Του Didier Billion (*)
Απειλές κατά του φιλοκουρδικού κόμματος HDP, αεροπορικές επιδρομές εναντίον των Κούρδων στη Συρία, αποχώρηση από την ευρωπαϊκή συνθήκη για την αποτροπή της βίας κατά των γυναικών, εκδίωξη του διοικητή της Κεντρικής Τράπεζας: οι τελευταίες κινήσεις του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν εντάσσονται στον συνήθη τρόπο λειτουργίας του με στόχο τη δημιουργία κρίσεων και εντάσεων, τόσο στο εσωτερικό όσο και στο εξωτερικό της Τουρκίας. Ο Ερντογάν είναι ένας άνθρωπος των «πληγμάτων». Πρέπει να δει κανείς όμως την οικονομική και υγειονομική κατάσταση της χώρας, που προκαλεί δυσαρέσκεια στην κοινή γνώμη. Οι τελευταίες δημοσκοπήσεις δείχνουν μείωση της δημοτικότητας του κυβερνώντος κόμματος, που βλέπει την κοινωνική του βάση να συρρικνώνεται. Ο Τούρκος πρόεδρος προσπαθεί λοιπόν να ανακτήσει την πρωτοβουλία.
Για να αυξήσει τη δημοτικότητά του, ο Ερντογάν στηρίζεται σε δύο πόλους. Ο ένας είναι το ακροδεξιό Κόμμα εθνικιστικής δράσης (ΜΗΡ), που είναι σφοδρά αντικουρδικό και επέτρεψε στο ΑΚΡ να κερδίσει πολλές μάχες στις τελευταίες δημοτικές εκλογές. Ο άλλος πόλος είναι τα πιο συντηρητικά στρώματα του εκλογικού σώματος. Αυτά προσπάθησε να κολακεύσει με την αποχώρηση της χώρας από τη σύμβαση για τη βία κατά των γυναικών. Και για την απόφασή του αυτή επιδοκιμάστηκε από τις μουσουλμανικές αδελφότητες.
Την ίδια στιγμή, βέβαια, δυσαρεστεί ένα άλλο κομμάτι της εκλογικής του βάσης, τους νέους και τις γυναίκες. Οι διαδηλώσεις υπέρ των γυναικών ήταν μαζικές. Μπορεί να οργανώθηκαν από τους συνήθεις αντιπάλους του Ερντογάν, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι από την απόφαση για την αποχώρηση από τη συνθήκη δεν δυσαρεστήθηκε και ένα μέρος των ψηφοφόρων του AKP, περιλαμβανομένων των γυναικών που φορούν μαντήλα οι οποίες δεν είναι αντιφεμινίστριες. Τα αστικοποιημένα μεσαία στρώματα απομακρύνονται όλο και περισσότερο από το ΑΚΡ.
Ακόμη πιο ανησυχητική είναι η στάση του κυβερνώντος κόμματος απέναντι στο ΗDP. Η επιθετική πολιτική που έχει επιλέξει το τουρκικό κράτος για να λύσει το κουρδικό ζήτημα είναι λανθασμένη. Είναι χαρακτηριστικό ότι το Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν είναι σήμερα ισχυρότερο απ’ό,τι ήταν τη δεκαετία του ’80. Η επίσημη ρητορική που εμφανίζει το HDP ως φύλλο συκής του ΡΚΚ υπήρξε αντιπαραγωγική. Γιατί ακόμη κι αν υπάρχουν σχέσεις ανάμεσα στα δύο κόμματα, δεν μπορείς να χαρακτηρίζεις «τρομοκράτες» ένα κόμμα που έλαβε το 10% των ψήφων στις βουλευτικές εκλογές. Δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι δήμαρχοι που εξελέγησαν με το ΗDP στις κουρδικές πόλεις καθαιρέθηκαν και αντικαταστάθηκαν από αξιωματούχους. Ο μεγάλος φόβος του ΑΚΡ είναι μια εκλογική συμμαχία, έστω και άτυπη, ανάμεσα στο ΗDP και το σοσιαλδημοκρατικό Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα.
Τούτων λεχθέντων, η μεγάλη δύναμη του Ερντογάν είναι ότι αντιλαμβάνεται την εξέλιξη της κοινωνίας. Σκέφτεται για τα επόμενα δύο χρόνια. Εκμεταλλεύεται μια στιγμή που οξύνονται οι εντάσεις για να δημιουργήσει συσχετισμούς που θα του χρησιμεύσουν στις εκλογές του 2023. Το διακύβευμα είναι μεγάλο, γιατί αν ηττηθεί η δικαιοσύνη μπορεί να του ζητήσει εξηγήσεις για τον πλουτισμό και τη διαφθορά του κύκλου του. Το ίδιο συμβαίνει και με τον Νετανιάχου στο Ισραήλ. Πρόκειται για μια φυγή προς τα εμπρός.
Το πρόβλημα με τον αυταρχισμό του Ερντογάν είναι ότι φτάνει να θεωρεί τον εαυτό του οικονομολόγο, ενώ δεν έχει ιδέα. Δεν αντιλαμβάνεται ότι με την αποπομπή του κεντρικού διοικητή αυτοπυροβολήθηκε στο πόδι. Ένα σημαντικό μέρος των ψηφοφόρων που κέρδισε το ΑΚΡ χάρις στην ευημερία που απέκτησαν οι μεσαίες τάξεις θα ανησυχήσει από τον νέο οικονομικό προσανατολισμό του τούρκου προέδρου.
Το βασικό πρόβλημα του Ερντογάν αυτή τη στιγμή είναι η αβεβαιότητα στις σχέσεις του με τη νέα κυβέρνηση Μπάιντεν. Αισθάνεται λιγότερο άνετα απ΄ό,τι με τον Τραμπ. Αυτό εξηγεί και την απόφασή του να συμπεριφερθεί με μεγαλύτερη μετριοπάθεια απέναντι στην ΕΕ. Και να επαναλάβει τον διάλογο με τον Μακρόν.
(*) Ο Ντιντιέ Μπιλιόν είναι υποδιευθυντής του Ινστιτούτου διεθνών και στρατηγικών σχέσεων του Παρισιού
Δημοσίευση σχολίου