Γιατί η διοίκηση των ΗΠΑ καλλιεργεί την παραπληροφόρηση και την άγνοια σχετικά με τις τεχνολογικές δυνατότητες της Ρωσίας
Ο πρώην αναλυτής της CIA Larry Johnson πρόσφατα είχε αποκαλύψει την σοκαριστική άγνοια «που υπάρχει στις ΗΠΑ για τη Ρωσία και την τεχνολογική της δύναμη».Μάλιστα ο Johnson είχε διερωτηθεί, εάν ο Αμερικανός πρόεδρος Joe Biden ξεκινήσει τον Γ’ Παγκόσμιο Πόλεμο για την Ουκρανία και ωθήσει τον πλανήτη σε μία τόσο καταστροφική εξέλιξη.
Η εκτεταμένη παραπληροφόρηση του αμερικανικού λαού είναι, στην πραγματικότητα, σκόπιμη από την πλευρά της κυβέρνησης των ΗΠΑ και επιβάλλεται με τη συνδρομή των ειδησεογραφικών δικτύων, σημειώνει σε άρθρο του ο γνωστός γεωπολιτικός αναλυτής Eric Zeusse.
Όπως επισημαίνει μόνο με αυτό το μέσο, το αμερικανικό κοινό μπορεί να ανεχθεί, ακόμη και να υποστηρίξει, την εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, που περιλαμβάνει εισβολές, όπως αυτή στο Ιράκ το 2003.
Η Ρωσία δεν είναι...Ιράκ
Αλλά όταν οι στόχοι είναι χώρες όπως η Ρωσία ή η Κίνα, οι συνέπειες και τα διακυβεύματα μπορεί να είναι πολύ χειρότερα από αυτό.
Η κυβέρνηση της Ρωσίας ξοδεύει κάθε χρόνο περίπου 70 δισεκατομμύρια δολάρια για τον στρατό της, ενώ η κυβέρνηση των ΗΠΑ δαπανά περίπου 1,5 τρισεκατομμύρια ετησίως για τον δικό της.
Ποιος κερδίζει από αυτό το τεράστιο κόστος της κυβέρνησης των ΗΠΑ για τον στρατό της;
Η Ρωσία ξοδεύει για τον στρατό της μόνο το 5% όσων δαπανά η Αμερική για τον δικό της — ενώ τα υποτελή της κράτη, επίσης έχουν σημαντικές αμυντικές δαπάνες.
Και όμως η Ρωσία έχει καταφέρει να αντιμετωπίσει με επιτυχία αυτή την πρόκληση.
Ο Zeusse επισημαίνει εξάλλου ότι οι δηλώσεις του Biden για τον Putin, τύπου «αυτός ο άνθρωπος δεν μπορεί να παραμείνει στην εξουσία» αποκαλύπτουν την αδυναμία της αμερικανικής ηγεσίας, παρά την τεράστια καταστροφικότητα του καθεστώτος των ΗΠΑ (πραξικοπήματα, εισβολές, κ.λπ., σε πολλές χώρες) σε όλο τον κόσμο.
Η τελευταία στρατιωτική εισβολή που οδήγησε σε έναν πόλεμο που οι ΗΠΑ κατάφεραν να κερδίσουν, ήταν εκείνη στο Ιράκ το 1990-91.
900 βάσεις των ΗΠΑ σε όλο τον πλανήτη
Από το 1991 (το τέλος της Σοβιετικής Ένωσης και του Ψυχρού Πολέμου από την πλευρά της Ρωσίας, αλλά ποτέ από την πλευρά της Αμερικής), υπήρξαν 244 «περιπτώσεις χρήσης των Ενόπλων Δυνάμεων των Ηνωμένων Πολιτειών στο εξωτερικό» κατά τη διάρκεια αυτής της 31ετούς περιόδου 1991-2022 , σύμφωνα με την Υπηρεσία Ερευνών του Κογκρέσου το 2022.
Ωστόσο δεν καταγράφηκε ούτε μία στρατιωτική επιτυχία.
Το ίδιο χρονικό διάστημα η Ρωσία του Vladimir Putin δεν προχώρησε ούτε σε μία επέμβαση.
Οι ΗΠΑ έχουν 900 ξένες στρατιωτικές βάσεις σε χώρες σε όλο τον κόσμο, στις οποίες έχουν επιβληθεί με τη δύναμη των όπλων ή με πραξικόπημα.
Από την άλλη πλευρά, η Ρωσία διαθέτει βάσεις μόνο σε επτά κράτη και κυρίως στη Συρία, όπου η κυβέρνηση Assad είχε ζητήσει την προστασία της Μόσχας ενάντια στην επιθετικότητα των ΗΠΑ και των συμμάχων τους.
Έτσι, η Ρωσία εμπλέκεται στρατιωτικά σε ξένες χώρες μόνο κατά περίπου 1% από όσο οι ΗΠΑ — και μόνο για να αμυνθούν, ποτέ για να επιτεθούν εναντίον του συγκεκριμένου κράτους ή από το συγκεκριμένο κράτος.
Τα ψεύδη Obama
Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ Barack Obama συνέβαλε τα μέγιστα στην καλλιέργεια της άγνοιας για τις δυνατότητες της Ρωσίας, υποτιμώντας διαρκώς τη Μόσχα, ειδικά μετά την προσάρτηση της Κριμαίας το 2014.
Μάλιστα έφερνε ως παράδειγμα το γεγονός πως η Ρωσία δεν προσελκύει πολλούς μετανάστες εν αντιθέσει με τις ΗΠΑ.
Αλλά η Ρωσία ήταν και είναι ένας από τους παγκόσμιους τεχνολογικούς ηγέτες και τον Obama διαψεύδει μία αμερικανική εφημερίδα.
«Ο τεχνολογικός τομέας της Ρωσίας αναπτύσσεται παρά τις δυτικές κυρώσεις για την Ουκρανία.
Έτσι, ακόμη και στις αρχές του πολέμου του Obama εναντίον της Ρωσίας, οι κυρώσεις των ΗΠΑ και των συμμάχων εναντίον της είχαν αποτύχει», έγραφε η Wall Street Journal.
«Εάν το καθεστώς των ΗΠΑ δεν υποχωρήσει από την αυταπάτη του, θα υπάρξει ο 3ος Παγκόσμιος Πόλεμος.
Τα θύματα που στοχεύει τώρα για αλλαγή καθεστώτος (κυρίως Ρωσία και Κίνα) δεν θα υποχωρήσουν», προειδοποιεί ο Johnson.
Ο πρώην αναλυτής της CIA – εξαιρουμένου του πυρηνικού οπλοστασίου – χαρακτηρίζει τις ΗΠΑ ως μία στρατιωτική «χάρτινη τίγρη».
Προβάδισμα 10 ετών στους πυραύλους 5ης γενιάς
Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα της άγνοιας του αμερικανικού κοινού αφορά στους πυραύλους πέμπτης γενιάς.
Η Ρωσία έχει αποκτήσει ένα σημαντικό προβάδισμα 5 έως 10 ετών έναντι των ΗΠΑ στην ανάπτυξη πυραύλων αέρος-αέρος πέμπτης γενιάς, οι οποίοι έχουν ήδη φτάσει στο στάδιο της βιομηχανικής παραγωγής.
Σε αντίθεση με τις Ηνωμένες Πολιτείες, η Ρωσία προχώρησε έγκαιρα στην ανάπτυξη και τη δοκιμή αυτών των πυραύλων, οδηγώντας στην υιοθέτησή τους με επιταχυνόμενο ρυθμό.
Δραματική υστέρηση
Ο William Courtney, πρώην πρεσβευτής των ΗΠΑ στο Καζακστάν και τη Γεωργία και πρώην ειδικός σύμβουλος του προέδρου για τη Ρωσία, την Ουκρανία και την Ευρασία, εξηγεί σε άρθρο του στο Newsweek γιατί οι ΗΠΑ υστερούν σε ικανότητες μαζικής κατασκευής πυρομαχικών στην αμυντική τους βιομηχανική βάση.
Εξηγεί επίσης γιατί οι ΗΠΑ βρέθηκαν ξαφνικά πίσω από τη Ρωσία και την Κίνα στην υπερηχητική τεχνολογία μετά τις στρατιωτικές επεμβάσεις στο Ιράκ και το Αφγανιστάν.
Οι ΗΠΑ ήταν απροετοίμαστες για συμβατικούς πολέμους με ισοδύναμους αντιπάλους με εξίσου προηγμένη αμυντική βιομηχανική και επιστημονική βάση.
«Για αρκετές δεκαετίες, οι ΗΠΑ συμμετείχαν σε πιο ελαφριές μάχες, στις οποίες τα μεγάλα πυρά πυροβολικού ήταν λιγότερο κρίσιμα.
Και οι ΗΠΑ θεώρησαν ότι οι μεγάλης κλίμακας ρωσικές στρατιωτικές απειλές για την Ευρώπη ήταν απίθανες.
Πριν από μερικά χρόνια, οι ΗΠΑ απομάκρυναν ακόμα και τα άρματα μάχης από την Ευρώπη.
Εκ των υστέρων, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους συνειδητοποιούν ότι υπερεπένδυσαν σε νέα όπλα σε σχέση με τα πυρομαχικά, όπως βλήματα πυροβολικού και τακτικούς πυραύλους.
Λόγω της πολιτικής πίεσης για εξοικονόμηση χρημάτων, οι ΗΠΑ και οι σύμμαχοί τους δεν διατήρησαν ούτε δημιούργησαν μία πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα για πυρομαχικά», εξηγεί ο Courtney.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου