Άλλες χώρες έχουν χτίσει φράχτες για να κρατήσουν μακριά τους πρόσφυγες που προσπαθούν να ξεφύγουν από τους πολέμους στη Συρία, στο Ιράκ και στο Αφγανιστάν. Η πολιτική ανοιχτών θυρών της Γερμανίας, την οποία έχει υπερασπιστεί η Καγκελάριος Angela Merkel, βρίσκεται και αυτή υπό απειλή. Οι αναφερόμενες επιθέσεις σε πολλές γυναίκες από ομάδες ανδρών, που φέρεται να ήταν Βορειοαφρικανοί ή Άραβες, στους εορτασμούς για το νέο έτος στην Κολονία, θα δικαιώσουν όσους πίστευαν πως η γενναιοδωρία της Merkel είναι λάθος.
Η εισροή των προσφύγων ήταν σαν μάννα για τα λαϊκιστικά κινήματα και τους ευρωσκεπτικιστές. Θέλουν να δουν ένα τέλος στη Σενγκεν, η οποία κατάργησε τους περισσότερους ελέγχους στα σύνορα ανά την ΕΕ, παρά το ότι η αποκατάσταση αυτών των συνόρων θα έχει σοβαρές οικονομικές συνέπειες για την ελεύθερη κυκλοφορία των εργαζόμενων και των εμπορευμάτων.
Αυτός ο λαϊκισμός μεταφράζεται σε κάτι που διαβρώνει τον ίδιο τον ιστό της ΕΕ. Είναι ένας πατριωτισμός που βασίζεται σε μια εθνικιστική ατζέντα η οποία έρχεται σε αντίθεση με όλα όσα υποτίθεται ότι εκπροσωπεί η ΕΕ. Τα σχέδια του κυβερνώντος συντηρητικού Νόμος και Δικαιοσύνη στην Πολωνία να εισάγει ένα νόμο για τα media που θα προάγει τις πατριωτικές αξίες, είναι σύμπτωμα της βαθιάς κρίσης που πλήττει σήμερα την ΕΥρώπη.
"Η Ευρώπη είναι διχασμένη, ευάλωτη, και πολύ ανασφαλής. Οι κυβερνήσεις πηγαίνουν στον δικό τους δρόμο, μια τάση που είναι περισσότερο προφανής στις νέες ευθυγραμμίσεις των τριών μεγάλων δυνάμεων της Ευρώπης σε νέες (και αντίθετες) κατευθύνσεις”, σύμφωνα με την έκθεση Top Risks 2016, η οποία έχει μόλις δημοσιευθεί από το Eurasia Group, ένας όμιλος παροχής συμβουλών πολιτικού κινδύνου.
Οι διαιρέσεις δεν είναι κάτι καινούριο για την ΕΕ. Πραγματικά, είναι αξιοσημείωτο ότι παρά τις διαφορές της, η ένωση έχει μέχρι στιγμής κατορθώσει να παραμείνει ενωμένη στο να διατηρηθούν οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν στη Ρωσία για την προσάρτηση της Κριμαίας τον Μάρτιο του 2014.
Αλλά οι σημερινές διαιρέσεις είναι διαφορετικές και είναι πολύ πιο δύσκολο να ξεπεραστούν σε σχέση με τις προηγούμενες. Αυτό συμβαίνει επειδή αντιπροσωπεύουν μια βαθιά έλλειψη εμπιστοσύνης από τους λαούς σε όλη την Ευρώπη στην ΕΕ, και τα πλεονεκτήματα της παγκοσμιοποίησης. Αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης συμπίπτει με την επικίνδυνη και επίμονη εξασθένηση της διατλαντικής σχέσης. Και οι δύο τάσεις υπονομεύουν την φιλελεύθερη δυτική τάξη που προέκυψε μετά από το 1945. Αυτή είναι η μεγαλύτερη απειλή που αντιμετωπίζει η Ευρώπη καθώς μπαίνουμε στο 2016.
Η φιλελεύθερη τάξη των διαφανών, ζωντανών δημοκρατιών και των οικονομιών της αγοράς, πέρασε και στην διατλαντική σχέση. Αλλά σήμερα, εμφανίζει λίγα σημάδια ότι την υπερασπίζονται οι εθνικές κυβερνήσεις. Με τις ΗΠΑ να ετοιμάζονται για την προεκλογική εκστρατεία για τις προεδρικές εκλογές και με το αμερικανικό ενδιαφέρον για την Ευρώπη να είναι τόσο αδύναμο, οι ηγέτες της ΕΕ θα συνεχίσουν να επιδιώκουν τα δικά τους εθνικά προγράμματα.
Δύο Ευρωπαίοι ηγέτες θα μπορούσαν να αλλάξουν τη δυναμική αυτών των τάσεων: ο David Cameron, ο Βρετανός πρωθυπουργός, και η Merkel.
Ο Cameron θα διεξάγει ένα δημοψήφισμα μέχρι το 2017 το αργότερο για το εάν η Βρετανία θα πρέπει να παραμείνει στην ΕΕ. Παρά την αντί-ΕΕ στάση των βρετανικών ΜΜΕ, ένα καλό πράγμα για το επικείμενο δημοψήφισμα είναι πως δημιουργεί μια συζήτηση για την μελλοντική κατεύθυνση της Ευρώπης. Αυτό έχει αργήσει πολύ.
Και από τη στιγμή που ο Cameron έχει ήδη δηλώσει πως δεν θα είναι υποψήφιος για τρίτη θητεία ως πρωθυπουργός το 2020, στις επόμενες εκλογές (μπορεί ασφαλώς πάντα να αλλάξει τη γνώμη του), τι έχει να χάσει εάν υποστηρίξει ότι η Βρετανία πρέπει να μείνει στην ΕΕ; Πρόκειται για μια μεγάλη ευκαιρία για την Βρετανία να σώσει την ΕΕ. Εάν εγκατέλειπε την Ένωση, αυτό θα οδηγούσε στην μόνιμη και ραγδαία παρακμή της ΕΥρώπης.
Η Merkel βρίσκεται σε μια πολύ διαφορετική και δύσκολη κατάσταση. Από την έναρξη της κρίσης του ευρώ το 2008, έχει ηγηθεί της ΕΕ στην χρηματοπιστωτική αναταραχή. Μαζί με τον υπουργό Οικονομικών της, Wolfgang Schaeuble, έχει -μέχρι στιγμής- σώσει την ευρωζώνη. Και κατεύθυνε όλες τις χώρες της ΕΕ στο να επιβάλλουν κυρώσεις στη Ρωσία.
Αλλά η ικανότητά της να πιέσει για μια ισχυρή, ανοιχτή και γεμάτη αυτοπεποίθηση Ευρώπη, έχει τεθεί σε κίνδυνο από την πολιτική των ανοιχτών θυρών προς τους πρόσφυγες. Διάφορες χώρες της ΕΕ δυσανασχετούν ανοιχτά και ασκούν κριτική στην Merkel για την προσφυγική πολιτική της και για τον τρόπο με τον οποίο προσπαθεί να πείσει τις άλλες χώρες της ΕΕ να μοιραστούν το φορτίο της παροχής ασφάλειας στους πρόσφυγες. Πιο ουσιαστικά, οι εταίροι της Merkel στην ΕΕ δυσανασχετούν με τον ηγετικό της ρόλο, ο οποίος έχει αυξηθεί καθώς η ΕΕ ήταν πολύ αδύναμη στη διαχείριση κρίσεων.
Αυτό σημαίνει ότι η Γερμανία, παραδόξως, δεν μπορεί στα αλήθεια να οδηγήσει την ΕΕ έξω από το τρέχον τέλμα. Οι εθνικές και εθνικιστικές ατζέντες είναι πολύ βαθιές στο Βερολίνο για να πιέσει για μια ισχυρότερη Ευρώπη. Είναι δύσκολο να αναφέρουμε κάποιον ηγέτη της ΕΕ ο οποίος θα ζητούσε μεγαλύτερη ενοποίηση -ή ακόμη και μία Ευρώπη δύο ταχυτήτων, που θα έσωζε την ΕΕ.
Το μόνο πράγμα που θα μπορούσε να σώσει την ΕΕ και την μετά το 1945 φιλελεύθερη τάξη, είναι η προτεινόμενη διατλαντική εταιρική σχέση εμπορίου και επενδύσεων, η ΤΤΙΡ. Αυτή η συμφωνία θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια νέα οικονομική και κοινωνική συμμαχία για να θέσει σαφείς και διαφανείς εμπορικούς κανόνες. Ωστόσο, ακόμη και αυτή γίνεται όμηρος στα ευρωπαϊκά κινήματα που πιστεύουν ότι το κοινωνικό μοντέλο της Ευρώπης θα υπονομευθεί και η Ευρώπη θα παίξει δευτερεύοντα ρόλο στις ΗΠΑ. Αλλά αυτή τη στιγμή, μετά βίας παίζει κάποιο ρόλο η Ευρώπη.
πηγή