Γράφει η Έφη Χ. Μαυροπούλου
Σύμφωνα, με δημοσίευμα της εφημερίδας “Πρώτο Θέμα” (25/09/11) τα Υπουργεία Παιδείας και Εργασίας στο διάστημα των 3 τελευταίων μηνών επιχορηγούν το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ με 1,735 εκατ. ευρώ, ενώ στη «μητρική» ΓΣΕΕ δίνουν άλλα 350.000 για «εκλογοαπολογιστικά» συνέδρια καθώς και για έξοδα αμοιβής δικαστικών αντιπροσώπων για την διεξαγωγή αρχαιρεσιών συνδικαλιστικών οργανώσεων, έτους 2011» !!! Το συνολικό ποσό δηλαδή, των τριών αποφάσεων ξεπερνά τα 2 εκατ. ευρώ.
Με ποια ακριβώς κριτήρια, προέβησαν σε κάτι τέτοιο; όταν την ίδια στιγμή, η χρεοκοπία μας απειλεί, η Κυβέρνηση εφαρμόζει άδικα και επαχθή φοροεισπρακτικά μέτρα, στα σχολεία δεν υπάρχουν βιβλία και καθηγητές, κοινωνικά επιδόματα κόβονται ακόμα και για τα άτομα με ειδικές ανάγκες, ενώ χιλιάδες Έλληνες έχουν οδηγηθεί στην ανεργία και άλλοι τόσοι ακολουθούν. Η χρηματοδότηση επαγγελματιών συνδικαλιστών μόνο αδικία και αγανάκτηση μπορεί να προκαλέσει.
Από την άλλη, οι συνδικαλιστές δεν είναι αυτοί, που αγωνίζονται για κοινωνικά και εργασιακά δικαιώματα; Άραγε, δεν βλέπουν την αδικία που συντελείται; Αφού είναι υπέρ του δικαίου γιατί δεν αρνήθηκαν αυτά τα χρήματα ή μέρος από αυτά; Και τελικά, ας μας ενημερώσουν ποιο είναι το τόσο σημαντικό έργο που δικαιολογεί αυτά τα υπέρογκα ποσά, ενώ στη παρούσα συγκυρία χάριν της εκπαίδευσης των συνδικαλιστών άλλες κοινωνικές ομάδες απομένουν κυριολεκτικά νηστικές. Όσο σημαντική κι αν είναι η εκπαίδευση τους, δε θα πείραζε να μείνει λίγο πίσω.
Δυστυχώς, οι αποφάσεις αυτές έρχονται για άλλη μια φορά να μας αποδείξουν τον εξόχως παρασιτικό και καταστροφικό για την κοινωνία, τη δημοκρατία και την πατρίδα τρόπο με τον οποίο λειτουργεί το συνδικαλιστικό κίνημα στην Ελλάδα. Στη χώρα μας ο συνδικαλισμός αποτελεί άλλο ένα θεσμοθετημένο και συνταγματικά κατοχυρωμένο δικαίωμα (αρ. 23 Σ.), που κουρελιάστηκε και διασύρθηκε. Ο συνδικαλισμός στην σημερινή του μορφή δεν έχει σαν πρωταρχικό στόχο την υπεράσπιση και την διεκδίκηση των δικαιωμάτων των εργαζομένων, αλλά την άσκηση πολιτικής επιρροής για εξυπηρέτηση κομματικών και προσωπικών συμφερόντων, με τρόπο μάλιστα που νοθεύεται η λαϊκή βούληση, αφού οι συνδικαλιστές πολλές φορές παρεμβαίνουν σε ζητήματα που αφορούν το σύνολο της κοινωνίας, ενώ εκλέγονται από μια δράκα εργαζόμενους.
Οι συνδικαλιστές -κυρίως του δημόσιου τομέα και των ΔΕΚΟ- κραδαίνοντας τη δύναμη που τους παραχώρησε συγκεκριμένος πολιτικός χώρος για να εδραιώσει την πολιτική του κυριαρχία με άκρως αντιδημοκρατικό τρόπο στη χώρα, απαιτούν και εκβιάζουν κοινωνία και κυβερνήσεις, οι οποίες τρέχουν να ικανοποιήσουν απαιτήσεις πολλές φορές παράλογες, που βέβαια κανείς δε τολμά να καταγγείλει. Με άλλα λόγια, οι πολιτικοί και συγκεκριμένα το ΠΑΣΟΚ, δημιούργησε ένα τέρας για να ελέγξει τους πολιτικούς του αντιπάλους και την κοινωνία, το οποίο ανά πάσα στιγμή είναι σε θέση να κατασπαράξει και τον ίδιο τον δημιουργό του. Ο επαγγελματίας συνδικαλιστής στον τόπο μας, που δεν εργάζεται ποτέ και τον πληρώνει το ελληνικό δημόσιο, δηλαδή όλοι οι Έλληνες φορολογούμενοι, έχει μεν την υποστήριξη της πολιτικής ηγεσίας αλλά έτσι, γίνεται υποχείριο της τελευταίας και πειθήνιο εκτελεστικό όργανό της. Από την άλλη, η πολιτική ηγεσία απόλυτα εξαρτημένη από το συνδικαλιστικό κίνημα οφείλει να ικανοποιεί τα αιτήματά του. Έτσι, δημιουργείται μια σχέση αλληλοεξάρτησης και αλληλοκάλυψης προκειμένου και οι δυο πλευρές να απολαμβάνουν τα πολιτικά και όχι μόνο οφέλη μιας τέτοιας σχέσης εις βάρος φυσικά των υπολοίπων εργαζομένων και της κοινωνίας.
Με αυτή τη τακτική όμως, ούτε η πολιτική ηγεσία μπορεί να κάνει σωστά τη δουλειά της, αφού δε τολμά να προβεί σε δίκαιες αποφάσεις και να εφαρμόσει πολιτικές για το καλό του κοινωνικού συνόλου αν θίγονται προνόμια συνδικαλιστών. Από την άλλη πλευρά, οι ίδιοι οι συνδικαλιστές δε μπορούν να ασκήσουν έλεγχο στη πολιτική ηγεσία, αφού είναι δέσμιοι ενός διαβρωμένου συστήματος, που οι ίδιοι δημιούργησαν.
Oι εμπλεκόμενες πλευρές θα έπρεπε να καταλάβουν ότι με τέτοιες ενέργειες αυτοϋπονομεύονται και δημιουργούν δυσπιστία στη κοινωνία όσον αφορά τις προθέσεις των ενεργειών τους. Ειδικά, σε αυτή τη συγκυρία εντείνουν ακόμα περισσότερο την κοινωνική αδικία επιβεβαιώνοντας τη φράση του Πρωθυπουργού, ότι λεφτά υπάρχουν αλλά δυστυχώς, όχι για όλους.
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου