του Μάριου Ευρυβιάδη
Επιτέλους είχαμε και μια ξεκάθαρη θέση και τοποθέτηση ως προς το κυπριακό κράτος, τους λόγους ύπαρξης του και τα αυτονόητα συμφέροντα που πρέπει να εξυπηρετεί: “Η Κυπριακή Δημοκρατία είναι ένα ανεξάρτητο κράτος και η Κυπριακή Δημοκρατία θα λάβει τις αποφάσεις εκείνες που εξυπηρετούν καλύτερα τα στρατηγικά της συμφέροντα και πάνω από όλα τα συμφέροντα του κυπριακού λαού ….” Η παραπάνω είναι μια αυτονόητη δήλωση για τον οποιονδήποτε που αντιλαμβάνεται στοιχειώδες την διαδρομή της εξέλιξης και του ρόλου του σύγχρονου κράτους, ειδικά στην μεταπολεμική περίοδο. Ωστόσο όπως διαπίστωσε ο εμβληματικός Τζώρτζ Όργουελ, ζούμε σε καιρούς όπου τα αυτονόητα πρέπει συνεχώς να επαναλαμβάνονται. Το δημοκρατικό κράτος, πού είναι το μόνο που νομιμοποιείται να υπάρχει σήμερα και που δεν μπορεί π.χ. να συμμετέχει σε ένα διακρατικό/διακυβερνητικό θεσμό, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση, εκτός εάν η διακυβέρνηση του είναι εκ των πραγμάτων δημοκρατική, υφίσταται πρωτίστως ως θεσμός ασφαλείας για τους πολίτες του.
Παλαιότερα το κράτος εξασφάλιζε μόνο τον εαυτό του και την συνέχεια του, αδιαφορώντας για τον λαό, που δεν είχε καθεστώς “πολίτη” αλλά “υπηκόου. Με την μεταφορά της κυριαρχίας από τον μονάρχη στον λαό, που συντελέσθηκε με ποταμούς αίματος, με δημοκρατικές επαναστάσεις και με τους δυο παγκόσμιους πολέμους του 20ου αιώνα, ο λόγος ύπαρξης του κράτους είναι, ιεραρχικά, να παρέχει ασφάλεια στους πολίτες του, να διασφαλίζει τα αναφαίρετα δικαιώματα τους μέσω χρηστής διακυβέρνησης και, στο βαθμό που μπορεί και δύναται, να φροντίζει και για την ευημερία τους. Χωρίς όμως να παράσχει ασφάλεια, εσωτερικά, μέσω του νομιμοποιημένου (και πάντοτε συνταγματικά/δημοκρατικά ελεγχόμενου δικαιώματος του στο μονοπώλιο της βίας) και εξωτερικά, μέσω της αυθύπαρκτης συμμετοχής του στο διακρατικό σύστημα, το κράτος χάνει την νομιμοποιητική του βάση. Μετατρέπεται σε κράτος- παρίας.
Η παραπάνω “αυτονόητη” θέση/δήλωση έγινε πρόσφατα ( 9/12/14) από τον Κυβερνητικό Εκπρόσωπο (ΚΕ) κ. Νίκο Χριστοδουλίδη στο περιθώριο συνεδρίου στην Λευκωσία με το ενδιαφέρον αλλά και επίκαιρο θέμα “Νέα Τουρκία, Ε.Ε. και η Κύπρος”. Και έγινε εν μέσω της οιονεί αντιπαράθεσης αλλά και οιονεί διαπραγμάτευσης που λαμβάνει χώρα μεταξύ Λευκωσίας και Άγκυρας εδώ και δεκαετίες. Το πιο ενδιαφέρον όπως και σημαντικό είναι, βέβαια, το προσκήνιο και κυρίως το παρασκήνιο που προκάλεσε την “αυτονόητη” αυτή δήλωση. Το προσκήνιο ήταν δηλώσεις του Τούρκου Πρωθυπουργού Αχμέτ (γνωστού επίσης και ως του κυρίου “Μηδενικά Προβλήματα με τους Γείτονες”) Νταβούτογλου, που υπονοούσαν ευθέως, ότι μετά την πρόσφατη επίσκεψη του στη Αθήνα, άρχισε ένας “διάλογος” μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας που στο τέλος θα αφήσει πίσω την Κύπρο. Μάλιστα εν μέσω και απειλών, ο κύριος “Μηδενικά Προβλήματα” μας γνωστοποίησε ότι αν δεν βρεθεί επί του παρόντος “φόρμουλα”, τότε Τουρκία και Ελλάδα θα μπορούσαν να φτιάξουν μια “δική τους” επιτροπή διαχείρισης των κυπριακών υδρογονανθράκων μέχρι νεωτέρας. Αυτή η θέση του ισλαμιστή Πρωθυπουργού είναι δηλωτική της φασιστικής του νοοτροπίας και της αντίληψης του ότι η Κύπρος δεν υφίστανται παρά μόνο ως σατραπεία της Άγκυρας.
Ως προς το παρασκήνιο των δηλώσεων του Κ.Ε, προφανώς υπάρχει ζήτημα ανάμεσα σε Λευκωσία και Αθήνα. Ο Υπουργός Εξωτερικών Ιωάννης Κασουλίδης δηλώνει ευθέως ότι κάτι τέτοιο δεν ισχύει, ότι η Λευκωσία “εμπιστεύεται” την Αθήνα, και ότι είναι με την συναίνεση της Λευκωσίας που η Αθήνα διαμεσολαβεί μεταφέροντας τις γραπτές θέσεις της στη Άγκυρα. Ναι, έτσι φαίνεται. Και κάθε καλόπιστος έτσι τα αντιλαμβάνεται. Και έτσι πρέπει να είναι. Και έτσι πρέπει πάντα να ήταν. Είναι όμως έτσι τα πράγματα;
Η δήλωση του Κ.Ε., αν την ερμηνεύω ορθά, λέει τρία πράγματα. Πρώτον, ότι το κυπριακός κράτος, ως αυθύπαρκτο, έχει τα δικά του αυτονόητα συμφέροντα που πρέπει να διασφαλισθούν. Δεύτερον, ότι δεν ταυτίζονται κατ’ ανάγκη με αυτά του ελλαδικού και, με δεδομένη την βουλιμία της ´Αγκυρας, σίγουρα όχι με αυτά του Τουρκικού. Και τρίτον και καταλυτικό, ότι η κυπριακή κυβέρνηση θα πορευθεί με βάση το δικό της κρατικό συμφέρον που είναι ταυτόσημο με αυτό του κυπριακού λαού από τον οποίο αντλεί την νομιμότητά της.
Η εύλογη ανησυχία της Λευκωσίας είναι ο “πειρασμός” που πιθανόν να υπάρχει, ή να καλλιεργείται από γνωστούς κύκλους στη Αθήνα, για την αναβίωση του αμαρτωλού συνδρόμου του “Εθνικού Κέντρου”- αμαρτωλού διότι ήταν η επίκληση και εφαρμογή του από τους “εθνοπατέρες”, τους “εθνοσωτήρες” και τα λοιπά παλικάρια της φακής στις δυο πρωτεύουσες, που έφεραν την αδελφοκτoνία, το προδοτικό πραξικόπημα, την Τουρκική εισβολή (και τις μέρες μας τον πειρατικό “Βάρβαρο”), στην Κύπρο.
Το σύνδρομο του “Εθνικού Κέντρου”, το “ψυχολογικό πλέγμα” ανάμεσα σε Λευκωσία και Αθήνα, -όπως εύστοχα ονόμασε και βαθυστόχαστα ανάλυσε ο αείμνηστος ευπατρίδης πρέσβης Α.Γ. Ξύδης, από τους μετρημένους στα δάκτυλα διπλωμάτες που παραιτήθηκαν καταγγέλλοντας την αντί- εθνική χούντα των Αθηνών,- εγκαταλείφθηκε μετά την πτώση της Χούντας και την τραγωδία της Κύπρου. Ωστόσο κάθε τόσο “νεκρανασταίνεται” από τους νοσταλγούς του που θεωρούν ότι τα προβλήματα ανάμεσα σε ´Ελλάδα και Τουρκία είναι περιστασιακά, λόγω κυρίως Κύπρου, αρνούμενοι να παραδεχθούν την δομική τους αιτιότητα που εκφράζεται με την βουλιμική συμπεριφορά της Αγκυρας. Νεκραναστήθηκε, για παράδειγμα, πριν μια δεκαετία με αφορμή το κρατοκτόνο Σχέδιο Αννάν με πρωταγωνιστές ένα μεγάλο μέρος του προοδευτικού ΠΑΣΟΚ. Όσοι από εμάς διαβιούσαν τότε στη Αθήνα ζήσαμε στο “πετσί” μας αυτήν την νεκρανάσταση.
Οι ανησυχίες της κυπριακής πλευράς, όπως αυτές υπονοούνται από την δήλωση του Κ.Ε., δεν μπορούν να διαχωριστούν και από το γεγονός ότι το πρόσωπο του Έλληνα ΥΠ.ΕΞ. δεν χαίρει απόλυτης εμπιστοσύνης στην Κύπρο για μια σειρά από λόγους. Ο πιο πρόσφατος υπήρξε η ατυχής και αψυχολόγητη του ενέργεια να στείλει ρητή διακοίνωση διαμαρτυρίας στην Λευκωσία διότι δεν ήταν της αρεσκείας του δηλώσεις Κύπριας ευρωβουλευτή για την πολιτεία του. Κάτι τέτοιο δεν είχε να συμβεί μεταξύ Αθήνας και Λευκωσίας από την εποχή της Χούντας.
Με άλλα λόγια, στη δήλωση του ο Νίκος Χριστοδουλίδης τα έλεγε στην πεθερά αλλά για να τα ακούει και η νύφη. Θα ήταν βέβαια ατυχές αλλά και τραγικό να υπάρξει διαφοροποίηση Λευκωσίας και Αθήνας σε αυτή την περίοδο, σε αυτή την φάση, και όταν για πρώτη φορά μια σειρά από γεγονότα και εξελίξεις στη ευρύτερη περιοχή ενισχύουν την διαπραγματευτική ισχύ Λευκωσίας και Αθήνας έναντι στην Άγκυρα. Και είναι ακριβώς αυτή τη εξέλιξη που επιδιώκει να ακυρώσει η Άγκυρα προσποιούμενη “μηδενικά προβλήματα” με την Αθήνα, προσδοκώντας στην συνεργασία της , απειλώντας ευθέως την Λευκωσία αλλά όμως και την Αθήνα, αφού ο Νταβούτογλου την επισκέφθηκε κουβαλώντας μαζί του και το περιβόητο “casus belli” κατά της Ελλάδας. Που ισχύει από το 1975! Και για το οποίο το δίδυμο Σαμαράς -Βενιζέλος δεν έκαναν νύξη στη διαρκείας των φιλοφρονήσεων προς τιμή του υψηλού τους επισκέπτη.
Ανεξάρτητα, η τοποθέτηση του Κυβερνητικού Εκπροσώπου για κάτι το “αυτονόητο” υποδηλώνει και πρέπει, μια επί τέλους βαθύτερη αντίληψη για την λογική του κράτους και τους λόγους ύπαρξης του που ξεπερνά αυτή των Machiavelli, Καρδινάλιου Richelieu, και Metternich. Ο Κ.Ε., άνθρωπος με παιδεία σε τέτοια ζητήματα, αντιλαμβάνεται ότι το κράτος και οι λειτουργοί του είναι εντολοδόχοι και υπηρέτες των πολιτών. Και πρώτιστο μέλημα τους είναι η διασφάλιση των συμφερόντων του λαού. Αυτή η αντίληψη πρέπει να γίνει κτήμα και όλων που ασκούν εξουσία στο Προεδρικό αλλά και στο κυβερνών κόμμα. Που δεν είναι, δυστυχώς...
πηγή
Δημοσίευση σχολίου