Η Βόρεια Ελλάδα πρωταθλήτρια στον ορυκτό πλούτο. Μακεδονία και Θράκη στις πρώτες θέσεις με μεταλλευτική αξία μεταλλευμάτων στα 38,2 δισεκατομμύρια ευρώ.Από τη στιγμή που η Βόρεια Ελλάδα αναδεικνύεται σε πραγματικό “χρυσωρυχείο”, βάσει του ορυκτού πλούτου που διαθέτει, τότε θα μπορούσε να αποτελέσει σταθερή πλουτοπαραγωγική ΜΕΜΟ (μη ενεργειακά μεταλλικά ορυκτά) και συμβάλλει στη βιώσιμη ανάπτυξη της χώρας.Η μεταλλευτική αξία των βεβαιωμένων αποθεμάτων νικελίου, ψευδαργύρου, μολύβδου, χαλκού, χρυσού και αργύρου στη Μακεδονία και Θράκη, με βάση την ενεργό μεταλλευτική παραγωγή, τις επενδύσεις που βρίσκονται σε εξέλιξη και τις τρέχουσες τιμές των μετάλλων, ανέρχεται περίπου σε 27,6 δισεκατομμυρίων ευρώ.
Ένα πολύ μικρό μέρος της αξίας αυτής αξιοποιείται σήμερα παραγωγικά. Τα δυναμικά αποθέματα που φιλοξενούντα στις υπάρχουσες μεταλλευτικές αλλά και σε νέες περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος είναι σε θέση να πολλαπλασιάσουν το προαναφερόμενο οικονομικό μέγεθος.
“Το βεβαιωμένο αποθεματικά δυναμικό 420 περίπου τόνων χρυσού στην Μακεδονία και Θράκη αποτελεί κυρίαρχο οικονομικό στόχο. Στην κατεύθυνση αυτή η παραγωγική αξιοποίηση τριών κοιτασματολογικών περιοχών χρυσού αποτελούν τις σημαντικότερες μεταλλευτικές επενδύσεις που εξελίσσονται σήμερα στην Ελλάδα”, όπως τόνισε ο γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Γεωλογικών Μεταλλευτικών Ερευνών και αναπλ. καθηγητής στο Τμήμα Γεωλογίας & Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών Κ.Θ.Παπαβασιλείου, σε ημερίδα με θέμα: «Η Συμβολή του Ορυκτού Πλούτου της Βόρειας Ελλάδας στην Ανάπτυξη της Εθνικής Οικονομίας», που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο (12/03), στη Θεσσαλονικη.
Στο επίκεντρό της βρέθηκαν τα βιομηχανικά ορυκτά και πετρώματα της Β. Ελλάδας, η αξιολόγηση της μεταλλουργικής επεξεργασίας των χρυσοφόρων μεταλλευμάτων Χαλκιδικής, η συνεισφορά της εκμετάλλευσης νικελίου στην ανάπτυξη της ελληνικής περιφέρειας, τα μεταλλεύματα χρωμίου στην Κοζάνη, καθώς και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Όπως πρόσθεσε ο κ. Παπαβασιλείου: «Σημαντικά λατεριτικά κοιτάσματα νικελίου (Δ. Μακεδονία), μαγγανίου (Χαλκιδική), επιθερμικού χρυσού (Θράκη), ζεολίθων (Έβρος) Χουντίτη, Αστρίων (Δ.και Κ.Μακεδονία), ορισμένα εκ των οποίων αξιοποιούνται ή είναι σε τελική διαδικασία αξιοποίησης, είναι τα αποτελέσματα της ερευνητικής παρουσίας του ΙΓΜΕ. Τα μη ενεργειακά μεταλλικά ορυκτά βρίσκονται στο επίκεντρο της πλουτοπαραγωγικής αξιοποίησης και εκμετάλλευσης λόγω των υψηλότερων οικονομικών και αναπτυξιακών μεγεθών που διαθέτουν σε σχέση με το αποθεματικό δυναμικό και την αξία των περιεχόμενων μετάλλων.
Συγκεκριμένα τα μετρημένα μεταλλευτικά αποθέματα ανέρχονται σε περίπου 5,7 εκ. τόνους συνολικής οικονομικής αξίας 38,2 δισ. ευρώ με βάση τις τρέχουσες τιμές των μετάλλων. Στα πλαίσια του νέου ΕΣΠΑ (Δ’ΚΠΣ) το ΙΓΜΕ προχωρεί στην συστηματική έρευνα κοιτασματολογικών στόχων που βρίσκονται στο επίκεντρο του μεταλλευτικού και λατομικού ενδιαφέροντος και χρήζουν συστηματικότερης παραγωγικής προσέγγισης, με όρους ορθολογικής εκμετάλλευσης, για να στηρίξουν την βιώσιμη λειτουργία της ελληνικής εξορυκτικής βιομηχανίας και να δημιουργήσουν προϋποθέσεις νέων επενδύσεων.
Στον σχετικό προγραμματικό σχεδιασμό του Ινστιτούτου έχουν συμπεριληφθεί 12 αναπτυξιακές παρεμβάσεις. Στην αιχμή του δόρατος βρίσκονται ο εντοπισμός πολυτίμων μετάλλων και χαλκού σε κοιτασματολογικές περιοχές του Κιλκίς και των Σερρών. Επίσης συγκαταλέγονται έργα που αφορούν στην παραγωγή ειδικών νανο-σύνθετων υλικών με εφαρμογές στην περιβαλλοντική τεχνολογία και παρεμβάσεις κοιτασματολογικής αξιολόγησης «κρίσιμων» ορυκτών που εντοπίζονται στη χώρα».
πηγή
Ένα πολύ μικρό μέρος της αξίας αυτής αξιοποιείται σήμερα παραγωγικά. Τα δυναμικά αποθέματα που φιλοξενούντα στις υπάρχουσες μεταλλευτικές αλλά και σε νέες περιοχές κοιτασματολογικού ενδιαφέροντος είναι σε θέση να πολλαπλασιάσουν το προαναφερόμενο οικονομικό μέγεθος.
“Το βεβαιωμένο αποθεματικά δυναμικό 420 περίπου τόνων χρυσού στην Μακεδονία και Θράκη αποτελεί κυρίαρχο οικονομικό στόχο. Στην κατεύθυνση αυτή η παραγωγική αξιοποίηση τριών κοιτασματολογικών περιοχών χρυσού αποτελούν τις σημαντικότερες μεταλλευτικές επενδύσεις που εξελίσσονται σήμερα στην Ελλάδα”, όπως τόνισε ο γενικός διευθυντής του Ινστιτούτου Γεωλογικών Μεταλλευτικών Ερευνών και αναπλ. καθηγητής στο Τμήμα Γεωλογίας & Γεωπεριβάλλοντος του Πανεπιστημίου Αθηνών Κ.Θ.Παπαβασιλείου, σε ημερίδα με θέμα: «Η Συμβολή του Ορυκτού Πλούτου της Βόρειας Ελλάδας στην Ανάπτυξη της Εθνικής Οικονομίας», που πραγματοποιήθηκε το Σάββατο (12/03), στη Θεσσαλονικη.
Στο επίκεντρό της βρέθηκαν τα βιομηχανικά ορυκτά και πετρώματα της Β. Ελλάδας, η αξιολόγηση της μεταλλουργικής επεξεργασίας των χρυσοφόρων μεταλλευμάτων Χαλκιδικής, η συνεισφορά της εκμετάλλευσης νικελίου στην ανάπτυξη της ελληνικής περιφέρειας, τα μεταλλεύματα χρωμίου στην Κοζάνη, καθώς και οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις.
Όπως πρόσθεσε ο κ. Παπαβασιλείου: «Σημαντικά λατεριτικά κοιτάσματα νικελίου (Δ. Μακεδονία), μαγγανίου (Χαλκιδική), επιθερμικού χρυσού (Θράκη), ζεολίθων (Έβρος) Χουντίτη, Αστρίων (Δ.και Κ.Μακεδονία), ορισμένα εκ των οποίων αξιοποιούνται ή είναι σε τελική διαδικασία αξιοποίησης, είναι τα αποτελέσματα της ερευνητικής παρουσίας του ΙΓΜΕ. Τα μη ενεργειακά μεταλλικά ορυκτά βρίσκονται στο επίκεντρο της πλουτοπαραγωγικής αξιοποίησης και εκμετάλλευσης λόγω των υψηλότερων οικονομικών και αναπτυξιακών μεγεθών που διαθέτουν σε σχέση με το αποθεματικό δυναμικό και την αξία των περιεχόμενων μετάλλων.
Συγκεκριμένα τα μετρημένα μεταλλευτικά αποθέματα ανέρχονται σε περίπου 5,7 εκ. τόνους συνολικής οικονομικής αξίας 38,2 δισ. ευρώ με βάση τις τρέχουσες τιμές των μετάλλων. Στα πλαίσια του νέου ΕΣΠΑ (Δ’ΚΠΣ) το ΙΓΜΕ προχωρεί στην συστηματική έρευνα κοιτασματολογικών στόχων που βρίσκονται στο επίκεντρο του μεταλλευτικού και λατομικού ενδιαφέροντος και χρήζουν συστηματικότερης παραγωγικής προσέγγισης, με όρους ορθολογικής εκμετάλλευσης, για να στηρίξουν την βιώσιμη λειτουργία της ελληνικής εξορυκτικής βιομηχανίας και να δημιουργήσουν προϋποθέσεις νέων επενδύσεων.
Στον σχετικό προγραμματικό σχεδιασμό του Ινστιτούτου έχουν συμπεριληφθεί 12 αναπτυξιακές παρεμβάσεις. Στην αιχμή του δόρατος βρίσκονται ο εντοπισμός πολυτίμων μετάλλων και χαλκού σε κοιτασματολογικές περιοχές του Κιλκίς και των Σερρών. Επίσης συγκαταλέγονται έργα που αφορούν στην παραγωγή ειδικών νανο-σύνθετων υλικών με εφαρμογές στην περιβαλλοντική τεχνολογία και παρεμβάσεις κοιτασματολογικής αξιολόγησης «κρίσιμων» ορυκτών που εντοπίζονται στη χώρα».
πηγή
Δημοσίευση σχολίου