Όπως εξηγήσαμε οι τουρκικές εκλογές τον Ιούνιο του 2023 συνιστούν ορόσημο και βάσει αυτών θα καθοριστούν οι επόμενες κινήσεις του καθεστώτος Ερντογάν. Σημαντικό είναι να ξεκαθαρίσουμε εκ προοιμίου ότι το κρίσιμο ζήτημα ΔΕΝ είναι το ΑΝ η Τουρκία προβεί στο απονενοημένο αλλά το ΠΟΤΕ και υπό ΠΟΙΕΣ ΣΥΝΘΗΚΕΣ... Επίσης είναι ξεκάθαρο ότι στόχο θα αποτελέσουν νησιά (και βραχονησίδες) του Αν. Αιγαίου, τα οποία θα καταληφθούν με σκοπό να οικοδομηθεί το αφήγημα της Γαλάζιας Πατρίδας, με κάποια νομιμοφανή επίφαση, όπως για παράδειγμα την δήθεν υποχρέωση της Ελλάδα για αποστρατικοποίηση των συγκεκριμένων νησιών, την οποία υποτίθεται ότι καταπατάμε. Έγκριτοι αναλυτές προειδοποιούν εδώ και καιρό για αυτά τα σενάρια και ως εκ τούτου δεν πρέπει να εκπλαγούμε από το θράσος της επικείμενης τουρκικής εισβολής.
Στο παρόν άρθρο αναλύονται οι λόγοι για τους οποίους εκτιμάται ότι οι επόμενες εβδομάδες και μήνες θα είναι καυτοί, με αποκορύφωμα όμως την άνοιξη του 2023:
-Κατ' αρχήν, η παραπαίουσα τουρκική οικονομία έχει τεράστια ανάγκη τα έσοδα από τον τουρισμό. Ως εκ τούτου είναι αποδεκτή η ένταση με την Ελλάδα αλλά όχι ο πόλεμος κατά τη διάρκεια της τουριστικής περιόδου. Οπότε η πιθανότητα να οδηγηθούμε σε σύρραξη αυτήν την περίοδο είναι μάλλον περιορισμένη.
-Από την άλλη, η διατήρηση της έντασης για παρατεταμένο χρονικό διάστημα με παράλληλες προπαρασκευαστικές υβριδικές επιχειρήσεις (ψυχολογικές επιχειρήσεις, εργαλειοποίηση μεταναστευτικού και όχι μόνο) είναι θεμιτή και εξυπηρετεί διττό στόχο. Αποσκοπεί στο να κουράσει τις ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις (κατατριβή προσωπικού και εξοπλισμού) υπονομεύοντας σταδιακά το ηθικό αλλά και τις επιχειρησιακές τους ικανότητες. Παράλληλα στοχεύει στην καταρράκωση του ηθικού του ελληνικού λαού για την πιθανή επίτευξη συνθηκολόγησης υπό τους τουρκικούς όρους. Αυτή η στρατηγική όμως αγνοεί και παραβλέπει το ήθος και το σθένος των Ελλήνων οι οποίοι ιστορικά διέπρεψαν και εξέπληξαν στις δύσκολες στιγμές.
-Η ψυχολογική προετοιμασία της τουρκικής κοινής γνώμης για την επικείμενη σύγκρουση είναι επίσης μια σχετικά χρονοβόρα διαδικασία και αποσκοπεί στο να συσπειρώσει και να κερδίσει την υποστήριξη στο εσωτερικό της Τουρκίας αυξάνοντας τα χαμηλά δημοσκοπικά ποσοστά του Ερντογάν. Δεν είναι απίθανο μάλιστα στη διαδικασία αυτή να κερδηθεί σημαντικό έδαφος έναντι των πολιτικών αντιπάλων του που ούτως ή άλλως τον παροτρύνουν να επιτεθεί στην Ελλάδα. Ο τουρκικός πολιτικός συρφετός καίτοι ετερόκλιτος, ξέρει να συσπειρώνεται εναντίων των εξωτερικών εχθρών, σε αντίθεση με τις ελληνικές πολιτικές δυνάμεις, οι οποίες διατηρούν τις άκρως επικίνδυνες μικροκομματικές τους παρωπίδες.
-Επιπροσθέτως, είναι πασίδηλο ότι για την επίτευξη των μαξιμαλιστικών/επεκτατικών στοχεύσεών της η Τουρκία, θέλει να αποφευχθεί πάση θυσία μία ευρείας κλίμακας (όχι σημειακή) θερμή σύγκρουση με την Ελλάδα. Εν τοιαύτη περιπτώσει τα όποια οφέλη που επιδιώκει να αποκομίσει θα εξανεμιστούν από το πολύ μεγαλύτερο κόστος, δεδομένης της ισχύος και των δυνατοτήτων των ελληνικών Ενόπλων Δυνάμεων για συντριπτικά πλήγματα. Επιπλέον, εάν κάτι πάει στραβά για τους τούρκους σε μια διένεξη εντός του καλοκαιριού, θα αποτελέσει τη θρυαλλίδα για το καθεστώς Ερντογάν αλλά κυρίως για τον ίδιο, ο οποίος πιθανότατα θα χάσει την εξουσία με ότι αυτό συνεπάγεται ακόμη και για την ίδια του την ζωή καθώς και αυτήν του στενού του οικογενειακού περιβάλλοντος. Αντιθέτως, εάν η κατάσταση εκτραχυνθεί λίγο πριν τις τουρκικές εκλογές, η χώρα θα βρίσκεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και θα υπάρχει η ευχέρεια ακόμα και για αναβολή τους επ' αόριστον. Οι ίδιοι οι τούρκοι αναλυτές εκτιμούν ότι ο Ερντογάν θα κηρύξει την χώρα σε κατάσταση "έκτακτης ανάγκης" πριν τις εκλογές.
-Καθοριστικός παράγοντας για την επιλογή της χρονικής περιόδου σε μια τουρκική εισβολή θα είναι η διεξαγωγή πρόωρων εκλογών στην Ελλάδα, για τις οποίες υπάρχουν πληροφορίες ότι επίκεινται τον ερχόμενο Οκτώβριο. Οι επόμενες εκλογές είναι πιθανό να καταλήξουν σε βραχύβια συγκυβέρνηση η οποία πιθανότατα θα καταρρεύσει υπό το βάρος της διαφαινόμενης παγκόσμιας οικονομικής, επισιτιστικής και ενεργειακής κρίσης, οπότε θα οδηγηθούμε σε υπηρεσιακή κυβέρνηση (προεξάρχοντος προσώπου χωρίς πολιτικά βάρη, με έντονη παρουσία στον δημόσιο διάλογο, το οποίο θα έχει την υποστήριξη κυρίως της ενδοκομματικής αντιπολίτευσης του κυβερνώντος κόμματος) το αργότερο μέχρι τις αρχές του 2023.
-Υπενθυμίζεται δε ότι, το 2023 συμπίπτουν οι τουρκικές εθνικές εκλογές με την συμπλήρωση των 100 χρόνων από την ίδρυση της Τουρκικής Δημοκρατίας και την υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης την οποία ο Ερντογάν έχει ξεκαθαρίσει ότι θέλει να επαναδιαπραγματευτεί. Το ξήλωμα της Λωζάννης δύναται να συμπαρασύρει και τις προβλέψεις της Συνθήκης του Μοντρέ, γεγονός που θα έχει επιπτώσεις στο καθεστώς στα Δαρδανέλια/Βόσπορο και γνωρίζουμε εκ προοιμίου ποιά υπερδύναμη θα θιγεί άμεσα.
Για όλους αυτούς τους λόγους και δεδομένου ότι οι Τούρκοι αρέσκονται πάντοτε στη σημειολογία, εκτιμάται ότι θα αυξηθεί η ένταση σε όλα τα επίπεδα με τις γνωστές μεθόδους (ακόμη και με προβοκάτσιες) και θα διατηρηθεί έτσι για κάποιο χρονικό διάστημα μέχρις ότου καταρρεύσουν τελείως οι διπλωματικές μας σχέσεις, επιρρίπτοντας εξ ολοκλήρου την ευθύνη στην Ελλάδα. Με τα σημερινά δεδομένα η πιθανότερη περίοδος για να οδηγηθούμε σε θερμή σύγκρουση εκτιμάται ότι θα είναι τον Μάρτιο-Απρίλιο του 2023 λίγους μήνες πριν τις τουρκικές προεδρικές εκλογές.
Όσον αφορά στη στάση των συμμάχων και δη της Αμερικής, ο γερουσιαστής Ρ. Μενέντεζ, δήλωσε στις 11/06/2022 το αυτονόητο, ότι σε ενδεχόμενη διένεξη "μπορεί να παρέμβει ο Μπάιντεν αλλά τότε θα είναι αργά", ενώ πρόσθεσε κάτι πολύ ανησυχητικό, ότι δηλαδή "πρέπει να καταστήσουμε σαφές ποιος είναι ο επιτιθέμενος εδώ". Η δεύτερη τοποθέτηση οφείλει τουλάχιστον να μας προβληματίσει αφού γίνεται αντιληπτό το πόσο καλή δουλειά έχουν κάνει οι γείτονες στο να επικοινωνήσουν τις παράλογες θέσεις τους (συνεργεία του τουρκικού λόμπι στην Ουάσιγκτον) πείθοντας εν μέρει (ή τουλάχιστον θολώνοντας τα νερά σε βαθμό που οι σύμμαχοι να μην έχουν ξεκάθαρη εικόνα) ότι έχουν κάθε λόγο να συνεχίσουν την επιθετικότητα απέναντί μας. Ενώ εμείς βρισκόμαστε ακόμα στο στάδιο όπου πρέπει να εξηγήσουμε τα προφανή, ότι δηλαδή οι γείτονες είναι οι αναθεωρητές επιτιθέμενοι και εμείς οι αμυνόμενοι! Ότι δηλαδή η Τουρκία θα φέρει εξ ολοκλήρου την ευθύνη εάν κινηθεί εναντίον μας. «Ακόμη και το ξεκαθάρισμα ποια χώρα ήταν ο επιτιθέμενος και ποια το θύμα, θα μπορούσε να είναι αρκετά δύσκολο για να ξεκαθαριστεί» ανέφερε από το 2020(!) ο γνωστός αναλυτής Ted Galen Carpenter του αμερικανικού Cato Institute. Αυτή η διαπίστωση συνιστά ένα ακόμα καμπανάκι για την διπλωματικοπολιτική μας αδράνεια και αφέλεια συνάμα.
Η δε αντίδραση της Γαλλίας (με την οποία έχουμε συνάψει αμυντική συμφωνία και υποχρεούται να συνδράμει σε περίπτωση που η Ελλάδα δεχτεί επίθεση επί της κυριαρχίας της), θα εξαρτηθεί από την διάρκεια της ελληνοτουρκικής διένεξης (εάν είναι ζήτημα ημερών, είναι πολύ αμφίβολο εάν η Γαλλία μπορέσει να συνδράμει αποτελεσματικά), αλλά κυρίως από το σθένος που θα επιδείξουμε έναντι των επιτιθέμενων επί του πεδίου. Κανείς δεν πρόκειται να πολεμήσει έναν δικό μας πόλεμο εάν δεν εμείς είμαστε διατεθειμένοι να αντεπιτεθούμε με ότι έχουμε και δεν έχουμε.
Το κρίσιμο ερώτημα είναι, όταν η Άγκυρα ρίξει το γάντι, θα είμαστε προετοιμασμένοι να το σηκώσουμε αντανακλαστικά απελευθερώνοντας τους κανόνες εμπλοκής, ή θα αφήσουμε να παρεμβληθούν υπονομευτικά τηλεφωνήματα με πρωτεύουσες του Δυτικού κόσμου; Και όσον αφορά στην παραφιλολογία για τα νέα εξοπλιστικά μας τα οποία σύμφωνα με κάποιους όψιμους τουρκοφάγους είναι αρκετά για να αποτρέψουν την Τουρκία, διευκρινίζεται ότι επί του παρόντος διαθέτουμε μόνο επιπλέον 6 Rafale με τα οποία οι χειριστές τους κάνουν υπεράνθρωπες προσπάθειες για να εξοικειωθούν. Όσα όπλα όμως κι αν έχουμε διαθέσιμα στη φαρέτρα μας είναι σχεδόν άχρηστα εάν απουσιάζει η βούληση/αποφασιστικότητα για τη χρήση τους, και αυτό το γνωρίζει πολύ καλά ο εχθρός μας.
πηγήΟι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.