Του Στέργιου Δ. Θεοφανίδη
Αφορμή για το σημείωμα αυτό στάθηκαν οι δύο τελευταίες παράγραφοι του αφιερώματος με τίτλο “Η επόμενη μέρα στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ” του Σ. Δ. Βλάσση στον ΔΟΥΡΕΙΟ. Θεωρούμε ότι περιγράφουν με τον πλέον κατανοητό και αποκαλυπτικό τρόπο το γιατί αναγκάστηκαν σε συνθηκολόγηση οι Αρμένιοι:
“Οι Αζέροι κατάφεραν να υπερισχύσουν στο στρατιωτικό πεδίο, χάρη στην σοβαρή επένδυση που έγινε στις ένοπλες δυνάμεις τα προηγούμενα έτη, όχι με πρόθεση την διατήρηση απλώς μιας “ισορροπίας δυνάμεων” και πνεύμα συμβιβασμού με τα τετελεσμένα αλλά με εθνικό όραμα την απελευθέρωση των χαμένων εδαφών.
Η επένδυση στις ένοπλες δυνάμεις από πλευράς Αζέρων, διακρίθηκε από στοχευμένες κινήσεις προμήθειας οπλικών συστημάτων που προσέφεραν ποιοτικό πλεονέκτημα έναντι του αντιπάλου, ο οποίος περιορίσθηκε σε ενίσχυση της στρατιωτικής ισχύος του με “συμβατικούς” τρόπους.
Η μη παρακολούθηση των τεχνολογικών εξελίξεων από τους Αρμενίους, είχε ως αποτέλεσμα δύο ισότιμοι υπανάπτυκτοι στρατοί να αναμετρηθούν κατά τρόπον που ο έχων έστω και ένα μικρό ποιοτικό πλεονέκτημα λόγω επιχειρησιακής εκμεταλλεύσεως της τεχνολογίας των UAV, κατάφερε να αιφνιδιάσει, να κλονίσει και τέλος να ανατρέψει και να προκαλέσει δεινό πλήγμα επί του ηθικού του αντιπάλου, ο οποίος λύγισε”.
Ας δούμε ποιες “στοχευμένες κινήσεις” απέφυγε και αποφεύγει ακόμη να κάνει η Ελλάδα: Το πρώτο εξοπλιστικό πρόγραμμα που υπογράφηκε στα χρόνια των μνημονίων, ήταν αυτό του εκσυγχρονισμού των τεσσάρων αεροπλάνων ναυτικής συνεργασίας (ΑΦΝΣ) P-3B, στο επίπεδο P-3H.
Το εν λόγω πρόγραμμα είχε εγκριθεί από την κυβέρνηση του Α. Σαμαρά το 2014, αντιμετωπίζοντας σφοδρές επικρίσεις ως προς την πραγματική αναγκαιότητα και τη βιωσιμότητά του και πυροδοτώντας λυσσαλέα αντίδραση από την τότε αντιπολίτευση (ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ). Η οποία ως κυβέρνηση… ως εκ θαύματος άλλαξε στάση (“ανέκρουσε πρύμναν” όπως λέμε!) και υπέγραψε κανονικά το πρόγραμμα. Ήταν το πρώτο εξοπλιστικό που υπογράφηκε στα χρόνια των μνημονίων και μάλιστα η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ συμφώνησε να το αποπληρώσει μέχρι το τέλος του 2021.
Η σύμβαση για τον εκσυγχρονισμό των τεσσάρων P-3B υλοποιείται, χωρίς ΚΑΜΙΑ πρόβλεψη για την προμήθεια όπλων και ιδίως αντιπλοϊκών πυραύλων Harpoon ή του έκδοχου μακρού πλήγματος SLAM-ER. Ανατρέχοντας στην επίσημη ιστοσελίδα της Υπηρεσίας Συνεργασίας σε θέματα Άμυνας και Ασφάλειας (DSCA) των ΗΠΑ, αποκαλύπτεται ότι στο ελληνικό αίτημα ΔΕΝ περιλαμβάνεται κανενός είδους όπλο για τα αεροσκάφη αυτά! Προφανώς γιατί δεν τα χρειαζόμαστε… Ύψος σύμβασης, 500 εκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ (499.843.145 για την ακρίβεια).
Είχε προηγηθεί το 2010 η έγκριση προγράμματος προμήθειας 100 συλλογών κατευθυνομένων βομβών SPICE 2000 (ακτίνα 60 χιλιομέτρων) και άλλων 300 συλλογών SPICE 1000 (ακτίνα 125 χιλιομέτρων), προϋπολογισμού 110 εκατομμυρίων ευρώ. Με τα όπλα αυτά η Πολεμική Αεροπορία θα καθιστούσε αξιόμαχα και πραγματικά επικίνδυνα, ακόμη και παλιά μαχητικά αεροπλάνα, όπως τα Mirage 2000EGM/BGM και F-16C/D Block 30. Το πρόγραμμα πήρε τις τελικές το 2010 και στις αρχές του 2011 πήγε και στη Βουλή. Από τότε αγνοείται η τύχη του…
Η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ ήταν αυτή που υπέγραψε και τον εκσυγχρονισμό των 84 F-16C/D Block 52+ και Block 52+ Advanced στο επίπεδο F-16V. Και πάλι χωρίς να κατατεθεί ΚΑΝΕΝΑ ΑΙΤΗΜΑ για την προμήθεια αντοιπλοϊκών Harpoon και μακρού πλήγματος SLAM-ER. Αυτό λέει το ελληνικό αίτημα όπως παρατίθεται στη σελίδα της DSCA και μάλιστα αφορά 123 αεροσκάφη και όχι 84, περιλαμβάνοντας προφανώς και τα F-16C/D Block 50. Ύψος σύμβασης 1,527 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ.
Τρίτο πρόγραμμα που έφερε ως “επιχειρησιακή ανάγκη” η συγκυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ και τελικά υπέγραψε η κυβέρνηση Κυρ. Μητσοτάκη, ήταν αυτό της προμήθειας τεσσάρων (συν τριών!) ανθυποβρυχιακών ελικοπτέρων ΜΗ-60R. Η αρχική σύμβαση ύψους 194 εκατομμυρίων δολαρίων, περιλαμβάνει την κατασκευή των κατασκευή των τεσσάρων ελικοπτέρων, μαζί με τρία αερομεταφερόμενα σόναρ χαμηλής συχνότητας (Airborne Low Frequency System – ALFS).
Προσοχή εδώ… Το συνολικό ύψος της προμήθειας θα ανέλθει σε 296.904.621 δολάρια ΗΠΑ, καθώς τα υπόλοιπα υλικά και η υποστήριξη θα ενταχθούν σε άλλο πρόγραμμα FMS! Μία ανάγνωση του ελληνικού αιτήματος και εδώ, αποκαλύπτει ότι και ΠΑΛΙ δεν ζητήσαμε όπλα! Πέρα από έξι εκπαιδευτικούς πυραύλους Hellfire (δύο AGM-114M36-E9 και τέσσερις AGM-114Q), 100 ρουκέτες APKWS καθοδήγησης λέιζερ και 30 αερομεταφερόμενες τορπίλες Mk.54.
Στο ελληνικό αίτημα για την προμήθεια των MH-60R ΔΕΝ υπάρχει καμία αναφορά σε πυραύλους AGM-114N Hellfire, κάτι που πανηγυρικά αναφέρθηκε σε άλλον ιστοχώρο. Και βέβαια το πρόβλημα δεν εστιάζεται μόνο εκεί… Έχουμε και παλαιότερα επισημάνει ότι ο Hellfire εκθέτει το ελικόπτερο – φορέα στην αεράμυνα του αντιπάλου, σε πολύ μεγάλο βαθμό. Πρώτα από όλα επειδή απαιτεί ευθεία γραμμή σκόπευσης (line of sight) και κατά δεύτερον επειδή η ακτίνα του δεν ξεπερνά τα οκτώ χιλιόμετρα. Οι ίδιοι οι Αμερικανοί τον αντικαθιστούν στα επιθετικά ελικόπτερα Guardian -E, με τον ισραηλινό Spike NLOS.
Θα πληρώσουμε λοιπόν 300 περίπου εκατομμύρια δολάρια για τέσσερα ελικόπτερα που δεν χρειαζόμαστε γιατί πολύ απλά δεν έχουμε τις μονάδες επιφανείας από τις οποίες θα επιχειρούν, μαζί με 30 αερομεταφερόμενες τορπίλες! Το όλο ζήτημα βέβαια έχει και πολλές άλλες διαστάσεις που αποκαλύπτουν το μέγεθος της προσπάθειας… ΝΑΙ προσπάθειας αφοπλισμού που καταβάλλεται από την πλευρά της Ελλάδας. Ο ισραηλινός Spike NLOS έχει πιστοποιηθεί στα ελικόπτερα Lynx (AW159) του Ναυτικού της Νοτίου Κορέας και των Φιλιππίνων και θα μπορούσε κάλλιστα να πιστοποιηθεί και στα ΑΒ-212 ASW, καθώς και στα S 70B Aegean Hawk.
Το συνολικό κόστος μίας τέτοιας επιλογής, μαζί με εκσυγχρονισμό του συνόλου των ελικοπτέρων της Διοίκησης Ελικοπτέρων Ναυτικού (18 μονάδες!) που εδώ και πολλά χρόνια υποφέρουν από χαμηλές διαθεσιμότητες, θα ήταν οπωσδήποτε κλάσμα των 300 εκατ. δολαρίων που θα δαπανήσουμε για τέσσερα νέα ΜΗ-60R και 30 αερομεταφερόμενες τορπίλες.
Οι Ισπανοί κατέβαλλαν μόλις τρία εκατομμύρια ευρώ ανά ελικόπτερο, για να εκσυγχρονίσουν πλήρως τα δικά τους εφτά ΑΒ 212! Αν επιθυμείτε να δείτε τι ακριβώς περιέλαβε το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των ελικοπτέρων αυτών και να απογοητευθείτε με όσα απίστευτα συμβαίνουν στην πτωχευμένη Ελλάδα, παρακολουθήστε το ακόλουθο ΒΙΝΤΕΟ.
,
Η προϊστορία και το πρόγραμμα των τορπιλών
Και περνάμε στο πολύπαθο πρόγραμμα των τορπιλών των υποβρυχίων Type 214 και του μοναδικού εκσυγχρονισμένου κλάσης Ωκεανός. Όταν η Ελλάδα υπέγραψε τη σύμβαση για την ναυπήγηση των υποβρυχίων κλάσης Παπανικολής (Τype 214), φυσικά δεν περιέλαβε σε αυτή και την προμήθεια τορπιλών. Ο πρώτος διαγωνισμός για την προμήθεια 51 τορπιλών βαρέως τύπου των 533 χιλιοστών για τα νέα υποβρύχια Τύπου 214, αλλά και το πρόγραμμα εκσυγχρονισμού μέσης ζωής «Neptune II» των 209/1200 που απέδωσε τελικά μόνο ένα υποβρύχιο (από τα τρία που υπολογιζόταν), προκηρύχθηκε στις 2 Αυγούστου του μακρινού 2001 για να ακυρωθεί στη συνέχεια τον Ιούλιο του 2004.
Τον Μάρτιο του 2003 είχε επιλεγεί η τορπίλη Black Shark IF/21 Βlack Shark, της Whitehead Sistemi Alenia Subacquei. Στις 15 Σεπτεμβρίου 2003, η STN Atlas Elektronik γνωστοποίησε ότι το κόστος ολοκλήρωσης των τορπιλών Black Shark IF/21 στο σύστημα διαχείρισης μάχης των υποβρυχίων κλάσης «Παπανικολής» και του αναβαθμισμένου κλάσης «Ποσειδών» ISUS 90-15 ανήλθε στα 72 εκατομμύρια ευρώ. Το ποσό αυτό, σε συνδυασμό με το κόστος των 62 εκατομμυρίων ευρώ της προμήθειας των 51 τορπιλών, καθιστούσε τις τορπίλες Black Shark IF/21 σημαντικά ακριβότερες από τις DM-2A4 «Seeheckt». Τελικά, στις 30 Ιουλίου 2004, ο διαγωνισμός ακυρώθηκε.
Οι Γερμανοί λοιπόν κατέστησαν σαφές ότι σε περίπτωση που η Ελλάδα επέλεγε άλλη τορπίλη πλην της DM2A4… θα το πλήρωνε πολύ ακριβά! Μη έχοντας άλλη επιλογή, η ελληνική πλευρά επανήλθε (με απευθείας ανάθεση) στις 5 Ιανουαρίου του 2006, για την προμήθεια 51 τορπιλών βαρέως τύπου με «Πρόσκληση Υποβολής Προσφοράς» που υπογράφει ο τότε υπουργός Εθνικής Άμυνας, Σπήλιος Σπηλιωτόπουλος.
Όπως ανέφερε το έγγραφο ζητείτο η εκκίνηση της διαδικασίας με αποστολή εγγράφου προς τις γερμανικές Κυβερνητικές Αρχές, οι οποίες, με τη σειρά τους, θα έπρεπε να αποστείλουν προσφορά για την προμήθεια τορπιλών DM2A4 στις εκδόσεις Long και Medium, με αναλυτικά οικονομικά στοιχεία και με χρόνο παράδοσης των υλικών. Δυστυχώς ούτε αυτή η επανεκκίνηση του προγράμματος απέφερε καρπούς.
Φτάνουμε έτσι στον Φεβρουάριο του 2011 όπου το πρόγραμμα βρέθηκε στην 6η θέση των 29 προγραμμάτων των διακλαδικών εξοπλιστικών προτεραιοτήτων που είχε εγκρίνει το Συμβούλιο Αρχηγών Γενικών Επιτελείων (ΣΑΓΕ). Ο στόχος ήταν με την έγκριση της σχετικής λίστας και από το ΚΥΣΕΑ να ξεκινούσε η διαδικασία προμήθειας των τορπιλών ύψους 140 εκατ. δολαρίων. Ούτε και στη συγκεκριμένη περίπτωση όμως το θέμα προχώρησε παραπέρα.
Σημειώστε ότι για το θέμα των τορπιλών βαρέως τύπου των νέων ελληνικών υποβρυχίων Type 214, κατατέθηκε για πρώτη φορά επερώτηση στη Βουλή από τους βουλευτές Άδωνι Γεωργιάδη και Αθανάσιο Πλεύρη τον Ιούλιο του 2009. Για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο της δεκαετίας λοιπόν το θέμα των νέων τορπιλών βαρέως τύπου ήταν υπαρκτό. Παρόλα αυτά, πήγαμε σε “άλλες προτεραιότητες” για να έρθουμε σήμερα και με τη διαδικασία του “κατεπείγοντος” να αποφασίσουμε άνευ διαγωνισμού την προμήθεια φυσικά της γερμανικής τορπίλης… Εκεί που είχαμε καταλήξει δηλαδή και πριν από 15 χρόνια!
Φυσικά τα ζητήματα των τορπιλών, των SPICE και τη διαθεσιμότητας των πτητικών μέσων, δεν είναι τα μόνα που αποδεικνύουν τη διάρκεια και τη συνέπεια της ελληνικής πολιτικής αφοπλισμού. Η Πολεμική Αεροπορία έμεινε χωρίς αεροσκάφη – πλατφόρμες και αντιπλοϊκά όπλα απέναντι στην Τουρκία. Όχι μόνο γιατί “έληξαν” οι ΑΜ-39 Exocet και μειώθηκαν δραματικά οι διαθεσιμότητες των Mirage 2000ΕG, αλλά και γιατί όπως είδαμε παραπάνω, δεν υλοποιήθηκε ποτέ η προμήθεια των SPICE ως εναλλακτική και γιατί μέσα από δύο διαφορετικά προγράμματα εκσυγχρονισμού αμερικανικών αεροσκαφών (P-3B και F-16), η ελληνική πλευρά δεν αιτήθηκε την προμήθεια Harpoon! Οι οποίοι θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν άμεσα επάνω στα F-16C/D Block 52+…
Κατά τον ίδιο αυτό τρόπο, η Ελλάδα ΑΡΝΕΙΤΑΙ να εκκινήσει πραγματικές διαδικασίες εξοπλισμού των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων με UAV και συστήματα drones, αλλά και όπλα anti-UAV και anti-drone, όπως πολλές φορές έχουμε επισημάνει.
Ειδικά σε αυτό το τελευταίο κομμάτι που τεχνογνωσία και παραγωγική δυνατότητα υπάρχουν στην Ελλάδα, η αδράνεια που εξακολουθεί να υφίσταται, δεν μπορεί παρά να θέτει σοβαρούς προβληματισμούς… Ιδίως μετά το δράμα της Αρμενίας, καμία δικαιολογία δεν μπορεί να “σταθεί”. Σιγά όμως μην κατάλαβαν…
Δημοσίευση σχολίου