Του Κώστα Ράπτη
Η συμπεριφορά της κυβέρνησης της Αλβανίας το τελευταίο διάστημα έναντι της Ελλάδας, και όχι μόνο, χρήζει ερμηνείας. Πολλοί έσπευσαν ήδη να συσχετίσουν την αμφισβήτηση, με την υποβολή μάλιστα ρηματικής διακοίνωσης, της ελληνικής θαλάσσιας δικαιοδοσίας στο βόρειο Ιόνιο με τουρκική “παρεμβολή” - πόσω μάλλον που η κίνηση αυτή συνέπεσε χρονικά με την “αυτοκρατορική” επίσκεψη Erdogan στα Τίρανα και “αντιγράφει” στην περίπτωση των Διαποντίων Νήσων το επιχείρημα της Τουρκίας ότι τα νησιά δεν έχουν πλήρη επήρεια στην υφαλοκρηπίδα.
Στην πραγματικότητα, το θέμα έχει μεγάλο παρελθόν αλλά και επίκαιρες αφορμές. Ανάγεται στην προκήρυξη από αλβανικής πλευράς οικοπέδων για έρευνες υδρογονανθράκων (εντός και ελληνικής υφαλοκρηπίδας) το 2006, περνά στην θεωρούμενη ως ιδιαίτερα επιτυχημένη ελληνοαλβανική συμφωνία για τις θαλάσσιες ζώνες, με βάση την αρχή της μέσης γραμμής, το 2009 και καταλήγει στην αμφιλεγόμενη απόφαση του Συνταγματικού Δικαστηρίου της γειτονικής χώρας το 2010 περί αντισυνταγματικότητας της εν λόγω συμφωνίας, έπειτα από προσφυγή του τότε αρχηγού της αντιπολίτευσης και νυν πρωθυπουργού Έντι Ράμα.
Στην παρούσα συγκυρία, η Αλβανία προχωρά στην προκήρυξη επτά οικοπέδων για έρευνες υδρογονανθράκων, στην ξηρά και τη θάλασσα, με τις προσφορές να κατατίθενται μέχρι τις 25 Ιουνίου. Στα επτά οικόπεδα περιλαμβάνεται και το “Ιόνιο 5”, το οποίο επικαλύπτεται με το “οικόπεδο 1” της ελληνικής υφαλοκρηπίδας για το οποίο υποβάλλονται προσφορές μέχρι 14ης Ιουλίου, στο πλαίσιο του δεύτερου γύρου παραχωρήσεων του “νόμου Μανιάτη”.
Το ζήτημα των χερσαίων συνόρων εμπλέκεται όχι επειδή εγείρονται αμφισβητήσεις, όπως λανθασμένα δόθηκε η εντύπωση, αλλά στον βαθμό που τα Τίρανα επιχειρούν να επισημοποιήσουν την υφιστάμενη οριοθέτηση με την άρση της εμπόλεμης κατάστασης. Ήδη πάντως η Συμφωνία του 2009 χρησιμοποιούσε την τελευταία πυραμίδα των χερσαίων συνόρων ως γραμμή βάσης και για τη χάραξη των θαλάσσιων δικαιοδοσιών.
Το να “φορτώνει” η Αλβανία το διαπραγματευτικό “καλάθι” των διμερών σχέσεων, σε μία συγκυρία κατά την οποία αναδεικνύεται η σημασία του Ιονίου όχι μόνο ως πηγής υδρογονανθράκων αλλά και ως θαλάσσιας οδού μεταφοράς τους προς Δυσμάς (πρβ. τον Δι-αδριατικό αγωγό κ.ο.κ.), δεν είναι κάτι το πρωτόγνωρο διπλωματικά. Περισσότερο ανησυχητική, όμως, είναι η συνολική στάση της αλβανικής κυβέρνησης στα θέματα της περιοχής, με την καλλιέργεια της ρητορικής περί “φυσικής Αλβανίας”.
Το θέμα δεν προσφέρεται μόνο για... ποδοσφαιρικές αντιπαραθέσεις, όπως αυτή που δημιούργησε μέγα διπλωματικό επεισόδιο μεταξύ Τιράνων και Βελιγραδίου. Αποκτά και επίσημη κάλυψη από τη στιγμή που ο Έντι Ράμα δήλωσε ότι οι αλβανικοί πληθυσμοί Αλβανίας, Κοσόβου, πΓΔΜ θα ενοποιηθούν μέσω της κοινής ευρωπαϊκής τους προοπτικής είτε με τον “κλασικό” τρόπο. Έμπρακτη υλοποίηση αυτής της λογικής μπορεί να θεωρηθεί και η συνάντηση του Αλβανού πρωθυπουργού με τους ηγέτες των δύο αλβανικών κομμάτων της πΓΔΜ την Κυριακή στο Πόγραδετς (υπό τύπον “πανεθνικού “ συντονισμού), σε μία συγκυρία κατά την οποία διακυβεύεται και πάλι η σταθερότητα της γειτονικής χώρας.
Ωστόσο, η Αλβανία δεν τοποθετείται πλέον στα θέματα αυτά από μία θέση σχετικά περιθωριακή. Αποτελεί πλέον μέλος του ΝΑΤΟ και προνομιακό συνομιλητή της Ουάσιγκτον, όπως υποδηλώνει π.χ. η στρατηγική συμφωνία συνεργασίας στην καταπολέμηση της τρομοκρατίας που υπέγραψαν οι δύο χώρες τον περασμένο μήνα ή η διεθνής διημερίδα για την καταπολέμηση της στρατολόγησης τζιχαντιστών στα Δυτικά Βαλκάνια που φιλοξενούν από χθες τα Τίρανα κατόπιν αμερικανικής πρωτοβουλίας. Η τουρκική ενθάρρυνση δεν είναι ο μόνος παράγοντας που δίνει υπερβάλλουσα αυτοπεποίθηση στην κυβέρνηση Ράμα.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου