Του Ιπποκράτη Δασκαλάκη*
Πέρασαν σχεδόν 130 χρόνια από τότε που ο καγκελάριος Bismarck δήλωσε ότι δεν σκόπευε να θυσιάσει ούτε τη ζωή ενός «Πομεριανού γρεναδιέρου» για τα Βαλκάνια. Λίγα χρόνια μετά, οι διάδοχοι και οι σύμμαχοί του ενεπλάκησαν, με αφορμή τον έλεγχο της περιοχής, στη μεγαλύτερη σφαγή που είχε γνωρίσει μέχρι τότε η ανθρωπότητα, στον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Αναμφίβολα, η πανσπερμία ανταγωνιζομένων εθνοτήτων, με ριζικά διαφορετικές καταβολές, που κατακλύζουν εδώ και αιώνες την περιοχή των Βαλκανίων ευθύνεται σημαντικά για τη συγκρουσιακή κατάσταση που επικρατεί. Αντίστοιχες όμως και οι ευθύνες των μεγάλων δυνάμεων που διαχρονικά ανταγωνίζονται για την επικράτηση και επιρροή τους χρησιμοποιώντας επιδέξια τους συναισθηματικούς, ευέξαπτους και ευκολόπιστους Βαλκάνιους.
Κατά γενική ομολογία, η τελευταία δεκαπενταετία, στα άλλοτε ταραγμένα Βαλκάνια, υπήρξε ασυνήθιστα ήρεμη. Εν μέρει παράδοξο, γιατί σχεδόν κανένα από τα προβλήματα που κληρονόμησε ο προηγούμενος αιώνας δεν έχει επιλυθεί. Η απαισιόδοξη σχολή σκέψης υποστηρίζει ότι η συσσώρευση των προβλημάτων οδηγεί σε δημιουργία εύφλεκτων συνθηκών και μια σπίθα μπορεί να πυροδοτήσει ένα μεγαλύτερο ή μικρότερο ξέσπασμα βίας. Άλλωστε τα Βαλκάνια χαρακτηρίζονται ως η ευρωπαϊκή «πυριτιδαποθήκη». Αντίθετα, οι αισιόδοξοι φιλελεύθεροι ισχυρίζονται ότι οι κάτοικοι της περιοχής, κουρασμένοι από τις άσκοπες σφαγές και απολαμβάνοντας πλέον τα αγαθά της «δυτικής δημοκρατίας», θα περιορίσουν τους ανταγωνισμούς τους σε ελεγχόμενες εξάρσεις και εμπορικούς αντιπαραθέσεις. Οι ρεαλιστές από την άλλη, αιτιολογούν την πρωτόγνωρη και επίπλαστη ηρεμία που επικρατεί, ως αποτέλεσμα της παροδικής μείωσης του ενδιαφέροντος των μεγάλων δυνάμεων (κυρίως ΗΠΑ-Ρωσίας) αλλά και της αναγκαστικής επικέντρωσης των προσπαθειών των βαλκανικών χωρών στην ισχυροποίηση τους μέσω ανασύνταξης των οικονομικών, κοινωνικών και θεσμικών δυνάμεων και ένταξης στους δυτικούς θεσμούς.
Η διέλευση όμως ενός επιβατικού τραίνου, σε συνέχεια τριετών τουλάχιστον διαπραγματεύσεων, απέδειξε την επίπλαστη εικόνα της ειρηνικής συνύπαρξης Σέρβων και Κοσσοβάρων. Δικαιολογημένες και νωπές μνήμες συγκρούσεων και εχθρικά αισθήματα ξεπήδησαν σε αμφότερους τους λαούς ενώ ανεύθυνες και ανώριμες ηγεσίες προέβαιναν σε επίδειξη αποφασιστικότητας και σθένους απευθυνόμενες κυρίως στα εσωτερικά τους εκλογικά ακροατήρια. Οι κινητοποιήσεις των δυνάμεων καλύφθηκαν επικοινωνιακά, ΗΠΑ και Δύση έκαναν εκκλήσεις για μετριοπάθεια και η ένταση ταχύτητα αποκλιμακώθηκε. Η Πρίστινα, με τον «αέρα» του ευνοημένου κράτους της Δύσεως ακολουθεί μια ανένδοτη πολιτική γραμμή ενώ η Σερβία, χάρη της προσέγγισης με τη Δύση, φαίνεται να επιλέγει προσωρινά, έστω και διστακτικά, έναν περισσότερο συμβιβαστικό δρόμο.
Στο νοτίως της Σερβίας ευρισκόμενο «ακατανόμαστο κρατίδιο», η προβληματική συνύπαρξη σερβικού και αλβανικού στοιχείου συνεχίζεται εν μέσω τριβών που επιτείνονται από την ενδοσερβική πολιτική διαμάχη με αποτέλεσμα την αδυναμία σχηματισμού κυβέρνησης. Στα δυτικά σύνορα των Σκοπίων, τα Τίρανα, συνεπαρμένα από την καθυστερημένη αφύπνιση του αλβανικού εθνικισμού, απροκάλυπτα ενισχύουν κάθε αλβανική διεκδίκηση και καλλιεργούν ένα αποσταθεροποιητικό μεγαλοϊδεατικό εθνικισμό. Ο Αλβανός πρωθυπουργός δεν διστάζει να καλεί στο γραφείο του στα Τίρανα, τους αρχηγούς των αλβανόφωνων κομμάτων της ΠΓΔΜ για να δώσει κατευθύνσεις, σε μια επίδειξη προκλητικότητας και περιφρόνησης των αρχών καλής γειτονίας και μη επεμβάσεως στα εσωτερικά των άλλων κρατών. Στη Βοσνία-Ερζεγοβίνη, τρεις εθνοτικές κοινότητες, ενισχυμένες από θρησκευτικές διαιρέσεις και με νωπές τις μνήμες των αιματηρότατων συγκρούσεων της δεκαετίας του 1990, αδυνατούν να συνυπάρξουν και συνεργαστούν στο πλαίσιο ενός τεχνητού κράτους που επέβαλαν ισχυρότερες εξωτερικές δυνάμεις. Σερβοβόσνιοι και Βόσνιοι Μουσουλμάνοι αναγκαστικά συμβιώνουν σε αυτό το τεχνητό κατασκεύασμα με μοναδικές επαφές τις εξαναγκαστικές προβλέψεις των συνθηκών του Dayton και την αγαστή συνεργασία σε έκνομες πράξεις. Ως γνωστόν, οι κάθε είδους εγκληματικές ενέργειες αποτελούν το χαρακτηριστικό γνώρισμα, ίσως και το μοναδικό συνδετικό ιστό, των κοινοτήτων των Δυτικών, κυρίως, Βαλκανίων.
Στη βορειανατολικά της βαλκανικής χερσονήσου και εγγύς των ουκρανικών πεδιάδων, ένα άλλο προβληματικό μόρφωμα, η Υπερδνειστερία, αναζητάει την «αναγνώριση» του φιλοξενώντας δυσανάλογα για το μέγεθος της, ρωσικά στρατεύματα στραμμένα προς την Ουκρανία. Δίπλα, η Μολδαβία, το φτωχότερο κράτος της Ευρώπης, διαμαρτύρεται για τη βίαιη απόσχιση των εδαφών της και απεγνωσμένα προσπαθεί να ενδυναμώσει την εθνική ταυτότητα της, αναπολώντας ενίοτε και την εποχή της συμπόρευσης με τη σταθερότερη Ρουμανία. Η τελευταία, εκμεταλλευόμενη θέση, μέγεθος και πόρους φαίνεται να κερδίζει το στοίχημα της σταθεροποίησης και ανάπτυξης. Η γειτονική της Βουλγαρία, το κράτος φόβητρο των Βαλκανίων έναν αιώνα ακριβώς πίσω, βιώνει μια πρωτοφανή δημογραφική κατάρρευση και ισχνή οικονομική ανάπτυξη με έντονες διακυμάνσεις λόγω μιας βαθύτατης πολιτικής διάσπασης που σχετίζεται με τις βασικές επιλογές μεταξύ Ρωσίας και Δύσεως.
Στην αντίθετη άκρη των Βαλκανίων, δύο άλλα κράτη, Σλοβενία και Κροατία, έχουν από καιρό αποκηρύξει κάθε σχέση με τους προβληματικούς γείτονες τους και θεωρούν, εν μέρει και δικαίως, τους εαυτούς τους ως μέλη της «προοδευμένης» Κεντρικής Ευρώπης. Το μικρό Μαυροβούνιο, που μέχρι πρόσφατο πανηγύριζε την ελπιδοφόρα πορεία του προς την Ατλαντική Συμμαχία, παρακολουθεί αμήχανο τις «εμπρηστικές» δηλώσεις του μελλοντικού «πλανητάρχη» και ενδεχομένως να αναρωτιέται για την αποτελεσματικότητα των επιλογών του.
Παρά όμως τα προβλήματα και τις μικροεντάσεις, σήμερα επικρατεί ηρεμία στα Βαλκάνια. Τα πρόσφατα γεγονότα βορείως της Μαύρης Θάλασσας και στη Μέση Ανατολή έχουν αποσπάσει την προσοχή των αναλυτών από την πολύπαθη χερσόνησο. Η ένταξη των βαλκανικών χωρών σε ΝΑΤΟ και Ευρωπαϊκή Ένωση έχει προβληθεί –δικαιολογημένα εν μέρει- ως πανάκεια στα συσσωρευμένα προβλήματα τους, καίτοι τα παραδείγματα των τριών «τυχερών» χωρών που ευτύχησαν να υλοποιήσουν το όνειρο της διπλής ένταξης (Ελλάδα, Βουλγαρία, Ρουμανία) δεν επιβεβαίωσαν πλήρως τις προσδοκίες.
Αναμφισβήτητα, εικοσιπέντε χρόνια μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων η εικόνα των Βαλκανίων έχει σημαντικά μεταβληθεί. Η ενσωμάτωση των τέως κομμουνιστικών κρατών στην ιδεολογική, οικονομική και θεσμική σφαίρα επιρροής της Δύσης έχει σχεδόν δρομολογηθεί παρά τις ανεπιτυχείς προσπάθειες της άλλοτε προστάτιδος των σλαβικών λαών, Ρωσίας. Όμως δεν πρέπει να υποτιμούμε τις διασυνδέσεις και αποφασιστικότητα της Μόσχας όπως και μια βαθιά επιρροή που ακόμη και σήμερα διατηρεί στους πληθυσμούς της περιοχής αλλά και σε μέρος των βαλκανικών ελίτ.
Ωστόσο, πέρα από την πολυδιάστατη εμπλοκή της Δύσης στην περιοχή και τα θετικά ή αρνητικά «επιτεύγματά» της, σημαντικά ζητήματα παραμένουν ανοικτά. Η βαλκανική περιφέρεια εξακολουθεί να είναι η πιο αδύναμη περιφέρεια της Ευρώπης. Παρά την περιορισμένη ευμάρεια των κατοίκων τους, δεν παύουν να αποτελούν περιοχή ανταγωνισμού και επέκτασης των αγορών. Ειδικά οι χώρες των Δυτικών Βαλκανίων απεγνωσμένα προσπαθούν να εξασφαλίσουν την οικονομική, πολιτική αλλά και εθνική εξασφάλιση μέσω της αβέβαιης ένταξης στους δυτικούς θεσμούς. Η επικαιρότητα όμως καταδεικνύει ότι αρκεί ένας ποδοσφαιρικός αγώνας ή μια προβοκατόρικη «διακόσμηση» ενός τραίνου, για να ξυπνήσουν πάθη και να τεθούν σε κίνδυνο πολύχρονες διαπραγματεύσεις και επώδυνοι συμβιβασμοί. Μουδιασμένες οι ηγεσίες των βαλκανικών κρατών περιμένουν τις πρώτες ενδείξεις των διαθέσεων του νέου αμερικανού Προέδρου με το μέλλον των σχέσεων των δύο υπερδυνάμεων να είναι καθοριστικό και για τις εξελίξεις στην χερσόνησο του Αίμου. Ως εκ τούτου, μάλλον να μην περιμένουμε σημαντικές εξελίξεις στα Βαλκάνια για το πρώτο εξάμηνο του 2017.
Η γεωπολιτική σημασία των Βαλκανίων είναι αναμφισβήτητη ως συνδέουσα ζώνη μεταξύ Ανατολικής Μεσογείου και των πεδιάδων της Ουκρανίας. Κάθε προχώρηση της Μόσχας στην Ουκρανία, επαναφέρει τα Βαλκάνια ως ζώνης επαφής Δύσεως-Ρωσίας. Τα Βαλκάνια επίσης διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο και στην εξασφάλιση της ενεργειακής επάρκειας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο πρωταρχικής σημασίας «νότιος διάδρομος», για τη μείωση της ευρωπαϊκής ενεργειακής εξάρτησης από τη Ρωσία, διέρχεται από το χώρο αυτό. Παράλληλα αποτελούν και το διάδρομο μετακίνησης ανθρώπινων ψυχών προς την Ευρώπη με όλα τα προβλήματα και τριβές που αυτή η κίνηση επιφέρει.
Η χώρα μας, παρά την οικονομική κρίση που την μαστίζει, διαθέτει μεγαλύτερο ΑΕΠ από τους γείτονες της και αρκετά συγκριτικά πλεονεκτήματα. Βέβαια βρίσκεται σε αντιπαράθεση με γειτονικά βαλκανικά κράτη για σωρεία λόγων ενώ η αντίπαλος Τουρκία προσπαθεί –με όχημα τις μουσουλμανικές κοινότητες και τις επενδύσεις- να διεισδύσει στην περιοχή, περικυκλώνοντας την Ελλάδα και αναβιώνοντας το Οθωμανικό μεγαλείο.
Όσο πιεστικά και δυσεπίλυτα και αν εμφανίζονται τα προβλήματα μας με Αλβανία και Σκόπια, έναντι αυτών των χωρών διαθέτουμε συντριπτικό πλεόνασμα ισχύος. Ο παράγοντας χρόνος είναι αβέβαιο υπέρ ποίου λειτουργεί, καθόσον συχνά απρόβλεπτες καταστάσεις ανατρέπουν τους σχεδιασμούς. Όμως μια σταθερή στρατηγική έναντι των βαλκανικών χωρών μόνο θετικά αποτελέσματα μπορεί να επιφέρει. Η πολιτική αυτή δεν επιτρέπεται να χαρακτηρίζεται από υποχωρήσεις σε θέματα ζωτικών συμφερόντων μας αλλά δεν πρέπει να δημιουργεί και αισθήματα ανασφάλειας στους γείτονες που θα τους ωθήσει (απρόθυμα) στην αγκαλιά της Άγκυρας. Η συντριπτική μας υπεροχή επιτρέπει την εκδήλωση σταθερής πολιτικής, χωρίς να παγιδευόμαστε σε επιθετικές «κορώνες» και προχωρώντας παράλληλα σε συνεχή ανοίγματα και φιλικές προσεγγίσεις προς τους γειτονικούς λαούς. Παρά τις μακροχρόνιες αντιπαλότητες και συγκρούσεις, η χερσόνησος των Βαλκανίων αποτελούσε το «στρατηγικό βάθος» της χώρας μας. Η ιστορία (ειδικά η λησμονημένη Βυζαντινή Αυτοκρατορία) δείχνει το δρόμο, αρκεί να πιστέψουμε τις δυνατότητες, την υπεροχή μας και να «σοβαρευθούμε».
*Ο κ. Ιπποκράτης Δασκαλάκης είναι Υποστράτηγος (εα)
Δημοσίευση σχολίου