Αντωνία Δήμου
H κλιμάκωση έντασης εκ μέρους της Τουρκίας στο Αιγαίο και εντός της κυπριακής Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) με την αποστολή του σεισμογραφικού πλοίου Barbaros δεν είναι κενή περιεχομένου. Εντάσσεται στο πλαίσιο της πάγιας στρατηγικής της Άγκυρας η οποία συνίσταται αφενός στη δημιουργία περισσοτέρων της μίας διαφορών στο Αιγαίο με την Ελλάδα και της εμπέδωσης της τουρκικής παρουσίας στις θαλάσσιες ενεργειακές οδούς της Ανατολικής Μεσογείου δημιουργώντας διεκδικήσεις εντός της κυπριακής ΑΟΖ.
Οι νέες τουρκικές προκλήσεις έρχονται λίγες ημέρες έπειτα από την απελευθέρωση του Αμερικανού πάστορα Μπράνσον και προτού διενεργηθεί τον Νοέμβριο γεώτρηση από την αμερικανική Exxon Mobil στο θαλάσσιο οικόπεδο 10 εντός της κυπριακής ΑΟΖ. Προδήλως, η Άγκυρα επιχειρεί να ελέγξει τις αντιδράσεις Ελλάδας και Κύπρου τόσο σε στρατιωτικό όσο και διπλωματικό επίπεδο.
Την ίδια στιγμή, η Άγκυρα επιχειρεί να εξετάσει τα αντανακλαστικά της Ουάσιγκτον έναντι μίας κλιμακούμενης έντασης η οποία μπορεί να λάβει την μορφή ακόμη και «ατυχήματος» στους θαλάσσιους χώρους της Ελλάδας και της Κύπρου. Η ανακοίνωση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ότι οι ΗΠΑ αναγνωρίζουν το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να αναπτύξει τους ενεργειακούς πόρους της στην ΑΟΖ της ζητώντας την αποφυγή κάθε ενέργειας ή ρητορικής που αυξάνει τις εντάσεις στην περιοχή έχει διττό χαρακτήρα.
Πρώτον, καταδεικνύει ότι η πολιτική της Ουάσιγκτον έναντι της κυπριακής ΑΟΖ έχει παγιωθεί κατά τρόπο που προωθεί τα αμιγώς αμερικανικά ενεργειακά συμφέροντα.
Δεύτερον, διαψεύδει τις όποιες προσδοκίες της Άγκυρας περί άμεσης αποκατάστασης των αμερικανο-τουρκικών σχέσεων ως επισφράγισμα της απελευθέρωσης Μπράνσον και ανταλλαγής πληροφοριών σχετικών με τη δολοφονία του Σαουδάραβα δημοσιογράφου Κασόγκι.
Ακανθώδεις αμερικανοτουρκικές σχέσεις
Στην πραγματικότητα, ο δρόμος που πρέπει να διανυθεί για την πλήρη αποκατάσταση των αμερικανοτουρκικών σχέσεων είναι ακανθώδης έχοντας κατά νου εκκρεμή ζητήματα που ταλανίζουν τις διμερείς σχέσεις. Μία πρώτη δοκιμασία στις αμερικανοτουρκικές σχέσεις αποτελεί η τουρκική συμμόρφωση ως προς την εφαρμογή των νέων αμερικανικών κυρώσεων σε βάρος του Ιράν λαμβάνοντας υπόψη δύο δεδομένα.
Πρώτον, ότι η Τουρκία έχει επανειλημένα ζητήσει την εξαίρεση της από τις κυρώσεις με το αιτιολογικό ότι αποτελεί εισαγωγέα ιρανικού πετρελαίου που διοχετεύεται στην εσωτερική της αγορά και την Ευρώπη. Δεύτερον, η Τουρκία έχει προβεί εμπράκτως σε προηγούμενη χρονικά παραβίαση των αμερικανικών και διεθνών κυρώσεων σε βάρος του Ιράν όταν μέσω της τουρκικής κρατικής τράπεζας Halkbank νομιμοποιήθηκαν έσοδα από παράνομο εμπόριο χρυσού και ιρανικού πετρελαίου.
Πρόκειται για την γνωστή υπόθεση Halkbank της οποίας ο εκτελεστικός διευθυντής Μεχμέτ Χακάν Αττίλα έχει καταδικαστεί από αμερικανικό δικαστήριο και οι τουρκικές αρχές επιδιώκουν την επιστροφή του στην Τουρκία προκειμένου να εκτίσει το υπόλοιπο της ποινής του. Τουτέστιν, η έλλειψη εμπιστοσύνης επί του συγκεκριμένου ζητήματος έχει βάθος και απαιτεί συγκεκριμένες ενέργειες για την οικοδόμηση ενός κοινού αμερικανοτουρκικού modus operandi.
Πρόσθετο ακανθώδες ζήτημα συνιστά η εξαγγελθείσα αγορά από την Τουρκία του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος S-400 η οποία προκάλεσε την ισχυρή αντίδραση του αμερικανικού κογκρέσου. Η αντίδραση συνίσταται στην αναστολή της διάθεσης κονδυλίων από τον αμερικανικό αμυντικό προϋπολογισμό οικονομικού έτους 2019 για τη μεταφορά των μαχητικών αεροσκαφών F-35 στην Τουρκία συμπεριλαμβανομένων και αμυντικών προϊόντων ή υπηρεσιών που σχετίζονται με τα αεροσκάφη πέμπτης γενιάς.
Η αμερικανική αναστολή μεταφοράς των F-35 εκτιμάται ότι δεν πρόκειται να αρθεί έως ότου η Τουρκία ακυρώσει την αγορά του ρωσικού αντιπυραυλικού συστήματος προκειμένου να αποδείξει εμπράκτως ότι δεν αποτελεί τον δούρειο ίππο της Ρωσίας στο ΝΑΤΟ με σκοπό την αποδυνάμωση του. Δεδομένου ωστόσο ότι οι ρωσοτουρκικές σχέσεις έχουν αναπτύξει ξεχωριστή δυναμική σε ζητήματα όπως η τουρκική στρατιωτική παρουσία στη βόρεια Συρία, καθίσταται προφανές ότι οι αμερικανικές προσδοκίες για τουρκική απομάκρυνση από το ρωσικό άρμα δύναται να αποδειχθούν φρούδες. Και φυσικά, η μακριά λίστα εκκρεμών ζητημάτων ανάμεσα σε ΗΠΑ και Τουρκία καλά κρατεί.
Ελλάδα και Κύπρος
Υπό αυτές τις συνθήκες, η Τουρκία κλιμακώνει την προκλητικότητα της έναντι Ελλάδας και Κύπρου, δύο χωρών που κατέχουν σημαντικό ρόλο στην αμερικανική στρατηγική της Ανατολικής Μεσογείου. Η σπουδαιότητα που αποδίδει η Ουάσιγκτον σε Αθήνα και Λευκωσία αποτυπώνεται στην απόφαση να συμμετάσχει στον τριμερή διάλογο Ελλάδας-Κύπρου-Ισραήλ που καλύπτει ζητήματα ασφάλειας στην ευρύτερη περιοχή.
Η Ανατολική Μεσόγειος, όπως διετύπωσε ο Αμερικανός υφυπουργός Εξωτερικών Γουές Μίτσελ σε πρόσφατη εκδήλωση του ινστιτούτου Atlantic Council, αποτελεί «ένα πολύ τρωτό σύνορο» λόγω των ρωσικών επεκτατικών σχεδιασμών όσο και της επιθυμίας του Ιράν να αποκτήσει πρόσβαση στα θερμά νερά της Μεσογείου.
Ελλάδα, Κύπρος και Ισραήλ εκτιμάται ότι περιλαμβάνονται στους αμερικανικούς υπολογισμούς που εστιάζουν στην ανάδυση ενός νέου περιφερειακού συστήματος ασφάλειας. Η παράμετρος Τουρκία εξακολουθεί να θεωρείται σημαντική όπως εμφαίνεται στη διακηρυγμένη αμερικανική πρόθεση για εξάντληση κάθε πιθανότητας ώστε η Άγκυρα να επανατεθεί σε μία τροχιά εγγύτερα προς τη Δύση όχι μόνο πολιτικά αλλά κυρίως στρατηγικά.
Το δύσκολο αμερικανικό εγχείρημα
Το αμερικανικό εγχείρημα αναμένεται να αποδειχθεί εξαιρετικά δύσκολο καθώς οι δομικές αλλαγές που έχουν συντελεστεί στον κρατικό και στρατιωτικό μηχανισμό της Τουρκίας από το 2002 και εντεύθεν οπότε ανήλθε στην εξουσία το κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) δεν είναι εύκολα αναστρέψιμες. Η απομάκρυνση τουλάχιστον 6.000 στελεχών των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων και οι απολύσεις περισσότερο από 18.000 εργαζομένους στον δημόσιο τομέα όπως πανεπιστημιακοί και δικαστές με συνοπτικές διαδικασίες έχουν αλλοιώσει τον κοσμικό χαρακτήρα της Τουρκίας.
Δεν πρέπει σε καμμία περίπτωση να διαφεύγει της προσοχής ότι η διακυβέρνηση Ερντογάν έχει οικοδομήσει το οθωμανικό και ισλαμικό προφίλ της Τουρκίας εντέχνως και με συνέπεια σε βάθος χρόνου. Ενδεικτικά, στο τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών έχει δημιουργηθεί μία νέα τάξη μη-κεμαλικών πρεσβευτών. Οι τελευταίοι, εκτιμάται ότι επελέγησαν στη βάση των ισλαμικών-οθωμανικών τους προσόντων, καθώς και μία παράλληλη επετηρίδα ειδικών για προξενικά θέματα με επίκεντρο τα μειονοτικά, πολιτιστικά και θρησκευτικά ζητήματα, πάντοτε σε αγαστή συνεργασία με την εκάστοτε πρεσβεία.
Σε αυτό το πλαίσιο πολιτικής, συντελέσθηκε άλλωστε και η αναβάθμιση του προξενείου της Κομοτηνής. Υπό τα δεδομένα, η κλιμακούμενη ένταση στο Αιγαίο και εντός της κυπριακής ΑΟΖ από το τουρκικό σεισμογραφικό πλοίο Μπαρμπαρός δεν περνάει απαρατήρητη από τις ΗΠΑ οι οποίες με πολεμικό πλοίο παρακολουθούν εκ του σύνεγγυς τις τουρκικές κινήσεις.
Στόχος της τουρκικής προκλητικότητας;
Οι σεισμικές έρευνες του Μπαρμπαρός εντός της ελληνικής υφαλοκρηπίδας ανατολικά της Κρήτης και νοτιοανατολικά του Καστελόριζου καθώς και πλησίον των θαλάσσιων οικοπέδων 4 και 5 στην κυπριακή ΑΟΖ έχουν τρεις στόχους. Πρώτον, την έγερση διεκδικήσεων επί της κυριαρχίας σε δεκάδες νησιά και βραχονησίδες που ανήκουν στην Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένου και του Καστελλόριζου. Δεύτερον, την αποτροπή ανακύρηξης της ελληνικής ΑΟΖ με τις Κύπρο και Αίγυπτο.
Ειδικά ως προς την τελευταία, η ανακοίνωση της πρόθεσης για οριστικοποίηση των τεχνικών πτυχών που αφορούν την οριοθέτηση της ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Αιγύπτου έως το τέλος του 2018 κατά την πρόσφατη τριμερή Ελλάδας-Κύπρου-Αιγύπτου στην Ελούντα εκτιμάται ότι ενεργοποίησε τα τουρκικά αντανακλαστικά.
Υπενθυμίζεται πως πάγια τουρκική θέση αποτελεί ότι η ΑΟΖ της Ελλάδας δεν εφάπτεται σε κανένα σημείο με την κυπριακή, θέση βεβαίως που με βάση το διεθνές δίκαιο της θάλασσας είναι εσφαλμένη, αφού η ελληνική ΑΟΖ επεκτείνεται νοτιανατολικότερα από ότι ισχυρίζεται η Άγκυρα λόγω συμπλέγματος του Καστελόριζου-Στρογγύλης. Τρίτον, την εμπέδωση της τουρκικής παρουσίας εντός της κυπριακής ΑΟΖ και την αποδοχή συμμετοχής της στην νομή των κυπριακών ενεργειακών αποθεμάτων.
Τι θα πράξουν Ελλάδα-Κύπρος
Το εύλογο ερώτημα που ανακύπτει συνίσταται στο τι οφείλουν να πράξουν η Ελλάδα και η Κύπρος έναντι της τουρκικής προκλητικότητας. Η Ελλάδα και η Κύπρος οφείλουν να κινηθούν στρατιωτικά και διπλωματικά με σύνεση και να εκμεταλλευθούν την ευνοϊκή γεωπολιτική συγκυρία η οποία συμπυκνώνεται στην επιθυμία των Ισραήλ και Αιγύπτου για μεταφορά μέρους των μελλοντικών ενεργειακών τους αποθεμάτων στην Ευρώπη μέσω των δύο.
Η ενίσχυση έτι περαιτέρω των συνεργασιών με το Ισραήλ και την Αίγυπτο στις οποίες εφεξής θα μετέχουν και οι ΗΠΑ είναι εξαιρετικά σημαντική με δεδομένη την έμφαση στη διεξαγωγή κοινών ναυτικών και αεροπορικών συνεκπαιδεύσεων που περιλαμβάνουν σενάρια προάσπισης των ΑΟΖ και των θαλάσσιων ενεργειακών οδών. Βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση επίσης αποτελεί η διεθνοποίηση της τουρκικής προκλητικότητας τόσο στην ΕΕ όσο και τον ΟΗΕ.
Στην γεωπολιτική σκακιέρα της Ανατολικής Μεσογείου, Ελλάδα και Κύπρος αποτελούν παίκτες με θετικό πρόσημο στην οικοδόμηση περιφερειακής σταθερότητας. Η απομόνωση των χωρών που δρουν ως επιτήδειοι ταραχοποιοί είναι μονόδρομος για την ανάδυση ενός νέου συστήματος ασφάλειας χωρίς αστερίσκους και ηγεμονίες.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου