Εκείνη την περίοδο, το ενδεχόμενο της προμήθειας οπλισμένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών, είχε αντικρουστεί και μάλιστα σφοδρά από το κόμμα των Σοσιαλδημοκρατών που συμμετείχε στην κυβέρνηση Α. Μέρκελ. Οι πρόσφατες εξελίξεις στην Ουκρανία οδήγησαν τον σοσιαλδημοκράτη -σημειωτέον- σημερινό καγκελάριο, Όλαφ Σολτς, σε ραγδαία αλλαγή στάσης.
Ανακοίνωσε όχι μόνο την θεαματική αλλαγή της γερμανικής εξοπλιστικής πολιτικής, μέσω της ανακοίνωσης δαπάνης 100 δισεκατομμυρίων ευρώ συνολικά για το σκοπό αυτό, τα επόμενα χρόνια. Τον έφερε, σε πλήρη αντίθεση με όσα υποστήριζε το κόμμα του μέχρι πρόσφατα, να αποφασίζει και την προμήθεια πυραύλων για τα ισραηλινά UAV τύπου Heron TP που έχουν τη δυνατότητα μεταφοράς και αξιοποίησης όπλων.
Το ύψος του εν λόγω προγράμματος υπολογίζεται σε 152,6 εκατομμύρια ευρώ (ή 160 εκατομμύρια δολάρια). Αν και περισσότερες λεπτομέρειες δεν έχουν γίνει γνωστές, όπως γνωστοποιήθηκε, οι πύραυλοι θα παραδοθούν εντός χρονικού διαστήματος δύο μόλις ετών. Από αυτά τα 60 βλήματα θα χρησιμοποιηθούν ως εκπαιδευτικά, ενώ τα υπόλοιπα 80 θα αποδοθούν στις επιχειρήσεις, για τη δυνατότητα όχι μόνο εντοπισμού, αλλά και εξουδετέρωσης στόχων.
Αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία βέβαια, είναι το γεγονός ότι για πρώτη φορά γίνεται λόγος για οπλισμένα UAV στη Γερμανία. Κάτι που, όπως προαναφέρθηκε, αποφεύγονταν συστηματικά. Στο ίδιο δε πλαίσιο θα πρέπει να συμπεριληφθεί και η γνωστοποίηση της πρόθεσης της Γερμανίας να προβεί στην προμήθεια αντιπυραυλικών – αντιαεροπορικών συστημάτων Arrow 3, μαζί με συστήματα anti-drone από το Ισραήλ.
Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΠΕΡΙΠΤΩΣΗ ΚΑΙ ΟΙ ΔΙΑΘΕΣΙΜΕΣ ΕΠΙΛΟΓΕΣ
Το μέγα ερώτημα που εγείρεται είναι για ποιον λόγο η Ελλάδα δεν προχωρά στην ίδια κατεύθυνση. πέραν της αγοράς οπλισμένων UAV κατηγορίας MALE, να έχει εξασφαλισμένη και τη δυνατότητα κρούσης. Ένα πρόγραμμα προσαρμοσμένο στις ελληνικές οικονομικές δυνατότητες, η σκοπιμότητα και προτεραιότητα του οποίου είναι πλέον αυταπόδεικτη και θα έθετε σοβαρότατα ερωτήματα για τον τρόπο που αντιλαμβάνεται η ελληνική πλευρά τις επιχειρησιακές προτεραιότητες.
Όταν έχει μάλιστα καταγραφεί αμερικανική απροθυμία (άρνηση για να ακριβολογούμε) όπως αποδείχθηκε και στην περίπτωση της παραχώρησης ή διάθεσης προς αγορά, μεταχειρισμένων MQ-1 Predator μετά την απόσυρσή τους από τις τάξεις της Αεροπορίας των ΗΠΑ, αλλά και της ύπαρξης εξαιρετικά περιορισμένων επιλογών στον ευρωπαϊκό χώρο, η Ελλάδα έχει για άλλη μία φορά τη δυνατότητα να αξιοποιήσει ως εξαιρετική εναλλακτική τη στρατηγική συνεργασία με το Ισραήλ. Μια χώρα που και μας έχει ενοικιάσει τα HERON και μετά τη συμφωνία με τη Γερμανία δεν θα είχε δικαιολογία άρνησης αποδέσμευσης της οπλισμένης εκδοχής. Για να μην αναφερθούμε εδώ και στην οικονομική παράμετρο της προμήθειας.
Θεωρούμε ότι εκτιμάται από την ελληνική πλευρά το γεγονός ότι το Ισραήλ και η αμυντική του βιομηχανία προσφέρουν έτοιμες και αξιόπιστες λύσεις στο χρόνιο πρόβλημα της ενσωμάτωσης πραγματικά προηγμένων αερομεταφερόμενων όπλων στο στόλο των ελληνικών F-16. Παρά το γεγονός ότι μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν έχουν υπογραφεί οι συμβάσεις προμήθειας τους…
Με εξαίρεση δε τις συλλογές κατευθυνομένων βομβών SPICE και τους πυραύλους Rampage, οι αντιαρματικοί πύραυλοι μεγάλης ακτίνας SPIKE-NLOS καθυστερούν αδικαιολόγητα και δεν έχουν περάσει από τη Βουλή των Ελλήνων προς έγκριση. Η λογική συνεπώς υποδεικνύει ότι χωρίς να αποκλείονται όσες άλλες επιλογές είναι διαθέσιμες, η Ελλάδα πρέπει να διευρύνει τη συνεργασία της με το Ισραήλ, προκειμένου να καλύψει μέρος της απόστασης που την χωρίζει από την Τουρκία (και είναι μεγάλη…), στο χώρο των οπλισμένων μη επανδρωμένων αεροσκαφών.
Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι το Heron ήδη αξιοποιείται επιχειρησιακά από την Πολεμική Αεροπορία με άριστες εντυπώσεις και πολύτιμη εμπειρία να έχει αποκτηθεί από το προσωπικό της. Είναι και το ότι η Ελλάδα κατά την άποψη που έχει ήδη κατατεθεί και αιτιολογηθεί μέσω του DP και αιτιολογήσει με συγκεκριμένα επιχειρήματα, δεν έχει την πολυτέλεια της αγοράς υψηλού κόστους UAV κατηγορίας MALE, ρόλου ISR, χωρίς δυνατότητα παράλληλης αξιοποίησης όπλων.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία σχετικά με το ότι το MQ-9 είτε ως Reaper, είτε ως οπλισμένο Sky Guardian, είναι ένα δοκιμασμένο, αξιόπιστο και πραγματικά αποτελεσματικό οπλικό σύστημα. Σε περίπτωση όμως που δεν είναι αποδεσμεύσιμο –ως οπλισμένο UAV– από τις ΗΠΑ στην Ελλάδα, το ενδεχόμενο προμήθειάς του δεν θα πρέπει καν να εξεταστεί. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Αυστραλία ακύρωσε το πρόγραμμα προμήθειας 12 μη επανδρωμένων του τύπου έναντι σχεδόν 1 δισ. δολαρίων ΗΠΑ (Air 7003), ανακατευθύνοντας τα κονδύλια σε άλλες προτεραιότητες που θεωρήθηκαν πιο επείγουσες και συνδέονται με τις επιχειρήσεις στον κυβερνοχώρο.
Η Αυστραλία διαθέτει όμως άλλα προγράμματα για μη επανδρωμένα αεροσκάφη. Για την ιστορία, έχει ενδιαφέρον ότι την ανακοίνωση την απόφασης έκανε ο υπουργός Άμυνας για θέματα Αμυντικού Μετασχηματισμού… Ματ Γιαννόπουλος! Μήπως να του έκαναν ένα τηλέφωνο από το υπουργείο Εθνικής Άμυνα2ς και το ΓΕΕΘΑ σε μια προσπάθεια αξιοποίησης της εμπειρίας του γενικότερα; Η Ελλάδα οφείλει να θέτει όρια ακόμα και στους συμμάχους της αν θέλει να την παίρνουν στα σοβαρά. Οι ελληνικές αμυντικές ανάγκες και οι τρόποι κάλυψής οφείλουν να αποφασίζονται αποκλειστικά εντός της χώρας, με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό.
Η προοπτική απόκτησης οπλισμένων UAV από το Ισραήλ που θα πρέπει να θεωρείται δεδομένη μετά την αποδέσμευση των SPICE, Rampage και SPIKE-NLOS και φυσικά την πετυχημένη συνεργασία με την ενοικίαση των HERON, πρέπει να αξιοποιηθεί κατά προτεραιότητα, μαζί με τη μέριμνα εμπλοκής της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας και την εξασφάλιση σημαντικών βιομηχανικών και επιχειρησιακών οφελημάτων. Τα διδάγματα από την Ουκρανία… και την υποχρεωτική λόγω γεωγραφίας συνύπαρξη με την Τουρκία, αποδεικνύουν εμπράκτως ότι δεν υπάρχει άλλη οδός.