Aλέξανδρος Τάρκας
Στη φωτογραφία: Ο κ. Κυρ. Μητσοτάκης, αφού συνομίλησε αμήχανα (μετά χειραψίας και δύο στιγμιαίων αγγιγμάτων στην πλάτη) με τον -άλλοτε προσωπικό του φίλο- κ. Έντι Ράμα, προέβη επιτέλους σε μία ορθή δήλωση. (© Ora News).
Ο πρωθυπουργός Κυρ. Μητσοτάκης, προσερχόμενος στη σύνοδο κορυφής της «Διαδικασίας του Βερολίνου» στα Τίρανα και αφού συνομίλησε αμήχανα -μετά χειραψίας και δύο στιγμιαίων αγγιγμάτων στην πλάτη- με τον Αλβανό ομόλογό του (και άλλοτε προσωπικό του φίλο) Έντι Ράμα, προέβη επιτέλους σε μία ορθή δήλωση.
Ο κ. Μητσοτάκης ξεκαθάρισε ότι η Ελλάδα θα συναινέσει «στην εκκίνηση της διαδικασίας των διαπραγματεύσεων της Αλβανίας με την Ευρωπαϊκή Ένωση υπό την αναγκαία προϋπόθεση» της προηγούμενης ορκωμοσίας του Φρέντι Μπελέρη ως Δημάρχου Χειμάρρας «ακόμα κι αν παραμένει προφυλακισμένος». Αν και η προϋπόθεση αυτή υστερεί έναντι των διαρροών των περασμένων μηνών, όταν το Μαξίμου και το υπουργείο Εξωτερικών (επί διδύμου Γ. Γεραπετρίτη και Αλ. Παπαδοπούλου) απαιτούσαν τον άμεσο τερματισμό της προσωρινής κράτησης Μπελέρη, η δήλωση του Πρωθυπουργού αντανακλά διπλωματικό ρεαλισμό. Γιατί αφενός ο κ. Ράμα είναι σκληρός διαπραγματευτής και πολύ ευφυής, έχοντας ισχυριστεί ότι δεν μπορεί να επηρεάσει την «ανεξάρτητη» αλβανική Δικαιοσύνη, και αφετέρου η Ε.Ε. απαιτεί την εφαρμογή του κράτους δικαίου στην Αλβανία, χωρίς κυβερνητικές παρεμβάσεις.
Επιπλέον, ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης έχει βεβαρημένο προσωπικό ιστορικό ως προς το σεβασμό του κράτους δικαίου. Παρενέβη δημόσια, τον Ιανουάριο του 2022, σε τρέχουσα ανακριτική διαδικασία στον Άρειο Πάγο, παραβιάζοντας το τεκμήριο της αθωότητας και συκοφαντώντας, σαν «συμμορία» και «υπόκοσμο», εκδότες και δημοσιογράφους. Δεν αναίρεσε τους αβάσιμους ισχυρισμούς του ούτε όταν το βούλευμα του Ανώτατου Δικαστηρίου έκρινε -τόσο απλά- ότι δεν υπήρχε καν υπόθεση ποινικού ενδιαφέροντος. Κρίμα για έναν Πρωθυπουργό να έχει τόσες ημεδαπές αμαρτίες, ώστε να μη διαθέτει αξιοπιστία και μέσα άσκησης εξωτερικής πολιτικής ούτε έναντι του «σκοτεινού» κ. Ράμα!
Πέραν αυτών, το Μέγαρο Μαξίμου δεν διευκρινίζει αν η (ορθή) δήλωση Μητσοτάκη αποτελεί υπαινιγμό για μελλοντική άσκηση βέτο ή θα εξελιχθεί (δηλαδή, εκφυλιστεί) σε πρόσκαιρη καθυστέρηση της ενταξιακής διαδικασίας της Αλβανίας – π.χ. με τη μη εγγραφή της στην ατζέντα συνεδριάσεων της Ε.Ε. Πολύ περισσότερο, δεν είναι σαφές αν η αξιοποίηση του ελληνικού πλεονεκτήματος στις Βρυξέλλες περιλαμβάνει και το «πυρηνικό» διπλωματικό όπλο της αναστολής χρηματοδότησης των Τιράνων από τα Διαρθρωτικά Ταμεία. Πρόκειται για καυτή προτεραιότητα του κ. Ράμα, ο οποίος γνωρίζει ότι προβλέπεται (και ανησυχεί γι’ αυτήν στο μέγιστο βαθμό) αναστολή χρηματοδότησης των υποψηφίων μελών σε περιπτώσεις παραβίασης του κράτους δικαίου ή θεμελιωδών δικαιωμάτων.
Ασφαλώς, η διπλωματική σωφροσύνη λέγει ότι ενδεχόμενη απαίτηση της ελληνικής κυβέρνησης για αναστολή των χρηματοδοτήσεων δεν αποτελεί εύκολη υπόθεση. Ο κ. Ράμα ίσως απαντήσει με τη λήψη (παράνομων) αντιμέτρων κατά της ελληνικής εθνικής μειονότητας. Ωστόσο, για όσο διάστημα ο κ. Μητσοτάκης δεν αξιοποιεί το συγκεκριμένο πλεονέκτημα, έστω ως απώτατο μέτρο, οι προειδοποιήσεις του για την ενταξιακή διαδικασία μοιάζουν με άσφαιρα πυρά. Ούτως ή άλλως, ο Αλβανός πρωθυπουργός δεν ανησυχεί ιδιαίτερα για τη διάρκεια των ενταξιακών συνομιλιών, αφού γνωρίζει ήδη ότι θα απαιτήσουν πολλά χρόνια, ενώ ο ίδιος απολαμβάνει, στο μεταξύ, όλα τα οφέλη στήριξής του από τη Δύση. Χάρη στην -όντως- συνεπή αντιρωσική πολιτική του στα Βαλκάνια και στην αντιπαράθεσή του με το Ιράν λόγω των ηλεκτρονικών κυβερνοεπιθέσεων κατά αλβανικών κρατικών υπηρεσιών.
Παράλληλα, για τη σωστή αξιολόγηση της κατάστασης στα Βαλκάνια και της ενισχυμένης θέσης του κ. Ράμα, πρέπει να ληφθεί υπόψη η εξελισσόμενη αντιπαράθεση μεταξύ Σέρβων και Κοσοβάρων. Η κατάσταση είναι τόσο περίπλοκη, ώστε η Ε.Ε. και το ΝΑΤΟ ορισμένες φορές διαπιστώνουν πραγματική σύγκρουση Βελιγραδίου-Πρίστινα και άλλες φορές δράση της Σερβικής Μαφίας έναντι της οποίας συντονίζονται ο Αλβανός πρωθυπουργός και ο Σέρβος πρόεδρος Αλ. Βούτσιτς. Αμφότεροι κερδίζουν, ενώ η Ελλάδα προσδοκά κάποια αναγνώριση του δικού της ρόλου μέσω της προ εβδομάδων (μη ανακοινωθείσας, αλλά εθνικά χρήσιμης) αποστολής πρόσθετου αριθμού ανδρών στην ειρηνευτική δύναμη KFOR.
Δημοσίευση σχολίου