Ο Ιούλιος Β΄ έβγαλε τσαντισμένος τα ακουστικά του. Μουρμούρισε μια βρισιά και άπλωσε το χέρι του να πάρει τη ταμπακέρα του, δώρο της γυναίκας του στη γιορτή του. Απαγορευόταν - υποτίθεται - το κάπνισμα εκεί κάτω στον 3ο υπόγειο όροφο αλλά ποιός το κράταγε. Το άγχος και το στρές περίσσευε σε όλους όσους είχαν πρόσβαση στα υπόγεια, ποιός είχε το κουράγιο να κόψει και το κάπνισμα! Σιγά τα ωά. Βρε δε παν να λέγαν οι γαλονάδες...
Εστριψε ένα τσιγαράκι, το άναψε και ξεφύσηξε σαν μανιασμένη φάλαινα τον καπνό. "Ρε που μπλέξαμε! Αντε τώρα να βρείς και άκρη!"
Ο Μάρκος 13 μπήκε φουριόζος και τον κατατρόμαξε!
- Ελα ρε μαλάκα, μου κοψες τη χολή! Πως μπαίνεις έτσι; Πες "μπαίνω", "εγώ είμαι" ή χτύπα πρώτα!
- Πολύ τσιτωμένος είσαι παλικάρι μου, χαλάρωσε! Σ' έκοψα απο τίποτα;
- Δε μας παρατάς κι εσύ; Λέγε, τι θες!
- Ο Διανομέας θέλει αναφορά! Τι γίνεται, τι λέγοντ...
- Μας κατάλαβε, μη κάνεις το κόπο! τον έκοψε ο Ιούλιος Β'. Είναι γάτος, ξέρει που πατάει. Κάνανε κουβεντούλα περι ανέμων και υδάτων! Μόνο για τον καιρό δε μιλήσανε!
- Μην είσαι ηλίθιος, τίποτε δε κατάλαβε. Τα μέτρα του παίρνει το παλικάρι και καλά κάνει, δεν είναι χτεσινός. Οι δικοί σου τι κάνουν, τον προσέχουν;
- Ρε συ Μάρκο, εκπαίδευση μου κάνεις; Δε πας να πιείς κανα καφέ να στανιάρεις; Αντε αγόρι μου κι έχω τις τσαντίλες μου! Πες στο Διανομέα οτι θα ανέβω εγώ πάνω να του τα πώ. Σε κανα μισάωρο θα είμαι εκεί. Ασε με τώρα!
- Καλάαα! εκανε ο Μάρκος 13 και έκανε μεταβολή να φύγει. Ανοιξε τη πόρτα και κοντοστάθηκε. Τον κοιταξε για μερικά δευτερόλεπτα και του είπε:
- Κοίτα, όσο κι αν αυτό σε χαλάει, εγώ είμαι πλέον ο προιστάμενός σου, εδώ και ενα μήνα! Καλά θα κάνεις το λοιπόν να το χωνέψεις! Μπορεί να ήσουν κάποτε το κομματικό χαιδεμένο πεκινουά κάποιων, αλλά τώρα τα πράγματα αλλάξανε. Η διορία που σού χω δώσει σιωπηλά δε θα κρατήσει για πολύ. Αυτά για να τα έχεις υπόψη σου! Ξηγηθήκαμε;
Ο Ιούλιος Β΄ τον κοίταξε περιφρονητικά. Ο Μάρκος 13 φεύγει και κλείνει τη πόρτα πίσω του με βρόντο. "Δε πας στο διάολο τσατσόνι", μουρμούρισε και σβήνει το τσιγάρο του με λύσσα.
Ο Δημήτρης Στρατάκης κοίταξε για πέμπτη φορά το ρολόι του. Πέντε παρά πέντε. Είπανε στις τέσσερις, αλλά το στήσιμο κοντεύει να γίνει ...χτιστό! "Λές να με δούλευε;" σκεφτόταν ανήσυχα. "Οχι δε νομίζω, αλλά ποτέ δε ξέρεις. Εγώ ο μαλάκας φταίω που μπλέχτηκα σ' αυτό το παιχνίδι χωρίς καν να το καταλάβω". Το παγκάκι στο Λυκαβηττό ήταν μισοβρεγμένο και με το κρύο, η υγρασία περνούσε στα κόκκαλα. Μπορεί να τά χε τα κιλάκια του κι απο λίπος να φαν κι οι κόττες που λένε, αλλά το κρύο του Φλεβάρη δεν αντέχεται με τίποτα. Ιδίως αν αυτός ο κουτσο-Φλέβαρος έχει τις τσαντίλες του. Ξανακοιτάζει το ρολόι. Πέντε και δέκα. "Θα σηκωθώ να φύγω και δε θα με ξαναδεί" Δε πρόλαβε όμως να αποσώσει τη σκέψη του και μια γνώριμη φωνή πίσω του τον έκανε να τιναχτεί.
- Χίλια συγνώμη για τη ταλαιπωρία!...
Γυρνάει απότομα και το παχουλό κορμί του ζορίστηκε. Το χαμόγελο του Βατάτζη τον μαλακώνει.
- ...και το στήσιμο! Αλλά δε γινόταν αλλοιώς. Επρεπε να ρίξω πίσω μου αρκετούς τόνους μελάνι. Ελα πάμε, έχω το αμάξι πιο κάτω. Εχουμε να πούμε πολλά. Αυτά που ΔΕΝ κουβεντάσαμε στο γραφείο, θα τα πούμε τώρα. Θα 'ρθεις ή αποφάσισες πως το παγκάκι σε βολεύει καλύτερα;
Ο Στρατάκης σηκώθηκε και προχώρησε προς το μέρος του.
- Ευχομαι να αξίζει τον κόπο κύριε πρωθυπουργέ.
Ο Γιάννος του σκέπασε το στόμα με τη παλάμη του.
- Απο δώ και μπρός, για σένα είμαι σκέτος "Γιάννος". Μόνο δημόσια είμαι αυτός που είπες. Και τα πουλιά έχουν αυτιά. Κατανοητό;
Ο Γιάννος προχωράει μπροστά κι ο Στρατάκης ακολουθεί, ένα βηματισμό πιο πίσω. Απομακρύνονται από τη πλατεία και χάνονται στα πεύκα μέσα στο δασάκι.
"Ε, τώρα είναι που δε καταλαβαίνω τίποτα! Τι διάολο ετοιμάζει τούτος εδώ; Συνωμοσία; Που στα κομμάτια πάει να με μπλέξει; Έχει γούστο να θέλει να μου φορτώσει κανένα τσουβάλι με σκουπίδια και μετά να ψάχνω εγώ τη χωματερή για να τα πετάξω! Στρατάκη, το νού σου αγόρι μου!"
Η Στέλλα Χένκελ δεν υπήρξε ποτέ στη ζωή της όμορφη. Κι αυτό το κουβάλαγε μέσα της πάρα πολλά χρόνια. Παρά το γεγονός οτι είχε γεννηθεί μέσα σε μια υπερ-συντηρητική οικογένεια, με έναν πατέρα Λουθηρανό πάστορα και μάνα αυστηρή δασκάλα εσώκλειστου σχολείου, η Στέλλα ποτέ δεν αποδέχτηκε συνειδητά οτι οι φίλες της θα είχαν στο μέλλον τον πρώτο λόγο σε αυτό που λέμε "γυναικεία προκλητικότητα" κι όχι αυτή.
Eπίσης, το γεγονός οτι μεγάλωσε σε μια κομμουνιστική χώρα, όπως ήταν η Ανατολική Γερμανία, ουδόλως επηρέασε την ιδεολογική της γαλουχία. Ακόμη και παρά το οτι υπήρξε, όπως σχεδόν η συντριπτική πλειονότητα των νέων άλλωστε, μέλος της Σοσιαλιστικής Γερμανικής Νεολαίας. Και πως θα μπορούσε άλλωστε να γίνει και διαφορετικά, όταν έχεις έναν πατέρα που σε εξανάγκαζε να ασκείς θρησκευτικά καθήκοντα και να σκέφτεσαι με βάση το λουθηρανικό τρόπο ζωής και δράσης. Προσευχή το πρωί που σηκώνεσαι, το μεσημέρι όταν τρώς, το βράδυ πρωτού κοιμηθείς, η διαφύλαξη ως κόρη οφθαλμού της παρθενίας, μη μιλήσεις, μη βγείς, μη, μη, μη, η Στέλλα δεν είχε άλλο δρόμο απο το να σκεπάσει τη ντροπή για τον εαυτό της με ένα σιδηρούν παραπέτασμα ψυχρότητας και συντηρητισμού. Κι έτσι, τον φυσικό γυναικείο ανταγωνισμό όσον αφορά τη θηλυκότητα και την προκλητικότητα, την αντικατέστησε με την επιδίωξη της ανάδειξης του εαυτού της μέσω της ανταγωνιστικότητας στο σχολείο, στο πανεπιστήμιο και αργότερα στις επαγγελματικές επιλογές της, που γρήγορα αυτές έγιναν πολιτικές. Η πολιτική γι' αυτήν ήταν ένα ισχυρότατο μέσο για να ικανοποιήσει τη ματαιοδοξία της. αυτήν τη ματαιοδοξία, που δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει σαν γυναίκα. Και ο γρήγορος γάμος της σε πολύ μικρή ηλικία, με το μόνο αγόρι που της την είχε πέσει στη ζωή της μέχρι τότε, μαρτυρά επίσης την στριφνή της προσύλωση στα υπερ-συντηρητικά ιδεώδη. Σήμερα, ούτε το όνομά του δεν θυμάται πλέον.
Αυτήν ακριβώς την υπέρμετρη στενοκεφαλιά της μισούσε πάνω απ όλα ο εκλεπτυσμένος και λάτρης της αβρότητας Ζοσουά Ζιβανσύ. Ωρες-ώρες, τον έπιανε η μανία να της χαρίσει την πιο βίαιη σαδομαζοχιστική βραδιά της ζωής της! Με εκείνον στον πρώτο ρόλο του μαστιγίου κι εκείνη κρεμασμένη από κάποιο ταβάνι με βαριές αλυσίδες και με τη πλάτη κατασχισμένη από τις δυνατές του βουρδουλιές! Τόσο άσχημα ήταν τα πράματα.
"Ω, Θεέ μου, τι κάθομαι και σκέφτομαι, σε ποιό ακραίο σημείο είναι ικανή να με φέρει τούτο το χιτλερικό απόβρασμα"!
Την άκουγε τόση ώρα που μίλαγε στους υπόλοιπους ηγέτες της G-20 και παρά το ότι έκανε υπεράνθρωπες προσπάθειες να κατευνάσει τα πιο άγρια ένστικτά του, εντούτοις αυτά επικρατούσαν με ολοένα και μεγαλύτερη ένταση.
- Τι σκέφτεσαι; τον ρώτησε ενώ έβαζε με το πιρούνι της ένα μικρό κομμάτι ψητό βοδινό αλα κεσουάρ, παραδοσιακό φαγητό της βόρειας Νορμανδίας.
"Το πως να σε τεμαχίσω σε μικρά κομματάκια σαν το βοδινό κεσουάρ που χλαπακιάζεις γκιόσσα"
- Την Ελλάδα, είπε ξεψυχισμένα πίνοντας μια μικρή γουλιά απο το κόκκινο Σατώ Βιγιέ του '83. Νομίζω πως η επιλογή αυτού του τύπου, του Βατάτζη, δεν ήταν και η πιο σοφή. Με προβληματίζει πολύ το παρελθόν του. Τίποτε δεν εγγυάται απο αυτό το μέλλον. Ακόμη και το πιο βραχυπρόθεσμο.
- Είσαι κουτός, του είπε καρφώνοντάς τον μ' εκείνο το βλέμμα που θυμίζει Χάινριχ Χίμλερ. Απορώ πως οι Γάλλοι σε έκαναν πρόεδρό τους. Αν σκεφτόμουν, όπως εσύ, ακόμη θα ήμουν απλή γραμματέας του κόμματός μου.
Ήπιε κι εκείνη μια γουλιά κρασί και έγειρε πίσω στο άνετο κάθισμά της, εξακολουθώντας να τον καρφώνει με τα πράσινα, γεμάτα σκληράδα, μάτια της.
- Eντάξει, σ΄ ακούω. Πες μου. Γιατί έχεις τόσους ενδοιασμούς με τον Βατάτζη. Γιατί σε προβληματίζει το παρελθόν του. Εγώ απ ό,τι ξέρω - και το ξέρω καλά - είναι ότι ο άνθρωπος αυτός είναι καθ΄όλα έντιμος. Αρα, εκ προοιμίου αξιόπιστος συνομιλητής. Ύστερα...
- Κι απο πότε εμείς θέλουμε έντιμους συνομιλητές Στέλλα; την έκοψε ο Γάλλος.
- Βιάζεσαι Ζοσουά, έκανε με λίγο παραπάνω τόνο η Στέλλα. Κατ΄αρχάς, μεταβατικός πρωθυπουργός είναι ο άνθρωπος. Δεν έχει εντολή να κυβερνήσει. Απλά να πάει την Ελλάδα σε εκλογές. Επομένως, ο όρος "συνομιλητής" αυτοαναιρείται. Συνομιλητές μας είναι ο Σωζόπουλος κι ο Ρωμανός, αντε και ο Καρατζάς. Ο "καινούργιος" πάντως, όχι.
- Ο Καρατζάς δεν θα γίνει ποτέ "συνομιλητής" μου. Προτιμώ να πέσω στο Σηκουάνα παρά να συνομιλήσω μαζί του.
- Αυτό είναι το πρόβλημά σου; έκανε η Γερμανίδα και το συνόδεψε και με ένα πνιχτό γελάκι. Κι όμως, ό,τι και να είναι αυτός ο τύπος, δική του ιδέα ήταν ο Βατάτζης. Εγώ να σου πώ την αλήθεια, μετά την αποτυχία του Παπαδήμα τα χρειάστηκα. Τα χρειάστηκα πολύ. Ήρθε όμως η ιδέα του Βατάτζη από τον πιο τιποτένιο της παρέας και έσωσε τη κατάσταση. Απο κεί που δεν το περίμενες. Γι΄αυτό λέω πάντα οτι "μην υποτιμάς κανέναν στη ζωή σου, ακόμη και τον πιο ηλίθιο". Ή μήπως σου διαφεύγει ο Ρωμανός; Απο αυτόν δεν κοντέψαμε να γίνουμε σεληνιακό τοπίο; Ο άνθρωπος είναι ο ορισμός του ηλίθιου!
- Μπορεί, αλλά στη τελική δε σου βγήκε και σε κακό η όλη κατάσταση, έτσι δεν είναι;'
"Ε, μα πια! Σου χρειαζόταν χιτλερικό γουρούνι"
Το βλέμμα της Στέλλας άστραψε απότομα. Άφησε κάτω το πιρούνι με θόρυβο, σχεδόν το κοπάνησε πάνω στο πιάτο.
- Άκου να σου πω! Ή θα κάνουμε κουβέντα σοβαρή ή θα σηκωθώ να φύγω εντάξει; Κομμένοι οι υπαινιγμοί, αν θες να τα πάμε καλά!
"Σκύλα! Δε θα ησυχάσω αν δε δώ το χοντρό κεφάλι σου πάνω σε ένα παλούκι"!
- Μπορείς να ηρεμήσεις σε παρακαλώ; Μια κουβέντα είπα, δε σου έφερα δα και το ΔΝΤ στη τσέπη σου!
Η Στέλλα χαλάρωσε τα χαρακτηριστικά του προσώπου της χωρίς να ελαττωθεί η ένταση του βλέμματός της. Γέρνει πίσω και πάλι στο κάθισμά της και κάνει ένα νεύμα με το χέρι της σε κάποιον "φουσκωτό" της προσωπικής της φρουράς που στεκόταν λίγα μέτρα πιο πέρα, στο βάθος της αίθουσας, ακίνητος και με τα χέρια σταυρωμένα στη κοιλιά. Εκείνος τσακίζεται και με δυο δρασκελιές βρίσκεται απο πάνω της. Κάτι γαυγίζουν και οι δυό στα γερμανικά κι ο άλλος φεύγει με τον ίδιο τρόπο που ήρθε. Η Στέλλα ξαναγυρίζει στη πρωτινή θέση της.
- Εχεις δίκιο, πρέπει να ηρεμήσουμε. Τόσο πρέσσιγνκ δεν έχω ξανανιώσει στη ζωή μου... Παίζονται τα κεφάλια μας Ζοσουά, δε ξέρω αν το χεις πάρει χαμπάρι. Άλλωστε, το θέμα της Ελλάδας έχει πάρει ήδη το δρόμο του. Ο,τι και να γίνει, εμείς είμαστε εξασφαλισμένοι. Το μόνο που μας μένει είναι απλά η διευθέτηση του ελληνικού θέματος και η εφαρμογή της δημιουργίας των οικονομικών ζωνών για να πάρει ο καθένας το κομμάτι του και να τελειώνουμε. Με το νόμισμα τι κάνουμε, αυτόν τον γρίφο πρέπει να λύσουμε. Ο Βατάτζης είναι το τελευταίο που θα με απασχολούσε αυτή τη στιγμή. Ο,τι και να κάνει πάντως, δεν μας επηρεάζει.
- Εγώ διαφωνώ, αλλά τέλος πάντων. Είναι νωρίς ακόμη για να πούμε οτιδήποτε. Πάντως, για το καλό μας, μακάρι να είχε δίκιο αυτό το γλοιώδες υποκείμενο με τη φαεινή του ιδέα. Αλλοιώς, θα παραγγείλω να μου τον φέρουν σουβλιστό για να τον ρίξω στα ντόπερμαν του εξοχικού μου να τον ξεσκίσουν!
"Οπως κι εσένα μαζί χοντροκώλα! Ω, Θεέ μου, πως κατάντισα έτσι να σκέφτομαι τέτοιες απαίσιες βαρβαρότητες..."
Το μικρό εξοχικό του Γιάννου Βατάτζη στον Κάλαμο, από προχτές, μοιάζει με απόρθητο φρούριο. Σχεδόν μια ντουζίνα σεκιουριτάδες, που τους προσέλαβε την τελευταία στιγμή με προσωπικά του έξοδα, το έχουν κάνει φύλλο και φτερό, ανιχνεύοντάς το με τα τελειότερα μηχανήματα που υπάρχουν στην αγορά για κοριούς και ηλεκτρονικές υποκλοπές. Ο Δημήτρης Στρατάκης παρακολουθεί από το τζάμι της πίσω μπαλκονόπορτας τη συνεχή κίνηση των ανδρών ανέκφραστα, καθώς ακόμη βουίζει το κεφάλι του με όλα όσα του είπε απόψε ο πρωθυπουργός.
Ο Γιάννος, ερχόμενος από τη μικρή κουζίνα, του πρόσφερε ένα ποτηράκι με τσίπουρο, φτιαγμένο στη Κρήτη από φημισμένο "τσιπουρά" της Ιεράπετρας και καλό του φίλο.
- Είναι απ τη πατρίδα σου. Νέκταρ του Μίνωα! Πιές το, θα σου κάνει καλό! Στην υγειά σου!
Ο Στρατάκης το πήρε με γρήγορη κίνηση και το άδειασε μονορούφι. Το κάψιμο του δυνατού ποτού στο λαιμό του τον έκανε να ξεροβήξει.
- Το χρειαζόμουν, έκανε χαμογελώντας.
- Το ξέρω, είπε ο Γιάννος, ανταποδίδοντας το χαμόγελο.
Εμειναν έτσι κάμποσα δευτερόλεπτα, σιωπηλοί, κοιτάζοντας ο ένας τον άλλον. Στο τέλος ο Γιάννος έσπασε τον πάγο.
- Λοιπόν; Σε ακούω. Πες μου.
Ο Στρατάκης χαμογέλασε σκύβοντας το κεφάλι.
- Εντάξει, το παραδέχομαι. Πρώτη μου φορά βρίσκομαι σε τέτοια θέση. Πιο αμήχανος κι απ το πιο ντροπαλό μαθητάκι που προσπαθεί να ζητήσει ραντεβού απο το αστέρι της τάξης του.
- Κι εγώ, αν πω το αντίθετο θα είμαι ψεύτης. Αλλά το ξεπερνάμε και πάμε στην ουσία. Οταν...
Ο Στρατάκης τον κόβει απότομα.
- Δεν ξέρω αν μπορώ να το κάνω.
Ο Γιάννος τον κοίταξε αιφνιδιασμένος. Αλλά το βλέμμα του εξακολουθούσε να είναι ζεστό και η υποψία χαμόγελου υπήρχε ακόμη στα χείλη του.
- Το καταλαβαίνω.
Ο Στρατάκης σηκώθηκε. Προχώρησε λίγα μέτρα πιο πέρα κι αναστέναξε.
- Είναι αντίθετο με τα πιστεύω μου. Οχι, όχι απλώς αντίθετο. Είναι ο χειρότερος εφιάλτης μου! Εγώ δε πιστεύω στη βίαιη ανατροπή της νομιμότητας κύριε πρόεδρε, έστω κι αν αυτό οδηγήσει σε καλό δρόμο... Δε...δε πιστεύω, δε δέχομαι τον αγιασμό του οποιουδήποτε μέσου. Δε δέχομαι να αποφασίζει κάποιος για τη τύχη ενός λαού, ερήμην του. Εστω κι αν αυτός έχει τις πιο μεγάλες αρετές...Γιάννο!
Δεν το ξεστόμισε το όνομα του άλλου τυχαία.
Τον έτρωγε συνεχώς, ήταν συνέχεια στα χείλη του. Πάλευε με λύσσα να κρατήσει το "κύριε πρόεδρε", αλλά στο τέλος η συγκινησιακή φόρτιση τον λύγισε.
Ηξερε, κατάλαβε οτι μπροστά του είχε έναν αυθεντικό πατριώτη, έναν συνετό και πολύ καλό άνθρωπο. Εναν σπάνιο άνθρωπο, είδος πραγματικά προς εξαφάνιση! Το ζεστό του βλέμμα τον πρόδιδε σε κάθε του λέξη, σε κάθε του κίνηση.
Αλλά απ την άλλη, είχε τα πιστεύω του.
Τα πιστεύω, που γι αυτά πάλευε όλη του τη ζωή με πάθος. Ο λαός, για κείνον, έπρεπε να είναι το αφεντικό της τύχης του. Αυτός πρέπει να ορίζει τη μοίρα του. Όποια κι αν είναι αυτή.
Είναι όμως τελικά έτσι; Μπροστά στον κίνδυνο, μπροστά στον αφανισμό, θα μπορούσε να είναι έτσι;
Ο Γιάννος πήγε προς το μέρος του και ακούμπησε το χέρι του στον ώμο του Στρατάκη.
- Σ΄ ευχαριστώ που τελικά πρόφερες το όνομά μου. Αυτό εν πρώτοις με τιμά ιδιαίτερα, μιας και τελικά αποδέχτηκες το ίσο μεταξύ μας. Δε θέλω να είμαι αρχηγός κανενός Δημήτρη, ούτε και να βάζω διαχωριστικές γραμμές μπροστά από κανέναν. Δε ξέρω καν αν είμαι άξιος για να είμαι σε αυτή τη θέση!... Δε ξέρω πως ήρθαν έτσι τα πράγματα... Δεν το επεδίωξα, δεν είπα κουβέντα σε κανέναν! Δεν έμαθα καν ακόμη ποιός τελικά είχε την ιδέα να πάρω εγώ αυτή τη θέση!
Ο Στρατάκης χαμογέλασε με έκπληξη και γύρισε προς το μέρος του.
- Σοβαρολογείς; Δε ξέρεις; Δεν έμαθες;
Σειρά του Βατάτζη να εκπλαγεί.
- Φυσικά και σοβαρολογώ! Άκουσα διάφορα, αλλά καμιά απάντηση δε με ικανοποίησε. Όλοι μου μιλούσαν για συλλογική ιδέα, αλλά για την πηγή της ιδέας κανείς δε μου είπε! Ξέρεις εσύ;
Ο Στρατάκης έβαλε τα γέλια.
- Η ζωή είναι τελικά τόσο απρόβλεπτη και τόσο απίστευτη, που δεν το χωράει ο νούς του ανθρώπου φίλε μου! Ναι, ξέρω! Και πολύ φοβάμαι πως θα στενοχωρηθείς πολύ άμα το μάθεις.
- Ποιός! έκανε με αγωνία ο Γιάννος, πιάνοντάς τον απ τους ώμους. Πες μου κι ας στενοχωρηθώ! Μόνο να μάθω ποιός!
Ο Στρατάκης χαμογέλασε.
- Ωραία λοιπόν, κρατήσου. Αυτός που έριξε την ιδέα για το πρόσωπό σου, αυτός που σε πρότεινε στη μεγάλη και κεκλεισμένων των θυρών συνεδρίαση των πολιτικών αρχηγών τη περασμένη εβδομάδα, δεν ήταν άλλος από τον Ανδρέα Καρατζά!
Ο Βατάτζης έμεινε στήλη άλατος και τον κοίταζε με παντελώς χαζό βλέμμα.
- Ποιός; έκανε ξεψυχισμένα. Αστειεύεσαι!
- Καθόλου! Πάντως καλά το πήρες, στη θέση σου θα έπεφτα ξερός! Εγώ γιατί νομίζεις πως είχα έναν τόννο ενδιασμούς για το πρόσωπό σου! Εντάξει, ήξερα κάποια πράγματα για σένα, σε παρακολουθούσα, αλλά ποτέ δεν σε γνώρισα προσωπικά. Και μόλις έμαθα οτι ήσουν επιλογή του...Καρατζά, έ, όσο νά 'ναι, δεν ένοιωσα και πολύ άνετα. Πίστεψα πως συμβιβάστηκες, πως πουλήθηκες, ε, δε θα σουνα δα και ο πρώτος ούτε κι ο τελευταίος! Εδώ μιλάμε για πολιτικούς Γιάννο!
(Παέι πλέον το "κύριε πρόεδρε" και μάλλον οριστικά) Για διαφορετική συνομοταξία ανθρώπων! Πού μπορείς να βρείς άκρη!
Ο Βατάτζης σωριάζεται στη πολυθρόνα, εκεί που καθόταν προηγουμένως.
- Ωστε γι αυτό λοιπόν...
- Τι θέλεις να πείς; Τι σημαίνει το "γι΄αυτό λοιπόν"; Υποψιάζεσαι τίποτα;
Ο Βατάτζης ένοιωθε το έδαφος να φεύγει απ τα πόδια του. Τώρα μπορεί να το πεί με ευθύτητα, με σιγουριά οτι του έστησαν παγίδα. Κι όλο αυτό ήταν δουλειά του Καρατζά! Αυτηνής της απαίσιας νυφίτσας!
Τις σκέψεις του διέκοψε η φωνή του Στρατάκη.
- Θα μου πείς;
Ο Βατάτζης τινάζεται όρθιος.
- Δεν έχουμε καιρό! Δημήτρη, σε παρακαλώ, ξανασκέψου το! Η πατρίδα είναι στην άκρη του γκρεμού! Οχι, όχι στην άκρη! Είναι ήδη στο γκρεμό και σε ελέυθερη πτώση! Μεταχειρίζομαι τα δικά σου λόγια, αυτά που είπες στη συνέντευξή σου πριν 20 μέρες στο ΜΙΝΩΣ TV! Δεν έχουμε καιρό φίλε μου! Ελα μαζί μου! Εσύ είσαι η εγγύηση για ό,τι γίνει! Μετά, θα εμπιστευτώ τις τύχες του τόπου σε σένα και στο κόσμο! Δεν έχω καμιά πρόθεση για τίποτε άλλο! Μας πούλησαν, καταλαβαίνεις; Εγώ απλά προορίζομαι να σύρω τη ταφόπλακα του μνήματος για το πτώμα της Ελλάδας! Δε θα το επιτρέψω, όχι! Οχι εγώ!
Ο άλλος τον ταρακουνάει με αγωνία.
- Τι ξέρεις! Πες μου!
- Δεν έχουμε καιρό... Αύριο κιόλας πρέπει να παρουσιάσω την επίσημη σύνθεση της κυβέρνησης! Πρέπει να είσαι μέσα ακούς; Πρέπει! Αν πείς όχι, αν αρνηθείς τώρα, δεν θα πάω ούτε εγώ! Απλά αντί για τη βουλή, θα πάω στον κατευθείαν στον πρόεδρο και θα του υποβάλω τη παραίτησή μου!
Ο Στρατάκης τον κοίταξε με το στόμα ανοιχτό!
"Είναι όντως τρελός αυτός ο άνθρωπος! Θα το κάνει!"
- Τι με κοιτάς έτσι! Θαρρείς πως αστειεύομαι; Καλύτερα να μη μου το έλεγες ποτέ! Εγώ Δημήτρη δε πρόκειται ποτέ να παίξω αυτό το παιχνίδι! Προτιμώ να πεθάνω! Η έρχεσαι λοιπόν μαζί μου ή όλα τελειώνουν εδώ! Ή η πατρίδα ή τα "πιστεύω" σου! Διάλεξε!
(Συνεχίζεται)
ΠΗΓΗ