Τσιλιόπουλος Ευθύμιος
Εάν οι ΗΠΑ αρνηθούν στην Άγκυρα την πώληση των 40 μαχητικών F-16 Viper και την αναβάθμιση 80 τουρκικών F-16, η ελληνική Πολεμική Αεροπορία θα υποσκελίσει τεχνολογικά την τουρκική μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Το Κογκρέσο είχε μπλοκάρει τις πωλήσεις όπλων στην Τουρκία από το 2018, λόγω των S-400, αλλά ο Μπάιντεν έχει ταχθεί υπέρ της πώλησης των F-16 στην Τουρκία. Η κυβέρνηση Μπάιντεν ζήτησε και την έγκριση του Κογκρέσου για πώληση στην Τουρκία πυραύλων αέρος-αέρος AIM-120 AMRAAM και AIM-9 Sidewinder που χρησιμοποιούν τα F-16. Πρόκειται για ξεχωριστή συμφωνία, ύψους 300 εκατ. δολαρίων.
Από τότε που η Τουρκία αποκλείστηκε από το πρόγραμμα F-35, το μέλλον της τουρκικής Αεροπορίας είναι σκοτεινό. Τα F-16 της Τουρκίας αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της πολεμικής αεροπορίας της, αλλά γερνούν, ειδικά τα Block 30. Το τουρκικό αίτημα (Οκτώβριος 2021) για 40+80 Block 70/72 F-16 είναι συμβόλαιο αξίας 6 δισ. δολαρίων. Η συμφωνία είναι αναγκαία για να διατηρηθούν τα τουρκικά F-16 λειτουργικά και την επόμενη δεκαετία.
Εάν οι ελληνικές προσπάθειες για απόρριψη του τουρκικού αιτήματος καρποφορήαουν, η Τουρκία θα μείνει με στόλο F-16 απελπιστικά ξεπερασμένο σε σύγκριση με την ελληνική Αεροπορία. Η Ελλάδα έχει ήδη λάβει έγκριση για αναβάθμιση 84 F-16 της σε Block 72 Viper. Το πρώτο ελληνικό F-16 που αναβαθμίστηκε έκανε την παρθενική του πτήση τον Ιανουάριο 2021. Το πρόγραμμα αναβάθμισης θα ολοκληρωθεί έως τις 30 Ιουνίου 2027, οπότε η ελληνική Αεροπορία θα έχει τα πιο προηγμένα F-16 στην Ευρώπη.
Η Ελλάδα παρέλαβε ήδη έξι Rafale τον Ιανουάριο και θα παραλάβει και άλλα 24, ενώ η συμφωνία προβλέπει την αναβάθμιση των Mirage 2000-5. Η προσθήκη περίπου 24 F-35 μέχρι το τέλος της δεκαετίας θα ανατρέψει υπέρ της Ελλάδας την αεροπορική ισορροπία, εκτός αν φερθούμε ανόητα, πράγμα όχι απίθανο.
Ενώ η Τουρκία κέρδισε πόντους στην Ουάσιγκτον μετά την ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, η αντίθεση του Ερντογάν στην ένταξη Σουηδίας και Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ και οι απειλές του για άλλη επιχείρηση κατά των Κούρδων στη βόρεια Συρία διαβρώνουν τη διαπραγματευτική θέση του. Ενισχύεται η ήδη διαδεδομένη άποψη ότι η Τουρκία είναι χρόνια αναξιόπιστη σύμμαχος.
Ακόμα κι αν η Τουρκία κερδίσει τελικά την έγκριση του Κογκρέσου για τα F-16, πιθανότατα θα παραλάβει τα F-16 Viper το νωρίτερο στο δεύτερο μισό της δεκαετίας. Αλλά και τότε, τα 40+80 προηγμένα τουρκικά F-16 θα είναι απέναντι σε 84 ισοδύναμα ελληνικά F-16, σε 24-30 Rafale και πιθανώς σε 24 F-35, χωρίς να ξεχνάμε τα αναβαθμισμένα Mirage 2000-5. Σε αυτό το σενάριο, η Ελλάδα θα έχει περισσότερα μαχητικά πρώτης γραμμής από την Τουρκία που θα μπορούσαν ποιοτικά και ποσοτικά να υπερφαλαγγίσουν τα 120 αναβαθμισμένα F-16 της Τουρκίας. Κι αυτό είναι το καλό σενάριο για την Άγκυρα. Αν, όμως, δεν δοθεί έγκριση από το Κογκρέσο, τα πράγματα γίνονται χειρότερα για την τουρκική Αεροπορία!
Εναλλακτικές λύσεις
Η Τουρκία, έχει κλείσει κι άλλες πόρτες. Ποιες είναι οι επιλογές της πλέον; Αγορά σουηδικών μαχητικών Saab-Gripen είναι πλέον δύσκολη μετά και τα παρατράγουδα στο ΝΑΤΟ. Ούτε η αγορά κινεζικών μαχητικών είναι εύκολη για πολλούς λόγους. Εκτός των άλλων, το Πεκίνο μνησικακεί για την απόφαση της Άγκυρας να καταργήσει σύμβαση 3,4 δισ. δολαρίων που είχε ανατεθεί σε κινεζική εταιρεία το 2013 για την αεράμυνα.
Η αγορά ρωσικών υπερσύγχρονων μαχητικών Ρωσία μπορεί να καλύψει τις επιχειρησιακές ανάγκες της τουρκικής Αεροπορίας, αλλά μία τέτοια αγορά θα μετατρέψει το ρήγμα με τη Δύση σε οριστική ρήξη. Εάν η Τουρκία στραφεί σε ρωσικά μαχητικά για να κλείσει το χάσμα θα αντιμετωπίσει επιπλέον κόστος και δυσκολίες. Πρώτον, οι πιλότοι και οι ομάδες συντήρησης πρέπει να εκπαιδευτούν εκ νέου. Οι δε τεχνολογίες που αναπτύχθηκαν για τα F-16 από την τουρκική αμυντική βιομηχανία είναι μη-συμβατές με τα ρωσικά αεροσκάφη.
Τα τουρκικά ιπτάμενα μέσα (F-16, F-4, Ιπτάμενα Ραντάρ Awacs και drones) συνδέονται με το σύστημα Link-16 που επιτρέπει την μεταφορά δεδομένων. Το Link 16 χρησιμοποιείται από όλες τις νατοϊκές δυνάμεις, σε δυτικής κατασκευής μέσα. Ακόμα κι αν η Τουρκία αναπτύξει νέα εγχώρια συστήματα για ρωσικά αεροσκάφη, θα χρειαστεί να λάβει άδεια από τους Ρώσους για πρόσβαση στους πηγαίους κώδικες για την παραγωγή τεχνολογιών σύμφωνα με τη ρωσική τεχνολογία από την αρχή. Αυτό δεν είναι καθόλου εύκολο και απαιτεί χρόνο και τεράστιο προϋπολογισμό.
Αλλά και η φιλοσοφία χρήσης είναι διαφορετική. Τα ρωσικά αεροσκάφη είναι σχεδιασμένα να έχουν βραχύτερο βίο, καθώς το δόγμα χρήσης προβλέπει υψηλό ρυθμό απωλειών σε σύρραξη με ισότιμους αντιπάλους. Έτσι οι κινητήρες των ρωσικών αεροσκαφών έχουν το εν δέκατο διάρκειας ζωής από τους κινητήρες δυτικών αεροσκαφών. Οι Ρώσοι δεν σχεδίασαν αεροσκάφη για καθημερινές αερομαχίες πάνω απ’ το Αιγαίο.
Ανώτεροι αξιωματικοί της τουρκικής Αεροπορίας λένε ότι θα χρειαζόταν τουλάχιστον μια δεκαετία, ώστε η Αεροπορία τους να εντάξει επιτυχώς ρωσικά αεροσκάφη. Κι αυτό, επειδή πρέπει να λυθούν προβλήματα, όπως εκπαίδευση, υλικοτεχνική υποστήριξη, ανταλλακτικά, συντήρηση και συμβατότητα με δυτικής σχεδίασης ραντάρ και διαμετακομιδείς πληροφοριών.
Ρωσικά αεροσκάφη που θα μπορούσε να αγοράσει η Τουρκία είναι τα Su-35 (4,5 γενιάς) ή ακόμα και Su-57 πέμπτης γενιάς. Αυτό, πέραν των υλικοτεχνικών προβλημάτων, αποτελεί γεωπολιτική πρόκληση για την Τουρκία. Αν η αγορά των S-400 απομάκρυνε την Τουρκία από την Δύση, μια τέτοια αγορά, όπως προαναφέραμε, θα προκαλούσε ρήξη σε όλο το πλέγμα σχέσεων με τη Δύση. Η Τουρκία προσβλέπει όλο και περισσότερο στη δική της πολεμική βιομηχανία για να καλύψει τις ανάγκες της. Προκειμένου να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις της τουρκικής Αεροπορίας μετά το 2030, αναπτύχθηκε το εγχώριο πρόγραμμα σχεδίασης και ανάπτυξης του τουρκικού μαχητικού TF-X.
Πρόγραμμα TF-X
Στόχος του προγράμματος TF-X είναι η ανάπτυξη ενός αεροσκάφους που θα έχει χαρακτηριστικά μαχητικού 5ης γενιάς, όπως χαμηλή ανιχνευσιμότητα, σύντηξη αισθητήρων, προηγμένο ραντάρ AESA, επικοινωνίες, συστήματα ηλεκτρονικού πολέμου και υψηλές αεροδυναμικές επιδόσεις. Το αεροσκάφος TF-X σχεδιάζεται να παραμείνει επιχειρησιακό μέχρι τη δεκαετία 2070 και να είναι διαλειτουργικό με άλλα κρίσιμα στοιχεία της τουρκικής αεροπορίας. Το αεροσκάφος TF-X θα είναι μαχητικό πολλαπλών ρόλων. Σχεδιάζεται κυρίως για αποστολές αέρος-αέρος, ενώ θα έχει δυνατότητες αποστολών αέρος-εδάφους.
Η υλοποίηση του TF-X εξαρτάται από την επίλυση μεγάλων προβλημάτων, όπως τεχνολογικές ελλείψεις, ελλείψεις προσωπικού, περιορισμοί κόστους και προϋπολογισμού, χρονοδιάγραμμα κ.λπ. Ωστόσο, ακόμη και στο πιο αισιόδοξο χρονοδιάγραμμα, αυτό το αεροσκάφος δεν αναμένεται να είναι επιχειρησιακά έτοιμο μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 2030. Προς το παρόν, το κυριότερο πρόβλημα είναι η ανεύρεση κινητήρα, αν και οι Βρετανοί προσέφεραν Rolls Royce, αλλά και πάλι τα χρονοδιαγράμματα χάνονται στο απώτερο και αβέβαιο μέλλον.
Ακόμα και έτσι, η Τουρκία έχει πολύ λίγες επιλογές για να αντισταθμίσει το χάσμα στις αεροπορικές δυνατότητες μεταξύ του σήμερα και της πιθανής παράδοσης του TF-X. Άρα χρειάζεται να αγοράσει νέα μαχητικά σύντομα. Μια προτεινόμενη λύση είναι η αγορά μεταχειρισμένων Eurofighter από την Βρετανία, ή άλλες χώρες-χρήστες. Η ένταξη του και πάλι θα οδηγήσει σε αυξημένη πολυτυπία με όλα τα συνεπακόλουθα προβλήματα. Το συγκεκριμένο αεροσκάφος έχει περιορισμένες δυνατότητες αέρος-εδάφους. Το αρχικό κόστος ήταν τεράστιο (πάνω από 117 εκατ. ευρώ), και είναι αμφίβολο πόσα από αυτά τα αεροσκάφη, ακόμη και παλαιότερα μοντέλα, είναι προς πώληση ώστε να τα αγοράσουν οι Τούρκοι.
Προσωπικό
Η πιο δραματική στιγμή στην ιστορία της τουρκικής Αεροπορίας, πάντως, ήταν στις 15 Ιουλίου 2016, όταν τα τουρκικά αεροσκάφη βομβάρδισαν στόχους στην Άγκυρα, συμπεριλαμβανομένου του Κοινοβουλίου, στο πλαίσιο του αποτυχημένου πραξικοπήματος. Η Αεροπορία έπεσε σε δυσμένεια με αποτέλεσμα χιλιάδες εκκαθαρίσεις στρατιωτικών. Ο αριθμός των ανωτάτων αξιωματικών στην Αεροπορία μειώθηκε από 72 σε 44. Ο κλάδος έχασε άμεσα το ήμισυ των πιλότων. Από 1.350 έμειναν 680. Παραιτήσεις και αιτήσεις συνταξιοδότησης πιλότων ακολούθησαν τις εκκαθαρίσεις, μειώνοντας τον αριθμό των πιλότων σε λιγότερους από 400 με προφανείς επιπτώσεις στις επιχειρησιακές δυνατότητες της τουρκικής Αεροπορίας.
Το 2017, το τουρκικό Υπουργείο Άμυνας επιχείρησε να επαναφέρει παραιτηθέντες και συνταξιούχους πιλότους, εκδίδοντας διάταγμα που απειλούσε 300 πιλότους με ανάκληση της άδειας πολιτικού χειριστή, αν δεν επέστρεφαν στην Πολεμική Αεροπορία για τέσσερα χρόνια. Αυτή η υποχρεωτική ανάκληση ήταν το πιο δραστικό βήμα στην προσπάθεια να καλυφθεί το μεγάλο κενό. Έκτοτε, έχουν αποφοιτήσει σειρές νέων πιλότων, αλλά η είσοδος στις σχολές με ερντογανικά κριτήρια έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα.
Η συμμετοχή ηλικιωμένων πιλότων που βρίσκονται μακριά από την Αεροπορία για πολλά χρόνια δεν μπορεί να θεραπεύσει την αποδυνάμωση της διοίκησης και των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της τουρκικής Αεροπορίας. Χρειάζονται τουλάχιστον 4-5 χρόνια για να ολοκληρώσει ένας πιλότος μαχητικών τη βασική πτητική εκπαίδευση και στη συνέχεια να γίνει έμπειρος πιλότος σε μάχιμες μοίρες. Επομένως, η αναλογία έμπειρου πιλότου προς αεροσκάφος στην τουρκική Αεροπορία εξακολουθεί να υπολείπεται κατά πολύ.
Αναγκαστικά οι Τούρκοι πιλότοι πετούν περισσότερες ώρες για να διατηρήσουν το μαχητικό επίπεδο επιχειρήσεων σε Συρία, Ιράκ και Αιγαίο. Η Τουρκία στερείται εκπαιδευτών και έμπειρων πιλότων που χρειάζονται για την εκπαίδευση των νέων πιλότων ώστε να αποκτήσουν τον απαιτούμενο αριθμό ωρών πτήσης στις επιχειρησιακές μονάδες.
Η πιο δραματική στιγμή στην ιστορία της τουρκικής Αεροπορίας, πάντως, ήταν στις 15 Ιουλίου 2016, όταν τα τουρκικά αεροσκάφη βομβάρδισαν στόχους στην Άγκυρα, συμπεριλαμβανομένου του Κοινοβουλίου, στο πλαίσιο του αποτυχημένου πραξικοπήματος. Η Αεροπορία έπεσε σε δυσμένεια με αποτέλεσμα χιλιάδες εκκαθαρίσεις στρατιωτικών. Ο αριθμός των ανωτάτων αξιωματικών στην Αεροπορία μειώθηκε από 72 σε 44. Ο κλάδος έχασε άμεσα το ήμισυ των πιλότων. Από 1.350 έμειναν 680. Παραιτήσεις και αιτήσεις συνταξιοδότησης πιλότων ακολούθησαν τις εκκαθαρίσεις, μειώνοντας τον αριθμό των πιλότων σε λιγότερους από 400 με προφανείς επιπτώσεις στις επιχειρησιακές δυνατότητες της τουρκικής Αεροπορίας.
Το 2017, το τουρκικό Υπουργείο Άμυνας επιχείρησε να επαναφέρει παραιτηθέντες και συνταξιούχους πιλότους, εκδίδοντας διάταγμα που απειλούσε 300 πιλότους με ανάκληση της άδειας πολιτικού χειριστή, αν δεν επέστρεφαν στην Πολεμική Αεροπορία για τέσσερα χρόνια. Αυτή η υποχρεωτική ανάκληση ήταν το πιο δραστικό βήμα στην προσπάθεια να καλυφθεί το μεγάλο κενό. Έκτοτε, έχουν αποφοιτήσει σειρές νέων πιλότων, αλλά η είσοδος στις σχολές με ερντογανικά κριτήρια έχει αρνητικές επιπτώσεις στην ποιότητα.
Η συμμετοχή ηλικιωμένων πιλότων που βρίσκονται μακριά από την Αεροπορία για πολλά χρόνια δεν μπορεί να θεραπεύσει την αποδυνάμωση της διοίκησης και των επιχειρησιακών δυνατοτήτων της τουρκικής Αεροπορίας. Χρειάζονται τουλάχιστον 4-5 χρόνια για να ολοκληρώσει ένας πιλότος μαχητικών τη βασική πτητική εκπαίδευση και στη συνέχεια να γίνει έμπειρος πιλότος σε μάχιμες μοίρες. Επομένως, η αναλογία έμπειρου πιλότου προς αεροσκάφος στην τουρκική Αεροπορία εξακολουθεί να υπολείπεται κατά πολύ.
Αναγκαστικά οι Τούρκοι πιλότοι πετούν περισσότερες ώρες για να διατηρήσουν το μαχητικό επίπεδο επιχειρήσεων σε Συρία, Ιράκ και Αιγαίο. Η Τουρκία στερείται εκπαιδευτών και έμπειρων πιλότων που χρειάζονται για την εκπαίδευση των νέων πιλότων ώστε να αποκτήσουν τον απαιτούμενο αριθμό ωρών πτήσης στις επιχειρησιακές μονάδες.
Το Ναυτικό σκότωσε την Αεροπορία
Μέχρι το πραξικόπημα προβλεπόταν μια παραδοσιακή κατανομή κονδυλίων με πρώτο τον Στρατό, δεύτερη την Αεροπορία, και τρίτο το Ναυτικό. Αυτά ανατράπηκαν. Λόγω του πραξικοπήματος και του δόγματος “Γαλάζια Πατρίδα”, το Ναυτικό απέκτησε πρωτοκαθεδρία στις επενδύσεις. Αεροπλανοφόρο, σχέδια για φρεγάτες που έφταναν σε τονάζ αμερικανικά αντιτορπιλικά, κορβέτες και όλων των ειδών σκάφη με διάφορους βαθμούς επιτυχίας.
Η έμφαση στο δόγμα “Γαλάζια Πατρίδα” έχει φέρει προκαλέσει απόγνωση στην τουρκική Αεροπορία. Σε πάνελ, απόστρατοι του Στρατού και της Αεροπορίας παραπονούνται πως το Ναυτικό τους έχει υποσκελίσει και πως μπαίνει στα χωράφια τους. Έχει αναφερθεί ότι η ιδέα για την κατασκευή του Anadolu στερεί πτητικά μέσα και πιλότους από την Αεροπορία.
Ασχέτως των εσωτερικών αντιθέσεων στις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις, η ανάπτυξη του Ναυτικού, απέβη επιζήμια για την Αεροπορία. Κονδύλια που θα είχαν διατεθεί για τον εκσυγχρονισμό των μαχητικών πριν το 2016, πήγαν στο Ναυτικό αφήνοντας Αεροπορία, αλλά και αεράμυνα σε ένδεια. Κάπως έτσι, η Αεροπορία ακολουθεί την πτωτική πορεία της τουρκικής λίρας. Η Τουρκία έχει μεγάλο Στρατό και Ναυτικό, αλλά δεν έχει τα εναέρια μέσα να τους υπερασπιστεί. Αυτό, βέβαια, δεν την εμποδίζει να κλιμακώνει την πολεμική ρητορική της.
Δημοσίευση σχολίου