Δρ. Παναγιώτης Ήφαιστος* Τα σημαντικά, τα σπουδαία και τα διδακτικά απαιτούν θέαση της μεγάλης εικόνας, των διαχρονικών προσανατολισμών ενός έθνους εντός του οποίου εντάσσονται μεμονωμένα γεγονότα. Θέαση επίσης των βαθύτερων διαμορφωτικών δυνάμεων, των αποτελεσμάτων που προκαλούν οι αποφάσεις και η ανοδική ή καθοδική τροχιά στις ιεραρχίες ισχύος του διεθνούς συστήματος. Μόνο έτσι κανείς μπορεί να κατανοήσει τα αίτια των παθολογιών. Η ανάλυση του κράτους και της διεθνούς πολιτικής, έγραψε ο σημαντικότερος σύγχρονος επιστήμονας του Θουκυδίδειου Παραδείγματος
Kenneth Waltz, είναι το αντίστοιχο της ιατρικής. Λάθος διάγνωση οδηγεί σε λάθος θεραπεία, σε βλάβες και πιθανότατα σε θάνατο.
Το πραξικόπημα της επάρατης Χούντας και η Τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 είναι ένα μόνο επεισόδιο μιας αλληλουχίας συμφορών των συγχρόνων Ελλήνων. Εδώ δεν θα ήταν δυνατό να περιγράψουμε την μεγάλη εικόνα των δύο τελευταίων αιώνων.
Επειδή αυτό αφορά ζωτικά το σήμερα, μπορούμε να επιχειρήσουμε μια συντομογραφική περιγραφή των προσανατολισμών της μεταπολεμικής περιόδου εντός των οποίων συντελέστηκε η συμφορά του 1974. Κανείς μπορεί να προτάξει τι είναι λογικό και ορθολογιστικό για ένα οποιοδήποτε κράτος.
Πρώτον, εντός κάθε κράτους απαιτείται όχι μόνο συντελεστική πολιτισμική συνοχή αλλά και συντριπτική πολιτική συναίνεση ως προς τα ιεραρχημένα εθνικά συμφέροντα, εκ των οποίων η επιβίωση του κράτους, η ακεραιότητα της Επικράτειας και η εθνική ασφάλεια είναι κοινές έσχατες λογικές για όλους τους πολίτες και δεσμευτικές για την εκάστοτε πολιτική εξουσία.
Τι ίσχυε μεταπολεμικά, μερικοί θα πουν μέχρι και τις μέρες μας ενώ εισερχόμαστε στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα; Η απάντηση είναι ότι οι εμφύλιες διαιρέσεις που αφετηρία έχουν την αποτυχία δημιουργία κράτους από τον
Καποδίστρια μετά την Επανάσταση, κορυφώθηκαν με τον άχαρο, άσκοπο, αχρείαστο, ξενοκινούμενο και βαθύτατα διαιρετικό εμφύλιο από το 1945-9. Άχαρος, άσκοπος και αχρείαστος επειδή γνωρίζουμε ότι δεν υπήρχε αμφιβολία ποιοι θα επικρατούσαν επειδή εάν μη τι άλλο όλα είχαν συμφωνηθεί στην Γιάλτα. Τα άλλα κράτη κατάφεραν να μην εισέλθουν σε εμφύλιο οι Έλληνες όχι.
Δεύτερον, ερχόμενοι στην δεκαετία του 1960 η επάρατη χούντα δεν ήταν μόνο το εργαλείο των μυστικών υπηρεσιών των δυτικών δυνάμεων στους συνασπισμούς των οποίων ενώ η Ελλάδα από άποψη στρατηγικού ορθολογισμού σωστά εντάχθηκε, πλην, αντί να λειτουργεί ως κυρίαρχο κράτος ισότιμο με όλα τα άλλα, κυριάρχησε η λογική του «ανήκουμε». Μια τέτοια έννοια αντιβαίνει στην λογική της κυριαρχίας και της εθνικής ανεξαρτησίας που αποτελεί υψηλή αρχή και έσχατη κοσμοθεωρία όλων των κοινωνιών.
Με μια τέτοια ανάποδη λογική εθνική στρατηγική και στρατηγικός ορθολογισμός δεν είναι δυνατό να υπάρξει. Επιπλέον, κατά την διάρκεια της ταραχώδους δεκαετίας του 1960 από τις παθολογίες της οποίας γεννήθηκαν πραξικοπήματα –των Συνταγματαρχών ήταν ένα από τα πολλά που οι ξένες υπηρεσίες ετοίμαζαν από καιρό–, αναπόφευκτα κυριάρχησαν άτομα σπιθαμιαίου αναστήματος της επάρατης χούντας,που αφενός δεν τιμούν τις Ελληνικές πολιτικές παραδόσεις και αφετέρου εκμηδένισαν κάθε ορθολογιστική στρατηγική πολιτική σκέψη της Μητρόπολης και των εμφύλια διαιρεμένων μελών της κοινωνίας.
Τρίτον, η απουσία ορθολογιστικού στρατηγικού προσανατολισμού εντός των κατά τα άλλα ορθών συμμαχικών επιλογών καταμαρτυρήθηκε πολλές φορές
Συνοψίζουμε.
α) Τα γεγονότα του 1955 μετά βίας έγιναν γνωστά στην Ελλάδα.
β) Ο Μακμίλλαν αγωνιώντας να αναβάλει την αυτοδιάθεση των Κυπρίων με επίσημη εμπλοκή της Άγκυρας γράφει στα απομνημονεύματά του ότι έμεινε έκπληκτος όταν μπλοφάροντας το 1955 κάλεσε τριμερή με συμμετοχή της Τουρκίας και η Αθήνα το αποδέχθηκε.
γ) Ο εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας των Ελλήνων της Κύπρου εκτός του ότι και αυτός εκκολάφθηκε μέσα σε εμφύλιες λογικές που μεταφέρθηκαν από την Μητρόπολη στην Μεγαλόνησο στερούταν υψηλής στρατηγικής για την οποία την κύρια ευθύνη θα έφερε η Μητρόπολη.
δ) Ο στρατηγός Γεώργιος Γρίβας και ο Αρχιεπίσκοπος Μακάριος αμφότεροι αναμφίβολα πρωταγωνιστές του εθνικοαπελευθερωτικού αγώνα δεν είχαν την αναγκαία πολιτική υπόσταση διαπραγμάτευσης με την Βρετανία και τις άλλες δυνάμεις. Ούτε βέβαια επικεφαλής μιας μη υπόδουλης κοινωνίας, της κυπριακής, λογικό ήταν να μην διαθέτουν πείρα και ηγετικές ικανότητες υψηλών βαθμίδων. Υπό άλλες συνθήκες ο ένας θα ήταν ένας άγνωστος απόστρατος του Ελληνικού εμφύλιου και ο άλλος ένας επίσκοπος χωρίς πολιτικές φιλοδοξίες.
Λογικό ήταν την κύρια ευθύνη και την πρωτοβουλία των κινήσεων για αυτοδιάθεση των Ελλήνων της Κύπρου λογικά έπρεπε να είναι της Μητρόπολης. Η Αθήνα επιβαλλόταν να έχει πλήρη στρατηγική εποπτεία των εξελίξεων και τον πρωταγωνιστικό ρόλο για την επίτευξη της αυτοδιάθεσης που με όρους του δικαίου της αποαποικιοποίησης –ένα άτομο μια ψήφος διαφορετικά θα είχαμε 3000 κράτη που ήταν μια απόλυτα θεμιτή αξίωση– που αφορούσε το ένα δέκατο των συγχρόνων Ελλήνων (όσων δηλαδή απέμειναν μετά τις μετά-Επαναστατικές τραγωδίες, την συρρίκνωση της επιρροής στα Βαλκάνια και την συμφορά του 1922).
ε) Προηγήθηκε όμως το απίστευτο σφάλμα αποδοχής εμπλοκής της Τουρκίας το 1955. Ακόμη χειρότερα ακολούθησε η ασφυκτική πίεση της πολιτικής ηγεσίας της Αθήνας για να αποδεχθεί η Κύπρος την αποικιοκρατική Ζυρίχη η οποία εμφύτευσε το διαίρει και βασίλευε (βέτο σε εθνική βάση) και προετοίμασε έτσι τα επόμενα γεγονότα που διαιωνίζουν την Βρετανική παρουσία και επιρροή στην Κύπρο. Δεν είναι του παρόντος, αλλά η συντρέχουσα δραστήρια Βρετανική εμπλοκή δεν είναι τυχαία και συνδέεται τόσο με την μετά-Μπρέξιτ εποχή όσο και με το πώς εξελίσσονται οι στρατηγικές σχέσεις ευρύτερα.
στ) Ενώ πολλά άλλα θα μπορούσαν να αναφερθούν για να περιγράψουν την μεγάλη εικόνα, μονολεκτικά λέμε ότι μετά το 1960 δεν υπήρχε Ελληνική εθνική στρατηγική αλλά σκόρπιες και ασυντόνιστες επαφές και σχέδια που επέτειναν τις διαιρέσεις. Μετά τα πολύ καλά σχεδιασμένα, όπως και πάλι πολύ καλά γνωρίζουμε σήμερα, τα γεγονότα του 1963 υπήρξαν τουρκικές στρατιωτικές ενέργειες, Βρετανικοί ελιγμοί στα παρασκήνια και Αμερικανική προσπάθεια να μην οδηγηθούν σε σύγκρουση Ελλάδα και Τουρκία.
Και πάλι, και παρά την πληθυσμιακή και στρατιωτική υπεροχή (Μεραρχία) της Ελλάδας οι διαπραγματευτικές προσεγγίσεις αποδείχθηκαν απελπιστικά ερασιτεχνικές και οι διαιρέσεις όλων με όλους γενικευμένες και βαθιές (καταμαρτυρούνται όλα στα πρακτικά του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ στην βάση των οποίων διεξάγεται μελέτη για τα κύρια και σημαντικά πριν την έλευση της επάρατης χούντας).
ζ) Τα εξής, μεταξύ άλλων, κατέστησαν το πραξικόπημα αναπόδραστο:
1) Οι τραγικές συναντήσεις των Συνταγματαρχών με την Τουρκία που κατέδειξαν τον ερασιτεχνισμό τους
2) η επικράτηση του «πράκτορα των πρακτόρων» Ιωαννίδη που εκμηδένισε κάθε δυνατότητα ορθολογιστικών αποφάσεων στην Αθήνα
3) το τραγικό λάθος του Γρίβα να δημιουργήσει την ΕΟΚΑΒ που μετά την ασθένειά του και τον θάνατό του αποδεδειγμένα ξέρουμε ότι περιέπεσε στον έλεγχο της χούντας και ξένων πρακτόρων
4) ο εγκλωβισμός σε αυτή την εγκληματική χουντική οργάνωση πολλών αθώων και καλόπιστων που πίστεψαν στην ένωση και
5) η –ίσως λόγω περιορισμένων δυνατοτήτων– παράλειψη του προέδρου Μακαρίου να ελέγξει δραστικά και αποτελεσματικά τις παρανομίες αλλά και να διεξάγει διεθνείς διαπραγματεύσεις παρακάμπτοντας τους χουντικούς πράκτορες της Αθήνας.
η)Τι ακολούθησε; Μήπως ριζική ανασύνταξη; Μήπως καταπολέμηση των εμφύλιων συνδρόμων και εμφύλιων διαιρέσεων; Μήπως στρατηγική ανασύνταξη όχι μόνο αγοράζοντας όπλα αλλά και συγκροτώντας μια αξιόπιστη εθνική στρατηγική η οποία για να μην είναι παγιδευμένο το Ελλαδικό κράτος θα έπρεπε να καλύπτει και το μη κατεχόμενο μέρος της Κυπριακής Δημοκρατίας; Μήπως με στρατηγικό δόγμα για την αδιαπραγμάτευτη ασφάλεια του ενός δέκατου του Ελληνισμού; Μήπως με ενεργητική εκμετάλλευση των κατά τα άλλα σπάνιων αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του 1974,1975 και 1983;Μήπως με αναθεώρηση του «ανήκουμε στην Δύση και την Ευρώπη» και εδραίωση δόγματος κυρίαρχης ισότιμης συμμετοχής συμπεριλαμβανομένων άρτιων διαπραγματευτικών στρατηγικών για ισόρροπες συναλλαγές;
θ) Δεν χρειάζεται καν να απαντήσουμε στα ερωτήματα που τέθηκαν μόλις ή άλλα παραπλήσια. Υπογραμμίζουμε μόνο τα εξής:
1) Το δόγμα έκτοτε και εν πολλοίς και κατ’ ουσία και σήμερα –με στιγμιαίες εξαιρέσεις το 1983 και των από καιρό ανενεργό Ενιαίο Αμυντικό Χώρο– είναι ότι το ένα δέκατο του Ελληνισμού «κείται μακράν».
2) Οι αναλυτές στο μέλλον δεν θα μπορέσουν να εξηγήσουν γιατί Λευκωσία και Αθήνα δέχθηκαν να μπουν στον πάγο οι αποφάσεις του ΣΑ του 1974,1975 και 1983 και γιατί αφέθηκαν να διολισθήσουν σε κάποιους μυστήριους και από άποψη κρατικής οργάνωσης παγκόσμια άγνωστους όρους όπως δικοινοτικό, διζωνικό και πολιτική ισότητα σε εθνική βάση.
3) Δεν θα επεκταθούμε ως προς αυτό γιατί το αναλύσαμε σε άλλη περίπτωση. Τονίζεται μόνο ότι πρώτον, δεν δημιουργείται κράτος αλλά ένα διαιρεμένο κρατίδιο υπό τουρκική κυριαρχία, δεύτερον, δεν ζητάμε από τον ΟΗΕ να συμμορφωθούν όλοι με τις αποφάσεις του ΣΑ για την διεθνή τάξη, τρίτον, η Ελληνική πλευρά κρατεί σημαίες που γράφουν ΔΔΟ με πολιτική ισότηταπου εμπερικλείει όλες τις εκδοχές των τουρκικών θέσεων και τέταρτον, το πολιτικό προσωπικό πλέον φαίνεται να μην ασχολείται και να μην γνωρίζει καν τέτοιες … λεπτομέρειες.
4) Ως αποτέλεσμα των πιο πάνω τα παράνομα αποτελέσματα που δημιούργησε το πραξικόπημα του 1974 και η παράνομη εισβολή εκπληρώνουν τους Τουρκικούς σκοπούς που εδώ και δεκαετίες έθεταν και με πιο ρητό τρόπο διατύπωσε ο Αχμέτ Νταβούτογλου, για έλεγχο της Κύπρου («ακόμη και εάν δεν υπήρχε εκεί ένας τουρκοκύπριος»).
5) Τέλος αλλά όχι το τελευταίο, ενώ εισήλθαμε στην τρίτη δεκαετία του 21ου αιώνα εν μέσω καταιγιστικών στρατηγικών εξελίξεων η Ελληνική πλευρά διανύει τον ύπνο τον αξύπνητο:
α)Οποιοδήποτε είδος «ΔΔΟ με πολιτική ισότητα» εάν γίνει αποδεκτό από την Ελληνική πλευρ το ένα δέκατο του Ελληνισμού θα εισέλθει σε τροχιά αργού και βασανιστικού θανάτου όπως κάθε μειονότητα εντός των πεδίων της Τουρκικής κυριαρχίας.
β) Η Τουρκία με ή χωρίς τον Ερντογάν γιγαντώνεται γεωπολιτικά-στρατηγικά, το Ελλαδικό κράτος παγιδεύεται στρατηγικάλόγω ομηρίας των Ελλήνων της Κύπρου αλλά και αλλαγές των γεωπολιτικών δεδομένων και
γ) σε συνδυασμό με την αδυναμία εκπλήρωσης των προνοιών του διεθνούς δικαίου για την Ελληνική Επικράτεια το μέλλον πλέον είναι κάτι περισσότερο από δυσοίωνο και μάλιστα εντός ενός ραγδαία εξελισσόμενου στρατηγικού περιβάλλοντος που ευνοεί μεγάλες ανακατατάξεις ακόμη μεγάλες αναθεωρήσεις συνόρων.
Ολοκληρώνουμε λοιπόν με την γνωστή θέση του κορυφαίου Αμερικανού διεθνολόγου Hans Morgenthau: «Βιώσιμο είναι το κράτος όταν διαθέτει επαρκή ισχύ (και στρατηγική) εκπλήρωσης των προνοιών του διεθνούς δικαίου για την Επικράτειά του». Στην περίπτωση της Ελλάδας του Δικαίου της Θάλασσας (Αιγιαλίτιδα, υφαλοκρηπίδα, ΑΟΖ) και στην περίπτωση της Κύπρου, τις Υψηλές Αρχές του Διεθνούς Δικαίου του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ και τις αποφάσεις του ΣΑ που ζητούσαν να τερματιστεί κάθε παρανομία και να διασφαλιστεί η ακεραιότητα της Κυπριακής Δημοκρατίας.