GuidePedia

0

Το ότι ο αγώνας της Κύπρου το 1974 δεν στηρίχθηκε είναι παγκοίνως γνωστό. Οι ευθύνες που υπήρχαν, τόσο για την τότε στρατιωτική ηγεσία και όσο και για την μετέπειτα πολιτική κυβέρνηση δεν αποδόθηκαν ποτέ σε αυτούς που έπρεπε. Από όλους όσοι συμμετείχαν άμεσα ή έμμεσα στην, μέχρι τώρα, πιο πρόσφατη συμφορά του Ελληνισμού, μόνο ο δικτάτορας Ιωαννίδης πλήρωσε.

Όλοι οι «μεγάλοι», οι οποίοι έπεισαν και την πολιτική κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας» ότι δεν υπήρχε δυνατότητα ελληνικής αντίδρασης στις τουρκικές κινήσεις, όχι μόνο δε τιμωρήθηκαν ποτέ, αλλά μεταφόρτωσαν τις ευθύνες τους σε κατώτερούς τους αξιωματικούς, μετατρέποντας αθώους και άξιους, πατριώτες αξιωματικούς, σε εξιλαστήρια θύματα μιας τραγωδίας που άλλοι έστησαν και οι ίδιοι κάλυψαν.

Οι «μεγάλοι» εμφάνισαν τέτοια έλλειψη ανδρισμού ώστε, ελαφρά τη καρδία, κρέμασαν την ταμπέλα του «χουντικού» στα εξιλαστήρια θύματά τους και φρόντισαν να τους εκδιώξουν από τις Ένοπλες Δυνάμεις, στο πλαίσιο μιας κακώς νοούμενης και εφαρμοζόμενης «αποχουντοποίησης».

Χούντα και Κύπρος

Η τραγική επταετία 1967-74 μπορεί εύκολα να χωριστεί σε δύο περιόδους. Η πρώτη είχε ως βασικό πρωταγωνιστή τον Γεώργιο Παπαδόπουλο και ουσιαστικά τελείωσε με την εξέγερση του Πολυτεχνείου και μπορεί να συνδεθεί επίσης με τον Αραβοϊσραηλινό πόλεμο του Γιόμ Κιπούρ που έλαβε χώρα από τις 6 έως τις 26 Οκτωβρίου 1973.

Ακολούθησε η ανατροπή Παπαδόπουλου από τον ταξίαρχο Ιωαννίδη, στις 25 Νοεμβρίου 1974. Ο Ιωαννίδης, στηριζόμενος σε πέραν του Ατλαντικού διαβεβαιώσεις, οργάνωσε το πραξικόπημα κατά του αρχιεπισκόπου Μακαρίου, στις 15 Ιουλίου 1974. Από την ημερομηνία αυτή η πορεία προς την εθνική καταστροφή ήταν χωρίς επιστροφή.

Ο Ιωαννίδης στην εξουσία

Στις 6 Οκτωβρίου 1973 οι αραβικές δυνάμεις – Αίγυπτος, Συρία, Λίβανος, Ιράκ, Ιορδανία, Μαρόκο, Σαουδική Αραβία, Κουβέιτ, Αλγερία, Σουδάν, με συμμετοχή Κουβανών, Βορειοκορεατών και Πακιστανών, εθελοντών και «συμβούλων» – αποφάσισαν να εξαφανίσουν από τον χάρτη το Ισραήλ, με μια μεγάλης κλίμακας αιφνιδιαστική επίθεση την μέρα που οι Ισραηλινοί γιόρταζαν τη μεγαλύτερη από τις θρησκευτικές εορτές τους.

Ο αιφνιδιασμός πέτυχε και σύντομα οι Ισραηλινοί βρέθηκαν να δίνουν τον υπέρ πάντων αγώνα ζωής και θανάτου. Οι απώλειές τους ήταν σοβαρότατες σε μαχητές και υλικό. Οι ΗΠΑ επιθυμούσαν να ενισχύσουν τους συμμάχους τους και η Ελλάδα αποτελούσε την προφανή οδό.

Ο Παπαδόπουλος όμως, επιθυμώντας να πιέσει τους Αμερικανούς, αρνήθηκε την διέλευση και χρήση των αεροδρομίων της Σούδας και Ελευσίνας από τους Αμερικανούς προς συνδρομή των ισραηλινών. Στις 26 Οκτωβρίου 1973 ο πόλεμος τελικά έληξε με νίκη των Ισραηλινών.

Οι μέρες όμως του Παπαδόπουλου στην εξουσία ήταν μετρημένες. Στις 17 Νοεμβρίου κατεστάλη βίαια η εξέγερση στο Πολυτεχνείο. Στις 25 Νοεμβρίου νέο πραξικόπημα υπό τον Δημήτριο Ιωαννίδη ανέτρεψε τον Παπαδόπουλο και τα γεγονότα για την Κύπρο πήραν πλέον τη μοιραία τους τροπή. Ο Ιωαννίδης ήταν πιο αφελής από τον Παπαδόπουλο και το κατάλληλο όργανο για να επιλύσουν οι ΗΠΑ το κυπριακό με τον καλύτερο, όπως πίστευαν τότε τουλάχιστον, τρόπο.

Οι Αμερικανοί φαίνεται πως υποσχέθηκαν στον Ιωαννίδη την ένωση της Κύπρου με την Ελλάδα, φτάνει να εξουδετερωνόταν ο Μακάριος. Ο Ιωαννίδης φαίνεται ότι το 1974 είχε κάποιες διαβεβαιώσεις από Ελληνοαμερικανό πράκτορα της CIA να προχωρήσει με το πραξικόπημα.

Ο Μακάριος όμως ήταν πεπεισμένος ότι «δεν υπάρχει τρελός στο ελληνικό στράτευμα», ούτε καν ο Ιωαννίδης. Ήταν μία φράση που επαναλάμβανε συχνά στις συζητήσεις του με τους Αμερικανούς. Από την άλλη πλευρά όμως οι κινήσεις του Μακαρίου μόνο άγνοια κινδύνου δεν φανέρωναν.

Καταρχήν οι σχέσεις του με την διοίκηση της Εθνικής Φρουράς ήταν τυπικές. Στηριζόταν στους δικούς του ενόπλους, φοβούμενος την Εθνική Φρουρά, για αυτό άλλωστε προχώρησε στη μείωση της θητείας στην Εθνική Φρουρά, που είχε ως συνέπεια τον ποσοστό επάνδρωσης των μονάδων να πέσει κάτω από το 40%-60% της προβλεπόμενης εν ειρήνη σύνθεσης.

Έτσι στις κρίσιμες που ακολούθησαν βρέθηκαν ελληνικά τάγματα να πολεμούν τους Τούρκους διαθέτοντας 250 άνδρες κατά μέσο όρο, ώστε να μην είναι ικανά να λειτουργήσουν έστω τα ομαδικά τους όπλα. Ωστόσο παρά τα σύγχρονα τσέχικα όπλα οι «Μακαρικοί» διαλύθηκαν με ευκολία, εκτός του προεδρικού μεγάρου, από τους πραξικοπηματίες, στις 15 Ιουλίου 1974, όταν ξέσπασε το μοιραίο πραξικόπημα.

Τα δύο σήματα

Η εγκατάληψη – προδοσία για άλλους – της Κύπρου συντελέστηκε, χωρίς αμφιβολία, στις κρίσιμες μέρες μεταξύ της 15ης και 20ης Ιουλίου 1974. Τις ημέρες αυτές από τη μια ο Μακάριος ζητούσε τη συνδρομή των «εγγυητριών δυνάμεων» και από την άλλη κάποιοι στην Αθήνα επιχειρήσουν να διασκεδάσουν την αίσθηση περί επικείμενης τουρκικής εισβολής στη μεγαλόνησο, με κάθε, διαθέσιμο, τρόπο.

Η Ελλάδα έπρεπε με κάθε τρόπο να «πειστεί» ότι δεν μπορεί να πολεμήσει τους Τούρκους στην Κύπρο. Προφανώς συμφέρον επί του προκειμένου είχαν οι Αμερικανοί, οι οποίοι, άσχετα με τα γεγονότα της Κύπρου, δεν θα επέτρεπαν ποτέ να διαλυθεί η νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Αμέσως λοιπόν τέθηκε σε εφαρμογή ένα σχέδιο ανοίγματος και «δεύτερου μετώπου», ώστε η πρόθυμη να πειστεί ελληνική στρατιωτική και κατόπιν πολιτική ηγεσία, να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι πολεμική εμπλοκή με την Τουρκία ήταν αδιανόητη.


Στις 16 Ιουλίου ο Αμερικανός στρατιωτικός ακόλουθος στη Σόφια είχε ενημερώσει περί μετακινήσεων σοβιετικών αεροκίνητων δυνάμεων προς την Ουγγαρία. Ο Έλληνας ΑΚΑΜ στη Σόφια, σμήναρχος (Ι) Ασημάκης Παπανικολάου, ως όφειλε μετέφερε την πληροφορία αυτή στην υπηρεσία. Τι όμως ανέφερε το επίμαχο αυτό σήμα; Τίποτα συγκεκριμένο, τίποτα που να μπορεί να θεωρηθεί ανησυχητικό για την ελληνική πλευρά.

Αναγράφει ακριβώς το σήμα: «Αναφέρεται ότι στρατιωτικός ακόλουθος ΗΠΑ την 16/7/74 ενημερώθη υπό αρχών ότι την 3η έως 6η Ιουλίου 25 αεροσκάφη και την 11η έως την 13η Ιουλίου εκατόν πενήντα (150) αεροσκάφη τουρμποπρόπ μεγάλα μεταφορικά ιπτάθησαν από Ρωσία προς Ουγγαρία και αφού υπεριπτάθησαν περιοχής Βουδαπέστης κατευθύνθησαν νοτιοανατολικά με άγνωστον προορισμό. Ύψος πτήσεως από 5-8.000 πόδες. Κατεβλήθη προσπάθεια δια τυχόν εντοπισμόν ανωτέρω εν Ουγγαρία». Το σήμα αυτό στάλθηκε στην Αθήνα στις 18 Ιουλίου.

Ο πρώην Α/ΓΕΕΘΑ Νικόλαος Κουρής, στο βιβλίο του «Αιγαίο. Η μακροχρόνια διαμάχη και ο ρόλος των Αμερικανών» ανέφερε, εσφαλμένα, ότι ο σμήναρχος Παπανικολάου ενημερώθηκε από τον Αμερικανό ΑΚΑΜ για το σήμα στις 20 Ιουλίου, ενώ στο βιβλίο του, όπου έχει φωτογραφία του σήματος (σελ. 75), φαίνεται καθαρά η ημερομηνία αποστολής, που είναι η 18η Ιουλίου.

Επίσης απόλυτα λανθασμένος είναι ο ισχυρισμός του κ. Κουρή ότι λόγω του «κατασκευασμένου», όπως το χαρακτηρίζει, αυτού σήματος η τότε στρατιωτική ηγεσία δεν έστειλε βοήθεια στην Κύπρο. Η πραγματικότητα είναι εντελώς διαφορετική. Υπήρξαν δύο σήματα.

Το μεν πρώτο σήμα της 18ης Ιουλίου, όπου απλά ο Έλληνας ΑΚΑΜ στη Σόφια μεταφέρει πληροφορίες για μετακινήσεις σοβιετικών δυνάμεων προς την Ουγγαρία και νοτιοανατολικά αυτής, γεγονός που ουδόλως επηρέαζε την αποστολή ελληνικών δυνάμεων στην Κύπρο ή την εκδήλωση ελληνικής επίθεσης στη Θράκη και ένα δεύτερο σήμα, με ημερομηνία 23 Ιουλίου – τρεις δηλαδή μέρες μετά την εκδήλωση της τουρκικής εισβολής και μερικών ωρών πριν την επιστροφή του Κων. Καραμανλή και του σχηματισμού πολιτικής κυβέρνησης.

Το δεύτερο σήμα ήταν το «κατασκευασμένο» από άγνωστη πηγή, την αυθεντικότητα του οποίου όμως υπερασπίστηκαν με σθένος ο τότε αρχηγός της ΚΥΠ αντιστράτηγος Σταθόπουλος, ο αρχηγός της ΑΣΔΕΝ, αντιστράτηγος Γκράτσιος και ο αρχηγός ΓΕΑ, αντιπτέραρχος Παπανικολάου, οι οποίοι δήλωναν: «Οι Βούλγαροι θα μας πάρουν την Θεσσαλονίκη».

Το εν λόγω, δεύτερο σήμα, ο Σταθόπουλος απέδωσε σε πληροφορίες προερχόμενες από τους Βρετανούς και τους Αμερικανούς. Την ίδια ώρα ο «Αττίλας Ι» είχε ολοκληρωθεί. Θα ακολουθούσε ο «Αττίλας ΙΙ». Η Ελλάδα, με πολιτική κυβέρνηση πια, αλλά με τους ίδιους αρχηγούς κλάδων και πάλι δεν βοήθησε. Παρακολουθούσε ως θεατής τους Τούρκους να κερδίζουν, με μόνο σχεδόν αντίπαλο την ΕΛΔΥΚ, ακόμα ένα 34% του κυπριακού εδάφους.

Βάσει λοιπόν του δεύτερου σήματος η ελληνική στρατιωτική ηγεσία αρνήθηκε να βοηθήσει την Κύπρο, γιατί «αν οι ελληνικές δυνάμεις εμπλέκονταν με τους Τούρκους, θα υπήρχε ο κίνδυνος οι «Ανατολικοί» να εισβάλουν στην Ελλάδα»! Στις 23 Ιουλίου ένας υπάλληλος της ελληνικής πρεσβεία και πράκτορας της ΚΥΠ, με την κωδική ονομασία «Πέτρος», έφερε, προς υπογραφή, ενώπιον του σμηνάρχου Παπανικολάου, ένα έτοιμο σήμα, στο οποίο αναγραφόταν ότι δύο σοβιετικές στρατιές βρίσκονταν στην Βουλγαρία από τις 20 Ιουλίου.

Ο σμήναρχος δεν δέχτηκε να υπογράψει το σήμα, εφόσον, δεν είχε πληροφορίες που να επιβεβαιώνουν τα αναγραφόμενα σε αυτό. Όταν ο σμήναρχος ρώτησε τον «Πέτρο» από πού άντλησε τις πληροφορίες του, εκείνος απάντησε ότι οι πληροφορίες προέρχονταν από τον Έλληνα πρέσβη Ιωάννη Κολιακόπουλο, μέσω γυναίκας, Βουλγάρας. Τότε ο σμήναρχος είπε στον «Πέτρο» να ζητήσει από τον πρέσβη να υπογράψει εκείνος το σήμα, αφού η πληροφορία προερχόταν από αυτόν.

Ο «Πέτρος» έφυγε από το γραφείο του σμηνάρχου και σε λίγο επέστρεψε, λέγοντάς του ότι ο πρέσβης, ως πολιτικό πρόσωπο δεν μπορεί να υπογράψει. Αφού επρόκειτο για στρατιωτικές πληροφορίες έπρεπε να υπογραφεί από τον ΑΚΕΑ και να αποσταλεί στην Αθήνα μέσω του γραφείου του. Όταν και πάλι ο σμήναρχος Παπανικολάου αρνήθηκε να υπογράψει, ο «Πέτρος» επέμεινε και έγραψε επί του σήματος «Πηγή: Πέτρος».

Μόνο μετά από αυτό το σήμα υπεγράφη από τον σμήναρχο Παπανικολάου, ως σήμα προερχόμενο από τον πράκτορα της ΚΥΠ «Πέτρο» και απεστάλη στην Αθήνα. Το σήμα αυτό λοιπόν, περιείχε, μέσω ΚΥΠ, την κατασκευασμένη πληροφορία για τις συγκεντρώσεις δύο σοβιετικών στρατιών στη Βουλγαρία, για να αποτελέσει άλλοθι υπέρ όλων όσοι αρνούνταν να βοηθήσουν την Κύπρο!

Ο Παπανικολάου, αναφέροντας την πηγή της εν λόγω «πληροφορίας» στο σήμα ξεκαθάριζε ότι δεν επρόκειτο για πληροφορία που προερχόταν από τον ίδιο, αλλά από τον «Πέτρο», δηλαδή τον πράκτορα της ΚΥΠ. Ο σμήναρχος απλώς διαβίβασε μια πληροφορία της ΚΥΠ. Το απίστευτο πάντως είναι ότι όταν η «πληροφορία» του «Πέτρου» έφτασε στην Αθήνα δεν έγινε πιστευτή και δόθηκε εντολή να επανεξεταστεί το ζήτημα. Δύο ημέρες μετά, στις 25 Ιουλίου, ο «Πέτρος» με νέο σήμα ανέφερε ότι όντος η πληροφορία περί της συγκέντρωσης δύο σοβιετικών στρατιών στη Βουλγαρία δεν αληθεύει. Στο μεταξύ η μάχη της Κύπρου είχε χαθεί.



Ο «φάκελος της Κύπρου»

Η προσπάθεια δημιουργίας άλλοθι για τους πρωταίτιους όμως συνεχίστηκε. Το 1987 η τότε κυβέρνηση Ανδρέα Παπανδρέου «άνοιξε» – κατ’ άλλους σφράγισε ερμητικά στα πλέον σκοτεινά υπόγεια – τον διαβόητο φάκελο της Κύπρου. Στην ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή που είχε συσταθεί κλήθηκε να καταθέσει και ο σμήναρχος Παπανικολάου, αλλά και ο «Πέτρος».

Ο «Πέτρος» επιβεβαίωσε τα όσα κατέθεσε ο σμήναρχος, αλλά επέμενε ότι το σήμα δεν ανέγραφε την φράση «Πηγή: Πέτρος». Η επίδειξη του σήματος, ενώπιον της επιτροπής, τον διέψευσε. Το ότι το παιχνίδι όμως ήταν στημένο κατέστη εμφανές από την πρώτη κιόλας ερώτηση που η επιτροπή έθεσε στον Παπανικολάου. Ο πρόεδρος της επιτροπής του ελληνικού κοινοβουλίου, βουλευτής του ΠΑΣΟΚ, Χρήστος Μπασαγιάννης, ρώτησε τον σμήναρχο Παπανικολάου αν η πληροφορία περί των σοβιετικών στρατιών υποχρέωσε τους αρχηγούς των κλάδων να αναδιατάξουν τις ελληνικές δυνάμεις προς Βορρά και να μην βοηθήσουν την Κύπρο.

Αυτό δεν ευσταθούσε φυσικά. Η Κύπρος δέχτηκε την τουρκική επίθεση στις 20 Ιουλίου. Το δε σήμα απεστάλη την 23η Ιουλίου, όταν ήδη οι Τούρκοι είχαν διασπάσει την ελληνική άμυνα στην Κερύνεια. Αν η Ελλάδα ήθελε να βοηθήσει θα το είχε πράξει από τις 20 Ιουλίου. Δεν θα περίμενε την 23η Ιουλίου, όταν οι αόρατες σοβιετικές στρατιές «ετοιμάζονταν να εφορμήσουν» κατά της Ελλάδας.

Για την ιστορία να αναφέρουμε ότι η κοινοβουλευτική επιτροπή κάλεσε ως μάρτυρες 131 άτομα. Τελικά εξήχθησαν δύο πορίσματα, ένα από το ΠΑΣΟΚ και ένα από τη ΝΔ τα οποία θεωρούσαν υπεύθυνους, όπως και για τον Εμφύλιο, τους ξένους, Αμερικανούς, Σοβιετικούς, Βρετανούς, τη Χούντα, γενικώς και αορίστως – χωρίς να αγγίζει τους Μπονάνο, Αραπάκη, Γκράτσιο και αντιπτέραρχο Παπανικολάου- οι οποίοι αποστρατεύτηκαν και συνταξιοδοτήθηκαν κανονικά, το 1974-75, χωρίς να υποστούν καμία συνέπεια.

Επίσης τα δύο πορίσματα «καθαγιάζουν» τόσο τον Κων. Καραμανλή, όσο και τον αρχιεπίσκοπο Μακάριο. Ένα χρόνο αργότερα, το 1988, ο Ευάγγελος Αβέρωφ, υπουργός Εξωτερικών στην κυβέρνηση του Κων. Καραμανλή. Σε αγόρευση του στο κοινοβούλιο ο Αβέρωφ είχε πει: «Μας κατηγόρησαν τότε γιατί δεν στείλαμε στην Κύπρο τα «Phantom». «Phantom» είχαμε παραλάβει 18 εν συνόλω. Με διαταγή του Καραμανλή στάθμευαν στην Κρήτη, δια να είναι έτοιμα να πάνε στην Κύπρο. Το ένα χάλασε κατά την προσγείωση διότι δεν είχαν εκπαιδευτεί ακόμη οι αεροπόροι τους στο νέο αυτό όπλο.

“Και τόσο πολύ δεν είχαν εκπαιδευτεί, ώστε κατά την συντηρητική προσγείωση το ένα αχρηστεύτηκε. Αλλά και πέραν αυτοί, εάν πήγαιναν, διά να έχουν καύσιμα και να μπορούν να γυρίσουν, θα έπρεπε να μείνουν υπεράνω της Κύπρου μόνο 5 έως 8 λεπτά. Ποιος τρελός θα έστελνε αυτά τα αεροπλάνα τα τόσο χρήσιμα για το μέλλον, να κινδυνεύσουν να ριχθούν από τους Τούρκους;


“Διότι οι Τούρκοι στα νότια παράλια είχαν τρία ραντάρ και διάφορα αεροδρόμια, από τα οποία μπορούσαν να σηκώσουν 50 δικά τους αεροπλάνα και να τα ρίξουν. Η Χούντα έστειλε αεροπλάνα και από κακή συνεννόηση το ένα κατερρίφθη από την Εθνοφρουρά και σκοτώθηκαν τόσα παιδιά! Ελέχθη διά τα υποβρύχια, για τον στόλο ο οποίος έπρεπε να πάει στην Κύπρο. Ο υπερπατριωτισμός μας κάνει να διαστρέφουμε τα πράγματα. Λησμονείται ότι οι Τούρκοι είχανε εκλάβει τρία αντιτορπιλικά τους για δικά μας και με τρία αεροπλάνα βούλιαξαν το ένα και έβλαψαν πολύ σοβαρά το άλλο;

“Θέλατε με τέτοιαν έλλειψη αεροπορικής καλύψεως δικής μας, με πλήρη και συνεχή κάλυψη δική τους να στείλουμε τον Στόλο μας στην Κύπρο, να μην μπορούμε να υπερασπίσουμε έπειτα τα άλλα νησιά; Ομιλήσατε για τα υποβρύχια. Σας πληροφορώ ότι οι Τούρκοι εκείνη την εποχή είχαν μπροστά στην Κύπρο τρία υποβρύχια εν ακινησία, τα οποία με τα μηχανήματα Sonar, συνελάμβαναν παν υποβρύχιο που θα συναντούσε.

“Και θα στέλναμε τα καινούργια μας υποβρύχια, τα οποία ίσως θα καλούνταν να υπερασπιστούν τα νησιά μας, να πέσουν ως πρόβατα επί σφαγή;»…

Απάντηση δίνει το υπερασπιστικό υπόμνημα του γνωστού δικηγόρου Αθηνών κ. Γεωργίου Αλφαντάκη το οποίο αναφέρει τα εξής:

«Ενώπιον πάσης αρμοδίας Αρχής:

Εξώδικος Αναγγελία αξιοποίνων πράξεων του κ. Γεωργίου Αλφαντάκη, Δικηγόρου Αθηνών, υπερασπιστού κατηγορούμενων αξιωματικών των Ενόπλων Δυνάμεων συνεπεία των τελευταίων καταμηνύσεων και διώξεων αυτών, συμφώνως το άρθρο 40 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.

Προς τον Αξιότιμο κ. Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Αθηνών.

Κατ’ εντολή πελατών μου, ανωτέρων και ανωτάτων αξιωματικών, κατηγορουμένων και συκοφαντούμενων εσχάτως εν χορώ, εκ διαφόρων κατευθύνσεων και συνεπεία της αδυναμίας αυτών όπως προβώ σε νέες δημοσίας δηλώσεις, σας αναγγέλλω τα κάτωθι:

1) Εις προγενεστέρας δηλώσεις μου, δημοσιευθείσας μόνον από μίαν πρωινή εφημερίδα των Αθηνών «Ελεύθερος Κόσμος» της 27/10 που αφορούν το Κυπριακό θέμα εζήτησα από την Κυβέρνηση να πει την αλήθεια στον Ελληνικό λαό για την κυπριακή τραγωδία. Εζήτησα επίσης να απομακρύνει πάραυτα τους εν ενεργεία εισέτι ανωτάτους αξιωματικούς των Ενόπλων Δυνάμεων, οι οποίοι κατά το δεκαήμερο από 15 έως 23 Ιουλίου 1974 επρόδωσαν την Κύπρο, κατά την έννοια του άρθρου 26 εδάφιο β’ του στρατιωτικού Ποινικού Κώδικα, γινόμενοι περαιτέρω υπαίτιοι, ως κατωτέρω θέλει καταδεχθεί και άλλων στρατιωτικών αδικημάτων.

2) Παρήλθε έκτοτε εν δεκαήμερο και ουδέν ηκούσθη σε απάντηση των δηλώσεων αυτών, τόσον από επισήμου κυβερνητικής πλευράς όσον και από πλευράς των ευκρινώς διαφαινομένων τότε ως καταγγελλομένων.
Επιθυμούν καταδήλως την συσκότιση περί το Κυπριακό και την παραπλάνηση του Ελληνικού Λαού.

3) Υπεσχέθην τότε, ότι θα επανέλθω με πλήρως αποκαλυπτικά στοιχεία εάν δεν ετύγχανον προσοχής. Εδέχθην ανωνύμους απειλάς και πιέσεις να απόσχω πάσης περαιτέρω συνεχείας. Μου δημιούργησαν την συναίσθηση κινδύνου, και δια αυτό θεωρώ πλέον ιερά μου υποχρέωση να αποκαλύψω τα όσα δύνανται αυτήν την στιγμήν να λεχθούν. Και ειδικότερα :

4) Μετά την ενέργεια κατά του Μακαρίου, ο Αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων Στρατηγός Γρηγόριος Μπονάνος, προειδοποιήθηκε και ενημερώθηκε αρκούντως δια την επικειμένη τουρκική εισβολή και δη:

α) Διά επανειλημμένων αποκαλυπτικών σημάτων, του βοηθού Στρατιωτικού ακολούθου της Ελληνικής Πρεσβείας του Λονδίνου (από 15 έως 19 Ιουλίου) Ταγματάρχου κ. Αθανασίου Περδίκη.

β) Υπό του Έλληνα Ταξιάρχου κ. Σωτηριάδου, υπηρετούντος εις το Αρχηγείο του ΝΑΤΟ Σμύρνης, όστις ενημερώθηκε υπό του Αμερικανού Στρατηγού – Διοικητού των Δυνάμεων ΝΑΤΟ Νοτίου Ευρώπης, περί της πραγματοποιήσεως τουρκικής εισβολής στην Κύπρο, εντός 48 ωρών, με την εντολή όπως ενημερώσει τον Έλληνα Αρχηγό των Ενόπλων Δυνάμεων.

Ο Ταξίαρχος κ. Σωτηριάδης, έσπευσε στην Ελλάδα και ενημέρωσε την 18.7.74 τον κ. Μπονάνο.

γ) Υπό Του ΓΕΕΦ Κύπρου, όπερ από του παρελθόντος έτους είχε ενημερωθεί λεπτομερειακώς από Βρετανό ανώτατον αξιωματικό περί του Τουρκικού σχεδίου εισβολής, όπερ και πράγματι εφαρμόστηκε υπό των εισβολέων τελικώς.

δ) Υπό την Ναυτική Διοίκηση Κύπρου από της 10ης νυκτερινής της 19ης Ιουλίου ’74 ήτις δια του Διοικητού αυτής Αντιπλοιάρχου κ. Γ. Παπαγιάννη, ειδοποίησε τον κ. Μπονάνο περί κατευθύνσεως της τουρκικής αρμάδας προς τας ακτές της Κερύνειας.

ε) Από το ΓΕΕΦ και την Ναυτική Διοίκηση Κύπρου τις πρώτες πρωινές ώρας της 20.7.1974 με την πολεμική κραυγή “ευρίσκονται εις απόσταση 20 μιλίων, πλησιάζουν 15… 10… 5… μίλια…”

5) Παρά ταύτα το Αρχηγείο Ενόπλων Δυνάμεων, αγνόησε την προειδοποίηση και δεν ενίσχυσε την Κυπριακή Εθνοφρουρά κατά το πενθήμερο 15 έως 20 Ιουλίου και δέχτηκε την αντικατάσταση 700 εμπείρων ανδρών της ΕΛΔΥΚ την 18 έως 19 Ιουλίου 1974 υπό απείρων κληρωτών αγνοούντων και τις τοπικές Κυπριακές συνθήκες.

6) Οι Αρχηγοί Ενόπλων Δυνάμεων και Αρχηγείου Στρατού Μπονάνος και Γαλατσάνος όταν πέραν των άνω προενημερώσεων ειδοποιήθηκαν την πρωία της 20.7.1974 παρά του ΓΕΕΦ ότι ρίπτονται Τούρκοι αλεξιπτωτιστές και ενώ προηγουμένως η τουρκική αεροπορία είχε βομβαρδίσει αγρίως το στρατόπεδο της ΕΛΔΥΚ δεν διέταξαν τις Ελληνικές Κυπριακές δυνάμεις να αρχίσουν το πυρ. Δεν διέταξαν πυρ, μέχρι της 08.50 πρωινής της 20.7.1974. Την 8.50 ως άνω πρωινή, ο μόνος αφιχθείς εις την αίθουσα επιχειρήσεων του Αρχηγείου Ενόπλων Δυνάμεων Αντισυνταγματάρχης κ. Λούκουτος προσωπικώς είπε τηλεφωνικώς εις τον Διοικητή του ΓΕΕΦ Ταξίαρχο Γεωργίτσην «κτυπάτε διό όλων των μέσων». Έτσι κατόρθωσαν να προγεφυρωθούν ένιοι μονάδες των ρηθέντων τούρκων αλεξιπτωτιστών.

7) Επίσης ιδία πρωτοβουλία των Ελληνοκυπριακών μονάδων Κυρηνείας επλήγη το πρώτον κύμα της τουρκικής αποβάσεως, με αποτέλεσμα οι Τούρκοι να έχουν 2.000 – 3.000 νεκρούς και τραυματίας.

8) Η Κυβέρνηση και η Επανάσταση της 25.11.1973 απεφάσισαν και διέταξαν Γενική Επιστράτευση την 20.7.1974, ήτις ήρξατο εφαρμοζομένη από της 9ης πρωινής ώρας. Αυτή απαιτούσαν οι περιστάσεις και τα στρατιωτικά δεδομένα. Ο στρατηγός Μπονάνος μετά των επιτελών του, την 11ην πρωινή της αυτής ημέρας(20.7.1974) ανακάλεσε την γενική επιστράτευση, για άλλους λόγους.

9) Την 21.7.1974 ημέρα Κυριακή, συνήλθε υπό την Προεδρία του Προέδρου της Δημοκρατίας κ. Γκιζίκη το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας της Χώρας. Η Ηγεσία του Έθνους κατά τις στιγμές εκείνες. Συμμετέσχον οι κ.κ. Γκιζίκης, Ανδρουτσόπουλος, Μπονάνος, Γαλατσάνος, Αραπάκης, Παπανικολάου και ο Ταξίαρχος τότε κ. Δημήτριος Ιωαννίδης.

Ενημερώθηκαν:

α) Υπό του Α/ΓΕΝ, Αντιναυάρχου κ. Αραπάκη ειπόντες: “Ευρίσκομαι προ των ακτών της Κερύνειας με δύο υποβρύχια (Γερμανικά) εξοπλισμένα δια 14 τορπιλών έκαστον. Έχω τα 11 τουρκικά πλοία της αποβάσεως εις τα περισκόπια και τα σκόπευτρα. Λογικώς και μαθηματικώς δεν δύναται να εκφύγει ουδέν τουρκικό πλοίο. (Κυβερνήτες των υποβρυχίων ήταν γνωστοί πλωτάρχες του πολεμικού ναυτικού.) Έχω λάβει πρόνοια και δια τον υπόλοιπο τουρκικό στόλο».

β) Υπό του Αρχηγού Αεροπορίας κ. Παπανικολάου ειπόντος: «Τα Phantom ευρίσκονται εις την Κρήτη και φέρουν βόμβας – πυραύλους εκ των οποίων δεν δύναται να γλυτώσουν τα τουρκικά πλοία».

Δύο λεπτομέρειες: Ο Τούρκοι δεν είχαν μέσα ανασχέσεως ούτε των δύο υποβρυχίων ούτε των Ελληνικών Phantom διότι:

αα) Τα εν λόγω υποβρύχια πλέοντα εις βάθος 200 μέτρων και με 21 – 22 κόμβους ωριαίως υπό την επιφάνεια της θαλάσσης – κοινό μυστικόν – δεν δύνανται να επισημανθούν υπό των τουρκικών αντιτορπιλικών – καταστροφέων. Διότι τα ηχοληπτικά όργανα αυτών μετά την ταχύτητα των 18 μιλίων δεν λειτουργούσαν.

ββ) Οι Τούρκοι στερούνταν Phantom και ουδέν έτερον μέσο ανασχέσεως των Ελληνικών Phantom διέθεταν.

γγ) Υπό του Αρχηγού Στρατού κ. Γαλατσάνου ειπόντος: «εις τον Έβρο είμεθα έτοιμοι δια βολές πυροβολικού. Η άμυνα αυτού είναι πλήρως και μαθηματικώς εξασφαλισμένη. Οι Τούρκοι δεν δύνανται να περάσουν».

10) Απόφαση και διαταγή της Ηγεσίας του Έθνους (Γκιζίκη): «κ. Αραπάκη την πρωία της Δευτέρας 22.7.1974 ότε θέλει αρχίσει η κυρία απόβαση των Τούρκων, βυθίσατε τα προ του λιμένος Κερύνειας ευρισκόμενα εις συγκέντρωση, τουρκικά αποβατικά και λοιπά σκάφη του εχθρού. Κύριε Παπανικολάου κατά την αυτήν ώρα αποστείλατε έξι (6) Phantom από Κρήτη εις Κυρήνεια (διάρκεια πτήσεως Κρήτη – Κύπρος 9′) και πλήξατε τα τουρκικά σκάφη. Κύριε Γαλατσάνε αρχίσατε βολές πυροβολικού στον Έβρον για αντιπερισπασμό. Όχι άλλη επιθετική ενέργεια κατά του τουρκικού εδάφους. Κύριε Μπονάνε εποπτεύσατε την εκτέλεση των διαταγών».

11) Μετά ταύτα λύθηκε η συνεδρίαση του Έθνους χωρίς καμία διαταγή να αλλάξει.

12)Την πρωία της Δευτέρας 22.7.1974:

α) Ο κ. Αραπάκης διέταξε προσωπικά τα δύο υποβρύχια να επιστρέψουν εκ Κύπρου καταλειπόντα τον εχθρό ελεύθερον και ανενόχλητο να πραγματοποιήσει την στρατιωτικά αστεία απόβασή του.

β) Ο κ. Παπανικολάου σταμάτησε τα 6 Phantom εις την Κρήτη, με αποτέλεσμα οι Ελληνοκυπριακαί δυνάμεις να σφυροκοπούνται ανελέητα υπό της απαιδεύτου τουρκικής αεροπορίας και λοιπά λέγων απευθυνόμενος και προς κατωτέρους, αξιωματικούς «πώς να στείλω Phantom, οι Βούλγαροι είναι έτοιμοι να μας επιτεθούν, έχουν συγκεντρωθεί εις τα σύνορα, θα πάθουμε συμφορά». Ενώ τούτο ήτο απολύτως ανακριβές.

γ) Ο κ. Γαλατσάνος δεν επέτρεψε τις βολές πυροβολικού.

δ) Ο κ. Μπονάνος συνετόνισε τας ενεργείας των τριών Αρχηγών των Επιτελείων του δια να προληφθεί η πλήρης και δια ελληνικών θυσιών καταστροφή των τουρκικών δυνάμεων εισβολής.
Μερικές λεπτομέρειες:

α) Ο Ελληνικός στρατός ουδέποτε ήταν καλύτερον οπλισμένος μέχρι της 20.7.1974.

β) Πολεμοφόδια και υλικά υπήρχαν άφθονα παρά τις επείγουσες από εχθρικές για τη χώρα αντίθετες πληροφορίες.

γ) Οι Τούρκοι είχαν αεροναυμαχήσει μεταξύ τους και είχαν: 1) Καταβυθίσει ένα αντιτορπιλικό, 2) είχαν αχρηστεύσει έτερα δύο, 3) είχαν τα πληττόμενα αντιτορπιλικά καταρρίψει δύο δικά τους αεροσκάφη και 4) το ελληνικό πυροβολικό – όχι επάκτιο – είχε αχρηστεύσει έτερα δύο τουρκικά αντιτορπιλικά στην Κυρήνεια.

δ) Ο Αμερικανός Υφυπουργός κ. Σίσκο, τον οποίον αρνούνταν να δεχθούν πλέον – 20.7.74 και εντεύθεν – ο κ.κ. Γκιζίκης και Ανδρουτσόπουλος, ως επιτηρητή των Τουρκοαμερικανών συναντάτο την 21.7.74 μετά την ως άνω σύσκεψη της Ηγεσίας του Έθνους, τουλάχιστον με τους κ. Μπονάνο και Αραπάκη. Στο γραφείον του κ. Μπονάνου – άγνωστο ποίος τον πήγε – ακούστηκε να λέει: «σταματήστε τον στόλο και την αεροπορία σας και σας και υπόσχομαι να υποχρεώσουμε τους Τούρκους να επιστρέψουν στην Τουρκία».

15) Ο Αντιστράτηγος κ. Λάμπρος Σταθόπουλος, Διοικητής της Κ.Υ.Π. τότε, ανέφερε εις την ηγεσία, ότι είχε την πληροφορία ότι υπήρχε συγκέντρωση βουλγαρικού στρατού εις τα Ελληνοβουλγαρικά σύνορα και αεροσκαφών τύπου MiG. Οι επιτελείς του στρατηγού κ. Γαλατσάνου υποψιασθέντος δολία προέλευση της πληροφορίας ρώτησαν σχετικώς τα αρμόδια κλιμάκια της ΚΥΠ τα οποία την διέψευδαν. Επικοινώνησαν με τα 2α γραφεία των ταγμάτων της Ελληνοβουλγαρικής μεθορίου και ταύτα όχι μόνον διέψευσαν την πληροφορία του κ. Σταθοπούλου, αλλά είπαν ότι οι Βούλγαροι είχαν αραιώσει εσχάτως τις μεθοριακές φρουράς. Ο κ. Σταθόπουλος την πληροφορία είχε από αγγλο-αμερικανικές πηγές.

16) Ο Αντιστράτηγος κ. Αγαμέμνων Γκράτσιος Διοικητής ΑΣΔΕΝ τότε συνέδραμε με τους κ.κ. Σταθόπουλον και Παπανικολάου στο θέμα των Βουλγάρων, λέγων ενώπιον αξιωματικών κατά την 21ην, 22αν Ιουλίου: «Οι Βούλγαροι θα μας πάρουν την Θεσσαλονίκη. Ο στρατός μας δεν αντέχει. Οι επίστρατοι είναι διαλυμένοι και δεν έχουν ηθικό». Ότε και ηρωτήθη από Ταγματαρχών του Γεν. Επιτελείου πώς δύναται να λέγη τοιαύτας ανακριβείας όταν έχει και ο ίδιος επιστράτους εις την ΑΣΔΕΝ ενώ πάντα ταύτα ήσαν ανακριβή. (…) (…) Θα αναμείνω, ελπίζω όχι πάλιν επί ματαίω και εκ νέου κυβερνητική ενέργεια δια την επιβεβαίωση των ανωτέρω, δια την απόδοση του δικαίου και εξύψωση των Ενόπλων Δυνάμεων της Πατρίδος.

Επειδή λαβών γνώσιν των ανωτέρω εξ ων προκύπτει η διάπραξη των περιγραφομένων κακουργημάτων, υποχρέωση καθίσταται κατά Νόμο και δη κατ’ άρθρ. 40 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας να αναγγείλω ταύτα προς τον κ. Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών.

Επειδή τα ανωτέρω δέον προς τούτοις να τεθούν πρωτίστως υπόψη του αξιότιμου προϊσταμένου της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών Αθηνών, Αντισαγγελέα Εφετών κ. Φαφούτη, αρμοδίου κατά νόμο προς δίωξη πάσης αξιοποίνου πράξεως. Τούτο δε έστω και εάν τα προκύπτοντα αδικήματα διώκονται παρά των Στρατιωτικών Δικαστικών αρχών, οι οποίοι δέον να λάβουν γνώση προδήλως παρ’ Αυτού. Γνωστοποιώ τα ανωτέρω υπό την επιφύλαξη παντός εν γένει δικαιώματός μου ως Έλληνα πολίτη.

Αρμόδιος δικαστικός επιμελητής επιδότω νομίμως την παρούσα προς τον αξιότιμο κ. Προϊστάμενο της Εισαγγελίας Πλημμελειοδικών των Αθηνών προς γνώσιν του και δια την διενέργεια των νομίμων.
Εν Αθήνας τη 8η Νοεμβρίου 1974». Απάντηση δεν έλαβε ποτέ”.

Η Κύπρος προδόθηκε και διχοτομήθηκε γιατί απλά οι Έλληνες δικτάτορες, οι στρατιωτικοί ταγοί, αλλά και οι κατόπιν πολιτικοί ταγοί δεν ήθελαν να πολεμήσουν για αυτή. Όλα τα άλλα είναι προφάσεις εν αμαρτίες και τίποτα άλλο.

Το ανωτέρω άρθρο βασίζεται σε στοιχεία και μαρτυρίες του αείμνηστου Σμηνάρχου Ασημάκη Παπανικολάου.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top