Νίκος ΜελέτηςΜε μια επιστολή η οποία αποτελεί πραγματικό μανιφέστο των ακραίων διεκδικήσεων της εις βάρος της χώρας μας, η Τουρκία διαλύει τις ψευδαισθήσεις που πιθανόν είχαν δημιουργηθεί στην Αθήνα, ότι οι τελευταίες συναντήσεις, η αποκλιμάκωση και οι μηχανισμοί απευθείας επαφών μεταξύ των δυο χωρών θα μπορούσαν να οδηγήσουν σε ουσιαστικό διάλογο.
Η επιστολή που κατατέθηκε την επομένη ημέρα από τη συνάντηση Μητσοτάκη - Ερντογάν στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ δείχνει ότι το χάσμα μεταξύ των δυο χωρών παραμένει μεγάλο και ότι η υποτιθεμένη αποκλιμάκωση της έντασης δεν έχει βάθος, παρά μόνο συγκυριακό χαρακτήρα και συνεπώς δεν επιτρέπει κανέναν εφησυχασμό.
Στην επιστολή με ημερομηνία 15 Ιουνίου που δημοσιεύθηκε ως επίσημο έγγραφο του ΟΗΕ στις 22 Ιουνίου, η Τουρκία όχι μόνο απορρίπτει την ελληνική θέση για ύπαρξη μίας μόνο διαφοράς, αυτής της οριοθέτησης Υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ, αλλά παρουσιάζει την ατζέντα του διαλόγου όπως τον εννοεί η ίδια.
Μια ατζέντα η οποία δεν μπορεί να αποτελέσει καν αφετηρία συζήτησης για την Ελλάδα, καθώς περιλαμβάνει μεταξύ άλλων το θέμα των ελληνικών χωρικών υδάτων αλλά και τις «γκρίζες ζώνες», ενώ η επιστολή επιχειρεί εμμέσως να εμφανίσει ότι η Ελλάδα έχει υπαναχωρήσει από τη θέση περί επήρειας του Καστελόριζου σε θαλάσσιες ζώνες.
Η Τουρκία στην επιστολή αυτή αφού κατηγορεί την Ελλάδα ότι υπονομεύει τον διάλογο, επικαλούμενη την υπογραφή της Ελληνοαιγυπτιακής Συμφωνίας πέρυσι το καλοκαίρι που οδήγησε σύμφωνα με την τουρκική θέση στην ακύρωση της έναρξης των Διερευνητικών, τονίζει ότι στις «Συμβουλευτικές συνομιλίες» (όπως βαφτίζει τις Διερευνητικές επαφές, προκειμένου να αναβαθμίσει το επίπεδο τους) δεν θα συζητηθεί μόνο η διαφορά για την υφαλοκρηπίδα, αλλά και το θέμα των χωρικών υδάτων, η κυριαρχία νησιών, νησίδων και βράχων, ο Εθνικός Εναέριος Χώρος της Ελλάδας και οι αρμοδιότητες της (FIR, SAR,NAVTEX).
Γίνεται ειδική αναφορά στον Εναέριο Χώρο και δηλώνεται ότι δεν συνιστούν παραβιάσεις (τις οποίες καταγγέλλει η Ελλάδα) οι πτήσεις των τουρκικών μαχητικών στη ζώνη μεταξύ των 6-10 ν.μ., ενώ προβάλλεται ο γνωστός ισχυρισμός για τις «μαξιμαλιστικές» ελληνικές θέσεις με αιχμή το Καστελόριζο.
Όμως η Τουρκία σπεύδει να ισχυρισθεί ότι η δήλωση της Αθήνας πως ο γνωστός «Χάρτης της Σεβίλλης» δεν είναι επίσημος χάρτης, είναι θετική, υπονοώντας ότι αυτό σημαίνει υπαναχώρηση από τη θέση για πλήρη επήρεια των νησιών.
Ωστόσο αμέσως μετά η τουρκική επιστολή κάνει αναφορά στη γνωστή τροπολογία Μανιάτη, για τη μονομερή καθιέρωση της προσωρινής μέσης γραμμής σε περιοχές που δεν υπάρχει συμφωνία οριοθέτησης, επισημαίνοντας ότι η ίδια απορρίπτει αυτή τη θέση.
Υπενθυμίζοντας τη μονομερή προσφυγή της Ελλάδας στο Δικαστήριο της Χάγης(1978) τονίζεται ότι για κάθε τέτοια κίνηση απαιτείται αμοιβαία Συμφωνία. Με τον τρόπο αυτό ουσιαστικά θετή ως προϋπόθεση για τη συζήτηση του συνυποσχετικού την κατάργηση της συγκεκριμένης τροπολογίας …
Η τουρκική επιστολή:
«Α/75/929* 22 Ιουνιου 2021
Επιστολή της 15ης Ιουνίου 2021 του Μόνιμου Αντιπροσώπου της Τουρκίας προς τα Ηνωμένα Έθνη απευθυνόμενη στον Γενικό Γραμματέα Αναφορικά με την επιστολή του Μόνιμου Αντιπροσώπου της Ελλάδας της 15ης Φεβρουαρίου 2021 (A/75/753) και κατόπιν οδηγιών της Κυβέρνησής μου, θα ήθελα να επιστήσω την προσοχή σας στα ακόλουθα.
Είναι λυπηρό το γεγονός ότι ο Μόνιμος Αντιπρόσωπος της Ελλάδας και η ελληνική κυβέρνηση αντιλαμβάνονται τα Ηνωμένα Έθνη ως εθνικό μέσο ενημέρωσης για την προώθηση της ελληνικής ατζέντας. Η Τουρκία απορρίπτει τους ισχυρισμούς που διατυπώθηκαν στην προαναφερθείσα επιστολή, οι οποίοι είναι αβάσιμοι και ανακριβείς στο σύνολό τους.
Η σωστή παρουσίαση της κατάστασης και του ιστορικού της παρέχεται παρακάτω. Η Δημοκρατία της Τουρκίας έχει επανειλημμένα εμπλακεί σε διάλογο με την Ελλάδα για την αντιμετώπιση και επίλυση όλων των εκκρεμών ζητημάτων.
Οι συνομιλίες που προορίζονταν για τον σκοπό αυτό, οι οποίες αναφέρονται στην προαναφερθείσα επιστολή, ξεκίνησαν το 2002, ωστόσο, διακόπηκαν το 2016 κατόπιν αιτήματος της ελληνικής πλευράς και μπόρεσαν να επαναληφθούν μόλις το 2021 μετά τις επίμονες εκκλήσεις της Τουρκίας για διάλογο και συνεργασία.
Πιο συγκεκριμένα, όπως ανέφερα στην επιστολή μου της 21ης Αυγούστου 2020 (A/74/997-S/2020/826), οι δύο πλευρές είχαν ήδη συμφωνήσει να αναβιώσουν τις διμερείς συνομιλίες τον Αύγουστο του 2020. Ωστόσο, μία ημέρα πριν από την ταυτόχρονη ανακοίνωση της επανέναρξης των συνομιλιών, η Ελλάδα υπέγραψε τη λεγόμενη συμφωνία οριοθέτησης με την Αίγυπτο, η οποία παραβιάζει τα εγγενή δικαιώματα της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, η οποία σαφώς έρχεται σε αντίθεση με το πνεύμα των σχέσεων καλής γειτονίας.
Η Τουρκία πιστεύει ότι οι μηχανισμοί διαλόγου που εφαρμόζονται είναι εξαιρετικά καθοριστικής και ζωτικής σημασίας για την αντιμετώπιση των θεμάτων διαφωνίας και πρέπει να διατηρηθούν με τη μέγιστη προσοχή.
Η Τουρκία έχει συμμετάσχει στον εξηκοστό δεύτερο γύρο συμβουλευτικών συνομιλιών καθώς και στις πολιτικές διαβουλεύσεις με την Ελλάδα, σύμφωνα με αυτή την εποικοδομητική προσέγγιση, και θα συνεχίσει να το πράττει.
Η Ελλάδα, από την άλλη πλευρά, προσπαθεί να υπονομεύσει τους μηχανισμούς διαλόγου παρουσιάζοντας την κατάσταση σαν να υπάρχει μόνο ένα πρόβλημα μεταξύ των δύο κρατών, δηλαδή η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας και της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης.
Στην πραγματικότητα, αυτό είναι μόνο ένα από τα πολλά μακροχρόνια ζητήματα μεταξύ των δύο κρατών, τα οποία περιλαμβάνουν το εύρος των χωρικών υδάτων και του εθνικού εναέριου χώρου, την κυριαρχία των νησιών, των νησίδων και των βράχων που δεν παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα μέσω έγκυρων διεθνών μέσων, την παραβίαση του αποστρατιωτικοποιημένου καθεστώτος των νησιών του Ανατολικού Αιγαίου από την Ελλάδα και το ζήτημα των περιοχών αρμοδιοτήτων (FIR, SAR και NAVTEX).
Όσον αφορά τις αξιώσεις του ελληνικού εθνικού εναέριου χώρου, θα ήθελα να αναφερθώ στην επιστολή μου της 14ης Οκτωβρίου 2020 (A/75/521). Η εγγενής ασυνέπεια σε όλο το φάσμα των ελληνικών επιχειρημάτων σχετικά με τα εκκρεμή ζητήματα με την Τουρκία είναι πιο εμφανής στις ελληνικές αξιώσεις του εθνικού εναέριου χώρου.
Η Ελλάδα εφαρμόζει σήμερα 6 ναυτικά μίλια χωρικών υδάτων στο Αιγαίο Πέλαγος, ενώ ο ελληνικός εθνικός εναέριος χώρος στην περιοχή θεωρείται ότι είναι 10 ναυτικά μίλια, γεγονός που καθιστά την Ελλάδα τη μοναδική χώρα στον κόσμο με αταίριαστο και αυθαίρετο εθνικό εναέριο χώρο.
Αυτή η ασυνέπεια δεν συνάδει με το διεθνές δίκαιο, το οποίο ορίζει ότι ο εθνικός εναέριος χώρος μιας χώρας δεν πρέπει να υπερβαίνει το όριο χωρικών υδάτων της.
Ο ελληνικός ισχυρισμός ότι τουρκικά μαχητικά αεροσκάφη που πετούν εντός της λωρίδας των 6-10 μιλίων παραβιάζουν τον ελληνικό εναέριο χώρο είναι αβάσιμος, καθώς τα αεροσκάφη αυτά πετούν στον διεθνή εναέριο χώρο του Αιγαίου.
Επιπλέον, η Τουρκία δεν γνωρίζει καμία άλλη χώρα που να αναγνωρίζει και να ανέχεται τέτοιου είδους αυθαίρετες αξιώσεις.
Όσον αφορά τις μαξιμαλιστικές και υπερβολικές αξιώσεις θαλάσσιων συνόρων, η Ελλάδα προσπαθεί επίμονα να επιβάλει αυτόματη πλήρη επήρεια για όλα τα νησιά στη δημιουργία της αποκλειστικής οικονομικής ζώνης και της υφαλοκρηπίδας, συμπεριλαμβανομένου του νησιού του Καστελλόριζου.
Σύμφωνα με αυτόν τον παράλογο ισχυρισμό, ένα νησί 10 km2, το οποίο απέχει μόλις 2 χιλιόμετρα από την τουρκική ηπειρωτική χώρα και 580 χιλιόμετρα μακριά από την ελληνική ηπειρωτική χώρα, υποτίθεται ότι θα δημιουργήσει μια περιοχή υφαλοκρηπίδας/αποκλειστικής οικονομικής ζώνης 40.000 km2.
Σε αυτό το πλαίσιο, θα πρέπει πράγματι να θεωρηθεί ένα αξιοσημείωτο βήμα για την Ελλάδα να αναφερθεί στον "Χάρτη της Σεβίλλης" ως "ιδιωτικό χάρτη", αποφεύγοντας φαινομενικά να του χορηγήσει επίσημη έγκριση.
Η περιγραφή του χάρτη αυτού, ωστόσο, κωδικοποιείται στην ελληνική εθνική νομοθεσία (νόμος 2289/1995, όπως τροποποιήθηκε με τον νόμο 4001/2011), βάσει της εφαρμογής της μεθόδου ίσης απόστασης, αν και δεν αναγνωρίζεται και θεωρείται άκυρη από την Τουρκία.
Επιπλέον, οι κανόνες του διεθνούς δικαίου που διέπουν την παραπομπή διαφορών από κράτη στο Διεθνές Δικαστήριο, συμπεριλαμβανομένης της θεμελιώδους αναγκαιότητας της αμοιβαίας συναίνεσης, είναι σαφείς.
Η Ελλάδα, ωστόσο, παραβιάζοντας αυτόν τον κανόνα, προχώρησε μονομερώς στο Διεθνές Δικαστήριο, παρόλο που η Τουρκία και η Ελλάδα δεν είχαν συμμετάσχει σε διμερείς διαπραγματεύσεις για την αντιμετώπισή του εκείνη την εποχή.
Το 1978, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι δεν ήταν αρμόδιο να κρίνει την ελληνική αίτηση επί της ουσίας του ερωτήματος, δεδομένης της έλλειψης συναίνεσης και από τις δύο πλευρές.
Ως εκ τούτου, οι ελληνικοί ισχυρισμοί που περιέχονται στην προαναφερθείσα επιστολή είναι εντελώς αβάσιμοι και παραπλανητικοί.
Θα πρέπει επίσης να σημειωθεί σχετικά ότι η Ελλάδα διατηρεί μέχρι σήμερα τις επιφυλάξεις της για την υποχρεωτική αρμοδιότητα του Δικαστηρίου σε θέματα οριοθέτησης των θαλάσσιων συνόρων, του εύρους του εθνικού εναέριου χώρου και της αποστρατικοποίησης των νησιών.
Θα ήθελα να επαναλάβω, για άλλη μια φορά, ότι η Τουρκία είναι έτοιμη να ξεκινήσει ουσιαστικές διαπραγματεύσεις για την αντιμετώπιση και την επίλυση όλων των εκκρεμών ζητημάτων που αναφέρονται παραπάνω μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας και δεν αποκλείει κανένα μέσο ειρηνικής διευθέτησης που ορίζεται στο άρθρο 33 παράγραφος 1 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών, βάσει αμοιβαίας συναίνεσης.
Θα ήμουν ευγνώμων αν η παρούσα επιστολή μπορούσε να διανεμηθεί ως έγγραφο της Γενικής Συνέλευσης, στο σημείο 8 της ημερήσιας διάταξης. Φ. Σινιρίογλου.
Μόνιμος αντιπρόσωπος»Ακολουθεί το αγγλικό κείμενο της επιστολής στον ΟΗΕ
πηγήΟι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.