Σταύρος Χριστακόπουλος
Με χρώμα... εκλογικό – και όχι μόνο λόγω της κάλπης για Αυτοδιοίκηση και Ευρωβουλή – βάφει η κυβέρνηση Σαμαρά το πολιτικό κλίμα της τρέχουσας (έτσι ή αλλιώς προεκλογικής) περιόδου.
Κύρια χαρακτηριστικά της επικοινωνιακής πολιτικής της συγκυβέρνησης είναι:
◆ η ακραία πόλωση με τον ΣΥΡΙΖΑ, η οποία δυστυχώς κινείται στα όρια του γραφικού και ακόμη συχνότερα στα όρια του γελοίου,
◆ η άπελπις προσπάθεια να νεκραναστηθεί ο μύθος του success story,
◆ η απόπειρα να συντηρηθεί η αδύναμη ελπίδα μιας διαπραγμάτευσης για το χρέος,
◆ η αγωνία για την παροχή ενός πολιτικού «δώρου» από τους Ευρωπαίους (και κυρίως τους Γερμανούς), έστω την τελευταία στιγμή πριν από την ευρωκάλπη.
Όμως τα πράγματα είναι εξαιρετικά δύσκολα, αφού μια σειρά από παράγοντες, επιβαρυντικούς της κυβερνητικής διαχείρισης, μετατρέπουν σε Γολγοθά την πορεία του Αντώνη Σαμαρά και του Ευάγγελου Βενιζέλου προς μια εκλογική αναμέτρηση, στις 25 Μαΐου, η οποία (αν δεν έχουν προηγηθεί οι βουλευτικές εκλογές) ενδέχεται να προκαλέσει έως και πολιτικό σεισμό.
Το αποτέλεσμα είναι η πολιτική αποσταθεροποίηση της κυβέρνησης, η οποία ψάχνει αγωνιωδώς σανίδα σωτηρίας από το επερχόμενο ναυάγιο και την ωθεί να παίζει... επικίνδυνα με τα πιο δυσμενή εκλογικά σενάρια, τα οποία υπάρχει κίνδυνος να εξελιχθούν σε αυτοεκπληρούμενη προφητεία.
Γκάλοπ και εκλογολογία
Ο πρώτος αποσταθεροποιητικός παράγοντας είναι οι δημοσκοπήσεις, οι οποίες όχι μόνο δείχνουν στο σύνολό τους πρώτο πλέον τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά εμφανίζουν συνεχώς βελτιούμενες τις επιδόσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης σε ποιοτικά στοιχεία, τα οποία παραδοσιακά θεωρούνται κρίσιμα ως προς την αποτίμηση της ικανότητας διακυβέρνησης κάθε κόμματος.
Η συγκυβέρνηση, από «παράγων σταθερότητας και ομαλότητας», «εγγυήτρια της εξόδου από την κρίση και παραμονής στο ευρώ» και «μεταρρυθμιστική» δύναμη, μέσα σε λίγους μήνες έχει μετατραπεί σε ένα ασταθές και πελαγωμένο σχήμα, το οποίο αναζητεί αγωνιωδώς τρόπο να περιορίσει την εκλογική του ήττα.
Και μόνο οι – προερχόμενες από την κυβέρνηση – διαρροές περί «διαχειρίσιμης ήττας» στα επίπεδα του 3% έως 4% και «μη διαχειρίσιμης» ή «καταστροφικής» στην περιοχή των 8 έως 10 μονάδων είναι ενδεικτικές της αγωνίας της να διαχειριστεί πολιτικά το αποτέλεσμα της ευρωκάλπης. Η σημερινή δημοσκόπηση της Pulse RC για το «Ποντίκι» είναι ένας ακόμη λόγος ανησυχίας για τη Ν.Δ., το ΠΑΣΟΚ και το Μέγαρο Μαξίμου.
Ανησυχία για αποσύνθεση
Το αποτέλεσμα της ενδοκυβερνητικής σύγχυσης και της απώλειας ψυχραιμίας για τα δημοσκοπικά ευρήματα αποτυπώνεται με πολλούς τρόπους στα δύο συνεργαζόμενα κόμματα και στο Υπουργικό Συμβούλιο. Οι κυριότεροι είναι:
1 Η όλο και πιο επιθετική στάση έναντι του ΣΥΡΙΖΑ για θέματα που καμιά σχέση δεν έχουν ούτε με την πολιτική ατζέντα ούτε με την πραγματικότητα – όπως π.χ. η εμμονική προσπάθεια σύνδεσης του ΣΥΡΙΖΑ με την τρομοκρατία, τα περί «αθεΐας» του Τσίπρα κ.λπ. –, με συνέπεια οι διαμορφωτές της επικοινωνιακής πολιτικής κυρίως της Ν.Δ. να οδηγούνται συχνά στην αυτογελοιοποίηση.
2 Οι αυξανόμενες διαφοροποιήσεις του ΠΑΣΟΚ σε κορυφαία θέματα της «μεταρρυθμιστικής» ατζέντας της Ν.Δ., με... ταραχώδη παραδείγματα τη φορολόγηση («χαράτσωμα») των ακινήτων και το περίφημο «25ευρω» για την εισαγωγή των ασθενών στα νοσοκομεία, αλλά και οι πιο «διακριτικές» διαφοροποιήσεις στις άστοχες επιθέσεις της Ν.Δ. εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ.
Έχουν προφανώς δίκιο όσοι διακρίνουν ότι το ΠΑΣΟΚ επιχειρεί να διαμορφώσει μια δική του πολιτική ατζέντα ώστε να σταθεί αξιοπρεπώς στις εθνικές εκλογές. Ο Βενιζέλος φέρεται πεπεισμένος πως όσο συντομότερα γίνουν οι βουλευτικές εκλογές τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες του ΠΑΣΟΚ και της Ν.Δ. να αποφύγουν το σενάριο της συντριβής.
3 Η – διαρκώς εντεινόμενη – ενδοκυβερνητική γκρίνια ότι αρκετοί υπουργοί, υπό τον φόβο μιας εκλογικής καταβαράθρωσης, έχουν ήδη «κατεβάσει τα μολύβια» και αποφεύγουν να παίρνουν νομοθετικές πρωτοβουλίες για να μην εκτεθούν στους ψηφοφόρους τους και να διεκδικήσουν την εκλογική επιβίωσή τους ή, έστω, να διασώσουν την υστεροφημία τους όταν με το καλό αποστρατευθούν πολιτικά και επιστρέψουν στην... κανονική ζωή.
Πολλοί στην κυβέρνηση και στο στενό περιβάλλον του πρωθυπουργού πιστεύουν ότι όσο περισσότερο καθίσταται αναπόφευκτη μια πολύ πρόωρη προσφυγή στη λαϊκή κρίση τόσο θα πληθαίνουν τα φαινόμενα «αυτοσυγκράτησης» υπουργών, τα οποία υπάρχει κίνδυνος να εξελιχθούν – ακόμη και μεταξύ δεδηλωμένων ζηλωτών του νεοφιλελεύθερου «προγράμματος» της τρόικας – σε «λευκή» νομοθετική... απεργία.
4 Η εξ ίσου σοβαρή απροθυμία κυβερνητικών βουλευτών να στηρίξουν επαχθή νομοσχέδια, πριν τουλάχιστον δώσουν μια σθεναρή – πλην πολιτικά... αιματηρή – μάχη με τους αρμόδιους υπουργούς, όπως συχνά έχει συμβεί το τελευταίο διάστημα, με αποκορύφωμα τα τέλη του 2013.
Όπως υπογραμμίζουν, άλλωστε, αρκετοί έμπειροι βουλευτές και αναλυτές, το μεγαλύτερο πρόβλημα για την κυβερνητική σταθερότητα δεν είναι η μικρή πλειοψηφία της στη Βουλή, αλλά οι συνάδελφοί τους που φοβούνται ή είναι βέβαιοι ότι, σε περίπτωση εκλογικής ήττας, θα παρακολουθούν πλέον την κοινοβουλευτική δραστηριότητα μόνο από το... Κανάλι της Βουλής.
Αν συνυπολογίσουμε μια ήττα της Ν.Δ., με απώλεια τουλάχιστον του μπόνους 50 εδρών, το βάσιμο ενδεχόμενο συρρίκνωσης του ΠΑΣΟΚ στο μισό της εκλογικής δύναμης του Ιουνίου του 2012 και την έντονη τα τελευταία χρόνια τάση για μεγάλη ανανέωση του πολιτικού προσωπικού των κομμάτων και της Βουλής, αρκετές δεκάδες βουλευτές της σημερινής συγκυβέρνησης θα αποχαιρετήσουν – άλλοι προσωρινά και άλλοι διά παντός – τη Βουλή.
Η διατήρηση της πολιτικής συνοχής της κυβέρνησης σε βάθος χρόνου, υπ’ αυτούς τους όρους, είναι ένα... όνειρο τρελό.
5 Η βαθύτατη πλέον ανησυχία για τη διάρκεια της εκλογολογίας, η οποία θα αποτελεί διαρκή τροχοπέδη για την κυβέρνηση, τουλάχιστον έως τις προεδρικές εκλογές του 2015. Το αυτονόητο συμπέρασμα των λίγων ψύχραιμων στην κυβέρνηση είναι ότι η συζήτηση περί πρόωρων εκλογών, ακόμη και εντός του 2014, δεν μπορεί πια να λήξει παρά μόνο με... εκλογές! Ποιος, εξ άλλου, μπορεί να πιστέψει ότι μια κυβέρνηση όπως η σημερινή, που παράγει διαρκώς εκλογικά σενάρια και φήμες μπορεί να αντέξει τις συνέπειές τους;
Πίεση αντί διαπραγμάτευσης
Η ισχυρότερη πίεση, πάντως, και ο σοβαρότερος παράγοντας δημιουργίας και διαρροής εκλογικών σεναρίων είναι η αδυναμία της κυβέρνησης να διαπραγματευθεί με τους δανειστές (Ευρωπαίους και ΔΝΤ) όχι μόνο μια ρύθμιση του χρέους, άλλα έστω την προσωρινή «χαλάρωση» των μνημονιακών δεσμεύσεων.
Με το ΔΝΤ οι σχέσεις συνεχώς επιδεινώνονται εξ αιτίας της πλήρους προσκόλλησης Σαμαρά, Βενιζέλου και Στουρνάρα στη Γερμανία, αλλά και της στοχευμένης έκθεσης του Ταμείου από τον υπουργό Οικονομικών με στόχο να διατρανωθεί η «πίστη» του ιδίου και της κυβέρνησης στον... Σόιμπλε. Ωστόσο η Γερμανία δεν φαίνεται να ανταποδίδει στην κυβέρνηση της Ελλάδας το επικοινωνιακό «σέρβις», καθώς εμφανίζεται
◆ σκληρή στη διαπραγμάτευση για το εύρος του δημοσιονομικού κενού των ετών 2014-15, το οποίο ήδη αναθεωρήθηκε από την τρόικα στα 14 δισ. ευρώ, έναντι 11 δισ. πριν από ελάχιστο καιρό,
◆ με σκληρότερες – κατά 4,5 δισ. ευρώ – θέσεις στο θέμα του χρηματοδοτικού κενού και άρα των νέων μέτρων που θα χρειαστούν άμεσα για την κάλυψή του
◆ και αμετακίνητη στον τρόπο κάλυψης της ελληνικής μαύρης τρύπας με νέο δάνειο και νέο μνημόνιο αντί ενός νέου έμμεσου «κουρέματος», το οποίο επιθυμούν σφόδρα το Μαξίμου και το υπουργείο Οικονομικών.
Μάλιστα είναι εντυπωσιακός ο ρυθμός αύξησης των προβλημάτων της κυβέρνησης στο ζήτημα της όποιας διαπραγμάτευσης, αν συνυπολογίσουμε:
1 Τα 300-400 εκατ. ευρώ, με τα οποία επιβαρύνονται οι ελληνικοί προϋπολογισμοί σε έκταση τετραετίας από μία και μόνη απόφαση του Αρείου Πάγου περί αντισυνταγματικότητας στην περικοπή των ειδικών μισθολογίων των ενστόλων, η οποία εκθέτει σε έναν ακόμη κίνδυνο τη μαγική εικόνα του... επικοινωνιακού πρωτογενούς πλεονάσματος.
2 Τα επιπλέον 650 έως 700 εκατ. ευρώ, τα οποία αναμένεται να χαθούν για το ασφαλιστικό σύστημα – και αναμένεται να επιφέρουν νέα εισπρακτικά μέτρα – λόγω της μείωσης των εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών, οι οποίες επιπλέον θα πλήξουν βίαια και την τσέπη των εργαζομένων αυξάνοντας κατακόρυφα την κοινωνική δυσαρέσκεια.
Ένας ακόμη παράγων που δυσκολεύει αφάνταστα τη διαπραγματευτική θέση της κυβέρνησης έναντι των δανειστών ανέκυψε τη Δευτέρα. Το ανεξάρτητο από αυτή Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής, με μια «Ενδιάμεση Έκθεση για τα μέλη των αρμόδιων Κοινοβουλευτικών Επιτροπών της Βουλής των Ελλήνων», με τον τίτλο «Η νέα οικονομική διακυβέρνηση στη ζώνη του ευρώ και η Ελλάδα – Οι μηχανισμοί εποπτείας και αλληλεγγύης υπό όρους μετά το Μνημόνιο», προκαλεί ένα ακόμη σοκ:
◆ Χαρακτηρίζει «μη βιώσιμο» το χρέος διαψεύδοντας τον ίδιο τον πρωθυπουργό, ο οποίος την ίδια μέρα, στο Ελληνογερμανικό Επιμελητήριο, υποσχόταν τη μετατροπή του χρέους σε μακροχρόνια και... σταθερά βιώσιμο.
◆ Υπενθυμίζει ότι το Δημοσιονομικό Σύμφωνο – το οποίο θα πρέπει να εφαρμόσει η κυβέρνηση αμέσως μετά την επιδιωκόμενη έξοδο από το μνημόνιο – έχει επίσης σκληρούς και μη διαχειρίσιμους όρους παραμονής στο ευρώ.
◆ Περιγράφει ακόμη μια φορά ως αναγκαίο και αναπόφευκτο ένα μεγάλο «κούρεμα» του ελληνικού δημοσίου χρέους, διότι διαφορετικά η προσπάθεια εξυπηρέτησής του θα ακυρώνει κάθε απόπειρα ανάπτυξης της χώρας, ακόμη και επιτυχημένης.
Οικονομικός βάλτος
Σε ένα τέτοιο περιβάλλον δυσμενών ειδήσεων, αλλά και μιας κοινωνικής και ανθρωπιστικής καταστροφής, η οποία έχει επέλθει στο όνομα στόχων που δεν έχουν καμιά σοβαρή ελπίδα επίτευξης, καθίσταται άκαιρο και... άκυρο στη συνείδηση της κοινωνίας το κυβερνητικό επιχείρημα ότι «ο ΣΥΡΙΖΑ θα καταστρέψει τη χώρα».
Μοιάζει έωλο το μεγαλύτερο μέρος της κυβερνητικής «προεκλογικού» χαρακτήρα επιχειρηματολογίας, την ίδια ώρα μάλιστα που η εφορία έχει εξαπολύσει ένα ακόμη μεγάλο φοροκυνηγητό με την αρπαγή, από δεκάδες χιλιάδες οφειλέτες, απευθείας από την τράπεζα, μέρους των καταθέσεων, μισθών και ενοικίων τους.
Την ίδια ώρα δε που η ασύλληπτη ανεργία, οι δραματικές μειώσεις εισοδημάτων και η – κατά παράβαση των ευρωπαϊκών συνθηκών, όπως σημειώνει η εξεταστική επιτροπή του Ευρωκοινοβουλίου για τα έργα της τρόικας – κατάρρευση της κοινωνικής πολιτικής γκρεμίζουν τις ζωές εκατομμυρίων Ελλήνων, ούτε η «πραγματική οικονομία» εμφανίζει σημάδια βελτίωσης.
Τυπικό παράδειγμα αποτελεί η ανακοίνωση του Γενικού Δείκτη Κύκλου Εργασιών στη βιομηχανία (σύνολο εγχώριας και εξωτερικής αγοράς) του Νοεμβρίου 2013, ο οποίος, σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Νοεμβρίου 2012, παρουσίασε μείωση κατά 11,7%, έναντι αύξησης 4,5% που σημειώθηκε στην αντίστοιχη σύγκριση του 2012 προς το 2011.
Σαν «κερασάκι στην τούρτα» έρχεται η είδηση ότι ήδη οι αγρότες, ένα παραδοσιακό στήριγμα των κομμάτων της συγκυβέρνησης, διαμαρτυρόμενοι για την επιβληθείσα «τήρηση βιβλίων», δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους βγαίνοντας με τα τρακτέρ τους σε πλατείες χωριών με προοπτική να επεκταθεί η κινητοποίησή τους στις εθνικές οδούς αν υπάρξει «κλίμα» για μεγάλη κινητοποίηση.
Τρομοκρατία και μπάχαλο
Το ήδη βαρύ κλίμα επιβαρύνουν πλήθος σκάνδαλα τα οποία υπογραμμίζουν τη σκανδαλώδη διακυβέρνηση τεσσάρων δεκαετιών και απαξιώνουν περαιτέρω τις κυβερνήσεις που οδήγησαν τη χώρα στη χρεοκοπία και την κοινωνία στην καταστροφή. Είναι άγνωστο τι μπορεί να αποδώσει η προσπάθεια του πρωθυπουργού να καρπωθεί μέρος από τις όποιες θετικές εντυπώσεις περί ξεκαθαρίσματος του παλαιού τοπίου σε επίπεδο μιζών και γενικότερης διαφθοράς.
Την εικόνα μπάχαλου πάντως επισημειώνει το νέο άνοιγμα του «Φακέλου Τρομοκρατία», όχι μόνο με την εμφάνιση νέων οργανώσεων, αλλά και με την απόδραση του Χριστόδουλου Ξηρού, ο οποίος όχι μόνο έδωσε το – άγνωστης αποτελεσματικότητας – σύνθημα για ενοποίηση όλων των ένοπλων ομάδων, αλλά εξέθεσε την «αντιτρομοκρατική» ρητορεία της κυβέρνησης και επέτεινε τις δυσμενείς διεθνείς εντυπώσεις την ώρα που ο πρωθυπουργός εμπορεύεται διαρκώς την «αλλαγή εικόνας» της Ελλάδας.
Υπ’ αυτές τις συνθήκες είναι, προφανώς, άγνωστο αν η κυβέρνηση θα αντέχει για πολύ ακόμη να αποφεύγει την προσφυγή στην εθνική κάλπη, καθώς συνεχώς μειώνονται τα πολιτικά πεδία στα οποία μπορεί να ασκεί σοβαρό έλεγχο...
πηγή