Την επομένη των εκλογών, περπατώ κοντά στον σταθμό του τρένου. Θέλω να πάω στο Αρχείο του Ενβέρ Χότζα, να συνεχίσω τη δουλειά μου με τη βιβλιοθήκη του. Τα αποτελέσματα των εκλογών ακόμα δεν έχουν ανακοινωθεί και τα κόμματα συνεχίζουν να αλληλοκατηγορούνται. Απέναντι στο κτίριο όπου στεγάζεται το Αρχείο, κάτω από πολιτικά πόστερ και δίπλα σε έναν τοίχο που μοιάζει σαν απομεινάρι του Τείχους του Βερολίνου, μια ηλικιωμένη γυναίκα κλώθει με τη ρόκα. Πλησιάζω και την παρατηρώ. Μια φτωχή Πηνελόπη που ασκεί αυτή την αρχαία τέχνη για να εξασφαλίσει τα προς το ζην, προσπαθώντας να πουλήσει για πενταροδεκάρες τα ζεστά ρούχα που φτιάχνει. Τι δεν έχουν δει τα μάτια της, σκέφτομαι. Παγκόσμιους Πολέμους, φασίστες, ναζί, κομμουνιστές, φυλακές, καπιταλισμό της ζούγκλας. Αν μπορούσε να υφάνει ένα ρούχο με όλες αυτές τις εικόνες, δεν θα έφθανε ούτε η επιφάνεια της Γης για να τις χωρέσει... Περνάω απέναντι. Ψάχνω στο Αρχείο του Ενβέρ Χότζα. Ανάμεσα στα άλλα, και ένα σπάνιο ημερολόγιό του για την εγγονή του. Λόγια σπάνιας τρυφερότητας. Κάπου, κάτω από ένα ορνιθοσκάλισμα της εγγονής, ένα σημείωμα: «η γλυκιά μας ζωγραφίζει σαν τον Πικάσο». Πικάσο; Πόσων ανθρώπων καταστράφηκε η ζωή μόνο γιατί τόλμησαν να προφέρουν το όνομά του;... Βγαίνω έξω. Η φτωχή Πηνελόπη είναι ακόμα εκεί. Ένα αυτοκίνητο περνάει με το εκλογικό τραγούδι του Δημοκρατικού Κόμματος στη διαπασών. Είναι pop και υπόσχεται ότι θα χτίσει δρόμους. Ύστερα από λίγο, περνάει ένα άλλο, με το τραγούδι του Σοσιαλιστικού Κόμματος αυτή την φορά. Είναι hip hop και υπόσχεται ότι θα αλλάξει τα πάντα.
Κοιτάω γύρω μου. Οι ήχοι της πόλης που φθάνουν στα αυτιά μου θα ταίριαζαν σε punk rock...
Κοιτάω γύρω μου. Οι ήχοι της πόλης που φθάνουν στα αυτιά μου θα ταίριαζαν σε punk rock...
Δημοσίευση σχολίου