Μια πιο απομονωμένη ΓερμανίαΕκλογές διενεργεί το 2017 και η Γερμανία, όμως αναλόγως του πώς θα εκτυλιχθεί το μέλλον, η ψηφοφορία εκεί θα μπορούσε να έχει την μικρότερη επίπτωση στην μοίρα της Ευρώπης.
Μέχρι να φτάσουν οι Γερμανοί στις Κάλπες, τον Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο, τα γεγονότα σε άλλες χώρες μπορεί να έχουν ήδη προκαλέσει κρίση στην ευρωζώνη.
Η Γερμανία θα έχει ελάχιστη επιρροή στα εκλογικά αποτελέσματα στην Ιταλία ή στη Γαλλία, και η κυβέρνηση στο Βερολίνο πιθανότατα θα πρέπει να αντιδράσει στα γεγονότα, αντί να έχει την ευκαιρία να τα διαμορφώσει.
Αν οι μετριοπαθείς δυνάμεις κρατήσουν τον έλεγχο της Γαλλίας και της Ιταλίας, η προεκλογική περίοδος της Γερμανίας θα είναι σχετικά κανονική, και θα επικεντρώνεται σε θέματα όπως η μετανάστευση και η ασφάλεια.
Οι ηγέτες της χώρας αντιλαμβάνονται πως οι Γάλλοι και Ιταλοί γείτονές τους αισθάνονται όλο και λιγότερο άνετα με την κατεύθυνση της ευρωζώνης, όμως θα αποφύγουν να κάνουν ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις μέχρι να τελειώσουν με τις εκλογές τους.
Αν και τα βόρεια και νότια μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης συμφωνούν πως το μπλοκ πρέπει να μεταρρυθμιστεί, έχουν διαφορετικές απόψεις ως προς την προσέγγιση.
Οι εκλογικές πιέσεις στη Γερμανία θα κάνουν το Βερολίνο απρόθυμο να συμβιβαστεί με τους νότιους εταίρους για μια σειρά ζητημάτων, περιλαμβανομένης της πιο «ευέλικτης» ερμηνείας των ευρωπαϊκών στόχων για τα ελλείμματα, την εισαγωγή μέτρων τόνωσης της οικονομίας σε όλη την ευρωζώνη, ή τη στήριξη των επεκτατικών πολιτικών της ΕΚΤ.
Αυτό δεν θα βοηθήσει στη γεφύρωση του χάσματος μεταξύ των βόρειων και νότιων μελών της ευρωζώνης.
Για τη Γερμανία, το καλύτερο σενάριο θα ήταν να αναβληθούν οι όποιες πραγματικές μεταρρυθμίσεις της ΕΕ μέχρι το 2018, όμως ακόμα και αυτό απλώς θα καθυστερήσει τα προβλήματα του μπλοκ και δεν θα τα λύσει.
Από την άλλη πλευρά, μια νίκη των λαϊκιστών στη Γαλλία ή την Ιταλία θα άλλαζε δραματικά τους υπολογισμούς της Γερμανίας.
Η πρώτη αντίδραση του Βερολίνου θα ήταν να προσπαθήσει να διευκολύνει μια νέα κυβέρνηση στο Παρίσι ή τη Ρώμη σε μια προσπάθεια να αποτρέψει την κατάρρευση της ευρωζώνης.
Όμως η Γερμανία δεν μπορεί να θέσει το δικό της οικονομικό μέλλον στα χέρια της Γαλλίας ή της Ιταλίας, κάτι που σημαίνει ότι θα έπρεπε ταυτόχρονα να καταρτίσει έκτακτα εναλλακτικά σχέδια για έναν κόσμο μετά την ευρωζώνη.
Η αρχική αντίδραση της Γερμανίας σε μια αποσύνθεση της ευρωζώνης θα ήταν να βρει συμμάχους με τους οποίους να συνεργαστεί για μελλοντικά εμπορικά και συναλλαγματικά μπλοκ. Όμως και αυτό θα μπορούσε να αποδειχθεί δύσκολο.
Η Αυστρία είναι ένας φυσικός εταίρος για τη Γερμανία, όμως η χώρα προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις δικές της εθνικιστικές δυνάμεις, κάτι που θα περιόριζε τη διάθεση των ηγετών της να συμμετέχουν σε νέα υπερεθνικά εγχειρήματα.
Η Σκανδιναβική Ευρώπη είναι οικονομικά και ιδεολογικά κοντά στη Γερμανία, όμως στο πλαίσιο μιας ευρείας πολιτικής κρίσης, η περιοχή θα μπορούσε να αποφασίσει να επικεντρωθεί στις δικές της προσπάθειες ενοποίησης.
Συνεπώς, η Γερμανία θα μπορούσε να βρεθεί να διαπραγματεύεται τη δημιουργία μιας «βόρειας ευρωζώνης» με τη Benelux και τις χώρες της Βαλτικής.
Σε ένα τέτοιο περίπλοκο σενάριο, οι Γερμανοί ψηφοφόροι θα μπορούσαν να στραφούν μαζικά στην Άνγκελα Μέρκελ για προστασία, φέρνοντάς την για τέταρτη φορά στην εξουσία.
Όμως αυτό δεν θα ανακούφιζε μια χώρα που αντιμετωπίζει μια υπαρξιακή κρίση. Η εξαρτώμενη από τις εξαγωγές οικονομία της Γερμανία βασίζεται στην πρόσβαση στις ξένες αγορές για να δημιουργεί θέσεις εργασίας εγχωρίως.
Η διάλυση της ευρωζώνης θα δημιουργούσε αξιοσημείωτη αβεβαιότητα που θα αποδυνάμωνε την οικονομική δραστηριότητα στην Ευρώπη και θα επηρέαζε αρνητικά τις Γερμανικές εξαγωγές.
Η πραγματική απειλή για τη Γερμανία, όμως, δεν θα ήταν η διάλυση της ευρωζώνης, αλλά η επαναφορά των εμπορικών δασμών στην Ευρώπη. Θα μπορούσε να υποστηριχθεί ότι ασχέτως του τι θα συμβεί στην ευρωζώνη, ο κόσμος θα εξακολουθήσει να θέλει να αγοράζει γερμανικά αυτοκίνητα και θα είναι πρόθυμος να τα πληρώσει με γερμανικά μάρκα.
Όμως τα μέτρα προστατευτισμού που θα θεσμοθετούνταν σε άλλες χώρες, θα έπληττα τις γερμανικές εξαγωγές και θα οδηγούσαν σε αύξηση της ανεργίας.
Ενώ οι εμπορικοί εταίροι εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα, θα μπορούσαν να βοηθήσουν ώστε να μετριαστεί κάπως η ζημιά, ωστόσο δεν θα μπορούσαν να αντισταθμίσουν πλήρως τις χαμηλότερες πωλήσεις στην Ευρώπη.
Έτσι, δεν εκπλήσσει το ότι το νέο κύμα του αισθήματος κατά της παγκοσμιοποίησης που σαρώνει την Ευρώπη και τις ΗΠΑ είναι ιδιαίτερα ανησυχητικό για τη Γερμανία, μια χώρα η ευημερία της οποίας εξαρτάται από την παγκοσμιοποίηση.
Πολλές απειλές μαζίΤα πιο δραστικά σενάρια –αυτά στα οποία οι ευρωσκεπτικιστικές δυνάμεις κερδίζουν στις εκλογές του 2017- είναι απίθανο να υλοποιηθούν.
Όμως ακόμα και αν οι μετριοπαθείς της Γαλλίας και της Ιταλίας παραμείνουν στην εξουσία το 2017, η δυσαρέσκεια των δυο λαών με το ευρωπαϊκό κατεστημένο αυξάνεται όλο και περισσότερο.
Οι φωνές που ζητούν μεταρρύθμιση της ΕΕ γίνονται όλο και πιο δυνατές και για πρώτη φορά αυτοί οι διαφωνούντες θα απαιτήσουν τον επαναπατρισμό εξουσιών στις εθνικές κυβερνήσεις, αντί για μεγαλύτερη ευρωπαϊκή ενοποίηση.
Οι κυβερνήσεις θα ενεργούν συχνότερα μονομερώς και οι κεντρικοί θεσμοί στις Βρυξέλλες θα αρχίσουν να χάνουν τη σημασία τους.
Το σημαντικότερο, τα εκλογικά και πολιτικά συστήματα που πιθανότατα θα κρατήσουν τις αντισυστημικές δυνάμεις μακριά από την εξουσία το 2017, ίσως να μην συνεχίσουν να τις μπλοκάρουν για πολύ καιρό ακόμα, αν δεν βελτιωθούν οι οικονομικές συνθήκες στην Ευρώπη.
Όπως ένα κομμάτι κλασσικής μουσικής, όπου τα όργανα και οι μελωδίες μπαίνουν ένα-ένα, φτάνοντας σε ένα αρμονικό κρεσέντο, αρκετά από τα θέματα που έχουν προκύψει στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια θα μπορούσαν σύντομα να «παίζουν» όλα μαζί.
Το επόμενο έτος, ένας συνδυασμός εθνικιστικών και αντισυστημικών αισθημάτων, δυσεπίλυτων τριβών μεταξύ Βορρά και Νότου, μεταναστευτικής κρίσης, περιφερειοποίησης, εύθραυστων τραπεζικών κλάδων και ανεπάρκειας στη λήψη αποφάσεων, θα μπορούσαν να έρθουν στην επιφάνεια, ανοίγοντας ακόμα περισσότερο τις ρωγμές στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Θεωρητικά, κανένα από τα προβλήματα αυτά από μόνο του δεν θα ήταν τόσο σοβαρό ώστε να καταστρέψει την ευρωζώνη μέσα στους επόμενους 12 μήνες.
Μαζί όμως θα μπορούσαν να αποδειχθούν υπερβολικά για να τα αντέξει η ευρωζώνη. Αν και η κατάρρευση της νομισματικής ένωσης τον επόμενο χρόνο δεν είναι πιθανή, ωστόσο είναι δυνατή, κάτι που δείχνει πως το 2017 θα είναι η πιο κρίσιμη χρονιά για την ευρωπαϊκή ενοποίηση από τότε που ξεκίνησαν οι πολλές κρίσης της Ευρώπης.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.