Στην Κυπριακή Δημοκρατία προτείνεται να ασκηθεί πίεση στη Βρετανία για την εγκατάσταση συστημάτων Patriot και THAAD στις βάσεις του Ακρωτηρίου και της Δεκέλειας. Το EastMed Act προβλέπει την άρση του εμπάργκο όπλων στην Κυπριακή Δημοκρατία ακριβώς γι' αυτόν τον λόγο, αν και η εκλογή του δηλωμένου φιλότουρκου Βρετανού πρωθυπουργού Μπορίς Τζόνσον, μπορεί να μην ευνοήσει μια τέτοια εξέλιξη.
Η ίδρυση του Μεγάλου Κουρδιστάν παραμένει στρατηγική επιλογή του Ισραήλ, με την
ισραηλοκουρδική συνεργασία να σφυρηλατείται από το 1960 και εντεύθεν. Οι φιλοτουρκικές διαθέσεις του Τραμπ επιβράδυναν την δημιουργία του με την αποχώρηση των ΗΠΑ από την Βόρεια Συρία και την συνακόλουθη εισβολή των Τούρκων.
Στην ανάλυση του Begin-Sadat σημειώνεται επίσης: «
Μπορούν να γίνουν περισσότερα για την ένταξη των Κούρδων και των Ισραηλινών στο μεγαλύτερο ενεργειακό σύστημα στην Ανατολική Μεσόγειο». Διευκρινίζεται ότι «
το Κυπριακό φυσικό αέριο είναι κρίσιμο για τα οικονομικά και διπλωματικά συμφέροντα του Ισραήλ τις επόμενες δεκαετίες και πρέπει να προστατεύεται με κάθε κόστος».
Ο EastMed εργαλείο έναντι του νεοθωμανικού μαξιμαλισμού
Είναι πρόδηλο, λοιπόν, ότι ο EastMed αποτελεί ένα ισχυρό γεωστρατηγικό-γεωοικονομικό εργαλείο για την επίτευξη των ως άνω στόχων. Το Ισραήλ και οι συμβαλλόμενες χώρες αποτρέπουν την πιθανότητα διέλευσης ενός αγωγού φυσικού αερίου από την Τουρκία --με ό,τι αυτό συνεπάγεται-- και λαμβάνουν επικυρίαρχο ρόλο στο γεωπολιτικό παίγνιο της Ανατολικής Μεσογείου.
Διευκρινίζεται ότι,
το υψηλό κόστος κατασκευής του αγωγού δεν τον κατατάσσει σε μια εμπορικής φύσεως επένδυση γεγονός που από μόνο του αποδεικνύει ότι η αξία του είναι κυρίως γεωπολιτική. Κι αυτό, γιατί παγιοποιεί το έννομο δικαίωμα προστασίας του από τα εμπλεκόμενα κράτη, τα οποία καθίστανται
επιτηρητές και διαχειριστές της ευρύτερης περιοχής, ενώ ταυτόχρονα χαλιναγωγεί την επεκτατική βουλιμία του νεοσουλτάνου.
Υπό την απειλή λοιπόν της απομόνωσης και περικύκλωσης, η αναθεωρητική Τουρκία αναβάθμισε την προκλητικότητά της με την υπογραφή του μνημονίου με την Λιβύη και προχώρησε σε δηλώσεις πρόθεσης διενέργειας σεισμογραφικών ερευνών και γεωτρήσεων εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας. Ο υπουργός Ενέργειας Ντονμέζ ξεκαθάρισε ότι «
θα αδειοδοτήσουμε στα πεδία δικής μας θαλάσσιας δικαιοδοσίας και σε άλλες περιοχές θα ξεκινήσουν εργασίες έρευνας και παραγωγής», ενώ ο Τσαβούσογλου διεμήνυσε ότι «
στην υφαλοκρηπίδα μας κανείς δεν μπορεί να δραστηριοποιηθεί χωρίς την άδειά μας».
Ενώ ο Ερντογάν δήλωσε: «
Η Ελλάδα και οι σύμμαχοί της προσπαθούν να μπλοκάρουν την πρόσβαση της Τουρκίας σε όλες τις θάλασσες, αλλά η Τουρκία θα συνεχίσει να έχει πρόσβαση στον EastMed, μέσω πρωτοβουλιών όπως η Συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες με τη Λιβύη και την ΤΔΒΚ». Με άλλα λόγια, η Τουρκία φαίνεται να είναι αποφασισμένη να αποτρέψει την κατασκευή του αγωγού, ή να δημιουργήσει τις κατάλληλες συνθήκες ώστε στανικά να συμμετέχει στον σχεδιασμό του, όπως άλλωστε ήταν αναμενόμενο.
Πόσο είμαστε διατεθειμένοι;
Το ζήτημα επομένως είναι εάν και κατά πόσο είμαστε διατεθειμένοι να αντιμετωπίσουμε την τουρκική προκλητικότητα, την οποία ο Ελληνισμός καλείται να αναχαιτίσει μόνος του. Το Ισραήλ δια στόματος του Πρέσβη του στην Αθήνα Yossi Amrani δήλωσε με νόημα: «
Σύμφωνα με την ισραηλινή εμπειρία δεν πρέπει να αναθέτεις σε κανέναν άλλον τα εθνικά συμφέροντα ή την εθνική άμυνα σου... Η φιλία και συμμαχία είναι φυσική. Δεν μπορώ να μιλήσω για άλλες χώρες. Μπορώ απλά να μοιραστώ την ισραηλινή εμπειρία. Μεριμνούμε για τα δικά μας συμφέροντα».
Ούτε η στάση της Ιταλίας εμπνέει ασφάλεια. Ούτως ή άλλως ήταν επιφυλακτική έως αρνητική έναντι του EastMed και ενδοτική έναντι της τουρκικής προκλητικότητας και όταν θίγεται η ιταλική ENI. Παράλληλα το ΝΑΤΟ και ο Γενικός Γραμματέας Γενς Στόλτενμπεργκ έχει επίσης διευκρινίσει ότι τα ελληνοτουρκικά ζητήματα αποτελούν διμερείς διαφορές που δεν αφορούν την Συμμαχία. Επομένως είναι ξεκάθαρο ότι η Ελλάς καλείται για άλλη μια φορά να βγάλει το φίδι από την τρύπα.
Έχει λοιπόν ο EastMed από μόνος του αποτρεπτική ισχύ, ή απαιτείται στέρεη πολιτική βούληση για την υπεράσπισή του; Η επιτάχυνση των διαδικασιών για την κατασκευή του αποτελεί θετική εξέλιξη, γιατί είναι προτιμότερο τα εμπλεκόμενα κράτη να έχουν κοινά γεωστρατηγικά και γεωοικονομικά συμφέροντα με τον Ελληνισμό, παρά αντικρουόμενα. Ταυτόχρονα, όμως, σημαίνει ότι σηκώνουμε το γάντι έναντι της Τουρκίας και κατά τη γνώμη μας καλώς το πράττουμε, διότι ο νεοθωμανικός επεκτατισμός μόνο έτσι ανταπαντάται.
Καιρός για σοβαρές αποφάσεις
Πόσο, όμως, η πολιτική μας ηγεσία είναι προετοιμασμένη για ένα τέτοιο ενδεχόμενο; Θα επιτρέψει στις Ένοπλες Δυνάμεις να κάνουν αυτό για το οποίο είναι προετοιμασμένες; Ο ψοφοδεϊσμός με τις δηλώσεις κατευνασμού και τα μισόλογα περί συνεκμετάλλευσης, σίγουρα δεν εμπνέουν εμπιστοσύνη. Είναι καιρός να ληφθούν σοβαρές εθνικές αποφάσεις στο κομβικό-ιστορικό σημείο που βρισκόμαστε.
Ο σερ Χάλφορντ Μακίντερ, πατέρας της αγγλοσαξωνικής σχολής γεωπολιτικής, έλεγε στις αρχές του 20
ου αιώνα ότι η Ελλάδα δεν πρέπει ποτέ να περάσει στη σφαίρα επιρροής μιας μεγάλης ευρασιατικής δύναμης (σ.σ. Ρωσία). Αυτό ας μην το ξεχνάμε, διότι ακριβώς αυτό το χαρτί μεταχειρίζεται απροκάλυπτα η Τουρκία και ραδιουργεί, απειλώντας ανοιχτά να διαρρήξει τις υφιστάμενες δομές της δυτικής αρχιτεκτονικής ασφαλείας.
Και επειδή η Ελλάδα επιδεικνύει μία φοβική υποχωρητικότητα, ενδέχεται οι δυτικοί σύμμαχοί μας να επιλέξουν να θυσιάσουν τα κυριαρχικά δικαιώματά μας για να μείνει η Τουρκία στο δυτικό "μαντρί". Επομένως, εύλογα τίθεται το ερώτημα εάν η συμφωνία για τον EastMed αποτελεί όντως μια γεωπολιτική επιτυχία, εάν και εφόσον δεν είμαστε διατεθειμένοι να τον προστατέψουμε εμπράκτως ακόμη και υπό την απειλή μίας στρατιωτικής διένεξης.