Του ΜΑΡΙΟΥ ΕΥΡΥΒΙΑΔΗ
Πάει να τερματιστεί ο οκτάχρονος πόλεμος στη Συρία. Αυτό είναι το μόνο καλό νέο από τη ρημαγμένη αυτή χώρα. Οι νεκροί του πολέμου ξεπέρασαν το μισό εκατομμύριο και μπορεί να φτάσουν τις 600 χιλιάδες.
Και αυτό σε ένα πληθυσμό που προπολεμικά, το 2011, αριθμούσε περίπου 21 εκατομμύρια. Μισοί από αυτούς προσφυγοποιήθηκαν. Οι μισοί μέσα στη χώρα τους (6.6 εκατ.) και οι υπόλοιποι έξω από αυτήν.
Ο πόλεμος στη Συρία ήταν αχρείαστος. Δεν προέκυψε από καμιά ανάγκη. Ήταν ένας πόλεμος επιλογής. Το μακελειό στη Συρία δεν προέκυψε από την τραγωδία ενός αναγκαίου πολέμου, όπως ήταν ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Η τραγωδία του πολέμου στη Συρία προέκυψε από τον σχεδιασμό της. Προέκυψε από έναν επιδρομικό πόλεμο.
Ο επιδρομικός πόλεμος (aggression) είναι «το ύψιστο διεθνές έγκλημα και διαφέρει από άλλα εγκλήματα πολέμου διότι εμπεριέχει αθροιστικά το κακό στο σύνολό του». Αυτό, κατά την ετυμηγορία του υπο αμερικανική προεδρία δικαστηρίου των Δικών της Νυρεμβέργης. Εκεί που οι Ναζί καταδικάστηκαν γιατί άρχισαν έναν επιδρομικό πόλεμο.
Ο πόλεμος στη Συρία είναι το τέλος μιας στρατηγικά λανθασμένης αντίληψης για το πώς έπρεπε να δομηθεί ο μεταψυχροπολεμικός κόσμος. Κύριο συστατικό της αντίληψης αυτής ήταν η ιδεοληψία του νεοφιλελευθερισμού με προπαγανδιστικό εργαλείο τον εκδημοκρατισμό. Τάχατες.
Στον 20ό και 21ο αιώνα η επίκληση από τους ισχυρούς του δημοκρατικού συστήματος διακυβέρνησης – ιδεωδών, ελευθεριών, δικαιωμάτων, εκλογών και συναφών διαδικασιών – λειτουργούσε ως φύλλο συκής για την εξυπηρέτηση των δικών τους συμφερόντων. Έτσι δικαιολογούσαν οι αποικιοκράτες τη συνέχιση του αποικιακού τους ιμπεριαλισμού στον μη Δυτικό κόσμο, μετά τους δυο παγκόσμιους πολέμους του 20ού αιώνα. Έπρεπε, έλεγαν, να παραμείνουν στις αποικίες, ώστε να μάθουν τους ιθαγενείς «γράμματα» και την αλφαβήτα των «δημοκρατικών διαδικασιών». Στο μεσοδιάστημα η στρατηγική και οικονομική εκμετάλλευση των ιθαγενών δεν είχε όρια.
Μάλιστα υπήρξε τέτοια η δύναμη των Δυτικών αποικιοκρατών, ώστε κατάφεραν να ενσωματώσουν αυτή τη λανθάνουσα αντίληψή τους περί «εκδημοκρατισμού» μέσα στο καταστατικό της Κοινωνίας των Εθνών το 1919 και στη Χάρτα του Οργανισμού των Ηνωμένων Εθνών το 1945. Αναφέρομαι στα αντίστοιχα συστήματα «Εντολών» (Mandates) και «Κηδεμονίας» (Trusteeship). Η επιλογή των λέξεων τα λέει όλα. Και πίσω από τις λέξεις ήταν η «ταμπακιέρα».
Στο όνομα ενός αορίστου «εκδημοκρατισμού» είχαμε τη νομιμοποίηση της συνέχισης της αποικιοκρατίας και τον τερματισμό της όταν και εάν «δεήσουν» οι αποικιοκράτες. Για κάποιες αποικίες αυτό δεν θα συνέβαινε «ποτέ» (never). Όπως στην περίπτωση της Κύπρου, για παράδειγμα, όπως διαπρυσίως ανακοίνωσαν οι Εγγλέζοι αποικιοκράτες τη δεκαετία του 1950.
Μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου, που έφερε την κατάρρευση του διπολισμού, είχαμε «το τέλος της ιστορίας». Κυριάρχησε δηλαδή μια ιδεοληψία, αυτή του νεοφιλελευθερισμού – γνωστή και με το πιο σέξι όνομα της παγκοσμιοποίησης. Και εργαλείο του νεοφιλελευθερισμού, εργαλείο νομιμοποίησής του έξω από την παραδοσιακή ευρώ-ατλαντική Δύση, υπήρξε ο εκδημοκρατισμός. Τάχατες. Ή πιο «άτσαλα», ο εκδημοκρατισμός μέσω της «διαδικασίας» της «αλλαγής καθεστώτος» (regime change).
Μετά τον τερματισμό του Ψυχρού Πολέμου, στον υπό «εκδημοκρατισμό» κόσμο προστέθηκαν και οι πρώην κομμουνιστικές/σοσιαλιστικές χώρες. Έπρεπε όλες να φιλελευθεροποιηθούν, αλλά δεν μπορούσαν χωρίς να εκδημοκρατιστούν. Φιλελευθεροποίηση και εκδημοκρατισμός υπήρξαν οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος.
Μπορεί η στρατηγική αυτή αντίληψη να έχει τις καταβολές της στην Αμερική –χωρίς να ξεχνάμε τον Θατσερισμό– αλλά η ατλαντική Ευρώπη του ΝΑΤΟ και της ΕΕ υπήρξε ενεργός παίκτης και συνεργάτης της Ουάσινγκτον, αρκετές δε φορές βασιλικότερη του βασιλέως. Ειδικά δε, και με εξαίρεση τον πόλεμο για το Κουβέιτ (1990-1991) που προέκυψε από την επιδρομή του Ιράκ του Σαντάμ και που ορθά αντιμετωπίσθηκε από τη διεθνή κοινότητα με επικεφαλής τους Αμερικανούς, όλοι οι μεταψυχροπολεμικοί πόλεμοι υπήρξαν επιδρομικοί. Δεν νομιμοποιούνται και παραβίαζαν κατάφορα τη Χάρτα του ΟΗΕ, κυρίως τον βασικό πυλώνα του διακρατικού συστήματος που είναι η διατήρηση της εδαφικής ακεραιότητας των κρατών. Το ίδιο ισχύει και για την πολιτική «αλλαγής καθεστώτων». Παραβιάζει τη βασική αρχή της μη επέμβασης στα εσωτερικά των κρατών.
Για να ολοκληρώσω με τη Συρία που άρχισα. Το συριακό καθεστώς δεν ήταν δημοκρατικό. Ήταν όμως –και αντίθετα με όλα τα υπόλοιπα κράτη της περιοχής– κοσμικό και όχι θρησκευτικά εξτρεμιστικό. Για τον λόγο αυτό είχε λαϊκή υποστήριξη. Η ατλαντική Δύση το θεωρούσε αμυντικό ανάχωμα του θρησκευτικού ιρανικού καθεστώτος με το οποίο η Δαμασκός διατηρούσε συμμαχία και που ήθελε επίσης να ανατρέψει.
Όντως υπήρξε εξέγερση κατά του καθεστώτος το 2011. Ήταν όμως μια εξέγερση –έχει ιστορικό η Συρία– που θα μπορούσε να πετύχει πραξικοπηματικά και γρήγορα, χωρίς τον οκτάχρονο μακελειό του πολέμου. Από το 1948 υπήρξαν έξι τουλάχιστον επιτυχημένα και μη πραξικοπήματα στη Συρία, τα μισά με την αρωγή της Δύσης.
Από μια αποτυχημένη εξέγερση το 2011 είχαμε έναν οκταετή πόλεμο. Ήταν ένας πόλεμος καθοδηγούμενος και χρηματοδοτούμενος από την ατλαντική Δύση. Που στην πράξη στήριζε τους αποκεφαλιστές τρομοκράτες του Ισλαμικού Κράτους. Και τον οποίο η Νατοϊκή Τουρκία εκμεταλλεύθηκε και μετέτρεψε σε μακελειό. Διότι χωρίς την αρωγή της Νατοϊκής Τουρκίας σε προστασία, χρήμα, τζιχαντιστές και πολεμικές επιδρομές, η όποια προσπάθεια της ατλαντικής Δύσης για ανατροπή του καθεστώτος Άσαντ θα αποτύγχανε.
Πριν από το 2011 Ερντογάν και Άσαντ πήγαιναν χέρι-χέρι
Το 2011 και για χρόνια πριν, στα σύνορα Συρίας – Τουρκίας επικρατούσε τάξη και ασφάλεια. Ερντογάν και Άσαντ κυκλοφορούσαν επίσημα κρατώντας χέρι-χέρι, κυριολεκτικά. Και μια συμφωνία, η Συμφωνία των Αδάνων του 1998, επέτρεπε στην Τουρκία να εισέρχεται μέσα στη Συρία, μέχρι 5 χιλιόμετρα, κυνηγώντας Κούρδους τρομοκράτες, αλλά να αποχωρεί.
Σήμερα και μετά το οκταετές μακελειό τερματίζεται ο πόλεμος. Και βάση του είναι η Συμφωνία των Αδάνων του 1998 με τους Τούρκους να μπαινοβγαίνουν σε 10 αντί σε 5 χιλιόμετρα και με κάποια αλλά μικρά εδαφικά πλεονεκτήματα, τα οποία όμως δεν θα μπορέσουν να διατηρήσουν εσαεί. Αυτά λέει η νέα συμφωνία, που έχει τους Ρώσους εγγυητές της. Θα πρέπει δε οι Τούρκοι να αναγνωρίσουν το καθεστώς Άσαντ, που για 8 χρόνια πολεμούσαν να ανατρέψουν.
Η προσωπική μου εκτίμηση είναι πως η κατάσταση του 2011 στη Συρία ήταν πολύ καλύτερη για τους βουλιμικούς Τούρκους, για την ατλαντική Δύση, το Ισραήλ, καθώς και τους απανταχού πολεμοχαρείς ηθικοπλάστες. Έπρεπε όμως όλοι αυτοί να μακελέψουν μια ολόκληρη χώρα και να τη καταστρέψουν υλικά, για να κάνουν πίσ
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου