Του Δημήτρη Κωνσταντακόπουλου
Μια καινούρια «μεγάλη ιδέα» εξαπλώνεται σε διάφορους κύκλους στην Αθήνα και τη Λευκωσία. ‘Ότι μπορούμε να λύσουμε βασικά προβλήματα «συμμαχώντας» με το Ισραήλ. Μια σκόπιμη, ιδιοτελής σύγχυση εγκαθίσταται μεταξύ «συνεργασίας», «συμμαχίας» και «δορυφοροποίησης».
Ουδείς των οπαδών μιας ελληνοισραηλινής συμμαχίας δεν αντιμετωπίζει αναλυτικά και τους κινδύνους που εγκυμονεί, πέραν των πιθανών ωφελημάτων. Το Ισραήλ είναι κράτος σε «διαρκή πόλεμο» με όλο το περιβάλλον του. Η Ελλάδα (και η Κύπρος) έχει στηρίξει όλη την εξωτερική πολιτική της στο διεθνές δίκαιο και την παγκόσμια εικόνα της στις αρχές της ελευθερίας και δημοκρατίας, των οποίων απετέλεσε κοιτίδα. Οι ‘Ελληνες, εκ θέσεως και μεγέθους, οφείλουν να «ισορροπούν» έξυπνα ανάμεσα στους μεγάλους «κόσμους» της Δύσης, του Ισλάμ και των Σλάβων.
Οσάκις η Ελλάδα ταυτίσθηκε άκριτα με έναν από αυτούς τους κόσμους, υπέστη συντριπτική ήττα. Ως ένα σημείο, η Ελλάδα κέρδισε από τη συμμαχία με τη Βρετανία στις αρχές του 20ού αιώνα, η πλήρης όμως ταύτιση συνέβαλε στην Μικρασιατική Καταστροφή. Στο τέλος, οι ναύτες των «συμμάχων» έκοβαν τα χέρια των Ελλήνων που προσπαθούσαν να ανέβουν στα καράβια τους έξω από τη φλεγόμενη Σμύρνη.
Ο Ρήγας ήταν ο πρώτος στοχαστής στα νεώτερα χρόνια που δίδαξε την ανάγκη στήριξης προπάντων στις δικές μας δυνάμεις, βασιζόμενος στην εμπειρία των Ορλωφικών. Η Ελλάδα της Αντίστασης καταστράφηκε ακολουθώντας τυφλά το Κρεμλίνο του Στάλιν. Οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου υπεγράφησαν όταν στην Ελλάδα η αμερικανική Πρεσβεία αποφάσιζε ποιός θα γίνει Πρωθυπουργός. Η κυπριακή τραγωδία συνέβη όταν στην Ελλάδα κυβερνούσαν οι πράκτορες της CIA και στην Ουάσιγκτον ήταν παντοδύναμο το ισραηλινό λόμπυ. Η πλήρης ταύτιση με τις επιδιώξεις της αμερικανικής και ισραηλινής πολιτικής οδήγησε, το 2002, στην εμφάνιση του σχεδίου Ανάν. Η πλήρης ταύτιση του «εκσυγχρονισμού» με την Ευρώπη είναι στη ρίζα των σημερινών οικονομικών μας προβλημάτων. Και ήταν ο κατεξοχήν διεθνής σύμβουλός μας, η τράπεζα Goldman Sachs, που πρωταγωνίστησε στην οικονομική επίθεση εναντίον μας! Η Ελλάδα πάσχει διαχρονικά από ανάπηρη ανεξαρτησία και αδυναμία αυτοτελούς επεξεργασίας στρατηγικής.
‘Όταν το 1996 Αμερικανοί, Εβραίοι, Γερμανοί μας είπαν να τα φτιάξουμε με την Τουρκία, η ιδέα ίσως δεν στερείτο ορθολογικού πυρήνα. Από στενά εθνική άποψη, η Αθήνα θα μπορούσε να δοκιμάσει να ανταλλάξει τη συμφωνία στην τουρκική ένταξη (έστω κι αν μια τέτοια ιδέα είναι προβληματική γιατί διαλύει την ‘Ενωση στην οποία τόσα επενδύσαμε) με την δίκαιη επίλυση του κυπριακού και την άρση της απειλής στο Αιγαίο. Τίποτα τέτοιο δεν έγινε. Αντίθετα, έγινε μια σειρά μονομερών, ακατανόητων υποχωρήσεων στην ‘Αγκυρα και παρολίγον να διαλυθεί το κυπριακό κράτος. Η βασική δικαιολογία ήταν το επιχείρημα ότι, με Κύπρο και Τουρκία στην ΕΕ, περίπου δεν υπάρχει λόγος υπεράσπισης των εθνικών συμφερόντων! Η έμπνευση ήταν του Χόλμπρουκ, η αποδοχή της δείγμα βαθιάς εξάρτησης και ιδιοτέλειας της ελληνικής πολιτικής ελίτ. Τώρα, κινδυνεύουμε να αυξήσουμε τις πιθανότητες έντασης με την Τουρκία, γιατί δεν φροντίσαμε και δεν φροντίζουμε να ξεκαθαρίσουμε με τρόπο διαχρονικό, σαφή και αξιόπιστο ποιοι είναι οι όροι της Ελλάδας για την ειρήνη και για τον πόλεμο.
Ενώ η Αθήνα συνεχίζει να εφαρμόζει πολιτική προσέγγισης με την ‘Αγκυρα που απέδωσε κέρδη μόνον στην Τουρκία και να στηρίζει την ενταξιακή της προοπτική, τώρα της προτείνεται από μια πτέρυγα του αμερικανικού και ισραηλινού κατεστημένου να ασκήσει και μιαν άλλη πολιτική: την πολιτική στρατηγικής συμμαχίας με το Ισραήλ εναντίον της Τουρκίας. Και η δέυτερη αυτή πολιτική δεν στερείται ορθολογικού πυρήνα. Η Αθήνα έχει κάθε λόγο να εκμεταλλευθεί διπλωματικά τη σύγκρουση Ισραήλ και Τουρκίας. (Αν υποθέσουμε ότι έχει κάτι να την κάνει, γιατί το πρόβλημα της ελληνικής διπλωματίας είναι ότι χρειάζεται να βρει στόχους προτού αναζητήσει συμμάχους, αλλοιώς θα διολισθήσει στην υιοθέτηση αλλότριων επιδιώξεων!). Αν η Αθήνα έχει λόγο να χρησιμοποιήσει τη διαμάχη Τουρκίας-Ισραήλ δεν έχει κανένα λόγο να χρησιμοποιηθεί από τους Ισραηλινούς για να λύσουν δικά τους προβλήματα. Εκεί έγκειται η ουσία της υπόθεσης. (Δεν σχολιάζουμε τις ανοησίες περί επικείμενου «διαμελισμού» και «καταστροφής» της Τουρκίας)
Αξίζει επίσης το «δέντρο» να μην αποκρύψει τελείως το «δάσος». Η σύγκρουση Ισραήλ-Τουρκίας είναι επίσης αντανάκλαση της πίεσης των ισλαμικών λαών για δικαιότερες διεθνείς διευθετήσεις, πίεση που συνέβαλε στις επαναστάσεις τους. Κι αν το «ορατό» πρόβλημα ασφαλείας είναι η Τουρκία, η Ελλάδα έχει γίνει εμμέσως αντικείμενο ελέγχου από ξένες δυνάμεις καθ’ όλη την περίοδο της ανεξαρτησίας της.Τώρα επιδιώκουν προφανώς να την αγοράσουν, με τα 50 δις κι αυτός δεν είναι κίνδυνος μικρότερος από την Τουρκία.
Η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να συνεργασθεί με το Ισραήλ στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τη γεωργίας, τον τουρισμό, τη ναυτιλία, την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Στον αμυντικό τομέα είναι πιο συζητήσιμο. Η Αθήνα δεν έχει λόγο εμπλοκής στο μεσανατολικό, ούτε πώλησης πολεμικών βιομηχανιών. Οφείλει να διατηρεί απόρρητες τις κρισιμότερες αμυντικές πτυχές. Η μεταφορά ισραηλινού αερίου μέσω αγωγού στην Ευρώπη μπορεί να αποδειχθεί σπουδαίο σχέδιο, εφόσον έχει την πλήρη κάλυψη Γαλλίας και Γερμανίας. Η κάλυψη ασφαλείας δεν πρέπει να αφεθεί μόνο στο Ισραήλ. Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να αποφύγουν εμπλοκή με Λίβανο/Παλαιστινίους για κυριότητα αποθεμάτων.
.Αντίθετα, πιο συζητήσιμες είναι οι ιδέες υγροποίησης ισραηλινού φυσικού αερίου σε Κύπρο ή Κρήτη. Οι εγκαταστάσεις αυτές είναι στόχος. Λογικά το Ισραήλ δεν τις θέλει στο έδαφός του. Αντικειμενικά, τα σχέδια αυτά κινδυνεύουν να καταστήσουν τον ελληνικό χώρο «προέκταση» του ισραηλινού, κάτι πολύ διαφορετικό από το γίνει κόμβος σύνδεσης με την Ευρώπη.
Ούτε αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα σε τι χρησιμεύει η πανηγυρική ατμόσφαιρα κοινών Υπουργικών Συμβουλίων με μια από τις πλέον απομονωμένες, ακόμα και μεταξύ του διεθνούς εβραϊσμού, κυβερνήσεις στην ιστορία του Ισραήλ (όπως και τα ελληνοτουρκικά υπουργικά συμβούλια!). Πρόκειται να συστήσουμε ομοσπονδία μετο Ισραήλ ή την Τουρκία. Δεν περνάει ούτε βδομάδα που κάποιος ‘Ελληνας αξιωματούχος να μην επισκέπτεται το Ισραήλ. Δεν είναι κακό, εκπλήσσει όμως η ανισορροπία. Γιατί δεν πατάνε το πόδι τους στη Μόσχα, γιατί οι ελληνορωσικές σχέσεις «έπιασαν πάτο»; Γιατί οι σχέσεις μας με Γαλλία, Γερμανία, την «ομοιοπαθούσα» ευρωπαϊκή περιφέρεια, με την Ευρώπη εν γένει είναι στο χειρότερο σημείο που βρέθηκαν μετά τη δικτατορία! Και τι να πούμε για την Κίνα ή για τον αραβομουσουλμανικό κόσμο, στον οποίο διαθέταμε τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο και το διασπαθίσαμε.
Σήμερα, ζούμε την επαναστατική αφύπνιση των αραβικών μαζών και είναι αυτές οι μάζες που συγκροτούν κυρίως τη Μέση Ανατολή, με αυτές συνυπάρξαμε αιώνες και θέλουμε να συνεχίσουμε να συνυπάρχουμε εδώ που είμαστε. Δεν είμαστε Σταυροφόροι. Είναι σκόπιμο η ελληνοισραηλινή συνεργασία να μην προσλάβει μορφές θα μας κάνουν τμήμα της «εικόνας του εχθρού» αυτών των λαών, αλλά θα διατηρήσουν την μεγάλη ελληνική πολιτιστική υπεροχή και ακτινοβολία, δεν θα συσπειρώσουν όλο το Ισλάμ πίσω από την Τουρκία και, φυσικά, δεν θα μας καταστήσουν τμήμα του μεσανατολικού, θέτοντας σχεδόν ανυπέρβλητα προβλήματα ασφαλείας. Στην πραγματικότητα, η διατήρηση και ανάπτυξη του ελληνικού πολιτικού κεφαλαίου και του κύρους της Αθήνας και της Λευκωσίας στον ισλαμικό κόσμο μπορεί να αποβεί και πολύ χρήσιμη στους Ισραηλινούς, όταν έρθει η ώρα της αναπόφευκτης σοβαρής διαπραγμάτευσης με τους ‘Αραβες.
Μερικοί φίλοι προσάπτουν στον γράφοντα κάποια καχυποψία απέναντι στην ανάπτυξη των ελληνοισραηλινών σχέσεων. Δεν το αρνούμαι. Η καχυποψία έχει να κάνει περισσότερο με την Ελλάδα, παρά με το Ισραήλ, το οποίο άλλωστε είναι μια γνωστή οντότητα, με τα καλά και τα κακά της. Αυτοί που ασκούν σήμερα την πολιτική της προσέγγισης είναι οι ίδιοι που «διαπραγματεύτηκαν» το σχέδιο Ανάν και το Μνημόνιο. Δεν έχω λόγους να πιστεύω ότι θα τα καταφέρουν καλύτερα με έναν τόσο ισχυρό και ικανό παίκτη όπως το Ισραήλ και, παρόλο που εδώ και χρόνια αρθρογραφώ υπέρ της ανακήρυξης ΑΟΖ, δεν εκτιμώ επίσης ότι συνιστά λυδία λίθο για όλα τα ελληνικά προβλήματα. Παραξενεύομαι μάλιστα για το τόσο όψιμο της ανακαλύψεώς της από τόσο πολλούς.
Μερικοί υποστηρίζουν ότι πρέπει να αποφεύγονται «ιδεολογικές» προσεγγίσεις στην εξωτερική πολιτική όπου δεν υπάρχουν δίκαια αλλά μόνο συμφέροντα. Ας μου επιτραπεί να θεωρώ αυτή την άποψη μεγάλη βλακεία. Αυτό δηλαδή, όλο κι όλο, που κατάλαβαν από τον Θουκυδίδη, είναι ότι τους επιτρέπει να κάνουν κάθε ανηθικότητα, υποτίθεται λόγω εθνικού συμφέροντος; Στο «Λαμογιστάν» που κατάντησε η πατρίδα του Θουκυδίδη, ίσως βέβαια είναι εν τέλει λογικό να τον διαβάζουμε έτσι.
Γιατί έχασε η Αθήνα τον Πελοποννησιακό Πόλεμο; Γιατί έφαγαν τα μούτρα τους Αμερικανοί και Ισραηλινοί στο Ιράκ και στον Λίβανο; Γιατί ανατρέπονται το ένα μετά το άλλο τα αραβικά καθεστώτα; Ο Βενιζέλος έλεγε ότι η Ελλάδα είναι πολύ μικρή για να είναι ανέντιμος και δύσκολα διακρίνει κανείς όποιο εθνικό συμφέρον πίσω από την παράδοση του αρχηγού της κουρδικής επανάστασης στην Τουρκία, με το σύνθημα μάλιστα «Πρώτα η Ελλάδα». Γιατί ο Ερντογάν, παίζοντας στη Μέση Ανατολή το παιχνίδι που κάποτε έπαιξε ο Ανδρέας Παπανδρέου, κατέληξε σήμερα να γίνει, αν και μη ‘Αραβας, ο δημοφιλέστερος πολιτικός μεταξύ των Αράβων, μαζί με τους Αχμαντινετζάντ και Νασράλα. Τα όπλα συνιστούν πηγή ισχύος, όχι όμως τη μόνη, εξίσου συνιστούν οι ιδέες και η πολιτική. Κατά τον Κλαούζεβιτς μάλιστα ο πόλεμος είναι συνέχεια της πολιτικής, όχι η πολιτική του πολέμου. Οι «ιδεολογίες» δεν είναι μόνο στενός, δογματικός «κορσές», αλλά συνόψιση κοσμοαντίληψης, «χάρτη» για να πορεύονται άτομα και λαοί στον αβέβαιο και επικίνδυνο κόσμο. Η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά άσκηση ηθικής, αλλά και αγνόηση της ηθικής συνεπάγεται τεράστιο τίμημα. Χρειαζόμαστε προπάντων κυβέρνηση και κράτος με ικανότητα στάθμισης αυτών των παραγόντων, επεξεργασίας στρατηγικής και ελιγμών. Πολύ περισσότερο όταν η κατάσταση της χώρας έχει ανοίξει την όρεξη πολλών και διάφορων να την αγοράσουν και να την ελέγξουν.
To τουρκικό ενδιαφέρον για την Ευρώπη υπήρξε ίσως μεγάλη ευκαιρία για την ελληνική διπλωματία. Κατάφερε να τη χρησιμοποιήσει εις βάρος της! Η διένεξη Τουρκίας-Ισραήλ και τα ενεργειακά κοιτάσματα μπορεί να είναι επίσης μεγάλη ευκαιρία. Κινδυνεύει δυστυχώς και αυτή να εξελιχθεί εις βάρος μας!
ΠΗΓΗ
Μια καινούρια «μεγάλη ιδέα» εξαπλώνεται σε διάφορους κύκλους στην Αθήνα και τη Λευκωσία. ‘Ότι μπορούμε να λύσουμε βασικά προβλήματα «συμμαχώντας» με το Ισραήλ. Μια σκόπιμη, ιδιοτελής σύγχυση εγκαθίσταται μεταξύ «συνεργασίας», «συμμαχίας» και «δορυφοροποίησης».
Ουδείς των οπαδών μιας ελληνοισραηλινής συμμαχίας δεν αντιμετωπίζει αναλυτικά και τους κινδύνους που εγκυμονεί, πέραν των πιθανών ωφελημάτων. Το Ισραήλ είναι κράτος σε «διαρκή πόλεμο» με όλο το περιβάλλον του. Η Ελλάδα (και η Κύπρος) έχει στηρίξει όλη την εξωτερική πολιτική της στο διεθνές δίκαιο και την παγκόσμια εικόνα της στις αρχές της ελευθερίας και δημοκρατίας, των οποίων απετέλεσε κοιτίδα. Οι ‘Ελληνες, εκ θέσεως και μεγέθους, οφείλουν να «ισορροπούν» έξυπνα ανάμεσα στους μεγάλους «κόσμους» της Δύσης, του Ισλάμ και των Σλάβων.
Οσάκις η Ελλάδα ταυτίσθηκε άκριτα με έναν από αυτούς τους κόσμους, υπέστη συντριπτική ήττα. Ως ένα σημείο, η Ελλάδα κέρδισε από τη συμμαχία με τη Βρετανία στις αρχές του 20ού αιώνα, η πλήρης όμως ταύτιση συνέβαλε στην Μικρασιατική Καταστροφή. Στο τέλος, οι ναύτες των «συμμάχων» έκοβαν τα χέρια των Ελλήνων που προσπαθούσαν να ανέβουν στα καράβια τους έξω από τη φλεγόμενη Σμύρνη.
Ο Ρήγας ήταν ο πρώτος στοχαστής στα νεώτερα χρόνια που δίδαξε την ανάγκη στήριξης προπάντων στις δικές μας δυνάμεις, βασιζόμενος στην εμπειρία των Ορλωφικών. Η Ελλάδα της Αντίστασης καταστράφηκε ακολουθώντας τυφλά το Κρεμλίνο του Στάλιν. Οι συμφωνίες Ζυρίχης-Λονδίνου υπεγράφησαν όταν στην Ελλάδα η αμερικανική Πρεσβεία αποφάσιζε ποιός θα γίνει Πρωθυπουργός. Η κυπριακή τραγωδία συνέβη όταν στην Ελλάδα κυβερνούσαν οι πράκτορες της CIA και στην Ουάσιγκτον ήταν παντοδύναμο το ισραηλινό λόμπυ. Η πλήρης ταύτιση με τις επιδιώξεις της αμερικανικής και ισραηλινής πολιτικής οδήγησε, το 2002, στην εμφάνιση του σχεδίου Ανάν. Η πλήρης ταύτιση του «εκσυγχρονισμού» με την Ευρώπη είναι στη ρίζα των σημερινών οικονομικών μας προβλημάτων. Και ήταν ο κατεξοχήν διεθνής σύμβουλός μας, η τράπεζα Goldman Sachs, που πρωταγωνίστησε στην οικονομική επίθεση εναντίον μας! Η Ελλάδα πάσχει διαχρονικά από ανάπηρη ανεξαρτησία και αδυναμία αυτοτελούς επεξεργασίας στρατηγικής.
‘Όταν το 1996 Αμερικανοί, Εβραίοι, Γερμανοί μας είπαν να τα φτιάξουμε με την Τουρκία, η ιδέα ίσως δεν στερείτο ορθολογικού πυρήνα. Από στενά εθνική άποψη, η Αθήνα θα μπορούσε να δοκιμάσει να ανταλλάξει τη συμφωνία στην τουρκική ένταξη (έστω κι αν μια τέτοια ιδέα είναι προβληματική γιατί διαλύει την ‘Ενωση στην οποία τόσα επενδύσαμε) με την δίκαιη επίλυση του κυπριακού και την άρση της απειλής στο Αιγαίο. Τίποτα τέτοιο δεν έγινε. Αντίθετα, έγινε μια σειρά μονομερών, ακατανόητων υποχωρήσεων στην ‘Αγκυρα και παρολίγον να διαλυθεί το κυπριακό κράτος. Η βασική δικαιολογία ήταν το επιχείρημα ότι, με Κύπρο και Τουρκία στην ΕΕ, περίπου δεν υπάρχει λόγος υπεράσπισης των εθνικών συμφερόντων! Η έμπνευση ήταν του Χόλμπρουκ, η αποδοχή της δείγμα βαθιάς εξάρτησης και ιδιοτέλειας της ελληνικής πολιτικής ελίτ. Τώρα, κινδυνεύουμε να αυξήσουμε τις πιθανότητες έντασης με την Τουρκία, γιατί δεν φροντίσαμε και δεν φροντίζουμε να ξεκαθαρίσουμε με τρόπο διαχρονικό, σαφή και αξιόπιστο ποιοι είναι οι όροι της Ελλάδας για την ειρήνη και για τον πόλεμο.
Ενώ η Αθήνα συνεχίζει να εφαρμόζει πολιτική προσέγγισης με την ‘Αγκυρα που απέδωσε κέρδη μόνον στην Τουρκία και να στηρίζει την ενταξιακή της προοπτική, τώρα της προτείνεται από μια πτέρυγα του αμερικανικού και ισραηλινού κατεστημένου να ασκήσει και μιαν άλλη πολιτική: την πολιτική στρατηγικής συμμαχίας με το Ισραήλ εναντίον της Τουρκίας. Και η δέυτερη αυτή πολιτική δεν στερείται ορθολογικού πυρήνα. Η Αθήνα έχει κάθε λόγο να εκμεταλλευθεί διπλωματικά τη σύγκρουση Ισραήλ και Τουρκίας. (Αν υποθέσουμε ότι έχει κάτι να την κάνει, γιατί το πρόβλημα της ελληνικής διπλωματίας είναι ότι χρειάζεται να βρει στόχους προτού αναζητήσει συμμάχους, αλλοιώς θα διολισθήσει στην υιοθέτηση αλλότριων επιδιώξεων!). Αν η Αθήνα έχει λόγο να χρησιμοποιήσει τη διαμάχη Τουρκίας-Ισραήλ δεν έχει κανένα λόγο να χρησιμοποιηθεί από τους Ισραηλινούς για να λύσουν δικά τους προβλήματα. Εκεί έγκειται η ουσία της υπόθεσης. (Δεν σχολιάζουμε τις ανοησίες περί επικείμενου «διαμελισμού» και «καταστροφής» της Τουρκίας)
Αξίζει επίσης το «δέντρο» να μην αποκρύψει τελείως το «δάσος». Η σύγκρουση Ισραήλ-Τουρκίας είναι επίσης αντανάκλαση της πίεσης των ισλαμικών λαών για δικαιότερες διεθνείς διευθετήσεις, πίεση που συνέβαλε στις επαναστάσεις τους. Κι αν το «ορατό» πρόβλημα ασφαλείας είναι η Τουρκία, η Ελλάδα έχει γίνει εμμέσως αντικείμενο ελέγχου από ξένες δυνάμεις καθ’ όλη την περίοδο της ανεξαρτησίας της.Τώρα επιδιώκουν προφανώς να την αγοράσουν, με τα 50 δις κι αυτός δεν είναι κίνδυνος μικρότερος από την Τουρκία.
Η Ελλάδα έχει κάθε λόγο να συνεργασθεί με το Ισραήλ στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, τη γεωργίας, τον τουρισμό, τη ναυτιλία, την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής. Στον αμυντικό τομέα είναι πιο συζητήσιμο. Η Αθήνα δεν έχει λόγο εμπλοκής στο μεσανατολικό, ούτε πώλησης πολεμικών βιομηχανιών. Οφείλει να διατηρεί απόρρητες τις κρισιμότερες αμυντικές πτυχές. Η μεταφορά ισραηλινού αερίου μέσω αγωγού στην Ευρώπη μπορεί να αποδειχθεί σπουδαίο σχέδιο, εφόσον έχει την πλήρη κάλυψη Γαλλίας και Γερμανίας. Η κάλυψη ασφαλείας δεν πρέπει να αφεθεί μόνο στο Ισραήλ. Ελλάδα και Κύπρος πρέπει να αποφύγουν εμπλοκή με Λίβανο/Παλαιστινίους για κυριότητα αποθεμάτων.
.Αντίθετα, πιο συζητήσιμες είναι οι ιδέες υγροποίησης ισραηλινού φυσικού αερίου σε Κύπρο ή Κρήτη. Οι εγκαταστάσεις αυτές είναι στόχος. Λογικά το Ισραήλ δεν τις θέλει στο έδαφός του. Αντικειμενικά, τα σχέδια αυτά κινδυνεύουν να καταστήσουν τον ελληνικό χώρο «προέκταση» του ισραηλινού, κάτι πολύ διαφορετικό από το γίνει κόμβος σύνδεσης με την Ευρώπη.
Ούτε αντιλαμβάνεται κανείς εύκολα σε τι χρησιμεύει η πανηγυρική ατμόσφαιρα κοινών Υπουργικών Συμβουλίων με μια από τις πλέον απομονωμένες, ακόμα και μεταξύ του διεθνούς εβραϊσμού, κυβερνήσεις στην ιστορία του Ισραήλ (όπως και τα ελληνοτουρκικά υπουργικά συμβούλια!). Πρόκειται να συστήσουμε ομοσπονδία μετο Ισραήλ ή την Τουρκία. Δεν περνάει ούτε βδομάδα που κάποιος ‘Ελληνας αξιωματούχος να μην επισκέπτεται το Ισραήλ. Δεν είναι κακό, εκπλήσσει όμως η ανισορροπία. Γιατί δεν πατάνε το πόδι τους στη Μόσχα, γιατί οι ελληνορωσικές σχέσεις «έπιασαν πάτο»; Γιατί οι σχέσεις μας με Γαλλία, Γερμανία, την «ομοιοπαθούσα» ευρωπαϊκή περιφέρεια, με την Ευρώπη εν γένει είναι στο χειρότερο σημείο που βρέθηκαν μετά τη δικτατορία! Και τι να πούμε για την Κίνα ή για τον αραβομουσουλμανικό κόσμο, στον οποίο διαθέταμε τεράστιο πολιτικό κεφάλαιο και το διασπαθίσαμε.
Σήμερα, ζούμε την επαναστατική αφύπνιση των αραβικών μαζών και είναι αυτές οι μάζες που συγκροτούν κυρίως τη Μέση Ανατολή, με αυτές συνυπάρξαμε αιώνες και θέλουμε να συνεχίσουμε να συνυπάρχουμε εδώ που είμαστε. Δεν είμαστε Σταυροφόροι. Είναι σκόπιμο η ελληνοισραηλινή συνεργασία να μην προσλάβει μορφές θα μας κάνουν τμήμα της «εικόνας του εχθρού» αυτών των λαών, αλλά θα διατηρήσουν την μεγάλη ελληνική πολιτιστική υπεροχή και ακτινοβολία, δεν θα συσπειρώσουν όλο το Ισλάμ πίσω από την Τουρκία και, φυσικά, δεν θα μας καταστήσουν τμήμα του μεσανατολικού, θέτοντας σχεδόν ανυπέρβλητα προβλήματα ασφαλείας. Στην πραγματικότητα, η διατήρηση και ανάπτυξη του ελληνικού πολιτικού κεφαλαίου και του κύρους της Αθήνας και της Λευκωσίας στον ισλαμικό κόσμο μπορεί να αποβεί και πολύ χρήσιμη στους Ισραηλινούς, όταν έρθει η ώρα της αναπόφευκτης σοβαρής διαπραγμάτευσης με τους ‘Αραβες.
Μερικοί φίλοι προσάπτουν στον γράφοντα κάποια καχυποψία απέναντι στην ανάπτυξη των ελληνοισραηλινών σχέσεων. Δεν το αρνούμαι. Η καχυποψία έχει να κάνει περισσότερο με την Ελλάδα, παρά με το Ισραήλ, το οποίο άλλωστε είναι μια γνωστή οντότητα, με τα καλά και τα κακά της. Αυτοί που ασκούν σήμερα την πολιτική της προσέγγισης είναι οι ίδιοι που «διαπραγματεύτηκαν» το σχέδιο Ανάν και το Μνημόνιο. Δεν έχω λόγους να πιστεύω ότι θα τα καταφέρουν καλύτερα με έναν τόσο ισχυρό και ικανό παίκτη όπως το Ισραήλ και, παρόλο που εδώ και χρόνια αρθρογραφώ υπέρ της ανακήρυξης ΑΟΖ, δεν εκτιμώ επίσης ότι συνιστά λυδία λίθο για όλα τα ελληνικά προβλήματα. Παραξενεύομαι μάλιστα για το τόσο όψιμο της ανακαλύψεώς της από τόσο πολλούς.
Μερικοί υποστηρίζουν ότι πρέπει να αποφεύγονται «ιδεολογικές» προσεγγίσεις στην εξωτερική πολιτική όπου δεν υπάρχουν δίκαια αλλά μόνο συμφέροντα. Ας μου επιτραπεί να θεωρώ αυτή την άποψη μεγάλη βλακεία. Αυτό δηλαδή, όλο κι όλο, που κατάλαβαν από τον Θουκυδίδη, είναι ότι τους επιτρέπει να κάνουν κάθε ανηθικότητα, υποτίθεται λόγω εθνικού συμφέροντος; Στο «Λαμογιστάν» που κατάντησε η πατρίδα του Θουκυδίδη, ίσως βέβαια είναι εν τέλει λογικό να τον διαβάζουμε έτσι.
Γιατί έχασε η Αθήνα τον Πελοποννησιακό Πόλεμο; Γιατί έφαγαν τα μούτρα τους Αμερικανοί και Ισραηλινοί στο Ιράκ και στον Λίβανο; Γιατί ανατρέπονται το ένα μετά το άλλο τα αραβικά καθεστώτα; Ο Βενιζέλος έλεγε ότι η Ελλάδα είναι πολύ μικρή για να είναι ανέντιμος και δύσκολα διακρίνει κανείς όποιο εθνικό συμφέρον πίσω από την παράδοση του αρχηγού της κουρδικής επανάστασης στην Τουρκία, με το σύνθημα μάλιστα «Πρώτα η Ελλάδα». Γιατί ο Ερντογάν, παίζοντας στη Μέση Ανατολή το παιχνίδι που κάποτε έπαιξε ο Ανδρέας Παπανδρέου, κατέληξε σήμερα να γίνει, αν και μη ‘Αραβας, ο δημοφιλέστερος πολιτικός μεταξύ των Αράβων, μαζί με τους Αχμαντινετζάντ και Νασράλα. Τα όπλα συνιστούν πηγή ισχύος, όχι όμως τη μόνη, εξίσου συνιστούν οι ιδέες και η πολιτική. Κατά τον Κλαούζεβιτς μάλιστα ο πόλεμος είναι συνέχεια της πολιτικής, όχι η πολιτική του πολέμου. Οι «ιδεολογίες» δεν είναι μόνο στενός, δογματικός «κορσές», αλλά συνόψιση κοσμοαντίληψης, «χάρτη» για να πορεύονται άτομα και λαοί στον αβέβαιο και επικίνδυνο κόσμο. Η εξωτερική πολιτική δεν μπορεί να είναι αποκλειστικά άσκηση ηθικής, αλλά και αγνόηση της ηθικής συνεπάγεται τεράστιο τίμημα. Χρειαζόμαστε προπάντων κυβέρνηση και κράτος με ικανότητα στάθμισης αυτών των παραγόντων, επεξεργασίας στρατηγικής και ελιγμών. Πολύ περισσότερο όταν η κατάσταση της χώρας έχει ανοίξει την όρεξη πολλών και διάφορων να την αγοράσουν και να την ελέγξουν.
To τουρκικό ενδιαφέρον για την Ευρώπη υπήρξε ίσως μεγάλη ευκαιρία για την ελληνική διπλωματία. Κατάφερε να τη χρησιμοποιήσει εις βάρος της! Η διένεξη Τουρκίας-Ισραήλ και τα ενεργειακά κοιτάσματα μπορεί να είναι επίσης μεγάλη ευκαιρία. Κινδυνεύει δυστυχώς και αυτή να εξελιχθεί εις βάρος μας!
ΠΗΓΗ
Δημοσίευση σχολίου