Μόνο τυχαία δεν είνια η εχθρική στάση του Σουηδού υπουργού των Εξωτερικών Carl Bildt έναντι των ελληνικών θέσεων για το Κυπριακό. Ο Σουηδός ΥΠΕΞ έχει δεθεί με την Τουρκία με επενδύσεις εκατομμυρίων και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό που και ο σουηδικός Τύπος έφτασε να ζητά ακόμη και αυτή την παραίτησή του!
Σύμφωνα με την σουηδική εφημερίδα «Dagens Nyheter», ο κ. Bildt προωθούσε επενδύσεις στην Τουρκία, μέσω σουηδικού ταμείου. Πρόκειται για το Ταμείο East Capital, στο οποίο ο Σουηδός ΥΠΕΞ έχει, κατά άμεσο ή έμμεσο τρόπο, προσωπικά κεφάλαια.
Σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών της Σουηδίας, της 27ης Οκτωβρίου του 2006, ο κ. Bildt είχε διανείμει το μετοχικό κεφάλαιο του East Capital, που φθάνει το 1.818.219 δισεκατομμύριο σουηδικές κορόνες (αντιστοιχούν σε 192.565.578 εκατομμύρια ευρώ) σε τρία μέρη: το πρώτο στο East Capital Explorer 1.526.003 SEK (Κορόνες Σουηδίας), το δεύτερο στο Επενδυτικό Ταμείο «East Capital» για τα Βαλκάνια 275.791 εκατ. SEK και το τρίτο στο East Capital για την Τουρκία 16.425 εκατ. SEK.
Τα σουηδικά κεφάλαια του Επενδυτικού Ταμείου για την Τουρκία απορροφήθηκαν και από εταιρεία του Τουρκικού Στρατού. Όμως, η Τουρκία δεν απορροφά χρήματα για επενδύσεις μόνο από το ταμείο που την αφορά ονομαστικά, αλλά και από τα υπόλοιπα ταμειακά επίπεδα......
Τουλάχιστον το 25% του ταμείου για τα Βαλκάνια επενδύεται στην Τουρκία και συνολικά οι επενδύσεις στη χώρα αυτή, λόγω της δράσης του Bildt, φθάνουν το 1 δις SEK, που αναλογούν σε 105.898.329 εκατ. ευρώ.
Ο κ. Bildt είχε αναλάβει τη διαφημιστική προβολή της σημασίας των επενδύσεων στην Τουρκία. Και το έπραξε επιτυχώς. Μεταξύ των συμφωνιών τις οποίες προώθησε, περιλαμβάνεται και αυτή με εταιρεία του Τουρκικού Στρατού.
Η εν λόγω επένδυση φθάνει το 11,4% του συνολικού Επενδυτικού Ταμείου του East Capital για την Τουρκία και αφορά στην τουρκική εταιρεία Adana Cimento. Η εταιρεία αυτή είναι ιδιοκτησία του ΟΥΕΚ. Δηλαδή του τουρκικού «Armed Forces Pension Fund» (Ταμείο Συντάξεων των Ενόπλων Δυνάμεων). Το ΟΥΕΚ έχει υπό τον έλεγχό του περί τις 40 εταιρείες και συνιστά μέρος του τουρκικού οικονομικού κατεστημένου. Η Adana Cimento είναι μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής τσιμέντου στη Μεσόγειο.
Ο κ. Billdt παραιτήθηκε από το Ταμείο East Capital στις 21 Οκτωβρίου του 2006, 15 μέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ως υπουργού των Εξωτερικών. Όμως, οι επενδύσεις του Ταμείου East Capital με την εταιρεία του τουρκικού στρατού θεωρούνται «κόκκινη κηλίδα» για τη σουηδική πολιτική ζωή.
Σε σχετικό με το θέμα άρθρο, που δημοσιεύτηκε στο σουηδικό Τύπο, και πιο συγκεκριμένα στην εφημερίδα «Expressen», οι επενδύσεις προς την εταιρεία του τουρκικού στρατού χαρακτηρίζονται ως «ματωμένες μετοχές». Και δόθηκε αυτός ο χαρακτηρισμός, διότι προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι εκείνοι οι οποίοι διοικούν την τουρκική εταιρεία Adana Cimento, χρηματοδοτούσαν 12 μέλη της τουρκικής μυστικής αστυνομίας, που κατηγορούνταν για βασανιστήρια και δολοφονίες οκτώ αντικαθεστωτικών Κούρδων, μεταξύ των οποίων και ο συγγραφέας Musa Anter.
Βεβαίως, οι μετοχές, που ο Σουηδός ΥΠΕΞ διαχειρίστηκε, δεν είναι ματωμένες μόνο λόγω των εγκλημάτων του τουρκικού παρακράτους, αλλά και ένεκα των σχέσεων του κ. Bildt με την πολεμική περιοχή του Νταρφούρ. Ο δημοσιογράφος Goran Greider έγραψε στην εφημερίδα «Dagens Nyheter» ότι δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι ο κ. Bildt απέφυγε να αναφερθεί σε γενοκτονία στο Νταρφούρ. Και ο λόγος, σύμφωνα με την Dagens Nyheter, ήταν η προηγούμενη σχέση του κ. Bildt με την εταιρεία Lundin Oil, που δραστηριοποιείται στην περιοχή.
Πέραν τούτου, οι επιχειρηματικές δραστηριότητες του κ. Bildt απλώνονται και αλλού, καθότι διέθετε μεγάλης αξίας μετοχές στη ρωσική εταιρεία Gazpon. Από αυτές πώλησε, μόλις εξελέγη ως υπουργός των Εξωτερικών, 1 εκ. SEK. Διατηρεί, όμως, μετοχές αξίες 5 εκ. SEK. Αυτό θεωρήθηκε ως ασυμβίβαστο με τη θέση που κατέχει ως υπουργός των Εξωτερικών. Πολλοί, μάλιστα, στη Σουηδία παρομοίασαν τον κ. Bildt με τον Χένρι Κίσινγκερ, λόγω της αμφιλεγόμενης στάσης του στη Δυτική Παπούα, δηλαδή τη δυτική Νέα Γουινέα, η οποία προσαρτήθηκε στην Ινδονησία με αμερικανική στήριξη.
Συνεπώς, και η θετική στάση του έναντι της αποσχιστικής πολιτικής του ψευδοκράτους και της Τουρκίας έχει οικονομική βάση και είναι ποτισμένη και θεμελιωμένη με συμφέροντα.
Η στάση του κ. Bildt έναντι της Τουρκίας, κατά συνέπεια, δύσκολα μπορεί να αλλάξει, γιατί στηρίζεται σε προσωπικά και άλλα συμφέροντα. Σε αρκετές περιπτώσεις οι αντιδράσεις του στο Συμβούλιο χαρακτηρίζονται από επιθετικότητα και ειρωνεία σε ότι αφορά την Κύπρο και δεν συνάδουν με αυτό το οποίο γνωρίζουμε ως σουηδικό πολιτικό πολιτισμό. Όμως, μέσα στο διπλωματικό παιχνίδι, είναι πάντοτε ενταγμένα τα οικονομικά και άλλα συμφέροντα. Ανέκαθεν η διεθνής πολιτική σκακιέρα στηριζόταν πρώτα στα συμφέροντα και μετά στην ηθική.
Οι κανόνες της ηθικής ήταν και παραμένουν μεθοδολογικό εργαλείο κάλυψης νόμιμων και παράνομων ενεργειών. Στην περίπτωση του Σουηδού ΥΠΕΞ έχουμε ένα απροκάλυπτο φαινόμενο. Και εχθρικό, που έχει σχέση περισσότερο με τις δικές του προθέσεις επί των πολιτικών και οικονομικών του επιλογών και πολύ λιγότερο με τη δική μας πολιτική και στάση απέναντί του. Άλλωστε, όπως γράφει ο σουηδικός Τύπος, ο κ. Bildt ήταν ο κεντρικός διαφημιστής των επενδύσεων του East Capital. Και η διαφήμιση αυτή είχε στηριχθεί στον ισχυρισμό περί της σταθερότητας της τουρκικής οικονομίας και της ανάπτυξης, καθώς και του εκδημοκρατισμού της Τουρκίας. Τώρα πώς μπορεί να κάνει πίσω.
Λογικό είναι, ασχέτως εάν ηθικώς είναι ασυμβίβαστο με τη θέση του, να προωθήσει πολιτικά τις τουρκικές θέσεις, δηλαδή τις πολιτικές θέσεις μιας χώρας με την οποία επέλεξε να συνδεθεί παντοιοτρόπως.
Σύμφωνα με την σουηδική εφημερίδα «Dagens Nyheter», ο κ. Bildt προωθούσε επενδύσεις στην Τουρκία, μέσω σουηδικού ταμείου. Πρόκειται για το Ταμείο East Capital, στο οποίο ο Σουηδός ΥΠΕΞ έχει, κατά άμεσο ή έμμεσο τρόπο, προσωπικά κεφάλαια.
Σύμφωνα με έκθεση του Υπουργείου Εξωτερικών της Σουηδίας, της 27ης Οκτωβρίου του 2006, ο κ. Bildt είχε διανείμει το μετοχικό κεφάλαιο του East Capital, που φθάνει το 1.818.219 δισεκατομμύριο σουηδικές κορόνες (αντιστοιχούν σε 192.565.578 εκατομμύρια ευρώ) σε τρία μέρη: το πρώτο στο East Capital Explorer 1.526.003 SEK (Κορόνες Σουηδίας), το δεύτερο στο Επενδυτικό Ταμείο «East Capital» για τα Βαλκάνια 275.791 εκατ. SEK και το τρίτο στο East Capital για την Τουρκία 16.425 εκατ. SEK.
Τα σουηδικά κεφάλαια του Επενδυτικού Ταμείου για την Τουρκία απορροφήθηκαν και από εταιρεία του Τουρκικού Στρατού. Όμως, η Τουρκία δεν απορροφά χρήματα για επενδύσεις μόνο από το ταμείο που την αφορά ονομαστικά, αλλά και από τα υπόλοιπα ταμειακά επίπεδα......
Τουλάχιστον το 25% του ταμείου για τα Βαλκάνια επενδύεται στην Τουρκία και συνολικά οι επενδύσεις στη χώρα αυτή, λόγω της δράσης του Bildt, φθάνουν το 1 δις SEK, που αναλογούν σε 105.898.329 εκατ. ευρώ.
Ο κ. Bildt είχε αναλάβει τη διαφημιστική προβολή της σημασίας των επενδύσεων στην Τουρκία. Και το έπραξε επιτυχώς. Μεταξύ των συμφωνιών τις οποίες προώθησε, περιλαμβάνεται και αυτή με εταιρεία του Τουρκικού Στρατού.
Η εν λόγω επένδυση φθάνει το 11,4% του συνολικού Επενδυτικού Ταμείου του East Capital για την Τουρκία και αφορά στην τουρκική εταιρεία Adana Cimento. Η εταιρεία αυτή είναι ιδιοκτησία του ΟΥΕΚ. Δηλαδή του τουρκικού «Armed Forces Pension Fund» (Ταμείο Συντάξεων των Ενόπλων Δυνάμεων). Το ΟΥΕΚ έχει υπό τον έλεγχό του περί τις 40 εταιρείες και συνιστά μέρος του τουρκικού οικονομικού κατεστημένου. Η Adana Cimento είναι μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες παραγωγής τσιμέντου στη Μεσόγειο.
Ο κ. Billdt παραιτήθηκε από το Ταμείο East Capital στις 21 Οκτωβρίου του 2006, 15 μέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του ως υπουργού των Εξωτερικών. Όμως, οι επενδύσεις του Ταμείου East Capital με την εταιρεία του τουρκικού στρατού θεωρούνται «κόκκινη κηλίδα» για τη σουηδική πολιτική ζωή.
Σε σχετικό με το θέμα άρθρο, που δημοσιεύτηκε στο σουηδικό Τύπο, και πιο συγκεκριμένα στην εφημερίδα «Expressen», οι επενδύσεις προς την εταιρεία του τουρκικού στρατού χαρακτηρίζονται ως «ματωμένες μετοχές». Και δόθηκε αυτός ο χαρακτηρισμός, διότι προβάλλεται ο ισχυρισμός ότι εκείνοι οι οποίοι διοικούν την τουρκική εταιρεία Adana Cimento, χρηματοδοτούσαν 12 μέλη της τουρκικής μυστικής αστυνομίας, που κατηγορούνταν για βασανιστήρια και δολοφονίες οκτώ αντικαθεστωτικών Κούρδων, μεταξύ των οποίων και ο συγγραφέας Musa Anter.
Βεβαίως, οι μετοχές, που ο Σουηδός ΥΠΕΞ διαχειρίστηκε, δεν είναι ματωμένες μόνο λόγω των εγκλημάτων του τουρκικού παρακράτους, αλλά και ένεκα των σχέσεων του κ. Bildt με την πολεμική περιοχή του Νταρφούρ. Ο δημοσιογράφος Goran Greider έγραψε στην εφημερίδα «Dagens Nyheter» ότι δεν ήταν τυχαίο το γεγονός ότι ο κ. Bildt απέφυγε να αναφερθεί σε γενοκτονία στο Νταρφούρ. Και ο λόγος, σύμφωνα με την Dagens Nyheter, ήταν η προηγούμενη σχέση του κ. Bildt με την εταιρεία Lundin Oil, που δραστηριοποιείται στην περιοχή.
Πέραν τούτου, οι επιχειρηματικές δραστηριότητες του κ. Bildt απλώνονται και αλλού, καθότι διέθετε μεγάλης αξίας μετοχές στη ρωσική εταιρεία Gazpon. Από αυτές πώλησε, μόλις εξελέγη ως υπουργός των Εξωτερικών, 1 εκ. SEK. Διατηρεί, όμως, μετοχές αξίες 5 εκ. SEK. Αυτό θεωρήθηκε ως ασυμβίβαστο με τη θέση που κατέχει ως υπουργός των Εξωτερικών. Πολλοί, μάλιστα, στη Σουηδία παρομοίασαν τον κ. Bildt με τον Χένρι Κίσινγκερ, λόγω της αμφιλεγόμενης στάσης του στη Δυτική Παπούα, δηλαδή τη δυτική Νέα Γουινέα, η οποία προσαρτήθηκε στην Ινδονησία με αμερικανική στήριξη.
Συνεπώς, και η θετική στάση του έναντι της αποσχιστικής πολιτικής του ψευδοκράτους και της Τουρκίας έχει οικονομική βάση και είναι ποτισμένη και θεμελιωμένη με συμφέροντα.
Η στάση του κ. Bildt έναντι της Τουρκίας, κατά συνέπεια, δύσκολα μπορεί να αλλάξει, γιατί στηρίζεται σε προσωπικά και άλλα συμφέροντα. Σε αρκετές περιπτώσεις οι αντιδράσεις του στο Συμβούλιο χαρακτηρίζονται από επιθετικότητα και ειρωνεία σε ότι αφορά την Κύπρο και δεν συνάδουν με αυτό το οποίο γνωρίζουμε ως σουηδικό πολιτικό πολιτισμό. Όμως, μέσα στο διπλωματικό παιχνίδι, είναι πάντοτε ενταγμένα τα οικονομικά και άλλα συμφέροντα. Ανέκαθεν η διεθνής πολιτική σκακιέρα στηριζόταν πρώτα στα συμφέροντα και μετά στην ηθική.
Οι κανόνες της ηθικής ήταν και παραμένουν μεθοδολογικό εργαλείο κάλυψης νόμιμων και παράνομων ενεργειών. Στην περίπτωση του Σουηδού ΥΠΕΞ έχουμε ένα απροκάλυπτο φαινόμενο. Και εχθρικό, που έχει σχέση περισσότερο με τις δικές του προθέσεις επί των πολιτικών και οικονομικών του επιλογών και πολύ λιγότερο με τη δική μας πολιτική και στάση απέναντί του. Άλλωστε, όπως γράφει ο σουηδικός Τύπος, ο κ. Bildt ήταν ο κεντρικός διαφημιστής των επενδύσεων του East Capital. Και η διαφήμιση αυτή είχε στηριχθεί στον ισχυρισμό περί της σταθερότητας της τουρκικής οικονομίας και της ανάπτυξης, καθώς και του εκδημοκρατισμού της Τουρκίας. Τώρα πώς μπορεί να κάνει πίσω.
Λογικό είναι, ασχέτως εάν ηθικώς είναι ασυμβίβαστο με τη θέση του, να προωθήσει πολιτικά τις τουρκικές θέσεις, δηλαδή τις πολιτικές θέσεις μιας χώρας με την οποία επέλεξε να συνδεθεί παντοιοτρόπως.
Δημοσίευση σχολίου