Του Μιχάλη Ψύλου
Το τεχνολογικό πάρκο στην πόλη Χσιντσού της Ταϊβάν είναι μια παράξενη «όαση»: Μεγάλες, δενδροφυτεμένες λεωφόροι πλαισιώνονται από τεράστια κτίρια από γυαλί και χάλυβα. Είναι οι εγκαταστάσεις των εταιρειών τεχνολογίας της Ταϊβάν. Ο κατασκευαστής ημιαγωγών TSMC λειτουργεί επτά γιγαντιαία εργοστάσια στο Χσιντσού, από τα 14 που διαθέτει συνολικά σε όλο το νησί. Ηλεκτρικά λεωφορεία μεταφέρουν τους υπαλλήλους της TSMC στα διάφορα κτίρια. Στις στάσεις ακούγεται κλασική μουσική από τα ηχεία. Η ταϊβανέζικη εταιρεία παραγωγής μικροτσίπ TSMC διαθέτει για τους 57.000 υπαλλήλους της όλες τις έχεις: Εστιατόρια, γυμναστήρια ακόμη και νηπιαγωγεία και παιδικούς σταθμούς για τα παιδιά τους.
Η εταιρεία αποτελεί σημαντικό οικονομικό παράγοντα για το νησί. Πέρυσι, το μερίδιο της TSMC σε όλους τους εταιρικούς φόρους της Ταϊβάν αντιστοιχούσε στο 11%. Οι Ταϊβανέζοι αποκαλούν την εταιρεία ποιητικά ως Huguo Shenshan - «το βουνό του Θεού που παρακολουθεί τη γη». Το παρατσούκλι δεν αφορά μόνο το τα οικονομικά, λέει ο 39χρονος Λιν, εργαζόμενος στην εταιρεια: «Ίσως έχει να κάνει και με την Κίνα. Επειδή υπάρχει η TSMC, η Κίνα συγκρατείται. Η άποψή μου μου είναι ότι εκτιμούν την Ταϊβάν κυρίως λόγω της τεχνολογίας της».
Το συναίσθημά του Λιν για την TSMC; «Περήφανος! Όλος ο κόσμος γνωρίζει την εταιρεία μας.
Η TSMC έχει προσφέρει πολλές θέσεις εργασίας στους Ταϊβανέζους».
Η TSMC και ο ρόλος της στον τομέα των ημιαγωγών είναι από τους λόγους που πυροδοτούν την αντιπαράθεση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Κίνας. Μια αντιπαράθεση που δεν αποκλείεται να οδηγήσει σε μία σύγκρουση με ανυπολόγιστες συνέπειες.
Τα μικροτσίπ είναι τα γρανάζια στο τεράστιο ρολόι της σύγχρονης εποχής και όσοι αναπτύσσουν και κατασκευάζουν τον γρηγορότερο και μικρότερο ημιαγωγό,έχουν τεχνολογικό πλεονέκτημα σε πολλούς τομείς. Τα σύγχρονα οπλικά συστήματα από μόνα τους χρειάζονται τα καλύτερα μικροτσίπ, αλλά και τα αυτοκίνητα, τα κινητά τηλέφωνα και τα ψυγεία χρειάζονται επίσης αυτά τα μικροσκοπικά εξαρτήματα.
Οι σημαντικότερες αμερικανικές αλλά και ευρωπαικές εταιρείες εξαρτώνται από τους ημιαγωγούς της Ταϊβάν. Οσο κι αν η Ουάσιγκτον αλλά και οι Βρυξέλλες έχουν δεσμευτεί να αναπτύξουν την βιομηχανία μικροτσίπ, η εξάρτηση από την Ταϊβάν θα κρατήσει χρόνια. Η κρίση μικροτσιπ στην αυτοκινητοβιομηχανία δίνει μια ιδέα για το τι θα συνέβαινε εάν σταματούσαν οι γραμμές παραγωγής στην TSMC. Η εταιρεια προμηθεύει τους μεγαλύτερους παίκτες στην παγκόσμια οικονομία.
«Ακόμη και για την Apple, είναι πολύ ακριβό να παράξει τα τσιπ που χρειάζεται. Αυτό είναι ένα καλό παράδειγμα του ότι η TSMC κυριαρχεί πραγματικά στην αγορά και κάνει τη δουλειά της τόσο καλά που όλες οι μεγάλες εταιρείες τεχνολογίας εξαρτώνται από αυτήν για την κατασκευή τσιπ», λέει ο Αμερικανός ερευνητής για την Ανατολική Ασία Τόμας Σάτουκ. «Η TSMC θα διατηρήσει το προβάδισμά της τουλάχιστον μέχρι το 2027. Δεν υπάρχει σχεδόν κανένας πραγματικός ανταγωνισμός, ούτε από την Samsung και την Intel. Το μερίδιο αγοράς της TSMC ανέρχεται στο 55% στα συμβατικά μικροτσίπ-τρεις φορές μεγαλύτερο από τη δεύτερη,Samsung. Η Samsung και η Intel θα πρέπει να εργαστούν πολύ σκληρά για να καλύψουν τη διαφορά», προσθέτει ο Σάτουκ.
H «ασπίδα» της Ταϊβάν
Όπως και ο υπόλοιπος κόσμος, και η κινεζική οικονομία εξαρτάται από την TSMC. Ο Αμερικανός ερευνητής της Ανατολικής Ασίας Thomas Shattuck εξηγεί τη θεωρία:
«Η TSMC είναι τόσο σημαντική ως εταιρεία για τη λειτουργία της κοινωνίας που η σημασία της υπερτερεί του κινδύνου κλιμάκωσης. Μια σύγκρουση, όπως μια στρατιωτική εισβολή στην Ταϊβάν, θα μπορούσε να οδηγήσει στην καταστροφή της TSMC. Μια μονάδα παραγωγής μπορεί να χτυπηθεί από πύραυλο ή οτιδήποτε άλλο. Αλλά όλοι χρειάζονται το TSMC και όλοι ενδιαφέρονται να διατηρήσουν το TSMC σε λειτουργία. Αυτό δημιουργεί τη λεγόμενη ασπίδα ασφαλείας της Ταϊβάν», σημειώνει ο Αμερικανός αναλυτής.
Ο Τόνι Χουάνγκ, αναλυτής στην οικονομική εφημερίδα Digitimes της Ταϊβάν. Τον Αύγουστο, λέει ότι η TSMC ξεπέρασε την κινεζική Tencent ως την πιο πολύτιμη ασιατική εταιρεία. Η χρηματιστηριακή της αξία έχει τριπλασιαστεί τα τελευταία δύο χρόνια. Η εταιρεία επωφελείται από την επείγουσα ζήτηση για ημιαγωγούς λόγω της παγκόσμιας έλλειψης. Πιο πρόσφατα, ερευνητές αγοράς προέβλεψαν απώλεια πωλήσεων 210 δισεκατομμυρίων δολαρίων για τους κατασκευαστές αυτοκινήτων παγκοσμίως. «Τα σημεία συμφόρησης στον εφοδιασμό θα παραμείνουν τουλάχιστον μέχρι το δεύτερο εξάμηνο του 2022. Η έλλειψη ημιαγωγών στην αυτοκινητοβιομηχανία είναι πολύ σοβαρή», λέει ο Χουάνγκ.
Λόγω και της απροσδόκητα ραγδαίας ανάπτυξης των ηλεκτρικών αυτοκινήτων, η ζήτηση έχει εκτιναχθεί. Τα ηλεκτρικά οχήματα χρειάζονται πολύ περισσότερα τσιπ από τους κινητήρες εσωτερικής καύσης.
Τι κάνει η ΕΕ;
Η ΕΕ θέλει να οικοδομήσει το δικό της «οικοσύστημα ημιαγωγών». Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν έχει ανακοινώσει επενδύσεις 150 δισεκατομμυρίων ευρώ στον τομέα αυτόν: «Ο στόχος είναι να οικοδομήσουμε από κοινού ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό οικοσύστημα τσιπ, συμπεριλαμβανομένης της παραγωγής. Αυτό θα εξασφαλίσει την προσφορά μας και θα δημιουργήσει νέες αγορές για πρωτοποριακές ευρωπαϊκές τεχνολογίες», τονίζει η πρόεδρος της Κομισιόν.
Μέχρι το 2030, η Ευρώπη θέλει να καλύψει το 20% της παγκόσμιας αγοράς μικροτσίπ. Το 2020 ήταν μόλις στο μισό. «Αντιοικονομικό», λέει ο δημοσιογράφος της Digitimes, Τόνι Χουάνγκ. Η Ταϊβάν χρειάστηκε δεκαετίες επενδύσεων σε ειδικευμένους εργάτες και βιομηχανικές υποδομές στην παραγωγή ημιαγωγών, γεγονός που καθιστά το νησί έως και 50 % φθηνότερο στα μικροτσίπ από ό,τι στο εξωτερικό.
«Αν όλος ο κόσμος ήθελε να δημιουργήσει εργοστάσια παραγωγής ημιαγωγών, δεν θα ήταν πολύ προσοδοφόρο και θα είχε ως αποτέλεσμα διπλασιασμό των δαπανών, αλλά και σπατάλη επενδυτικού κεφαλαίου», υποστηρίζει ο Ταϊβανέζος δημοσιογράφος.
Η κρίση των τσιπ
Η παγκόσμια κρίση των μικροτσίπ χειροτερεύει εδώ και χρόνια. Τα lockdown, οι διακοπές της εφοδιαστικής αλυσίδας, ο οικονομικός πόλεμος και οι κυρώσεις, έχουν θέσει εκτός τροχιάς την βιομηχανία των ημιαγωγών.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, με τον νόμο «Chips and Science» που εγκρίθηκε με διακομματική συναίνεση από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, μετά από έγκριση από τη Γερουσία, θα διαθέσουν πάνω από 250 δισεκατομμύρια δολάρια για τη βιομηχανία ημιαγωγών- 52 δισεκατομμύρια για την εγχώρια βιομηχανία τσιπ και άλλα 200 δισεκατομμύρια στην έρευνα και ανάπτυξη τα επόμενα 10 χρόνια.
Οι αμερικανικές εταιρείες θα μπορούν να επιδοτούνται αλλά υπό μία προϋπόθεση: οι αποδέκτες των αμερικανικών κεφαλαίων δεν θα μπορούν να επεκτείνουν τις κινεζικές επιχειρήσεις τους για δέκα χρόνια.Όπως αναφέρουν οι Financial Times και η ιαπωνική Nikkei, αυτό το μέτρο ωθεί ήδη τιτάνες του κλάδου όπως η Samsung και η SK Hynix να περιορίσουν τις δραστηριότητές τους στην Κίνα. Γίνονται εξαιρέσεις για την προστασία των τοπικών συμφερόντων των εταιρειών, αλλά μόνο για τα υπάρχοντα εργοστάσια και μόνο για τους πιο απαρχαιωμένους ημιαγωγούς - 28 νανόμετρα και άνω.
Ο Πρόεδρος Μπάιντεν μπορεί να υπερηφανεύεται για αυτή τη δικομματική απόφαση ως επιτυχία της κυβέρνησής του. Η απόφαση θα έχει αντίκτυπο πολύ πέρα από τη θητεία του και είναι στρατηγικής σημασίας, γιατί μια ανεξάρτητη εφοδιαστική αλυσίδα για την παραγωγή μικροτσίπ είναι «must» για μια δύναμη όπως οι ΗΠΑ.
Η Κίνα τρέχει
Το Πεκίνο, το οποίο μέχρι στιγμής έχει επωφεληθεί από δύο δεκαετίες αγορών μικροτσίπ από το εξωτερικό, τρέχει τώρα να καλύψει το κενό, στοχεύοντας στην στρατηγική αυτονομία στον τομέα των ημιαγωγών. Το στρατηγικό σχέδιο αυτονομίας του προέδρου Σι Τζιπινγκ στοχεύει να ανεβάσει το μερίδιο των τσιπ κινεζικής παραγωγής στο 70% έως το 2025. Αν και η Κίνα σημειώνει σημαντική πρόοδο, εξακολουθεί όμως να εξαρτάται από την αμερικανική τεχνολογία για να επεκτείνει τα όρια των παραγωγικών της δυνατοτήτων.
Για χρόνια, η Κίνα δεν ήταν σε θέση να αγοράσει τα μηχανήματα ακραίας υπεριώδους ακτινοβολίας που απαιτούνται για την παραγωγή των πιο προηγμένων τσιπ (μικρότερα από επτά νανόμετρα).
Στο πλαίσιο αυτό, η Ουάσιγκτον για να μειώσει τα πλεονεκτήματα που δίνονται στον μεγάλο αντίπαλό της,σκέφτεται να διακόψει την πρόσβαση του Πεκίνου σε πολλές νέες τεχνολογίες παραγωγής ημιαγωγών. Για να πλήξει τα πρώτα στάδια της κινεζικής αλυσίδας παραγωγής, η Ουάσιγκτον αποκλείει την Κίνα απο μια αναδυόμενη τεχνική αυτόματου ηλεκτρονικού σχεδιασμού, γνωστή ως gate all around. Δεν επηρεάζει (ή σχεδόν) την τρέχουσα παραγωγή, αλλά θα το κάνει εκθετικά στο μέλλον, εμποδίζοντας τις κινεζικές εταιρείες να ενημερώνουν τις διαδικασίες παραγωγής τους.
Άλλωστε, η αποσύνδεση των ΗΠΑ από την Κίνα είναι ήδη σε ισχύ: Αμερικανικές εταιρείες όπως η Intel και η Qualcomm (τρεις ηγέτες στην κινεζική αγορά προηγμένων ημιαγωγών), έχουν ήδη μειώσει τις κινεζικές δραστηριότητες.
Η επιλογή των εταιρειών είναι υποχρεωτική: όσο προσοδοφόρα και αν είναι η κινεζική αγορά, αυτές οι εταιρείες γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν τις δραστηριότητές τους χωρίς αμερικανικές (και ευρωπαϊκές) τεχνολογίες. Και η Ουάσιγκτον, δεδομένης της αυξανόμενης δυναμικότητας του Πεκίνου, σκοπεύει να μετατρέψει την κατάσταση προς όφελός της.
Μια πρόθεση που τρομοκρατεί την Κίνα, η οποία κατηγορεί την Ουάσιγκτον για «νοοτροπία ψυχρού πολέμου».
Η Νάνσι Πελόζι, η Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων, που παρά λίγο να προκαλέσει παγκόσμια κρίση με την επίσκεψή της στην Ταϊβάν, δήλωσε ότι «μόλις τεθεί σε ισχύ ο νόμος, θα υποστηρίξει την εγχώρια βιομηχανία τσιπ, θα αναζωογονήσει την αμερικανική βιομηχανική παραγωγή και θα δημιουργήσει σχεδόν 100.000 καλά αμειβόμενες, προστατευόμενες θέσεις εργασίας.»
Δημοσίευση σχολίου