραηλινή του ρητορική, ενδεχομένως σε μια προσπάθεια να ενισχύσει έτσι παράλληλα και το «ηγετικό» τουρκικό προφίλ στα μάτια των απανταχού σουνιτών μουσουλμάνων.
Μόλις τον περασμένο Φεβρουάριο, ο Ερντογάν θα
αποκήρυττε και την καλούμενη «Συμφωνία του Αιώνα» που κόμισε η κυβέρνηση Τραμπ για την ειρήνευση στη Μέση Ανατολή ως υπονομευτική της ειρήνης στην περιοχή, υπογραμμίζοντας παράλληλα ότι η Άγκυρα δεν πρόκειται ποτέ να αφήσει αυτό το σχέδιο να γίνει πραγματικότητα.
Κορυφαίοι Τούρκοι πολιτικοί όπως ο ίδιος ο πρόεδρος Ερντογάν, ο προεδρικός εκπρόσωπος Ιμπραχίμ Καλίν και ο προεδρικός σύμβουλος Γιασίν Ακτάι έχουν τα τελευταία χρόνια επιτεθεί με σκαιούς χαρακτηρισμούς που αγγίζουν τα όρια του αντισημιτισμού στο Ισραήλ και στην ισραηλινή ηγεσία (ειδικά στον πρωθυπουργό Μπενιαμίν Νετανιάχου), παρουσιαζόμενοι οι ίδιοι στον αντίποδα ως αυτόκλητοι προστάτες των Παλαιστινίων.
Μέσα σε ένα τέτοιο πλαίσιο, θα έκαναν την εμφάνισή τους και
δημοσιεύματα ιδιαιτέρως επικριτικά προς την Τουρκία, σύμφωνα με τα οποία για παράδειγμα ηγετικά στελέχη της Χαμάς σχεδιάζουν επιθέσεις κατά του Ισραήλ από… την Κωνσταντινούπολη με την ανοχή του ιδίου του Ερντογάν. Ο ηγέτης του κυβερνώντος Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) υπενθυμίζεται άλλωστε ότι είχε υποδεχθεί στην Τουρκία και τον πολιτικό ηγέτη της Χαμάς, Ισμαήλ Χανίγιε, τον περασμένο Δεκέμβριο. Κατά «σύμπτωση», μόλις ολίγες εβδομάδες μετά, θα γινόταν γνωστό ότι οι ένοπλες δυνάμεις του Ισραήλ έχουν κατατάξει σε έκθεσή τους για πρώτη φορά και την Τουρκία ανάμεσα στις «απειλές» με τις οποίες βρίσκεται αντιμέτωπο το Ισραήλ για το έτος 2020.
Μόλις την περασμένη εβδομάδα, ο Καλίν θα εξαπέλυε νέα πυρά κατά των Ισραηλινών
διαμηνύοντας ότι για την Τουρκία «η Ιερουσαλήμ (σ.σ. κάθε αλλαγή στο καθεστώς της Ιερουσαλήμ) αποτελεί κόκκινη γραμμή» και ότι το Ισραήλ «παραβιάζει το διεθνές δίκαιο στη Δυτική Όχθη και στην Κοιλάδα του Ιορδάνη». Στο ίδιο πλαίσιο, ο πρόεδρος Ερντογάν είχε σχετική τηλεφωνική συνομιλία και με τον ηγέτη της Παλαιστινιακής Αρχής Μαχμούντ Αμπάς στις 20 Μαΐου.
Η μπάλα και... το γήπεδο με τα αγκάθια
«Η μπάλα βρίσκεται στην τουρκική πλευρά», διεμήνυσε ο Ισραηλινός επιτετραμμένος στην Άγκυρα Ροϊ Γκιλάντ την περασμένη Πέμπτη, 21 Μαΐου, μέσα από τον τουρκικό ιστοχώρο Halimiz.com, καλώντας ουσιαστικά την Άγκυρα να επαναπροσεγγίσει το Ισραήλ. Η μπάλα, λοιπόν, μπορεί να βρίσκεται στο γήπεδο της Άγκυρας, τα ερωτήματα ωστόσο παραμένουν ως προς τα περιθώρια των κινήσεων που έχει πια ο Ερντογάν απέναντι σε μια χώρα όπως είναι το Ισραήλ την οποία ο ίδιος έχει στοχοποιήσει ως «κράτος τρομοκράτη», και μάλιστα σε μια περίοδο κατά την οποία το ίδιο το Ισραήλ από την πλευρά του προωθεί σειρά από αμφιλεγόμενα σχέδια.
Μπορεί ο Ερντογάν να αποδεχθεί την Ιερουσαλήμ ως πρωτεύουσα του Ισραήλ;
Μπορεί να αποδεχθεί τις επικείμενες προσαρτήσεις τμημάτων της Δυτικής Όχθης και την καλούμενη «Συμφωνία του Αιώνα» που κόμισε ο Τραμπ;
Μπορεί να διαρρήξει τους δεσμούς του με το Ιράν (για τα «μάτια» του οποίου η Τουρκία έχει παραβιάσει σειρά αμερικανικών κυρώσεων και από το οποίο Ιράν η Τουρκία συνεχίζει να εισάγει ενέργεια κ.ά.);
Όλα τα παραπάνω ηχούν επί του παρόντος εξαιρετικά αμφίβολα, θέτοντας έτσι εν αμφιβόλω και τα όποια ρεαλιστικά περιθώρια μιας ισραηλινοτουρκικής επαναπροσέγγισης. Οι περισσότεροι συμφωνούν, ωστ
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.