Από την εποχή που βρέθηκαν τα αμερικανικά στρατεύματα στο Αφγανιστάν, η συζήτηση ήταν συνεχώς η ίδια: η σταθεροποίηση της χώρας. Η ίδια συζήτηση έχει αναζωπυρωθεί και σήμερα με αφορμή την αποχώρηση των Αμερικανών και την επανάκαμψη των Ταλιμπάν στο τιμόνι της χώρας. Είναι όμως έτσι; Μήπως η προσδοκία αυτή αποτελεί μια βολική, ουτοπική, αλλά ταυτόχρονα επικίνδυνη ψευδαίσθηση;
Τι θα χρειαζόταν για να σταθεροποιηθεί το Αφγανιστάν; Στο εσωτερικό, μια κυβέρνηση με συνοχή, αποδεκτή –ή έστω ανεκτή– από τον πληθυσμό, που θα μπορέσει με ορθολογικό τρόπο να αποκτήσει τον έλεγχο, να επιχειρήσει όχι την ανάταξη, αλλά επί της ουσίας οικοδόμηση ενός στοιχειώδους Κράτους Δικαίου και μιας οικονομικής δραστηριότητας που θα εξασφαλίσει ένα ελάχιστο βιοτικό επίπεδο στους πολίτες.
Στο εξωτερικό, χρειάζεται διεθνή αποδοχή και αναγνώριση. Δηλαδή, η περίφημη σταθεροποίηση πρέπει να αποτελεί την πραγματική επιδίωξη του διεθνούς παράγοντα. ΗΠΑ, Ρωσία, Κίνα, Πακιστάν, Ε.Ε., Τουρκία, Κατάρ κ.α. δηλώνουν πως έχουν κοινό στόχο την σταθεροποίηση. Ρητορικά την επιθυμούν και την επιδιώκουν. Όμως, την ακυρώνουν στην πράξη, αφού δίπλα στην επιθυμία φαίνεται πως υπάρχει ένας αστερίσκος που προσθέτει το “αποκλειστικά με τους δικούς μας όρους”!
Τι συμβαίνει με τους Ταλιμπάν; Δεν πρόκειται για ένα κίνημα που παρουσιάζει ιδιαίτερη συνοχή σε όλα τα επίπεδα, παρότι η παρατήρηση ότι δείχνει να έχει μετεξελιχθεί από μια τζιχαντιστική-τρομοκρατική οργάνωση σε εθνικό κίνημα δεν στερείται βάσης. Από το αμιγώς στρατιωτικό επίπεδο, που αναγκαστικά στηρίχθηκε στη συνεργασία τοπικών πολεμάρχων, μέχρι τη διακυβέρνηση της χώρας, οι Ταλιμπάν μοιάζουν με μια “ισλαμική ομπρέλα” κάτω από την οποία στεγάζεται “κάθε καρυδιάς καρύδι”.
Από την εποχή των διαπραγματεύσεων με τους Αμερικανούς στο Κατάρ, φαίνεται ότι η ηγεσία τους επιθυμεί μια μετεξέλιξη του κινήματος σε σχέση με αυτό που γνωρίσαμε στην πρώτη φάση της εμφάνισής του με τη φιλοδοξία να ελέγξει και να κυβερνήσει το Αφγανιστάν. Αυτό όμως δεν αφορά το κίνημα σε όλες τις φατρίες και σε όλα του τα επίπεδα, αλλά την ηγεσία του.
Αφορά δηλαδή αυτούς τους λίγους που εμφανίζονται σήμερα στα διεθνή δορυφορικά τηλεοπτικά δίκτυα και προσπαθούν να πείσουν ότι πρόθεσή τους είναι να παίξουν στο περίφημο “παιχνίδι των εθνών”. Ένα παιχνίδι στο οποίο για να συμμετάσχεις πρέπει αφενός να διαθέτεις κράτος, αφετέρου αυτό να αναγνωρίζεται ως “παίκτης” από τους υπόλοιπους. Και σε ένα τέτοιο περιβάλλον, άλλο το ευκταίο και άλλο το εφικτό.
Οι Ταλιμπάν μπορεί να δείχνουν σημάδια “ωρίμανσης”, να εξήγγειλαν γενική αμνηστία και να δηλώνουν ότι θα ξανασκεφθούν τις λεπτομέρειες εφαρμογής του ισλαμικού μόνου (σαρία), όπως και ποια δικαιώματα των γυναικών θα αναγνωρίσουν. Αυτές οι “λεπτομέρειες” μπορεί όντως να έχουν απασχολήσει την “ελίτ” των Ταλιμπάν και πολλοί να έχουν πειστεί για την ανάγκη προσαρμογών σε σχέση με το βάρβαρο παρελθόν… Ίσως και επειδή μπορεί να “γλυκάθηκαν” από το τι συνεπάγεται η συμμετοχή στο “παιχνίδι των εθνών”.
Αναφερόμαστε στην “πειθώ” που ασκεί η χλιδή των ξενοδοχείων και των ανέσεων της Ντόχα! Ίσως διότι κατανόησαν ότι καλά είναι τα ισλαμικά πιστεύω και η προσπάθεια εφαρμογής τους στην πιο ακραία τους μορφή, αλλά δεν αρκεί. Το εξωτερικό περιβάλλον έχει τη δυνατότητα να επιβάλει συνθήκες ασφυξίας (όχι μόνο οικονομικές) σ’ ένα καθεστώς, κατά τρόπο που να το υπονομεύσει. Οπότε, μια κάποια προσαρμογή των Ταλιμπάν είναι όρος για να αποφορτίσουν τις εξωτερικές πιέσεις.
“Λαός και Κολωνάκι”… αλά ισλαμικά-αφγανικά
Εάν αυτό το κατανοεί η ηγεσία, πώς μπορεί να το επιβάλει εν συνεχεία στο κίνημα; Γι’ αυτό και εκπρόσωπός της, δήλωσε –μιλώντας σε τέλεια αγγλικά στο Al Jazeera του Κατάρ– ότι ίσως η μεγαλύτερη πρόκληση των Ταλιμπάν είναι να διασφαλίσουν τη συνοχή στους κόλπους τους. Με άλλα λόγια, να μπορούν να επιβάλουν τη νέα πολιτική τους στα μέλη τους.
Δεν είναι εύκολη δουλειά και το ξέρουν. Μέχρι να το πετύχουν, η περίφημη σταθεροποίηση δεν πρόκειται να έρθει…
Υπάρχει, όμως, και το επίπεδο των εξωτερικών δρώντων, που όπως ήδη αναφέρθηκε, ρητορικά επιθυμούν τη σταθεροποίηση του Αφγανιστάν, αρκεί αυτή να μη στρέφεται κατά των δικών τους συμφερόντων. Μια πολύ απλή προσπάθεια καταγραφής αυτών των δεδομένων, αρκεί για να αναδειχθεί ένα ακόμα σοβαρό αδιέξοδο.
Οι Αμερικανοί δεν επιθυμούν το Αφγανιστάν να πέσει στα χέρια του Πεκίνου, το οποίο θέλει να εντάξει το Αφγανιστάν στο σύγχρονο “Δρόμο του Μεταξιού”, δηλαδή στην δική του οικονομική ζώνη επιρροής. Υπενθυμίζουμε ότι η χώρα των Ταλιμπάν διαθέτει πολύ σημαντικά κοιτάσματα ορυκτών και σπανίων γαιών, γεγονός που ενδιαφέρει ζωτικά την Κίνα, η οποία κατέχει ήδη ηγεμονική θέση σε αυτό τον κρίσιμο για την παγκόσμια βιομηχανία τομέα.
Παρόμοιο συμφέρον είναι βέβαιο ότι έχουν και οι Ρώσοι –παρά τα συνήθη περί του “στρατηγικού άξονα” Μόσχας-Πεκίνου– για να κυριαρχήσουν στην Ευρασία. Ο δυο χώρες έχουν πολλούς λόγους να φοβάται η μία την άλλη. Εάν δε η πολιτική των ΗΠΑ ήταν ο προσεταιρισμός της Ρωσίας για την από κοινού αποτροπή της ανάδυσης του κινέζικού Δράκου, όλα θα ήταν ενδεχομένως τελείως διαφορετικά…
Οι Ρώσοι δεν έχουν λόγο να εμπιστεύονται τους Ταλιμπάν. Κυρίως, διότι η νίκη της “εξτρεμιστικής ερμηνείας” του Ισλάμ, μάλλον θα βρει επίδοξους μιμητές στις μουσουλμανικές δημοκρατίες του Καυκάσου, αλλά και σε μουσουλμανικές κεντροασιατικές χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, προκαλώντας ισχυρούς εσωτερικούς και εξωτερικούς πονοκεφάλους στο Κρεμλίνο.
Η Ρωσία μπορεί να συνεργάστηκε σε τακτικό επίπεδο με τους Ταλιμπάν για να εκδιώξει τους Αμερικανούς, πληρώνοντάς τους με το ίδιο νόμισμα για τη δική τους εκδίωξη. Υπενθυμίζουμε ότι οι ΗΠΑ είχε υποστηρίξει πολλαπλά τους μουτζαχεντίν, οι οποίοι πολεμούσαν τους τότε Σοβιετικούς. Στη συνέχεια, βέβαια, ως Ταλιμπάν στράφηκαν εναντίον του χεριού που τους τάιζε. Τίποτα το “ανήθικο”, καθώς τα κίνητρα όλων των πλευρών δεν ήταν αλτρουϊστικά!
Οι Κινέζοι έχουν λόγους να ανησυχούν για “μετάσταση” του τζιχάντ στην επαρχία Σινγιάνγκ, όπου κατοικούν οι τουρκογενείς Ουιγούροι. Ασφαλώς και τους ενδιαφέρει να εντάξουν το Αφγανιστάν στη σφαίρα επιρροής τους και να επενδύσουν στον ορυκτό πλούτο του. Αντιλαμβάνονται, βέβαια, ότι οι Ρώσοι θα ήθελαν να τους σταματήσουν, δυσχεραίνοντας την κινεζική προσπάθεια ελέγχου της Κεντρικής Ασίας, η οποία είναι παραδοσιακά προνομιακός χώρος ρωσικής επιρροής.
Οι Πακιστανοί έχουν ζωτικό συμφέρον εθνικής ασφαλείας, καθώς το Αφγανιστάν αποτελεί στρατηγικό βάθος στην αντιπαράθεσή τους με την Ινδία. Αυτό εξάλλου ήταν που οδήγησε στην προσπάθεια “κηδεμονίας” των Ταλιμπάν από τη διαβόητη υπηρεσία πληροφοριών των πακιστανικών ενόπλων δυνάμεων, την ISI (Inter-Services Intelligence).
Η κοινή ισλαμική -σουνιτική- θρησκευτική συνείδηση, βοήθησε στην αποστολή, διευκολύνοντας την πολιτική και οργανωτική διείσδυση στην εθνοτική ομάδα των Παστούν. Έτσι κι αλλιώς οι Ταλιμπάν δημιουργήθηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 1990 από τα θρησκευτικά σχολεία (madrassas) του Πακιστάν. Κάπου εκεί εμπλέκονται και οι Τούρκοι με τα οράματα παγκόσμιου ρόλου με όχημα το Ισλάμ και τον παντουρκισμό. Τους υποστηρίζει χρηματοδοτικά το πλούσιο Εμιράτο του Κατάρ, όπως και τη Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Η εκ των πραγμάτων εμπλοκή τόσων δυνάμεων δίνει την ευκαιρία στους Ταλιμπάν να ελίσσονται ανάμεσα στους ισχυρούς, ώστε να διατηρούν σημαντικά περιθώρια αυτονομίας. Οι λεπτομέρειες που θα μπορούσαν να ειπωθούν για τα συμφέροντα καθεμιάς από τις δυνάμεις, καθώς επίσης και οι παρατηρήσεις για τις “διασταυρώσεις” μεταξύ τους, θα ήταν πολλές περισσότερες. Όμως και από την παραπάνω επιγραμματική αναφορά, προκύπτει ότι η σταθεροποίηση του Αφγανιστάν είναι για όλους επιθυμητή, εάν εξυπηρετεί τα συμφέροντά τους.
Θα μπορούσε δε εύκολα να υποστηριχθεί ότι εάν αυτή η προϋπόθεση δεν ικανοποιείται, τότε το συμφέρον δυνάμεων που εμπλέκονται στην περιοχή, θα μπορούσε ακόμα και να εξυπηρετείται ευθέως από τη συνέχιση του χάους, ελεγχόμενου ή γενικευμένου. Σε τελική ανάλυση, το Αφγανιστάν δεν είναι μια χώρα χαραγμένη σε εθνοτικές γραμμές. Ούτε κοινή γλώσσα δεν υπάρχει.
Οπότε, ενώ θα συνεχίσει να επικρατεί η υποκρισία της διεθνούς πολιτικής, π.χ. η ευαισθησία για τις γυναίκες, οι πιέσεις θα αυξομειώνονται αναλόγως του βαθμού εξυπηρέτησης των συμφερόντων ενός εκάστου εκ των πρωταγωνιστών. Ένα ακόμα τακτικό εργαλείο σε μια παραδοσιακά ομιχλώδη στρατηγική.
*Διευθυντής Μελετών στο Ινστιτούτο Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας – ΙΑΑΑ/ISDA
πηγήΟι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.