Η επίσκεψη στην Άγκυρα του αντιπροέδρου της κυβέρνησης και υπουργού των Εξωτερικών, Ευάγγελου Βενιζέλου, μπορεί να στόχευε στην επίδειξη «καλής θέλησης» από την Αθήνα, στέλλοντας μηνύματα στην Ουάσιγκτον, αλλά τα αποτελέσματά της είναι απογοητευτικά. Οι πληροφορίες που φτάνουν από παντού αναφέρουν ότι ο Αχμέτ Νταβούτογλου, αυτός ο «γίγαντας» της τουρκικής διπλωματίας, επέδειξε σκληρή στάση και στα ελληνοτουρκικά προβλήματα -που μονίμως δημιουργεί η Άγκυρα- και στο Κυπριακό, όπου στην ουσία απέρριψε την πρόταση-αίτημα της Λευκωσίας για παράδοση της πόλης της Αμμοχώστου στους νόμιμους κατοίκους της υπό την εποπτεία της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Εθνών.
Ο κ. Βενιζέλος αποδέχθηκε τις εισηγήσεις ανοήτων διπλωματών και πραγματοποίησε την επίσκεψη χωρίς κάποιος να σκεφθεί ότι η Τουρκία πρότεινε τη συνάντηση την παραμονή της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο. Ο Έλληνας υπουργός των Εξωτερικών, δυστυχώς έχασε μία μεγάλη και μοναδική ευκαιρία, να μιλήσει για την παράνομη κατοχή του 40% του νησιού ενώπιον του Τούρκου ομολόγου του, που επέβαλε «σιγή ιχθύος» για το πρόβλημα της Κύπρου. Εάν δεν υπέβαλλε ερώτηση ο ανταποκριτής του πρακτορείου Reuters, η λέξη Κύπρος δεν θα ακουγόταν στη συνέντευξη Τύπου. Ήταν σφάλμα και δεν είναι δεκτή καμία δικαιολογία, ούτε καν αυτή η «διπλωματική αβρότητα» που επιβάλλεται δήθεν μεταξύ των χωρών και των εκπροσώπων τους.
Την 20η Ιουλίου συμπληρώθηκαν 39 χρόνια από την τουρκική εισβολή. Ο Αττίλας νίκησε τους Ελληνοκύπριους και τους ηρωικούς στρατιώτες της ΕΛΔΥΚ διότι είχε τη βοήθεια της τότε αμερικανικής κυβέρνησης, που συμμετείχε στο σχεδιασμό του διπλού εγκλήματος -του πραξικοπήματος εναντίον του ξεροκέφαλου Μακάριου και της εισβολής. Πέτυχε η εισβολή και για ένα άλλο λόγο. Η ελληνική χούντα κυριαρχείτο από αμερικανόφιλους δουλοπρεπείς στρατιωτικούς, οι οποίοι δυστυχώς άνοιξαν τις κερκόπορτες, προσφέροντας στο πιάτο τη δικαιολογία που αναζητούσαν ο Χένρι Κίσιγκερ και ο «ποιητής» Μπουλέντ Ετσεβίτ.
Αναγνωρίζω και δέχομαι πως 39 χρόνια κατοχής είναι πάρα πολλά. Οι Έλληνες που γεννήθηκαν το θλιβερό 1974 δεν έχουν ζήσει τα τραγικά γεγονότα, τα οποία έμαθαν από τα σχολικά βιβλία. Δυστυχώς την πλειοψηφία δεν την αγγίζει η κατοχή, αντίθετα έχει επιβληθεί η απαράδεκτη θέση ότι «κουραστήκαμε με το Κυπριακό, ας κλείσει όπως-όπως για να ησυχάσουμε».
Με θλίβει να συμμετέχω ή να παρακολουθώ συζητήσεις, στις οποίες ακούγονται κουβέντες -ακόμα και από αρμόδιους υπουργούς- που πληγώνουν και πονάνε πολύ καθένα από εμάς που γεννηθήκαμε στην Κύπρο. Στο κάτω-κάτω της γραφής η ιστορική αλήθεια είναι εκεί και ΔΕΝ μπορεί να αμφισβητηθεί: Η Κύπρος θυσιάστηκε για να επιστρέψει η Δημοκρατία στην Ελλάδα.
Το 1974, η χούντα του Ιωαννίδη διένυε μία περίοδο πρωτόγνωρης ισχύος, ο ίδιος ο δικτάτορας είχε απόλυτη κυριαρχία και προκαλούσε φόβο και τρόμο, η αντίσταση του δημοκρατικού κόσμου έπνεε τα λοίσθια και δεν υπήρχε η παραμικρή ελπίδα στον ορίζοντα για ανατροπή της δικτατορίας. Τολμώ να υποστηρίξω πως εάν ο Ιωαννίδης δεν έπαιρνε την εντολή από τον Γκας Λάσκαρη Αβρακώτο της CIA για «να τελειώνει με τον Μακάριο», η χούντα θα άντεχε και η Ελλάδα θα παρέμενε εγκλωβισμένη στο «γύψο» των δικτατόρων.
Με βάση τα παραπάνω δεδομένα και τις αποδεδειγμένες ιστορικές αλήθειες, η Κύπρος και οι πολίτες της πρέπει να αντιμετωπίζονται με σεβασμό. Η κατάρρευση της προδοτικής χούντας, που πήγε την Ελλάδα χρόνια πίσω, οφείλεται αποκλειστικά στην τραγωδία εκείνου του «μαύρου» Ιούλη.Όσοι διάβασαν ιστορία γνωρίζουν πως ούτε το έπος του Πολυτεχνείου -η πλέον ηρωική πράξη του ελληνικού λαού- ούτε ο μεγάλος Αλέκος Παναγούλης λάβωσαν τους δικτάτορες σε σημείο που να οδηγηθούν σε κατάρρευση. Επικράτησαν σκοτώνοντας τους νέους και από τις 17 Νοεμβρίου του 1973 έγιναν πιο αδίστακτοι και πιο ισχυροί. Ο ελληνικός λαός απλά είχε την ατυχία να μη διαθέτει ηγέτες. Αν είχε, η χούντα δεν θα άντεχε επτά χρόνια.
Το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν τα μηνύματα για τη δήθεν «κούραση» των Ελλήνων διπλωματών με την Κύπρο και το πρόβλημά της. Στο κυπριακό υπουργείο των Εξωτερικών δικαιολογημένα ανησυχούν και νοιώθουν απελπιστικά μόνοι. Η δικαιολογία για την οικονομική κρίση είναι «καλή» αλλά όχι πιστευτή. Άλλωστε, η προπαγάνδα για το «κλείσιμο» του Κυπριακού πήρε σάρκα και οστά το Νοέμβριο του 1999, όταν ξεκίνησε η «κατασκευή» του σχεδίου που έλαβε το όνομα του Κόφι Ανάν. Τότε δεν υπήρχε κρίση, αντίθετα όλοι απολάμβαναν το εκσυγχρονιστικό «θαύμα» του κ. Κώστα Σημίτη…
Η Κύπρος και το πρόβλημά της δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως «ενόχληση» για τους Έλληνες πολιτικούς και τους επικυρίαρχους των Μέσων Ενημέρωσης. Η τακτική αυτή είναι εθνικό λάθος και αποτελεί προσβολή στους νεκρούς της εισβολής και στις χιλιάδες των προσφύγων, που πλήρωσαν τα εγκλήματα της δικτατορίας και την επιστροφή της Δημοκρατίας στη χώρα που γεννήθηκε…
πηγή
Δημοσίευση σχολίου