Ο πρέσβης Αλέξανδρος Μαλλιάς μίλησε στην αίθουσα εκδηλώσεων «Μίκης Θεοδωράκης» του Δήμου Παπάγου-Χολαργού με θέμα: «Ουκρανία, Βαλκάνια, Τουρκία και Μέση Ανατολή σε αναζήτηση της Κοινής Ευρωπαϊκής Εξωτερικής Πολιτικής». Σ΄ αυτή την ομιλία έκανε λόγο για “αρπαγή της εξωτερικής πολιτικής της Ευρώπης”. Και εξήγησε όλα όσα οι Ευρωπαίοι υποτιμήσαμε και φθάσαμε στο σημερινό μας αδιέξοδο.Διαβάστε το κείμενό του:
Πριν 24 ακριβώς χρόνια, έναν μόνο χρόνο μετά την κατάρρευση του τείχους τού Βερολίνου, στις 21 Νοεμβρίου 1990, οι ηγέτες όλων των χωρών τής Ευρώπης, ανατολικής και δυτικής, των ΗΠΑ και του Καναδά, συναντήθηκαν για πρώτη φορά στο Παρίσι, πλέον ως εκπρόσωποι χωρών με κοινό παρονομαστή την ελευθερία, την δημοκρατία, την δέσμευση για τήρηση των αρχών τής καλής γειτονίας, τον σεβασμό του απαραβίαστου των συνόρων και της κυριαρχίας των κρατών, την δέσμευση για ειρηνική επίλυση των διαφορών και την συνεργασία.
Στην πραγματικότητα δεσμεύτηκαν για την απαλλαγή της Ευρώπης από το βάρος τού παρελθόντος», από το άχθος της ιστορίας της. Δηλαδή, από το βάρος των λέξεων «η ιστορία επαναλαμβάνεται».
Τι πήγε όμως στραβά; Τι ακριβώς συνέβη ; Γιατί κατά κανόνα διαψεύδουμε μόνοι μας τις προσδοκίες που δημιουργούμε;
Τι υποτιμήσαμε αλήθεια στην Ευρώπη; Η απάντηση μου δεν είναι ίσως πολύ πρωτότυπη:
Υποτιμήσαμε την ιστορία.
Υποτιμήσαμε την γεωγραφία.
Υποτιμήσαμε τον αλυτρωτισμό.
Υποτιμήσαμε τον θρησκευτικό και εθνοτικό φανατισμό.
Υποτιμήσαμε τον απάνθρωπο κυνισμό ορισμένων βαλκανικής κοπής «ηγετών» με κυρίαρχο εκπρόσωπο τους τον Μιλόσεβιτς.
Σύντομα καταλάβαμε ότι οι προσδοκίες μας για αλλαγή συμπεριφοράς και στάσης των ευρωπαϊκών κρατών, λαών και ηγεσιών αλλά και των ευρωπαϊκών θεσμών απέναντι στα μαθήματα της ιστορίας ήταν τουλάχιστον υπερβολικές.
Είχαμε λοιπόν άγνοια, έλλειψη αντίληψης και πολιτικού ρεαλισμού ή απλώς πλεόνασμα πολιτικού κυνισμού; Ακόμη δεν γνωρίζω τη σωστή απάντηση.
Άρα ποια είναι η απάντηση στο ερώτημα-ρητορικό μάλλον- για την αποτυχία μας να «προβλέψουμε»;
Αν κρίνω το παρελθόν με βάση το παρόν και την κακοδιαχείριση -προτιμώ να χρησιμοποιήσω τον όρο «την αποτυχημένη εξωτερική πολιτική»- τής Ευρωπαϊκής Ένωσης στις κρίσεις, εξεγέρσεις και ανατροπές σε ολόκληρο τον χώρο της Μέσης Ανατολή με χαρακτηριστικότερα παραδείγματα την Συρία, την Λιβύη και την Αίγυπτο, θα κατέληγα ότι φταίει ένας συνδυασμός όλων όσων ανέφερα.
Φοβούμαι ότι αυτά τα χαρακτηριστικά -με σοβαρές εξίσου συνέπειες -συναντούμε και στον τρόπο με τον οποίο «προέβλεψε», έδρασε και αντέδρασε η Ευρωπαϊκή Ένωση στη κρίση της Ουκρανίας.
Από τους περιπάτους στα οδοφράγματα της Πλατείας Μαϊντάν, στην αλλαγή κυβέρνησης στο Κίεβο και σήμερα στην επιστροφή τού «Ψυχρού Πολέμου».
Αλήθεια, ποια θεσμική ιδιότητα είχαν οι υπουργοί Εξωτερικών τής Ευρωπαϊκής Ένωσης που ενθάρρυναν την μεταβολή τής κυβέρνησης στο Κίεβο; Επίσης, είναι δυνατόν η κατ’ ευφημισμό υπουργός Εξωτερικών τής Ε.Ε. και τα κράτη-μέλη να μην έχουν μελετήσει την σημασία τής Ουκρανίας και της Κριμαίας για την Μόσχα;
Είναι δυνατόν να μην έχουμε υπολογίσει ότι η Ρωσία των Βλαντίμιρ Πούτιν και Ντμίτρι Μεντβέβεφ δεν θα έμενε απαθής στις κυρώσεις τής ΕΕ;
Θυμίζω: Το 2008, η Ρωσία εκμεταλλεύθηκε την απερίσκεπτη πρόκληση/ πρόσκληση του προέδρου τής Γεωργίας, Σαλικασβίλι, καθώς και την εκτός πλαισίου των Ηνωμένων Εθνών διακήρυξη ανεξαρτησίας του Κοσσόβου.
Τα μηνύματα ήσαν καθαρά και δεν μπορούσαν να δεχθούν πάνω από μια ερμηνεία.
Η ανεξαρτητοποίηση της Αμπχαζίας και της Οσσετίας – που αναγνωρίζονται μόνο από την Ρωσία όπως ακριβώς το τουρκοκυπριακό ψευδοκράτος αναγνωρίζεται μόνο από την Τουρκία – ακολούθησε, κατά την ερμηνεία και τις επίσημες θέσεις τής Μόσχας, το προηγούμενο του Κοσσόβου .
Προφανώς τα επιχειρήματα των Βρυξελλών και της Ουάσιγκτον ότι το Κόσοβο αποτελεί ειδική περίπτωση δεν έπεισαν.
Δεν υπάρχει καμία θεωρία συνωμοσίας. Υπάρχουν συμφέροντα, συνδυασμένα όμως με μια χαρακτηριστική επιδερμική προσέγγιση για να μην μιλήσω για επιπολαιότητα στην άσκηση της εξωτερικής πολιτικής τής ΕΕ.
Αντί μιας στρατηγικής που να στηρίζεται στα μακροπρόθεσμα συμφέροντα, αναγκαζόμαστε να περιοριστούμε σε εφήμερη διαχείριση κρίσεων. Όμως, τούτο δεν ισχύει για όλους.
Για παράδειγμα, εδώ και καιρό η Πολωνία είχε διαμορφώσει σταθερό πλαίσιο πολιτικής απέναντι στην Ρωσία και στην Gazprom, το οποίο σήμερα έχει επιβληθεί στις σχέσεις ΕΕ-Ρωσίας. Στην ίδια γραμμή με την Πολωνία βρίσκονται η Τσεχία και οι Βαλτικές χώρες και με ορισμένες αποχρώσεις, η πολιτική τού πρώην υπουργού Εξωτερικών της Σουηδίας Καρλ Μπιλντ.
Γι’ αυτό έχω επιλέξει σταθερά να αναφέρομαι στον κύριο λόγο και αίτιο της απώλειας αξιοπιστίας τής ΕΕ, την έλλειψη, δηλαδή, κοινής και ενιαίας εξωτερικής πολιτικής.
Απλά, όχι μόνο δεν υπάρχει, αλλά φοβούμαι ότι ορισμένα κράτη-μέλη δεν επιθυμούν να υπάρξει. Έτσι, η εμβέλεια της πολιτικής των Μερών θα υπερέχει του Συνόλου.
Ας μου επιτραπεί, όμως, να κάνω μια μικρή αναδρομή στην γειτονιά μας, στην περιοχή μας, τα Βαλκάνια.
Το «άχθος τής ιστορίας» αποδείχτηκε βαρύτερο των πολιτικών διακηρύξεων/δεσμεύσεων
Η ιστορία όχι μόνο επαναλαμβάνεται, αλλά επίσης εκδικείται.
Θυμίζω τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Η Ευρωπαϊκή Ένωση -με πρωτεργάτη την Ενωμένη πλέον Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τής Γερμανίας λίγες μόνο μέρες μετά την υπογραφή τής Συνθήκης τού Μάαστριχτ, έβλεπε το δικό της δέντρο (Σλοβενία και Κροατία) και όχι το δάσος.
Η Ελλάδα τότε -μπροστά στην αναπόφευκτη επιλεκτική αναγνώριση ορισμένων πρώην Γιουγκοσλαβικών Δημοκρατιών από τους εταίρους μας- αναγκάσθηκε να προσαρμόσει και εκείνη τις δικές της προτεραιότητες και επιδιώξεις με κύριο στόχο να αποσπάσει την κοινή θέση τής ΕΕ στο ζήτημα της αναγνώρισης της πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας τής Μακεδονίας.
Είδαμε και μείς το δικό μας «δέντρο». Έτσι, στις 15 Δεκεμβρίου 1991, αντί μιας μακροπρόθεσμης κοινής πολιτικής, κάθε χώρα-μέλος επεδίωξε να δει και να καλύψει/αντιμετωπίσει το δικό της δέντρο. Τον χορό, όμως, τον έσερνε η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία τής Γερμανίας .
Σήμερα, παρατηρώντας τις πρόσφατες εξελίξεις στον ενιαίο και κοινό ευρωπαϊκό χώρο, στον οποίο ασφαλώς περιλαμβάνω την Ρωσία και την Ουκρανία, διερωτώμαι πόσο πίσω πρέπει να μας γυρίσει η ιστορία;
Μήπως κάπου έχουμε κάνει και εμείς λάθος, το οποίο σήμερα βρίσκουμε μπροστά μας; Όταν ορισμένοι ηγέτες τής Ευρωπαϊκής Ένωσης σωστά, πολύ σωστά, φωνάζουν σήμερα, με αφορμή την ουκρανική κρίση και την προσάρτηση της Κριμαίας από την Ρωσία, ότι δεν θα δεχθούμε «μεταβολή συνόρων στην Ευρώπη», μήπως θα έπρεπε τουλάχιστον να θυμηθούμε το όχι και τόσο μακρινό παρελθόν;
Τι έγινε εδώ στα Βαλκάνια; Με δική μας επίσης ευθύνη;
Το τι ακολούθησε, πολλοί στην Ευρώπη προσπαθούν να το ξεχάσουν.
Να μην κρυβόμαστε, όμως, από την συνείδησή μας: Μάλιστα, εδώ στην Ευρώπη των πολιτιστικών και ανθρωπιστικών αξιών, γίναμε και πάλι μάρτυρες -ορισμένοι από εμάς αυτόπτες – πολέμων, της απάνθρωπης εικόνας σκελετωμένων ανθρώπων, στρατοπέδων συγκέντρωσης, βιασμών σωμάτων και συνειδήσεων, εκατομμυρίων προσφύγων, καταστροφής εκκλησιών και τζαμιών, θρησκευτικών και ιστορικών μνημείων. Ναι, εδώ στη δική μας πολιτισμένη Ευρώπη, δίπλα στα σύνορα μας.
Σήμερα, ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα, η Ευρωπαϊκή Ένωση, όπως και τότε, εξακολουθεί να μην έχει κοινή και ενιαία εξωτερική πολιτική.
Βέβαια, έχουμε τις κυρώσεις.
Είναι, όμως, το εργαλείο των κυρώσεων αρκετό και ικανό να πείσει; Ακούω συχνά, όταν επιχειρηματολογώ υπέρ τής ανάγκης για μια κοινή εξωτερική πολιτική, ότι σχηματισμός/διαμόρφωση του αναγκαίου consensus με 28 κράτη-μέλη και αντικρουόμενα εθνικά συμφέροντα, ακούγεται περίπου σαν ουτοπία.
Αν έτσι έχουν τα πράγματα, τότε λοιπόν ας παραδεχθούμε ότι ουτοπία επίσης είναι η προσδοκία/επιδίωξη να γίνει η Ευρωπαϊκή Ένωση πολιτική δύναμη ανάλογη της οικονομικής της ισχύος.
Η Κοινοτική πολιτική, όπως τότε στα Βαλκάνια στην δεκαετία τού 1990, έτσι τώρα στην Ουκρανία, στις σχέσεις με την Ρωσία και σε όλη την διάρκεια των σημαντικών εξελίξεων/ανατροπών στην Μέση Ανατολή την τελευταία τετραετία, δεν προέχει, δεν υπερτερεί αλλά ακολουθεί (αν δεν υποτάσσεται) στα συμφέροντα συγκεκριμένων κρατών-μελών.
Αυτή είναι η πραγματικότητα, μας αρέσει ή όχι.
Αλήθεια, ποιος δεν θυμάται την διχοτόμηση της στάσης τής Ευρωπαϊκής Ένωσης στην αντιμετώπιση των κρίσεων στην Αίγυπτο, στην Λιβύη, στην Σύρια;
Έχουμε ξεχάσει την εικόνα τής πολιτικής διαίρεσης που έστειλε η στάση τής Ε.Ε. στην Απόφαση για Ανάληψη Δράσης Κατά τής Λιβύης, το 2011; Την θλιβερή εικόνας των τριών μελών τής Ε.Ε. στο Συμβούλιο Ασφαλείας (των Ηνωμένων Εθνών), με την Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο να υπερψηφίζουν και την Γερμανία να ψηφίζει «αποχή»;
Ερωτώ, σε μια Ευρωπαϊκή Ένωση που μαστίζεται από την κρίση και την απουσία συμμετρίας και πολιτικής και οικονομικής ισορροπίας, ποια ψήφος έχει μεγαλύτερη πολιτική σημασία και κρισιμότητα αν όχι αυτή της Γερμανίας;
Η ουκρανική κρίση και τα τετελεσμένα γεγονότα τής Κριμαίας, μετά την ρωσική εισβολή στην Γεωργία το 2008, ήταν ο πλέον πρόσφατος κρίκος σε μια αλυσίδα που έχει σαν πρώτο κρίκο την τουρκική εισβολή στην Κύπρο το 1974.
Για να γίνω πιο σαφής: Στην Κύπρο, στην Κριμαία και αλλού στην Ευρώπη, στρατιωτικές εισβολές και προσαρτήσεις εδαφών, άμεσες ή συγκεκαλυμμένες, είναι παράνομες, ασύμβατες με το ευρωπαϊκό κεκτημένο και παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο.
Η εισβολή είναι εισβολή, η κατοχή είναι κατοχή. Όπως και η προσάρτηση εδαφών, παραβιάζουν τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και την Τελική Πράξη τού Ελσίνκι.
Η ρωσική εισβολή στην Κριμαία συνιστά παραβίαση της εδαφικής ακεραιότητας της Ουκρανίας.
Όπως ακριβώς και η τουρκική εισβολή στην Κύπρο.
Η πολιτική και οι πολιτικοί δεν κρίνονται από τις προθέσεις. Κρίνονται από τα αποτελέσματα. Ειδικότερα :
1 Σήμερα, δέκα χρόνια ακριβώς μετά την μεγάλη προς ανατολάς διεύρυνση της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα νέα κράτη-μέλη, όπως πολύ εύστοχα πρώτος είχε ονομάσει ο υπουργός Άμυνας των ΗΠΑ Νταν Ράμσφελντ, η «νέα Ευρώπη», έχουν αποκτήσει ειδικό βάρος και βαρύτητα στην διαμόρφωση της πολιτικής τής Ευρωπαϊκής Ένωσης,
έναντι της Ρωσίας και όχι μόνο.
Άλλωστε η «Νέα Ευρώπη» είχε και έχει καθαρή θέση.
Η παλιά πελαγοδρομεί. Αναζητεί σημείο ισορροπίας μεταξύ αρχών, δικαιοσύνης και συμφέροντος, χωρίς μέχρι στιγμής να έχει βρει την χρυσή τομή.
Όσο καιρό η Ευρώπη είναι διηρημένη πάνω σε τρεις άξονες, δηλαδή μεταξύ Βορρά και Νότου, Παλαιάς και Νέας, Ισχυρών και Αδύναμων κρατών, τόσο η αδυναμία συγκρότησης διακυβερνητικής κοινής πολιτικής θα είναι δυσχερής, αν όχι ακατόρθωτη.
Άρα, η έλλειψη πολιτικού κύρους και αξιοπιστίας θα αποτελούν τα χαρακτηριστικά της.
Γι’ αυτό προτιμώ να κάνω λόγο για την «Αρπαγή (τής εξωτερικής πολιτικής) τής Ευρώπης».
2 Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα είναι υποχρεωμένη να παίζει σταθερά δεύτερο ρόλο ως πολιτική οντότητα, όσο στερείταιΚοινής και Ενιαίας Εξωτερικής Πολιτικής και Πολιτικής Ασφάλειας, ανεξαρτήτως ης οικονομικής της δύναμης.
Οι σημαντικοί πόροι που διαθέτει με όλες τις μορφές βοήθειας πρέπει να αποτελέσουν βασικό εργαλείο εξωτερικής πολιτικής και όχι ασυντόνιστης και παράλληλης δράσης.
Επιπλέον, για χώρες του διαμετρήματος και της εμβελείας της Ελλάδος, αυτή θα πρέπει να είναι σταθερά η κύρια πολιτική επιδίωξη μας.
3 Η απουσία κοινής πολιτικής τής Ευρωπαϊκής Ένωσης από την άμεση γειτονιά της, δηλαδή την βόρεια Αφρική και την Μέση Ανατολή, υποθηκεύει την υπόστασή της. Η οικονομική ευρωστία τής ομοσπονδιακής δημοκρατίας τής Γερμανίας και ορισμένων άλλων χωρών δεν αρκεί για να αναπληρώσει το σοβαρό κενό κοινής και ενιαίας στάσης τής δικής μας Ευρώπης στις εξελίξεις.
Το μήνυμα της Συνάντησης Κορυφής τού ΝΑΤΟ στην Ουαλία στις 4 και 5 Σεπτεμβρίου 2014 ήταν εξίσου σαφές. Υπογραμμίζω το νέο και ισχυρό πολιτικό μήνυμα της πρώτης παραγράφου:
«Εμείς, οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων των χωρών-μελών τής Βορειοατλαντικής Συμμαχίας, έχουμε συγκεντρωθεί στην Ουαλία σε μια καίρια στιγμή για την ευρω-ατλαντική ασφάλεια.
Οι επιθετικές ενέργειες της Ρωσίας εναντίον τής Ουκρανίας έχουν ουσιαστικά αμφισβητήσει το όραμά μας για μια Ευρώπη ενιαία, ελεύθερη και ειρηνική.
Η εικόνα τής Ευρώπης άλλαξε πάλι μέσα σε 24 χρόνια.
Ανεξαρτήτως των λαθών τής Ευρωπαϊκής Ένωσης στον χειρισμό τής Ουκρανικής κρίσης, από την αρχή της μέχρι σήμερα, θα ήταν δύσκολο να παραγνωρίσει κανείς την κυρία ευθύνη τής Μόσχας. Οι πολιτικές αποφάσεις τής ρωσικής ηγεσίας:
– Επιβεβαίωσαν τις προβλέψεις των «σοβιετολόγων» της Ουάσιγκτον .
– Επιτάχυναν την υλοποίηση αμερικανικών σχεδιασμών τους οποίους στηρίζει και το σύνολο σχεδόν των χωρών τής Νέας Ευρώπης για περιορισμό τής εξάρτησης της Ε.Ε από το ρωσικό φυσικό αέριο.
– Ανέκοψαν, δεν μπορώ να προβλέψω για πόσο διάστημα, μια σταθερή γερμανική πολιτική προσέγγισης με την Μόσχα. Επιπλέον, το άμεσο μέλλον θα δείξει κατά πόσον χώρες όπως η Πολωνία δεν θα έχουν εφ’ εξής λόγο στο πλέγμα των στενών σχέσεων Ο.Δ. Γερμανίας και Ρωσίας.
– Ενίσχυσαν εκείνους, είναι περισσότεροι σήμερα από χθες, που υποστήριζαν την αναγκαιότητα και μοναδικότητα του ΝΑΤΟ ως εγγυητή της ασφάλειας στην Ευρώπη, στον φυσικό του δηλαδή «γεωγραφικό χώρο».
– Η Ευρωπαϊκή Ένωση αυτοπαγιδεύθηκε και στην ουκρανική κρίση στην θέση «ο εχθρός τού εχθρού μου είναι φίλος μου».
– Επιπλέον, παρασύρθηκε στην θέση των Αμερικανών για διαχείριση της κρίσης με «βραχυπρόθεσμο ορίζοντα», αντί της πρόταξης μιας μακροπρόθεσμης πολιτικής.
Για τον ελληνισμό, κυπριακό και ελλαδικό, οι πρακτικές που ακολούθησε η Μόσχα στην Κριμαία και στην ανατολική Ουκρανία έχουν μια ακόμη επώδυνη πτυχή, για μένα πλέον επώδυνη της οικονομικής .
Ποια είναι αυτή; Η Ρωσία, με την ιδιότητα του Μόνιμου Μέλους τού Συμβούλιου Ασφαλείας, στάθηκε διαχρονικά, για σαράντα χρόνια, πάντοτε στο πλευρό τής Κύπρου. Αυτή είναι η αλήθεια. Φοβούμαι, όμως, ότι σήμερα έχει έλλειμμα πειστικότητας.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου