Την διευκόλυνση συμμαχικών χωρών να υλοποιήσουν εξοπλιστικά προγράμματα με συστήματα προερχόμενα από τις ΗΠΑ, φαίνεται ότι επιδιώκει η κυβέρνηση Τραμπ, η οποία προωθεί ανάλογο σχέδιο -για δεύτερη κατά σειρά φορά- από την ανάληψη της διακυβέρνησης του Λευκού Οίκου.
Πρόκειται στην ουσία για επέκταση δανειακής χρηματοδότησης που προσφέρεται μέχρι σήμερα σε αριθμό συμμαχικών χωρών σε ολόκληρο τον κόσμο, με τη μερίδα του λέοντος να καταλήγει σε Ισραήλ, Ιορδανία και Αίγυπτο. Στόχος είναι οι χώρες που διατηρούν αμυντική συνεργασία με την Ουάσιγκτον να έχουν ευκολότερη πρόσβαση σε αμυντικό υλικό, με τον προϋπολογισμό για το σκοπό αυτό να αγγίζει σήμερα τα 5,4 δισ. $.
Η κυβέρνηση Τραμπ αρχικά μείωσε αυτό το ποσό το 2017, αντιπροτείνοντας την ιδέα η οικονομική βοήθεια να μετατραπεί σε ένα «δανειακό πρόγραμμα», κάτι που δεν φαίνεται ότι ενέκρινε το νομοθετικό Σώμα των ΗΠΑ. Η νέα πρόταση προβλέπει ότι η διαχείριση κονδυλίων που θα διοχετεύονται μέσω δανεισμού σε συμμαχικές χώρες θα γίνεται με δρομολόγηση από το Πεντάγωνο ενώ την τελική εποπτεία θα έχει επιτροπή του Στέιτ Ντιπάρτμεντ.
Η χορήγηση αμυντικής βοήθειας θα περιλαμβάνει τα πάντα, από οχήματα και πυρομαχικά μέχρι πλοία και μαχητικά αεροσκάφη και όπως φαίνεται, ο στόχος είναι η διαδικασία αυτή να εντατικοποιηθεί. Προς αυτήν την κατεύθυνση το Στέιτ Ντιπάρτμεντ θα αναζητήσει χρηματοδότηση ύψους 8 δισ. $ «ώστε να καταστήσει αμυντικό υλικό από τις ΗΠΑ περισσότερο ανταγωνιστικό και προσιτό σε συμμαχικές χώρες».
Παρά το γεγονός ότι προγράμματα δανειακών συμβάσεων μέσω FMS ήδη υφίστανται με τρίτες χώρες, αυτά (ως επί το πλείστον) χρησιμοποιούνταν σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, το οποίο φαίνεται πλέον ότι η Ουάσιγκτον επιθυμεί να διευρύνει. Τα 8 δισ. $ που επιδιώκει να εξασφαλίσει το Στέιτ Ντιπάρτμεντ, ελπίζεται ότι θα επιτρέψουν την διεύρυνση της λίστας των υποψηφίων χωρών που χρειάζονται μεγαλύτερη ευελιξία στην αποπληρωμή εξοπλιστικών προγραμμάτων, στις οποίες δυνητικά συμπεριλαμβάνεται και η Ελλάδα.
Όπως είναι γνωστό, η Ελλάδα, παρά τους δεδομένους οικονομικούς περιορισμούς, κατάφερε να εξασφαλίσει χρηματοδότηση μέσω FMS για την υλοποίηση αρχικά του προγράμματος εκσυγχρονισμού των ΑΦΝΣ τύπου P-3B Orion και εν συνεχεία το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού 85 μαχητικών F-16 σε επίπεδο Viper, το οποίο κρίθηκε ως απολύτως απαραίτητο για την διατήρηση της αποτρεπτικής ισχύος της ΠΑ. Πιο πρόσφατα δρομολογήθηκε η απόκτηση 4 (+4) ελικοπτέρων MH-60R νέας κατασκευής αλλά και η FOS για τα ελικόπτερα S-70B6 Aegean Hawk του ΠΝ.
Σε κάθε περίπτωση, παραμένουν ιδιαίτερα πιεστικές ανάγκες για την κάλυψη αμυντικών απαιτήσεων οι οποίες εντοπίζονται πρωτίστως στην απόκτηση νέων πλοίων με ικανότητα «αεράμυνας περιοχής» που θα αντικαταστήσουν φρεγάτες που συμπληρώνουν 40ετή υπηρεσία στο ΠΝ. Αξίζει λοιπόν να διερευνηθεί το ενδεχόμενο μιας εναλλακτικής οδού χρηματοδότησης (την οποία άλλωστε αναζητεί ούτως η άλλως η ελληνική πλευρά) στην περίπτωση που η Ουάσιγκτον προχωρήσει την προτεινόμενη επέκταση δανειακής χρηματοδότησης για συμμαχικές χώρες.
Η απαίτηση αυτή όμως δεν προέρχεται μόνο από ενδιαφερόμενες χώρες (όπως η Ελλάδα) αλλά και από την ίδια την αμυντική βιομηχανία των ΗΠΑ, ώστε να υπάρχει χαμηλότοκος δανεισμός που θα καταστήσει πιο ανταγωνιστική την προμήθεια οπλικών συστημάτων από τις ΗΠΑ. Από την άλλη πλευρά, αμυντικοί αναλυτές σημειώνουν ότι «περισσότερο ανταγωνιστικά» προγράμματα δανεισμού, σημαίνουν αυτομάτως και πιο επισφαλείς εγγυήσεις για την πλευρά των πιστωτών.
Κάτι που τελικά ενδέχεται να οδηγήσει σε ανακεφαλαίωση τραπεζικών δανείων με το λογαριασμό να καταλήγει ως συνήθως στους φορολογούμενους. Πάντως αναφέρεται με σαφήνεια ότι το πρόγραμμα που επιδιώκει να «στήσει» η κυβέρνηση Τρaμπ, αφορά πρωτίστως χώρες που καλύπτουν σήμερα ευρύ φάσμα αμυντικών αναγκών από χώρες όπως η Κίνα και η Ρωσία, «φωτογραφίζοντας» συμμαχικές χώρες όπως για παράδειγμα η Ινδία.
Η πολιτική αυτή δείχνει ότι υπάρχει ευρύτερη γεωπολιτική μεταστροφή από τον Πόλεμο κατά της Tρομοκρατίας, στην αντιμετώπιση μεγάλων δυνάμεων, που το Πεντάγωνο αποκαλεί «ομότιμους» αντιπάλους ή αλλιώς “near peer adversaries.”
Πάντως το σίγουρο είναι ότι η Ουάσιγκτον επιθυμεί να εμβαθύνει τη συνεργασία και τις αμυντικές σχέσεις με μια σειρά χωρών, στις οποίες αναμφισβήτητα συμπεριλαμβάνεται και η χώρα μας, με τα αποτελέσματα αυτής της προσέγγισης να είναι σήμερα κάτι περισσότερο από ορατά.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου