Παράλληλα η εν εξελίξει προσπάθεια της συμμαχίας SDF για ανακατάληψη της Ράκκα – η οποία και υποστηρίζεται από την αμερικανική πολεμική αεροπορία- δεν γίνεται αποδεκτή από την Δαμασκό με εχθρότητα.
Διαφαίνεται πως ο σχεδιασμός της επίθεσης σε Ράκκα ακολουθεί αυτόν της επίθεσης στην Μοσούλη.
Σφοδροί βομβαρδισμοί από αέρος και δημιουργία ασφαλούς οδού διαφυγής των τζιχαντιστών προς την επαρχία της Ντειρ-αλ-Ζορ σε μια προσπάθεια να μειωθεί η αντίσταση τους σε Ράκκα και να επιβραδυνθεί η προέλαση των φίλιων στρατιωτικών ομάδων του καθεστώτος Ασαντ στην επαρχία αυτή, την κομβική για τον έλεγχο των συνόρων με το Ιράκ.
Αεροπορικές δυνάμεις του καθεστώτος Ασαντ και η Ρωσική πολεμική αεροπορία βομβαρδίζουν αδιάκοπα τις θέσεις του Ισλαμικού κράτους στα νότια της Ράκκα σε μια προσπάθεια να αποτρέψουν το ενδεχόμενο αυτό.
Οι ρωσικές ένοπλες δυνάμεις συνεχίζουν να υποστηρίζουν σταθερά το καθεστώς Ασαντ στις στρατιωτικές επιχειρήσεις κατά του Ισλαμικού κράτους.
Όμως διαφαίνεται πως η παγίωση του ελέγχου των περιοχών που βρέχονται από την Μεσόγειο Θάλασσα ικανοποιούν σε σημαντικό βαθμό τις Ρωσικές πρόνοιες .
Για το τι μέλλει γενέσθαι μετά την ανακατάληψη της Ράκκα πολλά μπορούν να γραφούν ως υποθέσεις εργασίας-σενάρια.
Αυτό όμως που μπορεί να γραφεί με σχετική βεβαιότητα είναι πως όλες οι εμπλεκόμενες πλευρές, φέρεται να έχουν αποδεχθεί την πραγμάτωση στρατηγικών συμβιβασμών με σκοπό να διαφυλάξουν-προστατεύσουν τα μέχρι στιγμής κέρδη τους.
Η Αμερικανική διπλωματία επιδιώκει να σχηματίσει και να αντιπαραθέσει απέναντι στο Ιράν ένα συνασπισμό αραβικών χωρών (“Αραβικό ΝΑΤΟ”).
Η Σαουδική Αραβία ενθαρρυμένη απο την Αμερικανική πρωτοβουλία (βλ. Επίσκεψη Τράμπ, Αραβο-Ισλαμο-Αμερικανική Σύνοδο Κορυφής, εξοπλιστικά προγράμματα), ανήσυχη για το τι μπορεί να πυροδοτήσει η Αραβική Άνοιξη ως εκτυλίσσεται, αντιλαμβάνεται την αναγκαιότητα να αποστασιοποιηθεί από τον τζιχαντισμό και παράλληλα να δείξει την αποφασιστικότητα της απέναντι στο Ιράν (βλ. Υεμένη).
Αυτοανακηρύχθηκε λοιπόν ως άξονας του Αραβικού ΝΑΤΟ. Μια σειρά απο Αραβικές χώρες πρόθυμα συντάχθηκαν το πλευρό της, όμως χώρες όπως το Ομάν, το Κουβέιτ,το Πακιστάν, και το Κατάρ κρατούν διακριτές αποστάσεις απο το εγχείρημα αυτό ,επιδιώκοντας να διαδραματίσουν οι ίδιες τον ρόλο αυτό, αρνούμενες να αποδεχτούν το ψυχροπολεμικό κλίμα.
Να σημειωθεί πως η αντιπαράθεση Σ.Αραβίας-Ιράν πέραν της γεωπολιτικής διάστασης έχει ως υπόβαθρο και την ιστορική διαμάχη Σουνιτών-Σιιτών.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο προέβη σε μια άνευ προηγούμενου κλιμάκωση της αντιπαράθεσης με το Κατάρ ,μια χώρα η οποία φιλοξενεί tην βάση της αμερικανικής Κεντρικής Διοίκησης (CENTCOM).
Το Κατάρ με την σειρά του ακολουθώντας μια αυτόνομη πορεία απο την μία πλευρά χρηματοδοτεί τον τζιχαντισμό, χρησιμοποιεί το δίκτυο Αλ Τζαζίρα ως εργαλείο αποσταθεροποίησης των μοναρχιών του Κόλπου.
Απο την άλλη λειτουργεί ως εμβρυουλκός μιας προσπάθειας για την αποκατάσταση των σχέσεων με το Ιράν καθώς διατηρεί μια πολύ καλή σχέση συνεργασίας με την Τεχεράνη στα ενεργειακά ζητήματα
Η αντιπαράθεση Κατάρ-Σ.Αραβίας συμπαρέσυρε και την Τουρκία. Το εύρος των οικονομικών συναλλαγών με το Κατάρ,το γεγονός πως πολιτικά έχει επενδύσει στον ισλαμικό ριζοσπαστισμό (Ισλαμικό Κράτος-Μουσουλμανική Αδελφότητα) ως μέσο προώθησης των γεωπολιτικών σχεδιασμών της ,το παρελθόν της σύγκρουσης με την Μουσουλμανική αδελφότητα (Ανατροπή Μόρσι),αλλά και η αναγκαιότητα σύγκρουσης με τις ΗΠΑ λόγω Κούρδων σε Συρία, εξανάγκασαν την Αγκυρα να σταθεί αρωγός στο Αραβικό Εμιράτο του Κατάρ.
Η κίνηση αυτή μπορεί να ερμηνευτεί επίσης και ως μια προσπάθεια του καθεστώτος Ερντογάν προκειμένου να ισοσταθμίσει και την πίεση που δέχεται.
Εν συντομία :–Η οργάνωση “Γεράκια του Κουρδιστάν”, -η οποία κατά το παρελθόν είχε αναλάβει την ευθύνη τρομοκρατικών επιθέσεων στην Τουρκία- με κείμενο της αναφέρεται σε λήψη απόφασης “αδίστακτου” πολέμου εκδικώντας το Τουρκικό κράτος για την στάση του κατά των Κούρδων, στην ίδρυση ενός στρατού μέσω πανκουρδικής συστράτευσης για τον σκοπό αυτό στέλνοντας το μήνυμα στις χώρες που βλέπουν την Τουρκία ως χώρα ασφαλή για τουρισμό και επενδύσεις πως όλες οι πόλεις της Τουρκίας είναι στόχοι.
Αν πραγματοποιηθούν οι απειλές αυτές της Κουρδικής Οργάνωσης είναι βέβαιο πως θα προκαλέσουν σπασμωδικές αντιδράσεις της Άγκυρας οι οποίες και θα περιπλέξουν ακόμα περισσότερο την κατάσταση τόσο εντός της Τουρκίας όσο και σε Συρία-Ιράκ.
–Το PKK φέρεται και αυτό αποφασισμένο να δώσει ένα σκληρό κτύπημα (ανατροπή ΑΚΡ) στο τουρκικό φασιστικό καθεστώς ως ανέφερε κορυφαίο στέλεχος του (Bese Hozat).
Η συνεχιζόμενη πολιτική του καθεστώτος Ταγίπ Ερντογάν (άρνηση της Τουρκίας να προσέλθει σε διαπραγματεύσεις με τον φυλακισμένο ηγέτη του PKK Αμπντουλάχ Οτσαλάν,το συνεχιζόμενο πογκρόμ κατά του Κουρδικού κινήματος μέσω συλλήψεων, φυλακίσεων, στρατιωτικών επιχειρήσεων) παράγουν συνθήκες σύγκρουσης. Η όποια ειρηνικής (δημοκρατικής) επίλυσης του κουρδικού ζητήματος υπό τις συνθήκες αυτές συνιστά παράδοση συμπλήρωσε.
Μέχρι στιγμής η Αμερικανική διπλωματία έχει επιτύχει να απομακρύνει το ενδεχόμενο σκληρής σύγκρουσης Τουρκίας-Κούρδων PKK-PYD επιβάλλοντας αυτοσυγκράτηση και στις δύο πλευρές.
Το πώς θα εξελιχθεί αυτή η ισορροπία του τρόμου μετά την ανακατάληψη της Ράκκα είναι άγνωστο.
Και τούτο γιατί η παρούσα συγκυρία έχει αναβαθμίσει σε απόλυτο βαθμό τον Κουρδικό παράγοντα σε τέτοιο βαθμό ώστε να ζητά την ιστορική δικαίωση-αποκατάσταση του.
-Η ανακοίνωση από πλευράς Κουρδικής περιφερειακής διοίκησης του Νοτίου Κουρδιστάν της προκήρυξης δημοψηφίσματος στις 25 Σεπτεμβρίου για την ανεξαρτησία ή μη της περιοχής τους από το Ιράκ και την ίδρυση ή μη ανεξάρτητου κράτους.
Το γεγονός αυτό το είχε προαναγγείλει η Αμερικανική διπλωματία (επικεφαλής της DIA αντιστράτηγος των Πεζοναυτών, Βίνσεντ Στούαρτ).
Το καθεστώς Μπαρζανί θα κληθεί στην πλέον πιθανή περίπτωση της έγκρισης της Ανεξαρτησίας να λάβει μια σειρά από πολύ σοβαρές αποφάσεις σε ζητήματα όπως η σχέση με το Ιράκ,η σχέση του με την Τουρκία,η επίλυση της πολιτικής-οικονομικής κρίσης , αποφάσεις ικανές να πυροδοτήσουν διαλυτικές διαδικασίες.
Το Ιράκ με την σειρά του είναι θα βρεθεί ενώπιον της σύγκρουσης σουνιτών-σιιτών,με προεκτάσεις διεθνούς εμπλοκής λόγω της παρουσίας αμερικανικών στρατευμάτων και φιλοιρανικών παραστρατιωτικών ομάδων.
-Η δημόσια διαφοροποίηση του πρώην Πρωθυπουργού της Τουρκίας Αχμέτ Νταβούτογλου ο οποίος σε συνέντευξη του αναφέρθηκε πως οι αρχές του κυβερνώντος, ισλαμοσυντηρητικού Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (AKP) «αποδυναμώνονται γοργά», καταγγέλλοντας την εις βάρος του σκευωρία (‘Pelican Briefing’).
Η Τουρκική διπλωματία θεωρεί πως μόνο ως μέλος του ΝΑΤΟ δεν μπορεί να καταστεί περιφερειακή ηγετική δύναμη.
Η ιδιότητα της αυτή επίσης δεν της επιτρέπει να αναχθεί σε ηγήτορα του Σουνιτικού κόσμο.
Η αποχώρηση από το ΝΑΤΟ θα ήταν μια καταστροφική πράξη καθώς θα σήμανε αυτόματα την εκχώρηση ζωτικού χώρου σε ζώνες υψηλής γεωστρατηγικής σημασίας, ενώ θα την άφηνε εκτεθειμένη σε πλήθος κινδύνων.
Η τουρκική ηγεσία θεωρεί πως η ένταξη της σε άλλους οργανισμούς (Σανγκάης,Ε.Ε.) σκοντάφτει στις νεοθωμανικές ονειρώξεις της.
Κατά συνέπεια θα πρέπει να ακολουθήσει μια ενδιάμεση στάση μεταξύ των εμπλεκόμενων μερών στα όποια πεδία συγκρούσεων.
Μέσω της (εξωτερικής) πολιτικής αυτής, η τουρκική πολιτική ηγεσία πιστεύει πως μπορεί να εξισορροπήσει την επιρροής των κύριων αντιπάλων της (Αίγυπτος,Ιράν,Σαουδική Αραβία) και να αναχθεί παράλληλα σε προνομιακό-στρατηγικό εταίρο των τριών υπερδυνάμεων (Ρωσίας,ΗΠΑ,Κίνας)
Η στρατιωτική παρουσία σε Αλβανία,Κόσσοβο,Βοσνία-Ερξεγοβίνη, Ιράκ, Συρία, Σομαλία, Μογγολία και Κατάρ συνιστά αναγκαιότητα, υπακούει στην λογική αυτή.
Λειτουργεί παράλληλα ως ομπρέλα προστασίας στους σχεδιασμούς της και ως ο καλύτερος εμβρυουλκός για την προώθηση των προϊόντων της αμυντικής της βιομηχανίας -κλάδος αιχμής/ατμομηχανή της τουρκικής οικονομίας.
Σε όλα αυτά θα πρέπει να προστεθεί η Κουρδική φοβία, το κυρίαρχο σύνδρομο της τουρκικής πολιτικής.
Το Κουρδικό ντόμινο πολλαπλασιάζει τους φόβους της Άγκυρας την οδηγεί σε ολοένα και πιο σπασμωδικές κινήσεις.