Σαν σήμερα πριν 80 χρόνια ο Ναύαρχος Chuichi Nagumo έφερνε τον 1ο Αεροπορικό Στόλο (αγγλικά: 1st Air Fleet, γιαπωνέζικα: Daiichi Koku Kantai ή αλλιώς Kidō Butai/mobile force), μια πανίσχυρη αρμάδα η οποία αποτελούταν από 6 αεροπλανοφόρα με 414 διαθέσιμα αεροπλάνα, και πλήθος άλλων σκαφών, 230 μίλια βόρεια της νήσου Οάχου (Oahu) του νησιωτικού συμπλέγματος της Χαβάη (Territory of Hawaii). Ο στόλος είχε αποπλεύσει στις 26 Νοεμβρίου 1941 από τον όρμο Χιτοκάπου (Hitokappu Bay, σημ. Tankan) των Κουρίλων με σκοπό την εκτέλεση της Επιχείρησης ΑΙ (Operation AI ή Operation Z κατά το σχεδιασμό της), η οποία και ήταν “πνευματικό παιδί” του Ναυάρχου Isoroku Yamamoto, επικεφαλής τότε του “Συνδυασμένου Στόλου” (αγγλικά: Combined Fleet, ιαπωνέζικα: Rengo Kantai).
Γράφει ο ΣΩΖΩΝ ΛΕΒΕΝΤΟΠΟΥΛΟΣ
Οι προετοιμασίες, το παρασκήνιο και το υπόβαθρο, η ίδια η επιχείρηση αλλά και οι θεωρίες συνωμοσίας που τη συνοδεύουν, έχουν αναλυθεί σχεδόν από την επόμενη της επίθεσης και σε εξαιρετικά μεγάλη έκταση. Οι περισσότεροι αναλυτές καταλήγουν στο ίδιο συμπέρασμα με τον Ναύαρχο Hara Chuichi, ότι δηλαδή η Ιαπωνία το 1941 πέτυχε μια τακτική νίκη, η οποία την οδήγησε να χάσει τελικά των πόλεμο. Είναι όμως τελικά έτσι, ή οι Γιαπωνέζοι δεν κατάφεραν να πετύχουν ούτε καν την τακτική νίκη που ήθελαν.
Η Ιαπωνία είναι από τις πλέον φτωχές χώρες όσον αφορά τις πρώτες ύλες. Στις αρχές του προηγούμενη αιώνα η Ιαπωνία έκανε τα πρώτα βήματά της προς τη βιομηχανοποίηση, και η σταθερή ροή πρώτων υλών ήταν απαραίτητη για να διατηρηθεί ο βηματισμός της Ιαπωνικής βιομηχανίας και κατ’ επέκταση της ίδιας της Ιαπωνίας. Αναζητώντας των απαιτούμενο ζωτικό χώρο, η Ιαπωνία στράφηκε δυτικά, προς την Κίνα, την Ινδοκίνα, και τις υπόλοιπες περιοχές. Η επέμβασή της αυτή δεν έγινε δεκτή με ενθουσιασμό από τις υπόλοιπες δυνάμεις, πλην όμως η αντίδρασή τους ήταν ασθενική, λόγω και των δραματικών αποτελεσμάτων που είχε φέρει ο 1ος ΠΠ στη “Γηραιά Ήπειρο”.
Το οικονομικό κραχ του 1929 δεν βελτίωσε με κανέναν τρόπο τα πράγματα, και η δεκαετία του ‘30 ήταν περίοδος παγκόσμιων ανακατατάξεων. Η άνοδος της Ναζιστικής Γερμανίας και η νίκη της έναντι των παραδοσιακών αποικιοκρατικών δυνάμεων (ειδικά της Γαλλίας, και σε δεύτερο βαθμό της Ολλανδίας) έφερε στο προσκήνιο τη δυνατότητα επέκτασης της Ιαπωνικής επιρροής και του ελέγχου σε περιοχές πλούσιες σε πρώτες ύλες, όπως η Ινδοκίνα, η Σιγκαπούρη, κ.α.
Σε αυτό το πλαίσιο ο μόνος αντίπαλος που θα μπορούσε να ανατρέψει τους Ιαπωνικούς σχεδιασμούς, ήταν οι Ηνωμένες Πολιτείες (ΗΠΑ). Οι τελευταίες διαισθανόμενες τον επερχόμενο κίνδυνο, αλλά και σαν μοχλό πίεσης προς την Ιαπωνία, μετέφεραν τη βάση του Στόλου του Ειρηνικού, από τη Δυτική Ακτή των ΗΠΑ, στο Περλ Χάρμπορ, μια κίνηση που δεν έγινε εύκολα δεκτή από όλους.
Η επιτυχία ή αποτυχία κάθε σχεδίου μετριέται ως συνάρτηση της επίτευξης των στόχων που έχουν τεθεί κατά τη σχεδίασή του. Βασικός στόχος της επίθεσης ήταν να δώσει στην Ιαπωνία των απαραίτητο χρόνο για να καταλάβει μια τεράστια σε έκταση περιοχή, να εδραιωθεί σε αυτή με τέτοιο τρόπο που να είναι αδύνατη η ανακατάληψή της και όλα αυτά πριν το βιομηχανικό δυναμικό των ΗΠΑ αναλάβει δράση.
Ο ίδιος ο Yamamoto ήταν απόφοιτος του Πανεπιστημίου του Harvard και είχε διατελέσει ναυτικός ακόλουθος στην Πρεσβεία της Ιαπωνίας στην Ουάσιγκτον. Δεν ήταν λοιπόν ξένος ως προς τις παραγωγικές δυνατότητες των ΗΠΑ. Αυτές οι δυνατότητες ήταν ένας από τους στόχους της επιχείρησης, και ουσιαστικά ήταν αυτές οι δυνατότητες που έκριναν την έκβαση του πολέμου. Συνοπτικά οι στόχοι που είχαν τεθεί ήταν:
– Καταστροφή κύριων μονάδων επιφανείας του Αμερικάνικου Στόλου του Ειρηνικού (US Navy Pacific Fleet) ούτως ώστε να μην είναι δυνατόν ο τελευταίος να δράσει αποτελεσματικά εναντίον των Ιαπωνικών επιχειρήσεων και συμφερόντων στην Αν. Ασία.
– Παροχή του κατάλληλου χρονικού διαστήματος για την εδραίωση της Ιαπωνίας στις κατεκτημένες περιοχές πριν η εφαρμογή του Νόμου “Two-Ocean Navy Act”, επίσης γνωστού και ως “Vinson-Walsh Act” (από τα ονόματα των δυο γερουσιαστών που ήταν οι “εμπνευστές” του), και με τον οποίο προβλεπόταν η αύξηση της δύναμης του Πολεμικού Ναυτικού των ΗΠΑ κατά 70%, ξεκινήσει να αποδίδει καρπούς.
– Κατάπτωση του ηθικού των Αμερικανών, σε τέτοιο βαθμό ώστε να οδηγηθούν στην υπογραφή συνθήκης ειρήνης, η οποία θα αναγνώριζε ουσιαστικά την κυριαρχία της Ιαπωνίας στον Ειρηνικό.
Από τους τρεις παραπάνω στόχους, η επιχείρηση δεν πέτυχε ούτε έναν! Επιπρόσθετα, και παρ’ όλη την επίτευξη του απόλυτου αιφνιδιασμού (ειδικά στο πρώτο κύμα) η ευστοχία των Ιαπώνων πιλότων κυμάνθηκε σε τραγικά χαμηλά επίπεδα, καίτοι είχαν εκπαιδευτεί επί μήνες αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη επιχείρηση. Ας δούμε όμως κάθε στόχο αναλυτικά:
ΠΡΩΤΟΣ ΣΤΟΧΟΣ
– Κατά τον σχεδιασμό, οι Ιάπωνες βασίστηκαν κυρίως στα συμπεράσματα από την επιδρομή του Βρετανικού Βασιλικού Ναυτικού (Royal Navy) στο ναύσταθμο του Τάραντα. Είναι δε σίγουρο ότι έλαβαν και σοβαρά υπόψη τους (κάποιοι θα έλεγαν ότι αντέγραψαν με λεπτομέρεια) το Fleet Problem #13 του 1932! Η συγκεκριμένη άσκηση/παίγνιο είχε σαν στόχο να ελέγξει την τρωτότητα του Περλ Χάρμπορ σε μια επίθεση από ένα “μιλιταριστικό Ασιατικό νησιωτικό έθνος!” (“militaristic, Asian, island nation”) και την ικανότητά του να αμυνθεί σε μια τέτοια επίθεση.
Επικεφαλής των επιτιθέμενων ήταν ο Υποναύαρχος Χάρρυ Γιάρνελ (Rear Admiral Harry Yarnell), ο οποίος τύχαινε να είναι και πιστοποιημένος χειριστής (naval aviator), ένας από τους ελάχιστους εκείνη την περίοδο. Ο Ναύαρχος αποφάσισε να αφήσει πίσω τα θωρηκτά και τα βαρέα καταδρομικά της δύναμής του, να επιλέξει μόνο τα δυο αεροπλανοφόρα (συγκεκριμένα τα Saratoga και Lexington) και να εξαπολύσει την επίθεσή του ένα Κυριακάτικο πρωινό προερχόμενος από το βορρά!
Οι Αμερικανοί επικεφαλής απέτυχαν να κατανοήσουν τη σημασία της επιχείρησης, και χρησιμοποιώντας αστείες δικαιολογίες, θεώρησαν ότι η επιχείρηση ήταν αποτυχημένη. Φυσικά οι Γιαπωνέζοι ιθύνοντες που είχαν προσκληθεί ως παρατηρητές, οδηγήθηκαν σε εντελώς διαφορετικά συμπεράσματα, και ως γνωστόν, “η ιστορία έχει τη συνήθεια να επαναλαμβάνεται, ως φάρσα”!
Αυτό όμως που απέτυχαν να καταλάβουν ήταν η σημασία που θα είχε το αεροπλάνο και το αεροπλανοφόρο στις ναυτικές επιχειρήσεις του μέλλοντος. Υπό αυτό το πρίσμα προχώρησαν στην επίθεση (ενδεχόμενα ίσως αυτή να ήταν και η μόνη δυνατή επιλογή σε εκείνο το σημείο) παρόλο που και τα 3 αεροπλανοφόρα του Στόλου του Ειρηνικού δεν βρισκόταν στο Περλ Χάρμπορ στις 07 Δεκ 1941 (εδώ διαφαίνεται και μια αποτυχία στη συλλογή πληροφοριών). Ακόμα και έτσι όμως οι Γιαπωνέζοι θα μπορούσαν να είχαν επιτύχει ένα συντριπτικό χτύπημα στο Στόλο του Ειρηνικού.
Συνολικά 353 ιαπωνικά αεροσκάφη (Α/Φ) έλαβαν μέρος στην επίθεση, σε δυο διαφορετικά κύματα. Στο πρώτο κύμα υπήρχαν συνολικά 183 Α/Φ υπό τις διαταγές του Commander Mitsuo Fuchida. Από αυτά:
α. 49 Nakajima B5N Kate εξοπλισμένα με μια ειδικά τροποποιημένη διατρητική βόμβα των 800 kg (1760 lb).
β. 40 Nakajima B5N Kate εξοπλισμένα με μια Type 91 τορπίλη, ειδικά τροποποιημένη για λειτουργία σε ρηχά ύδατα (όπως αυτά εντός του Περλ Χάρμπορ)
γ. 51 Aichi D3A Val βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμισης, εξοπλισμένα με 1 βόμβα γενικής χρήσης (general purpose) των 250 kg (550 lb) κάτω από την άτρακτο, και 2 των 60 kg (130 lb) κάτω από τα φτερά.
δ. 43 Mitsubishi A6M Zero, με αποστολή την προστασία των βομβαρδιστικών και τους πολυβολισμούς εναντίον στόχων ευκαιρίας (straffing).
Από όλον αυτόν τον εξοπλισμό μόλις 13 τορπίλες χτύπησαν τους προβλεπόμενους στόχους (εκ των οποίων οι 6 βρήκαν το θωρηκτό West Virginia, το οποίο προσπαθούσε να εξέλθει του ναυστάθμου, και ενδεχόμενη βύθισή του θα οδηγούσε στον αποκλεισμό όλων των πλοίων εντός του) ενώ άλλες τέσσερις χτύπησαν στόχους δευτερεύουσας σημασίας, και μόλις 8 διατρητικές βόμβες βρήκαν στόχο, εκ των οποίων οι τέσσερις δεν εξερράγησαν λόγω σχεδιαστικών ελαττωμάτων!
Ένα μόνο πλήγμα ακριβείας από τις διατρητικές βόμβες ήταν ικανό να αχρηστεύσει πλήρως ένα θωρηκτό, όπως διαπιστώθηκε από την απώλεια του θωρηκτού Αριζόνα (η φωτογραφία της έκρηξης παραμένει μια από τις πλέον εμβληματικές στην ιστορία, και στη βύθιση του Αριζόνα, οφείλονται και οι περισσότερες (1.177 νεκροί) από τις αμερικανικές απώλειες (συν. 2.335 νεκροί)). Αυτό σημαίνει ένα ποσοστό επιτυχίας 32% για τις τορπίλες, και μόλις 16% (το οποίο μειώνεται στο 8% για τα πλήγματα εκείνα που είχαν κάποιο αποτέλεσμα) για τις βόμβες. Όλα αυτά προήλθαν από μια δύναμη η οποία για περίπου μια ώρα δρούσε υπό καθεστώς απόλυτου αιφνιδιασμού και πρακτικά ανενόχλητη (μόλις 9 από τα 183 Α/Φ καταρρίφθηκαν!) και είχε εκπαιδευτεί ακριβώς για αυτό το σενάριο επί μήνες!
Το δεύτερο κύμα αποτελούταν από 171 Α/Φ (54 Β5Ν με βόμβες γενικής χρήσης, 78 D3A επίσης εξοπλισμένα με βόμβες γενικής χρήσης και 35 Α6Μ) και είχε σαφώς δυσκολότερο έργο να επιτύχει σε σχέση με το πρώτο κύμα, καθώς οι Αμερικανοί είχαν πλέον συνεγερθεί και είχαν θέσει σε λειτουργία μεγάλο αριθμό Α-Α όπλων (ως αποτέλεσμα το δεύτερο κύμα έχασε 20 Α/Φ), ο καπνός δυσκόλευε τη σκόπευση, ενώ οι στόχοι ήταν τα Α/Δ, τα αεροπλανοφόρα!!!???, και τέλος καταδρομικά και αντιτορπιλικά.
Καμία βόμβα ή σφαίρα από το δεύτερο κύμα δεν κατευθύνθηκε προς τις αποθήκες πυρομαχικών και καυσίμων, ή τις υποδομές συντήρησης/επισκευών. Ήταν αυτές οι υποδομές που επέτρεψαν στους Αμερικανούς να εξαπολύσουν τόσο την επίθεση του Doolittle ενάντια στο Τόκυο, αλλά – κυρίως – να αντιμετωπίσουν την επίθεση στο Μίντγουεϊ (Battle of Midway), η οποία άλλαξε το ρου του πολέμου στον Ειρηνικό.
ΔΕΥΤΕΡΟΣ ΣΤΟΧΟΣ
– Όσον αφορά το χρονικό διάστημα, οι Αμερικανοί κατάφεραν σε ελάχιστο χρονικό διάστημα να επιδιορθώσουν τις περισσότερες ζημιές στα πλοία τους και όχι μόνο να αμυνθούν αλλά να περάσουν και στην επίθεση. Έτσι από το σύνολο των πλοίων που επλήγησαν, μόνο τα θωρηκτά Arizona και Oklahoma και τα αντιτορπιλικά Cassin και Downes θεωρήθηκαν ως ολικές απώλειες (το Αριζόνα θεωρείται ως εθνικό μνημείο/εθνικός βωμός και βρίσκεται ακόμα στο ίδιο σημείο που επλήγη το Δεκέμβριο του 1940, ως ένδειξη τιμής και σεβασμού προς τους πεσόντες).
Από τα υπόλοιπα, τα Tennessee και Maryland επιδιορθώθηκαν και επέστρεψαν σε υπηρεσία το Φεβρουάριο του 1942, το Pennsylvania δεν απαίτησε εκτενείς επισκευές, ενώ τα West Virginia, California, και Nevada, επέστρεψαν σε υπηρεσία τον Ιούλιο 1944, Ιανουάριο 1944, και Οκτώβριο 1942, αντίστοιχα. Οι λόγοι για την αποτυχία των Ιαπώνων να “αχρηστεύσουν” τον στόλο του Ειρηνικού είναι πολλοί. Ενδεικτικά αναφέρονται:
α. Αστοχία των χειριστών. Ως μέτρο σύγκρισης μπορούμε να αναφέρουμε την επίθεση των Βρετανών στο Ναύσταθμο του Τάραντα, όπου σε χειρότερες συνθήκες (νύχτα), με χειρότερα αεροπλάνα (διπλάνα Swordfish, χωρίς δυνατότητα κάθετης εφόρμησης), και με μικρότερους αριθμούς (21 Α/Φ συνολικά) επέτυχαν ποσοστά ευστοχίας άνω του 50% σε τορπιλισμό, και άνω του 30% σε βομβαρδισμό.
β. Λανθασμένη επιλογή χώρου. Αν και ο στόλος του Ειρηνικού βρέθηκε σε στατική άμυνα καθ’ όλη τη διάρκεια της επίθεσης (πλην του West Virginia) το χαμηλό βάθος του κόλπου επέτρεψε την ανέλκυση και επιδιόρθωση όλων των πλοίων (πλην ενός, του Arizona). Στην περίπτωση που τα πλοία είχαν πληγεί στην ανοικτή θάλασσα είναι εξαιρετικά πιθανό οι απώλειες των Αμερικανών να ήταν εξαιρετικά μεγαλύτερες. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, και χωρίς την ύπαρξη των αεροπλανοφόρων, οι Γιαπωνέζοι απέτυχαν να αντιληφθούν τη σημασία του αεροπλάνου στις ναυτικές επιχειρήσεις. Από την άλλη, οι Αμερικανοί, αντελήφθησαν (έστω και με το ζόρι) την αξία του τελευταίου και προσαρμόστηκαν ανάλογα.
γ. Μη επίθεση στις εγκαταστάσεις συντήρησης/επισκευών και στα αποθέματα καυσίμων/πυρομαχικών. Όπως φαίνεται οι συγκεκριμένοι δεν ήταν καν στη λίστα των στόχων της επιχείρησης. Αν και οι περισσότεροι διοικητές πίεζαν τον Nagumo να διατάξει την εξαπόλυση ενός τρίτου κύματος (κάποια Α/Φ μάλιστα είχαν ήδη ανεφοδιαστεί και επανεξοπλιστεί!) εναντίον αυτών ακριβώς των στόχων, ο τελευταίος – ίσως λόγω και της φαινομενικής αρχικής επιτυχίας – θεώρησε ότι είχε επιτύχει τους σκοπούς της επιχείρησης. Η ατολμία και η έλλειψη διορατικότητας είναι κρίσιμοι παράγοντες σε κάθε στρατιωτική επιχείρηση και ενδεχόμενα ο Nagumo έχασε εκείνη την ημέρα τον πόλεμο!
ΤΡΙΤΟΣ ΣΤΟΧΟΣ
– Φυσικά όσον αφορά τον τρίτο στόχο της επιχείρησης είναι περίεργο για ποιον λόγο είχε συμπεριληφθεί εξαρχής, καίτοι ο ίδιος ο Yamamoto ήταν γνώστης της αμερικανικής ιδιοσυγκρασίας. Τελικά η επιχείρηση ήταν μια εξαιρετική προσπάθεια αφύπνισης της αμερικάνικης κοινής γνώμης και της θέλησής της για πόλεμο.
Πολλοί στον ελεύθερο (και υπό κατοχή κόσμο) ανάπνευσαν με ανακούφιση στο άκουσμα της επίθεσης στο Περλ Χάρμπορ. Ο Πρόεδρος των ΗΠΑ, Franklin D. Roosevelt χαρακτήρισε την 07 Δεκεμβρίου 1941 ως μια μέρα που θα μείνει στη μνήμη ως «η μέρα της ατιμίας» (“a date which will live in infamy”). Πλέον η εκδίκηση για το Περλ Χάρμπορ θα γίνει σύνθημα στα χείλη όλων των Αμερικανών που θα πολεμήσουν τόσο στον Ειρηνικό όσο και στην Ευρώπη, μέχρι την τελική νίκη.
Κλείνοντας διαφαίνεται ότι οι Γιαπωνέζοι δεν κατάφεραν ούτε μια τακτική νίκη, καθώς δεν επέτυχαν κανέναν από τους στόχους της επιχείρησης. Μπορεί να κατάφεραν να πετύχουν τον απόλυτο αιφνιδιασμό (φυσικά δεν είχαν καν κηρύξει τον πόλεμο στις ΗΠΑ), αλλά κάτι τέτοιο δεν περιγράφεται καν στους στόχους της επιχείρησης.
Το γεγονός ότι για παραπάνω από 60 λεπτά τα Α/Φ τους δρούσαν χωρίς αντίπαλο, ότι είχαν επανειλημμένα εκπαιδευτεί για μια και μόνο αποστολή, και ότι είχαν απεριόριστους πόρους, σε συνδυασμό με τα αποτελέσματα επί του πεδίου, η επίθεση εναντίον του Περλ Χάρμπορ μπορεί να αξιολογηθεί μόνο ως ήττα. Το μόνο που κατάφεραν ήταν να αφυπνίσουν έναν κοιμισμένο γίγαντα, και να τον οπλίσουν με υπέρμετρο ζήλο και επιμονή, μέχρι το τέλος! Αν αυτός ήταν ο σκοπός τους, τότε τον επέτυχαν στο 100%!