GuidePedia

0


Του Κώστα Ράπτη
Τι εννοούσε ο Ταγίπ Ερντογάν όταν έλεγε προ μηνός ότι "η μνησικακία δεν έχει θέση στην πολιτική"; Η απάντηση δόθηκε με την μη προαναγγελθείσα συνάντηση των υπουργών Άμυνας της Τουρκίας και της Συρίας την Τετάρτη στη Μόσχα, την πρώτη πολιτική επαφή των δύο πλευρών μετά από 11 χρόνια.


Με οικοδεσπότη τον Ρώσο ομόλογό τους, Σεργκέι Σοϊγκού, οι Χουλουσί Ακάρ και Αλί Μαχμούντ Αμπάς είχαν την ευκαιρία να συζητήσουν "εποικοδομητικά", όπως ανακοίνωσε το τουρκικό Υπουργείο Άμυνας, τα ζητήματα "της συριακής κρίσης, του προσφυγικού και των κοινών προσπαθειών καταπολέμησης όλων των τρομοκρατικών οργανώσεων στη Συρία". Συμφώνησαν δε να συνεχίσουν τις τριμερείς συναντήσεις, προκειμένου να επιτύχουν "τη διασφάλιση και διατήρηση της σταθερότητας στη Συρία και την περιοχή".

Παρόντες στη συνάντηση ήσαν και οι επικεφαλής των μυστικών υπηρεσιών της Τουρκίας, Χακάν Φιντάν και της Συρίας, Αλί Μαμλούκ, οι μόνοι αξιωματούχοι των δύο πλευρών που διατηρούσαν ανοικτό κανάλι επικοινωνίας με τις επαφές που πραγματοποιούσαν από τον Ιανουάριο του 2020 και εξής.

Η σημασία αυτής της συνάντησης δεν είναι δυνατόν να υποτιμηθεί - αν μη τι άλλο διότι συνιστά την επίσημη εγκατάλειψη της επιδίωξης αλλαγής καθεστώτος στη Δαμασκό, στην οποία κάποτε είχε επενδύσει πολλά η Τουρκία. Υπενθυμίζεται ότι οι δύο πλευρές διέκοψαν τις διπλωματικές τους σχέσεις λίγο μετά το ξέσπασμα της "Αραβικής Άνοιξης" το 2011, ενώ η Κωνσταντινούπολη μεταβλήθηκε σε έδρα της "εξόριστης κυβέρνησης" των Σύρων αντικαθεστωτικών.

Ότι ο μαιτρ των ελιγμών Ταγίπ Ερντογάν (που άλλοτε φιλοξενούσε τον Σύρο πρόεδρο Μπασάρ αλ Άσαντ σε κοινές διακοπές μετά συζύγων, πριν φθάσει να τον καταγγέλλει ως δολοφόνο και να ζητά την έξωσή του) ετοιμάζεται να πραγματοποιήσει μια ακόμη μεγάλη στροφή στην υπερδεκαετή συριακή περιπέτεια της χώρας του είναι προφανές. Και έχει δύο σοβαρούς λόγους για κάτι τέτοιο.

Ο πρώτος αφορά τις άμεσες πολιτικές προτεραιότητές του, ήτοι τη μάχη της επανεκλογής του στις κάλπες του ερχόμενου Ιουνίου, άρα και την ανάγκη να επιδειχθούν "επιτυχίες" στον τομέα της εξωτερικής πολιτικής, ιδίως αν αυτές δίνουν τη δυνατότητα επαναπατρισμού μέρους των τριών εκατομμυρίων προσφύγων που φιλοξενεί η Τουρκία εν μέσω διαρκώς εντεινόμενης δυσφορίας του εκλογικού σώματος.

Ο δεύτερος, περισσότερο στρατηγικός λόγος έχει να κάνει με την αντιμετώπιση του "κουρδικού κινδύνου", καθώς επί πολλούς μήνες οι Τούρκοι ιθύνοντες απειλούν με νέα στρατιωτική επιχείρηση στη βόρεια Συρία εναντίον των δυνάμεων του PYD (αδελφής οργάνωσης του PKK) που ελέγχουν, με τη στήριξη 900 ανδρών του αμερικανικού στρατού, το πετρελαιοπαραγωγό ανατολικό τρίτο της συριακής επικράτειας, θέτοντας τα θεμέλια για άλλη μία αυτόνομη οντότητα των Κούρδων νοτίως των τουρκικών συνόρων, μετά από εκείνη του Ιρακινού Κουρδιστάν.

Και στο σημείο αυτό είναι που συμπίπτουν τα συμφέροντα της Άγκυρας με αυτά της Δαμασκού. Ή δεν συμπίπτουν.

Παρά τη δημόσια προαναγγελία της, η νέα τουρκική εισβολή δεν έχει υλοποιηθεί - διότι δεν έχει προκύψει το απαραίτητο "πράσινο φως” είτε από τη Ουάσιγκτον είτε από τη Μόσχα. Η κεντρική κυβέρνηση της Συρίας προφανώς διεκδικεί την επανυπαγωγή των κουρδοκρατούμενων περιοχών στη δικαιοδοσία της. Οι τουρκικές απειλές της είναι χρήσιμες, στον βαθμό που εντείνουν την πίεση στους Κούρδους, όμως οι υλοποίησή τους ενέχει τον κίνδυνο περαιτέρω κατακερματισμού της συριακής επικράτειας. Οι κινήσεις ουσιαστικής προσάρτησης (λ.χ. με εισαγωγή του τουρκικού νομίσματος) των περιοχών που έχει ήδη καταλάβει η Τουρκία στις προηγούμενες "αντιτρομοκρατικές επιειρήσεις" της είναι χαρακτηριστικές.

Το περίπλοκο αυτό σκηνικό ευνοεί τη Ρωσία, στον βαθμό που εμπεδώνει την παρουσία της διαμεσολαβητή ως κοινής αποδοχής. Όμως ο πόλεμος στην Ουκρανία έχει περιορίσει τη δυνατότητά της να πιέζει την Τουρκία, η οποία έχει αναδειχθεί σε κόμβο παράκαμψης της ρωσικής οικονομικής και πολιτικής απομόνωσης από τη Δύση. Σε κάθε περίπτωση, θα έχει αφήσει και τους δύο συνομιλητές της ικανοποιημένους εάν επιτύχει την επιστροφή των Κούρδων στην δικαιοδοσία της Δαμασκού – εξ ου και ο διοικητής των ρωσικών δυνάμεων στη Συρία, αντιστράτηγος Αλεξάντρ Τσάικο φέρεται να είχε πρόσφατα επαφές με την κουρδική στρατιωτική ηγεσία. Οι τουρκικές επιδρομές του Νοεμβρίου, άλλωστε, οδήγησαν την τελευταία στην (προσωρινή) διακοπή της συνεργασίας της με τις αμερικανικές δυνάμεις.

Η Τουρκία εμφανίζεται επισπεύδουσα, με τον Ερντογάν να έχει δηλώνει ανοικτός στο ενδεχόμενο αναβάθμισης των συνομιλιών σε επίπεδο υπουργών Εξωτερικών και κατόπιν ηγετών. Αντιθέτως, η Δαμασκός είναι εξαιρετικά επιφυλακτική. Δεν έχει άλλωστε λόγους να κάνει προεκλογικά δώρα στον Ερντογάν και περιμένει να δει συγκεκριμένες κινήσεις. Μέχρι πρότινος μάλιστα έθετε την απόσυρση των τουρκικών δυνάμεων από τη συριακή επικράτεια ως προαπαιτούμενο για την αναβίωση των πολιτικών σχέσεων των δύο πλευρών. Διόλου τυχαία, εξισορροπεί την εξάρτησή της από την Ρωσία με την στήριξη που της προσφέρει (και στρατιωτικά) το Ιράν. Η υποβάθμιση του ρόλου του (δυνάμει πάντα ανταγωνιστικού) Ιράν νοτίως των συνόρων της είναι ένα ακόμη κίνητρο για την Τουρκία προκειμένου να προσεταιρισθεί τη Συρία.

πηγή


Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.

Δημοσίευση σχολίου

 
Top