Η Τουρκία «φτιάχνει κλίμα» στην Κύπρο, προετοιμάζοντας τις επόμενες επιθετικές της κινήσεις. Για πολλοστή φορά το τελευταίο διάστημα ο μόνιμος αντιπρόσωπος της Τουρκίας στον ΟΗΕ παριστάνει τον «ταχυδρόμο» του ψευδοκράτους που στήθηκε με την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974 και καταθέτει ένα πολυσέλιδο κείμενο στο οποίο η πραγματικότητα διαστρεβλώνεται και η ιστορία παρουσιάζεται όπως βολεύει την Τουρκία και τους συμμάχους της που τυγχάνει να είναι -στη θεωρία τουλάχιστον- και δικοί μας σύμμαχοι!
Η εμπειρία έχει δείξει ότι η Τουρκία πριν αρχίσει οποιαδήποτε επιθετική ενέργεια «φτιάχνει αφήγημα νομιμοποίησης» των παρανομιών και των εγκλημάτων που έχει σχεδιάσει. Να θυμίσουμε το πιο πρόσφατο που ήταν στα Ίμια. Τέτοιες μέρες το 1996 είχαμε την «προσάραξη» του τουρκικού πλοίου στα Ίμια η οποία κατέληξε στην κρίση και κυρίως στο θέμα των «γκρίζων ζωνών» που από τότε έβαλε στο τραπέζι η Άγκυρα.
Τα όσα γράφει το κείμενο που κατέθεσαν οι Τούρκοι για λογαριασμό του ψευδοκράτους μοιάζει να ΄ναι ένα μήνυμα για όσα ετοιμάζει το καθεστώς Ερντογάν.
Τι γράφει, μεταξύ άλλων το κείμενο:
«Στην πραγματικότητα, η Τουρκία επενέβη στο νησί σύμφωνα με τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις της βάσει της Συνθήκης Εγγύησης του 1960 μετά το ελληνοκυπριακό πραξικόπημα του 1974, το οποίο είχε ως στόχο την προσάρτηση του νησιού στην Ελλάδα (Ένωση). Αξίζει να θυμηθούμε σχετικά ότι το ίδιο το πραξικόπημα χαρακτηρίστηκε από τον τότε Ελληνοκύπριο ηγέτη, Αρχιεπίσκοπο Μακάριο, στην ομιλία του ενώπιον του Συμβουλίου Ασφαλείας στις 19 Ιουλίου 1974 ως «εισβολή» από την Ελλάδα. Ως εκ τούτου, η νόμιμη και δικαιολογημένη τουρκική επέμβαση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο μιας 11χρονης συστηματικής εκστρατείας καταπίεσης που στρέφεται κατά του τουρκοκυπριακού λαού. Σαφώς, ενόψει των ανωτέρω, η απόπειρα απεικόνισης του Κυπριακού ως θέματος «εισβολής» και «κατοχής» από την Τουρκία δεν επιβεβαιώνεται από ιστορικά γεγονότα. Είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί από αυτή την άποψη ότι κανένα από τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας για την Κύπρο δεν περιγράφει τη νόμιμη και δικαιολογημένη τουρκική επέμβαση του 1974 ως «εισβολή» ή την επακόλουθη παρουσία της στο νησί ως «κατοχή».
Η Τουρκία και το «κατασκεύασμα» της μπορεί να υποστηρίζουν ότι θέλουν αλλά την πραγματικότητα δεν μπορεί να την αμφισβητήσει ακόμη και ο πιο φιλότουρκος παρατηρητής: το 1974 στην Κύπρο έγινε εισβολή και από τότε υπάρχει κατοχή. Όλα τ΄ άλλα είναι τουρκική προπαγάνδα που δεν πρέπει να μένει αναπάντητη.
Γράφουν ακόμη:
«Πράγματι, αυτή η μάταιη προσπάθεια έχει στόχο να αποσπάσει την προσοχή από το γεγονός ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά είναι υπεύθυνη για τη δημιουργία, αλλά και τη συνέχιση του Κυπριακού. Είναι αναμφισβήτητο ότι όλες οι προσπάθειες διευθέτησης που έγιναν από το 1968 απέτυχαν λόγω της αδιαλλαξίας και των μαξιμαλιστικών πολιτικών της ελληνοκυπριακής ηγεσίας. Αυτά τα γεγονότα καταγράφονται στα χρονικά των Ηνωμένων Εθνών, καθώς και στη συλλογική μνήμη της διεθνούς κοινότητας. Η ελληνοκυπριακή πλευρά ήταν αυτή που απέρριψε το Σχέδιο Συμφωνίας Πλαίσιο 1985-1986 και το 1992 υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών, τη δέσμη μέτρων οικοδόμησης εμπιστοσύνης του 1994 και, ίσως το πιο σημαντικό, τη συνολική διευθέτηση του Κυπριακού ( το σχέδιο Ανάν) τον Απρίλιο του 2004 μετά την έκκληση που έκανε ο τότε Ελληνοκύπριος ηγέτης για ένα «ηχηρό όχι» στο Σχέδιο Διακανονισμού των Ηνωμένων Εθνών. Πιο πρόσφατα, λόγω της άρνησης της ελληνοκυπριακής πλευράς να μοιραστεί την εξουσία και τον πλούτο με την τουρκοκυπριακή πλευρά, η Διάσκεψη για την Κύπρο κατέρρευσε το 2017 στο Κραν Μοντάνα της Ελβετίας».
Και μόνο το γεγονός ότι επικαλούνται διαρκώς το σχέδιο Ανάν, δικαιώνει όσους το πολέμησαν και πρώτα απ΄ όλους τον αείμνηστο Τάσσο Παπαδόπουλο. Όσο για το Κραν Μοντάνα τους τα έχει πει από την καλή και από την ανάποδη ο Νίκος Κοτζιάς.
Στο απαράδεκτο κείμενο των Τούρκων αναφέρονται ακόμη τα εξής απίθανα:
«Το ερώτημα που πρέπει να απαντηθεί εν προκειμένω είναι: ποια θα ήταν η μοίρα του τουρκοκυπριακού λαού στα χέρια του καθεστώτος της Χούντας εάν η Τουρκία δεν είχε παρέμβει το 1974 σύμφωνα με τη Συνθήκη Εγγύησης; Η απάντηση είναι ξεκάθαρη, αλλά τρομακτική. Ο τουρκοκυπριακός λαός θα είχε εκμηδενιστεί ολοσχερώς για να είχε πραγματοποιηθεί η ένωση με την Ελλάδα. Εν ολίγοις, ενόψει των εμπειριών του παρελθόντος και της τρέχουσας πραγματικότητας, το σύστημα Εγγυήσεων είναι τόσο απαραίτητο όσο ποτέ για την ίδια την ύπαρξη του τουρκοκυπριακού λαού.
Η ελληνοκυπριακή πολιτική αντιπαράθεσης, μονομέρειας και κυριαρχίας εκδηλώνεται και απέναντι στο ζήτημα των πόρων υδρογονανθράκων στην Κύπρο. Αντί να επιλέξει τον δρόμο της διπλωματίας και της συνεργασίας, η ελληνοκυπριακή επιμονή να αγνοήσει τα εγγενή και αναφαίρετα δικαιώματα του τουρκοκυπριακού λαού σε αυτούς τους πόρους και να κάνει μονομερή βήματα , κλιμακώνει αναπόφευκτα τις εντάσεις στην περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Ενώ αφενός η ελληνοκυπριακή πλευρά καθιστά ανεπιτυχή κάθε προσπάθεια επίλυσης του Κυπριακού μέσω διαπραγματεύσεων, συνεχίζει επίσης να απορρίπτει ακόμη και την ιδέα συνεργασίας στο θέμα των υδρογονανθράκων, καθώς και σε άλλους τομείς όπου η συνεργασία δεν είναι μόνο μια επιλογή αλλά απαραίτητη.
Η τουρκοκυπριακή πλευρά διατήρησε πάντα την άποψη ότι η συνεργασία, ο διάλογος και η διπλωματία σχετικά με αυτούς τους πόρους είναι ο μόνος τρόπος για να αποκλιμακωθεί η ένταση μέσα και γύρω από το νησί. Αναμφίβολα, η συνεργασία μεταξύ των δύο πλευρών σε διάφορα θέματα, συμπεριλαμβανομένων των υδρογονανθράκων, θα συνέβαλε επίσης στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης και αλληλεξάρτησης μεταξύ τους, λειτουργώντας έτσι ως καταλύτης για την επίτευξη συμφωνίας κατόπιν διαπραγματεύσεων στην Κύπρο. Σε αυτό το πνεύμα η τουρκοκυπριακή πλευρά κατέθεσε μια επικαιροποιημένη και διευρυμένη πρόταση για το θέμα των υδρογονανθράκων σε όλο το νησί τον Ιούλιο του 2019, η οποία παραμένει στο τραπέζι. Δυστυχώς, η ελληνοκυπριακή διοίκηση μέχρι σήμερα αρνείται τον ειρηνικό δρόμο του διαλόγου και της συνεργασίας με την τουρκοκυπριακή πλευρά σχετικά με όλες τις πτυχές της έρευνας και εκμετάλλευσης του φυσικού αερίου γύρω από το νησί.
Μπροστά στις επίμονες μονομερείς ενέργειες της ελληνοκυπριακής πλευράς, η τουρκοκυπριακή πλευρά δεν έχει άλλη επιλογή παρά να λάβει ισοδύναμα και αμοιβαία μέτρα για την προστασία των εγγενών και αναφαίρετων δικαιωμάτων του τουρκοκυπριακού λαού επί των υδρογονανθράκων γύρω από το νησί. Η τουρκοκυπριακή πλευρά υποστηρίζει επίσης την πρόταση που επανέλαβε ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας της Τουρκίας, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, κατά την ομιλία του που εκφώνησε με την ευκαιρία της έναρξης της 76ης συνόδου της Γενικής Συνέλευσης, για τη διοργάνωση «Α Μεσογειακής Διάσκεψης», στην οποία θα λάβουν μέρος όλοι οι παράγοντες της περιοχής, συμπεριλαμβανομένης της τουρκοκυπριακής πλευράς για διάλογο και συνεργασία.
Όσον αφορά τις ψευδείς κατηγορίες σχετικά με την περιφραγμένη περιοχή του Maraş (Varosha) στην εν λόγω δήλωση, θα ήθελα να υπογραμμίσω, για άλλη μια φορά, ότι η περιφραγμένη περιοχή Maraş είναι μέρος του εδάφους της Τουρκικής Δημοκρατίας της Βόρειας Κύπρου. ΤΔΒΚ), όπου η κυβέρνησή μας έχει αποκλειστική δικαιοδοσία και εξουσία. Από αυτή την άποψη, οι αποφάσεις που ελήφθησαν είναι σύμφωνες με το διεθνές δίκαιο και τα βήματά μας στην περιφραγμένη περιοχή του Maraş, που έχει γίνει το σύμβολο του status quo στο νησί, συνιστούν μια θετική εξέλιξη που πρέπει να υποστηριχθεί από τη διεθνή κοινότητα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, ενώ λαμβάνει σταδιακά βήματα για το άνοιγμα της περιοχής, η κυβέρνηση της ΤΔΒΚ, με κάθε ευκαιρία, έχει δημοσιοποιήσει ότι θα σέβεται και θα προστατεύει πλήρως τα δικαιώματα ιδιοκτησίας. Ως πρώτο βήμα, η κυβέρνησή μας έχει συστήσει μια επιτροπή απογραφής επιφορτισμένη με την αξιολόγηση της κατάστασης των ακινήτων και των υποδομών, καθώς και τυχόν πιθανούς περιβαλλοντικούς κινδύνους. Τον Οκτώβριο του 2020, η κυβέρνηση της ΤΔΒΚ έλαβε άλλη μια απόφαση να ανοίξει ορισμένους δημόσιους χώρους, δηλαδή δύο κεντρικούς δρόμους και την παραλία, για δημόσιες επισκέψεις σε επισκέπτες όλων των εθνικοτήτων. Τον Ιούλιο του 2021, το Υπουργικό Συμβούλιο της ΤΔΒΚ ήρε το καθεστώς στρατιωτικής ζώνης μιας πιλοτικής περιοχής, που αντιστοιχεί στο 3,4 τοις εκατό της περιφραγμένης περιοχής του Maraş, με σκοπό να μπορέσει η Επιτροπή Ακίνητης Περιουσίας να διεκπεραιώσει αιτήσεις σχετικά με τα ακίνητα που βρίσκονται σε εκείνη την περιοχή. Είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι η Επιτροπή ιδρύθηκε το 2005, σύμφωνα με τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, και αναγνωρίζεται ως αποτελεσματικό εγχώριο ένδικο μέσο για τη διευθέτηση των περιουσιακών αξιώσεων με τη μορφή αποκατάστασης, αποζημίωσης και/ ή ανταλλαγή.
Όσοι αντιτίθενται στο άνοιγμα της περιφραγμένης περιοχής του Maraş στην πραγματικότητα εμποδίζουν τους αιτούντες να λάβουν διορθωτικά μέτρα για τις αξιώσεις τους. Θεωρούμε αυτή τη διαδικασία ως ένα εποικοδομητικό μέτρο που σέβεται τα δικαιώματα των πρώην κατοίκων της περιοχής σύμφωνα με τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας. Θεωρούμε ότι αυτή είναι μια ανθρωπιστική πράξη που θα προσφέρει οικονομικά οφέλη τόσο στον ελληνοκυπριακό όσο και στον τουρκοκυπριακό λαό και θα δημιουργήσει μια μοναδική περιοχή όπου ο τουρκοκυπριακός και ο ελληνοκυπριακός λαός, καθώς και άλλοι ξένοι υπήκοοι, μπορούν να συνεργαστούν για αμοιβαίο όφελος , συμβάλλοντας έτσι στην οικοδόμηση εμπιστοσύνης.
Στην ομιλία του, ο Ελληνοκύπριος ηγέτης αγνοεί επίσης βολικά τη σοβαρότερη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο νησί, δηλαδή την άδικη και απάνθρωπη απομόνωση που επιβλήθηκε στον τουρκοκυπριακό λαό με υποκίνηση της ελληνοκυπριακής διοίκησης. Αυτή η συνολική απομόνωση κυμαίνεται από την άρνηση στον τουρκοκυπριακό λαό του δικαιώματος εκπροσώπησης στη διεθνή σκηνή, συμπεριλαμβανομένων των πολιτιστικών, ακαδημαϊκών και αθλητικών εκδηλώσεων, έως τον περιορισμό των ταξιδιών τους στο εξωτερικό και την επικοινωνία τους με τον έξω κόσμο και τον περιορισμό των εμπορικών σχέσεων με άλλες χώρες. Δράττομαι αυτής της ευκαιρίας για να τονίσω ότι η άδικη απομόνωση που επιβάλλεται στον τουρκοκυπριακό λαό είναι το πιο σημαντικό στοιχείο που δηλητηριάζει τις σχέσεις μεταξύ των δύο πλευρών και των λαών τους, υπονομεύοντας έτσι τις προοπτικές μιας διευθέτησης μέσω διαπραγματεύσεων στο νησί.
Όσον αφορά τις δηλώσεις που έγιναν σε σχέση με το θέμα των αγνοουμένων, θα ήθελα να επαναλάβω ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για αυτό το ανθρωπιστικό ζήτημα, το οποίο επηρεάζει εξίσου τον τουρκοκυπριακό και τον ελληνοκυπριακό λαό, και συμβάλλει στο έργο της Επιτροπής Αγνοουμένων, ώστε η Επιτροπή να μπορέσει να εκπληρώσει με επιτυχία την εντολή της. Παρά την ανθρωπιστική στάση της τουρκοκυπριακής πλευράς, ο μοναδικός στόχος της ελληνοκυπριακής πλευράς, δυστυχώς, είναι να πολιτικοποιήσει αυτό το ανθρωπιστικό ζήτημα για λόγους πολιτικής προπαγάνδας ενώπιον διεθνών πλατφορμών, συμπεριλαμβανομένων των Ηνωμένων Εθνών, αντί να εμπλακεί θετικά στο έργο της Επιτροπή.
Προκειμένου να υποστηρίξει το έργο της Επιτροπής Αγνοουμένων, η τουρκοκυπριακή πλευρά δημιούργησε το 2016 μια Επιτροπή Αρχείων που αποτελείται από στρατιωτικές και αστυνομικές αρχές, εμπειρογνώμονες του Υπουργείου Υγείας και των Εθνικών Αρχείων, καθώς και άλλες σχετικές υπηρεσίες για να εξετάσει τα σχετικά αρχεία για τις πληροφορίες που ζητά η Επιτροπή Αγνοουμένων σχετικά με τον εντοπισμό των αγνοουμένων. Στο πλαίσιο αυτό, δόθηκε πρόσβαση στο γραφείο του τουρκοκυπριακού μέλους για να ελέγξει αεροφωτογραφίες που χρονολογούνται από το 1974. Η τουρκοκυπριακή πλευρά έχει επίσης ιδρύσει μια μονάδα έρευνας υπό την Προεδρία της ΤΔΒΚ για να εξετάσει όλα τα σχετικά αρχεία προκειμένου να συγκεντρώσει πληροφορίες που ζητήθηκαν από την Επιτροπή σχετικά με τις πιθανές τοποθεσίες αγνοουμένων, καθώς και τη Μονάδα Αγνοουμένων, η οποία διεξάγει ποινικές έρευνες για τις υποθέσεις των ταυτοποιημένων Ελληνοκυπρίων αγνοουμένων υπό την επίβλεψη της συνταγματικά ανεξάρτητης Γενικής Εισαγγελίας της ΤΔΒΚ. Επιπλέον, με την εξεύρεση στοιχείων για πιθανούς χώρους ταφής, η τουρκοκυπριακή πλευρά επιτρέπει την πρόσβαση της Επιτροπής σε οποιαδήποτε περιοχή σε ολόκληρη την ΤΔΒΚ, είτε διακόπτοντας την κατασκευή ενός μεγάλου δρόμου είτε επιτρέποντας πρόσβαση σε αυτές τις στρατιωτικές περιοχές όταν ζητηθεί από την Επιτροπή σύμφωνα με το πρόγραμμα εργασίας του. Από την άποψη αυτή, τον Απρίλιο του 2021 δόθηκε πρόσβαση σε πέντε επιπλέον ύποπτες τοποθεσίες ταφής σε στρατιωτικές περιοχές στη Βόρεια Κύπρο, όπου έγιναν ανασκαφές σύμφωνα με τον σχεδιασμό της Επιτροπής. Πρέπει επίσης να σημειωθεί ότι τόσο η ΤΔΒΚ όσο και η Τουρκία συνεχίζουν να στηρίζουν οικονομικά την Επιτροπή Αγνοουμένων.
Απασχολημένη με τη διάδοση παραπληροφόρησης για την τουρκοκυπριακή πλευρά και την Τουρκία, η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν έχει απαντήσει ακόμη στο κάλεσμα της Επιτροπής Αγνοουμένων να ερευνήσει τις στρατιωτικές ή αστυνομικές εκθέσεις, τα ημερολόγια, τις ιατρικές εκθέσεις ή οποιοδήποτε άλλο έγγραφο που μπορεί να περιλαμβάνει πληροφορίες σχετικά με πιθανούς τόπους ταφής ή λείψανα που ανήκουν σε αγνοούμενους. Καμία από τις ποινικές έρευνες που διεξήχθησαν για τους θανάτους Τουρκοκυπρίων αγνοουμένων δεν είχε ως αποτέλεσμα τον εντοπισμό των δραστών ή τη δίωξη όσων ταυτοποιήθηκαν. Επιπλέον, μέχρι σήμερα, η ελληνοκυπριακή πλευρά δεν έχει ανταποδώσει όσον αφορά τη διευκόλυνση της πρόσβασης σε όλες τις στρατιωτικές περιοχές, καθώς και στα αρχεία της ελληνοκυπριακής αστυνομίας, η οποία ενεπλάκη από πρώτο χέρι στις μαζικές θηριωδίες κατά του τουρκοκυπριακού λαού. ιδιαίτερα την περίοδο 1963–1964.
Όσον αφορά τους ισχυρισμούς σχετικά με την πολιτιστική και θρησκευτική κληρονομιά στην ΤΔΒΚ, θα ήθελα να τονίσω ότι η τουρκοκυπριακή πλευρά, παρά τους πενιχρούς πόρους της, προστατεύει και διαφυλάσσει την πολιτιστική και θρησκευτική κληρονομιά της Κύπρου, που προέρχεται από τους διαφορετικούς και πλούσιους πολιτισμούς και πολιτισμούς που έχουν κατοικήσει το νησί σε όλη την ιστορία. Εκτός από τις δικές της προσπάθειες για την προστασία και τη διατήρηση της πολιτιστικής και θρησκευτικής κληρονομιάς στην επικράτειά της, ανεξάρτητα από την προέλευσή της, η τουρκοκυπριακή πλευρά έχει επίσης εμπλακεί ενεργά και συμβάλλει στο έργο της Τεχνικής Επιτροπής Πολιτιστικής Κληρονομιάς, η οποία ως εξαιρετικό παράδειγμα του τι μπορούν να επιτύχουν οι δύο πλευρές μέσω της συνεργασίας για το καλό των δύο λαών.
Από την άλλη, οι Έλληνες και οι Ελληνοκύπριοι εκπρόσωποι κλείνουν βολικά τα μάτια στη δεινή κατάσταση της τουρκο-ισλαμικής πολιτιστικής κληρονομιάς στη Νότια Κύπρο. Η ελληνοκυπριακή διοίκηση, από το 1963, ακολουθεί πολιτική εξάλειψης κάθε ίχνους της τουρκο-ισλαμικής κληρονομιάς της Κύπρου. Κατά την περίοδο από το 1963 έως το 1974, τζαμιά, ιερά και άλλοι ιεροί τόποι σε τουρκικά χωριά σε όλο το νησί καταστράφηκαν από την ελληνοκυπριακή πλευρά. Οι επιτόπιες μελέτες που διεξήγαγαν οι ειδικοί μας και οι πληροφορίες που συγκεντρώθηκαν από Τουρκοκύπριους που επισκέφθηκαν τη Νότια Κύπρο έχουν δείξει ότι υπάρχουν περισσότερα από 130 τζαμιά στη Νότια Κύπρο, ένας σημαντικός αριθμός των οποίων είναι σε εξαιρετικά κακή κατάσταση. Επιπλέον, όλα τα κινητά πολιτιστικά αντικείμενα από αυτά τα μνημεία, εκατοντάδες χειρόγραφα Ιερά Κοράνια, χαλιά προσευχής, θρανία ανάγνωσης του Ιερού Κορανίου και κομμάτια ισλαμικής αγιογραφίας, έχουν καταστραφεί ή λεηλατηθεί.
Δυστυχώς, ο Ελληνοκύπριος ηγέτης στην ομιλία του στοχεύει να εκμεταλλευτεί τους Ελληνοκύπριους και Μαρωνίτες που ζουν στην ΤΔΒΚ για σκοπούς πολιτικής προπαγάνδας, αποκαλώντας τους ως «εγκλωβισμένους». Οι ίδιοι οι Ελληνοκύπριοι και οι Μαρωνίτες που ζουν στη χώρα μας αρνούνται τον ισχυρισμό ότι είναι «εγκλωβισμένοι», όπως διατυπώθηκε σε συνέντευξη που δόθηκε με τους Ελληνοκύπριους κατοίκους στην Καρπάζ. Όπως αναφέρθηκε στην εφημερίδα Πολίτης στις 10 Οκτωβρίου 2017, όταν ένας δημοσιογράφος ανέφερε ότι σκοπός της επίσκεψής του ήταν να δει τους «εγκλωβισμένους» στην περιοχή, ο συνεντευξιαζόμενος απάντησε «Εγκλωβισμένος; Δεν είμαστε εγκλωβισμένοι!». Επιπλέον, οι Ελληνοκύπριοι και οι Μαρωνίτες που έχουν επιλέξει να διαμένουν στην επικράτειά μας σύμφωνα με τη Συμφωνία Εθελοντικής Ανταλλαγής Πληθυσμών του 1975 απολαμβάνουν όλα τα δικαιώματα και τις ελευθερίες που παρέχονται στους πολίτες της ΤΔΒΚ, συμπεριλαμβανομένης της ελευθερίας μετακίνησης, θρησκείας, έκφρασης, εκπαίδευσης κ.λπ. επιθυμώ να υπογραμμίσω ότι ο όρος «εγκλωβισμένος» επινοήθηκε για πρώτη φορά από τον τότε Γενικό Γραμματέα, για να περιγράψει τα δεινά του τουρκοκυπριακού λαού μεταξύ 1963 και 1974, ο οποίος είχε αναγκαστεί από τους Ελληνοκύπριους να ζήσει σε μικρές περιοχές διάσπαρτες σε όλο το νησί, αποτελώντας μόλις το 3 τοις εκατό της επικράτειας της Κύπρου.
Ο ισχυρισμός ότι η Τουρκία αλλοιώνει τον «δημογραφικό χαρακτήρα» του νησιού είναι επίσης αβάσιμος και αποτελεί ένα ακόμη προϊόν της συνεχιζόμενης εκστρατείας παραπληροφόρησης και δυσφήμισης της ελληνοκυπριακής πλευράς. Η διαδικασία μέσω της οποίας αποκτάται η ιθαγένεια στην ΤΔΒΚ είναι εφάμιλλη με τα πρότυπα που εφαρμόζονται ευρέως σε όλο τον κόσμο. Από την άποψη αυτή, πρέπει να σημειωθεί ότι η ελληνοκυπριακή διοίκηση έχει επιτρέψει την εγκατάσταση χιλιάδων μη Ελληνοκυπρίων στη Νότια Κύπρο, συμπεριλαμβανομένης της Ελλάδας, σύμφωνα με τη δική της εσωτερική νομοθεσία. Θα πρέπει επίσης να υπογραμμιστεί ότι η ελληνοκυπριακή διοίκηση υποβλήθηκε σε ενδελεχή έλεγχο από την Ευρωπαϊκή Ένωση για το «σύστημα ιθαγένειας επενδυτών» που τέθηκε σε εφαρμογή το 2013, βάσει του οποίου μια επένδυση τουλάχιστον 2 εκατομμυρίων ευρώ (2,2 εκατομμύρια δολάρια) θα μπορούσε να εξασφαλίσει ταξίδια χωρίς διαβατήριο και βίζα σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση. Το εν λόγω σύστημα, η χορήγηση «χρυσών διαβατηρίων», έχει αξιοποιηθεί ως τρόπος ξεπλύματος χρήματος μέσω υπεράκτιων εταιρειών και παρέχοντας ένα ασφαλές καταφύγιο σε φυγάδες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μάλιστα, αποκαλύφθηκε από έγκριτο μέσο ενημέρωσης ότι εξέχοντες Ελληνοκύπριοι πολιτικοί, οι οποίοι αργότερα αναγκάστηκαν να παραιτηθούν, συμμετείχαν επίσης στη βοήθεια και υποκίνηση καταδικασμένων εγκληματιών στην απόκτηση διαβατηρίων της Ευρωπαϊκής Ένωσης μέσω του εν λόγω συστήματος. Στη συνέχεια, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εξέδωσε δήλωση στις 13 Οκτωβρίου 2020 δηλώνοντας ότι η Επιτροπή «παρακολούθησε με δυσπιστία πώς υψηλόβαθμοι αξιωματούχοι ανταλλάσσουν την ευρωπαϊκή ιθαγένεια για οικονομικά οφέλη. Η Πρόεδρος [Ursula] von der Leyen ήταν ξεκάθαρη όταν έλεγε ότι οι ευρωπαϊκές αξίες δεν πωλούνται. Η Επιτροπή εξετάζει επί του παρόντος τη συμμόρφωση με το δίκαιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης του κυπριακού συστήματος ενόψει πιθανών διαδικασιών επί παραβάσει».
Όσον αφορά τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης, θα ήθελα να επαναλάβω ότι είμαστε έτοιμοι να συνεργαστούμε με την ελληνοκυπριακή πλευρά για όλα αυτά τα μέτρα που στοχεύουν στην ενίσχυση της καθημερινότητας όλων των τουρκοκυπριακών και ελληνοκυπριακών λαών, αρκεί να σέβονται η ισότητα των δύο πλευρών, είναι αμοιβαία επωφελείς και αμοιβαία συμφωνημένα και δεν συνεπάγονται επέκταση της εξουσίας της μιας πλευράς πάνω στην άλλη.
Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, καλούμε την ελληνοκυπριακή ηγεσία να σταματήσει τη διάδοση ψευδών πληροφοριών σχετικά με τα νομικά και ιστορικά γεγονότα του νησιού και αντ’ αυτού να επικεντρωθεί στις προσπάθειες διευθέτησης ανοίγοντας το δρόμο για τη δημιουργία μιας σχέσης συνεργασίας μεταξύ των δύο κρατών στην Κύπρο, με βάση την εγγενή κυρίαρχη ισότητα και το ισότιμο διεθνές καθεστώς τους, όπως περιγράφεται στη δημιουργική και εποικοδομητική πρότασή μας της 28ης Απριλίου 2021, που κατατέθηκε κατά την άτυπη συνάντηση 5+1 που πραγματοποιήθηκε στη Γενεύη.
(Υπογραφή) Mehmet Dânâ
Εκπρόσωπος
Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου»
Όλο το κείμενο ΕΔΩ
Δημοσίευση σχολίου