Λυκοκάπης Γιώργος
Σύμφωνα με δημοσίευμα της τουρκικής φιλοκυβερνητικής εφημερίδας Yeni Safak την προσεχή Δευτέρα θα επισκεφτεί την Αθήνα ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Μεβλούτ Τσαβούσογλου, προκειμένου να έχει συνάντηση με τον Έλληνα ομόλογο του Νίκο Δένδια, αλλά και (σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες) για να προετοιμαστεί η συνάντηση του Έλληνα πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, με τον Τούρκο πρόεδρο Ταγίπ Ερντογάν. Η συνάντηση των δύο ηγετών φέρεται να προγραμματίζεται να γίνει στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ, στις 14 Ιουνίου.
Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει επίσημη επιβεβαίωση της επίσκεψης Τσαβούσογλου, ούτε από την ελληνική, ούτε και από την τουρκική κυβέρνηση. Υπενθυμίζεται πως η έναρξη του δεύτερου γύρου των ελληνοτουρκικών διερευνητικών επαφών είχε και πάλι πρώτα προαναγγελθεί από δημοσιεύματα των τουρκικών μέσων ενημέρωσης και μετέπειτα ήρθε η επίσημη επιβεβαιώση της Αθήνας. Επίσης, κατά την τελευταία επίσκεψη του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών στην Τουρκία, είχε πραγματοποιηθεί μη προγραμματισμένη και εκτός πρωτοκόλλου συνάντηση του με τον Ερντογάν, στο προεδρικό μέγαρο, κατά την οποία φέρεται να συζητήθηκε το ενδεχόμενο μίας μελλοντικής συνάντησης Μητσοτάκη και Ερντογάν.
Η επεισοδιακή συνέντευξη τύπου Δένδια και Τσαβούσογλου που ακολούθησε, η οποία εξελίχθηκε σε ένα άτυπο debate για τα ελληνοτουρκικά και όπου ο Έλληνας υπουργός Εξωτερικών επαινέθηκε για την σθεναρή του στάση έναντι των τουρκικών προκλήσεων, δεν μετέβαλε την κυρίαρχη άποψη στο εσωτερικό της ελληνικής κυβέρνησης, πως πρέπει να διατηρηθούν ανοιχτοί δίαυλοι επικοινωνίας με την Τουρκία, σε υψηλό επίπεδο, για να αποφευχθεί η ένταση του περασμένου καλοκαιριού, παρόλο που η ρητορική των Τούρκων αξιωματούχων παραμένει επιθετική.
Ο ίδιος ο πρωθυπουργός είχε δηλώσει σε συνέντευξη του, σχολιάζοντας το επεισόδιο Δένδια-Τσαβούσογλου, πως «θα γίνει μία συνάντηση με τον Τούρκο πρόεδρο… γιατί πρέπει να μιλάμε», τονίζοντας μάλιστα ότι «δεν θα έπρεπε να αποτελεί είδηση». Επιπλέον, ο Νίκος Δένδιας, απαντώντας σε ερώτηση στο πλαίσιο συζήτησης στο Φόρουμ των Δελφών, είχε δηλώσει πως «θα συναντήσει σύντομα τον Τούρκο ομόλογο του» (τον οποίο αποκάλεσε «φίλο του»), εκφράζοντας μάλιστα την προσδοκία πως η συνάντηση των δύο υπουργών θα προετοιμάσει και μία μελλοντική συνάντηση Μητσοτάκη και Ερντογάν.
Συνάντηση και με τον Μπάιντεν
Χτες το βράδυ διεθνή ειδησεογραφικά πρακτορεία αναφέρθηκαν σε τηλεδιάσκεψη που πρόκειται να έχει ο πρόεδρος Ερντογάν την προσεχή Τετάρτη, με ανώτατα στελέχη 20 μεγάλων αμερικανικών επιχειρήσεων και βασικό θέμα τις επενδύσεις στην Τουρκία. Όμως την συγκεκριμένη τηλεδιάσκεψη “διάβασαν” κυρίως ως μία προετοιμασία της προγραμματισμένης συνάντησης του Ερντογάν με τον Μπάιντεν, που επίσης θα γίνει στο περιθώριο της Συνόδου του ΝΑΤΟ.
Η τηλεδιάσκεψη αυτή φέρεται να διοργανώθηκε από το αμερικανικό Εμπορικό Επιμελητήριο, το γραφείο επενδύσεων της τουρκικής προεδρίας, την τουρκική πρεσβεία στην Ουάσιγκτον και την Ένωση Επιμελητηρίων και Ανταλλαγής Εμπορευμάτων της Τουρκίας (TOBB), ενώ δεν έχει διευκρινιστεί αν στην προετοιμασία της συμμετείχε η αμερικανική κυβέρνηση, ούτε το ποιες ακριβώς εταιρείες θα συμμετάσχουν. «Δεν είμαστε σε θέση να δώσουμε λεπτομέρειες», ανέφερε λακωνικά εκπρόσωπος του αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου.
Ο Τούρκος πρόεδρος επιδιώκει να γεφυρώσει το χάσμα της γείτονος με την αμερικανική κυβέρνηση και να ανοίξει διαύλους επικοινωνίας με τον Λευκό Οίκο. Σε αντίθεση με τον πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος πάντοτε απαντούσε στα τηλεφωνήματα του Τούρκου προέδρου, ο Μπάιντεν επικοινώνησε τηλεφωνικά με τον Ερντογάν μόλις στις 23 Απριλίου, μία επικοινωνία διόλου ευχάριστη για τον Τούρκο πρόεδρο, καθώς άκουσε από τον Αμερικανό ομόλογο του την πρόθεση του να αναγνωρίσει την Γενοκτονία των Αρμενίων.
Η συγκρατημένη αντίδραση της τουρκικής κυβέρνησης, που περιορίστηκε σε μερικές αναμενόμενες αντιαμερικανικές δηλώσεις (χωρίς όμως να προβεί σε αντίποινα, για παράδειγμα με το κλείσιμο της βάσης του Ιντσιρλίκ) ήταν μία ένδειξη πως η Τουρκία έχει ως προτεραιότητα να επιδιώξει ένα “reset” στις σχέσεις της με την κυβέρνηση Μπάιντεν, έχοντας μεγάλες προσδοκίες από την προσεχή Σύνοδο του ΝΑΤΟ, σε μία περίοδο που οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις δεν έχουν την θέρμη του παρελθόντος.
Εκτός από την αναγνώριση της Γενοκτονίας των Αρμενίων, η κυβέρνηση Μπάιντεν στηρίζει σθεναρά τους Κούρδους της Συρίας (πρόσφατα αμερικανική αντιπροσωπεία συνάντησε την ηγεσία του YPG) ενώ δεν δείχνει πρόθυμη να συμβιβαστεί στο ζήτημα της προμήθειας των ρωσικών S-400 που προχώρησε η τουρκική κυβέρνηση, η οποία οδήγησε στην επιβολή αμερικανικών κυρώσεων στην Τουρκική αμυντική βιομηχανία και στον αποκλεισμό της γείτονος από την προμήθεια των μαχητικών F-35, την ίδια στιγμή που τα υπερσύγχρονα μαχητικά αεροσκάφη πρόκειται να προμηθευτούν τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, ο άσπονδος “εχθρός” της Τουρκίας στον αραβικό κόσμο.
Δημοσίευση σχολίου