ΚΑΛΟΓΕΡΙΔΟΥ ΚΡΙΝΙΩ
Η αδυναμία της Ελλάδας και των Συμμάχων της να αναχαιτίσουν το μένος των Τούρκων κατά των Ελλήνων του Πόντου πολλαπλασίασε τις ωμότητες σε βάρος τους από τους Νεότουρκους κατά τους πρώτους κιόλας μήνες του 1921.
Ενδεικτικό, φρικώδες παράδειγμα ήταν αυτό του Φεβρουαρίου της νέας χρονιάς, όταν οι γενοκτόνοι του Κεμάλ συνέλαβαν στη Μερζιφούντα (πόλη της επαρχίας Αμάσειας) τους νεαρούς ποδοσφαιριστές της τοπικής ομάδας ”Πόντος” με τη δικαιολογία ότι η φανέλα τους είχε γαλάζια και λευκά χρώματα σαν την ελληνική σημαία και τους εκτέλεσαν στην Αμάσεια έξι μήνες αργότερα.
Ο ίδιος ο Κεμάλ, εντωμεταξύ, συνέχιζε ακάθεκτος το σχέδιο εξόντωσης των Ποντίων στην τραγική αυτή πόλη μέσω των ”Δικαστηρίων Ανεξαρτησίας”, τα οποία οδήγησαν στο θάνατο τότε όσους συμμετείχαν άμεσα ή έμμεσα στην κίνηση για ανεξαρτησία του Πόντου. Την ίδια μοίρα είχαν και εξέχουσες προσωπικότητες του ποντιακού Ελληνισμού. Μια απ’ αυτές ήταν ο εκδότης της εφημερίδας ”Εποχή” της Τραπεζούντας Νίκος Καπετανίδης, ο οποίος απαγχονίστηκε από τους Τούρκους στην Αμάσεια (βλ. μελέτη μαρτυρίας Μητροπολίτη Χρύσανθου ”Η Εκκλησία Τραπεζούντος”, Αρχείον Πόντου 1933, για τη Γενοκτονία των Ποντίων και των Αρμενίων).
Το μόνο χέρι προστασίας των Ελλήνων του Πόντου ήταν και πάλι αυτό των Ποντίων ανταρτών, αφού ούτε τα βρετανικά και αμερικανικά δημοσιεύματα (που μιλούσαν για πρωτοφανή κατατρομοκράτηση, σφαγές και δολοφονίες Ποντίων της Κερασούντας, της Σαμψούντας, της Σινώπης και της Αμάσειας από τις συμμορίες Νεοτούρκων του Τοπάλ Οσμάν) πέτυχαν την κινητοποίηση των Συμμάχων, παρά την έκφραση αποτροπιασμού πολλών ανταποκριτών, πολιτικών και στρατιωτικών της εποχής. Ανταποκριτών όπως ο Σοβιετικός απεσταλμένος Μιχαήλ Φρούνζε, που μετέδωσε – μεταξύ άλλων – ότι ”με το πρόσχημα των αντιποίνων και της καταπολέμησης των (Ποντίων) ανταρτών, οι Τούρκοι ολοκλήρωσαν τη Γενοκτονία” (”Η Μαύρη Βίβλος της τραγωδίας του Πόντου, 1914-1922”).
Πολιτικών όπως ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόυντ Τζωρτζ που προέβη σε σχετικές δραματικές δηλώσεις στη Βουλή των Κοινοτήτων για τους δεκάδες χιλιάδες Έλληνες του Πόντου (άνδρες, γυναίκες, παιδιά) οι οποίοι απελαύνονταν και πέθαιναν ή ο Βρετανός υπουργός Στρατιωτικών (ως το ’21) Ουίνστον Τσώρτσιλ, που μίλησε για τους ”φοβερούς εκτοπισμούς των Ελλήνων από την Τραπεζούντα και τη Σαμψούντα”. Στρατιωτικών όπως ο Αμερικανός ταγματάρχης Γιόουελ, ο οποίος περιέγραψε με αποτροπιασμό μια εικόνα του μικρασιατικού Πόντου το 1921:”Πτώματα, πτώματα σε όλο το μήκος της πορείας των εκτοπιζόμενων… Φρίκη και πτώματα ” (βλ. ”Ελληνες του Πόντου” του Βλάση Αγτζίδη).
Η αδυναμία της Ελλάδας και των Συμμάχων της να αναχαιτίσουν το μένος των Τούρκων κατά των Ελλήνων του Πόντου πολλαπλασίασε τις ωμότητες σε βάρος τους από τους Νεότουρκους κατά τους πρώτους κιόλας μήνες του 1921.
Ενδεικτικό, φρικώδες παράδειγμα ήταν αυτό του Φεβρουαρίου της νέας χρονιάς, όταν οι γενοκτόνοι του Κεμάλ συνέλαβαν στη Μερζιφούντα (πόλη της επαρχίας Αμάσειας) τους νεαρούς ποδοσφαιριστές της τοπικής ομάδας ”Πόντος” με τη δικαιολογία ότι η φανέλα τους είχε γαλάζια και λευκά χρώματα σαν την ελληνική σημαία και τους εκτέλεσαν στην Αμάσεια έξι μήνες αργότερα.
Ο ίδιος ο Κεμάλ, εντωμεταξύ, συνέχιζε ακάθεκτος το σχέδιο εξόντωσης των Ποντίων στην τραγική αυτή πόλη μέσω των ”Δικαστηρίων Ανεξαρτησίας”, τα οποία οδήγησαν στο θάνατο τότε όσους συμμετείχαν άμεσα ή έμμεσα στην κίνηση για ανεξαρτησία του Πόντου. Την ίδια μοίρα είχαν και εξέχουσες προσωπικότητες του ποντιακού Ελληνισμού. Μια απ’ αυτές ήταν ο εκδότης της εφημερίδας ”Εποχή” της Τραπεζούντας Νίκος Καπετανίδης, ο οποίος απαγχονίστηκε από τους Τούρκους στην Αμάσεια (βλ. μελέτη μαρτυρίας Μητροπολίτη Χρύσανθου ”Η Εκκλησία Τραπεζούντος”, Αρχείον Πόντου 1933, για τη Γενοκτονία των Ποντίων και των Αρμενίων).
Το μόνο χέρι προστασίας των Ελλήνων του Πόντου ήταν και πάλι αυτό των Ποντίων ανταρτών, αφού ούτε τα βρετανικά και αμερικανικά δημοσιεύματα (που μιλούσαν για πρωτοφανή κατατρομοκράτηση, σφαγές και δολοφονίες Ποντίων της Κερασούντας, της Σαμψούντας, της Σινώπης και της Αμάσειας από τις συμμορίες Νεοτούρκων του Τοπάλ Οσμάν) πέτυχαν την κινητοποίηση των Συμμάχων, παρά την έκφραση αποτροπιασμού πολλών ανταποκριτών, πολιτικών και στρατιωτικών της εποχής. Ανταποκριτών όπως ο Σοβιετικός απεσταλμένος Μιχαήλ Φρούνζε, που μετέδωσε – μεταξύ άλλων – ότι ”με το πρόσχημα των αντιποίνων και της καταπολέμησης των (Ποντίων) ανταρτών, οι Τούρκοι ολοκλήρωσαν τη Γενοκτονία” (”Η Μαύρη Βίβλος της τραγωδίας του Πόντου, 1914-1922”).
Πολιτικών όπως ο Βρετανός πρωθυπουργός Λόυντ Τζωρτζ που προέβη σε σχετικές δραματικές δηλώσεις στη Βουλή των Κοινοτήτων για τους δεκάδες χιλιάδες Έλληνες του Πόντου (άνδρες, γυναίκες, παιδιά) οι οποίοι απελαύνονταν και πέθαιναν ή ο Βρετανός υπουργός Στρατιωτικών (ως το ’21) Ουίνστον Τσώρτσιλ, που μίλησε για τους ”φοβερούς εκτοπισμούς των Ελλήνων από την Τραπεζούντα και τη Σαμψούντα”. Στρατιωτικών όπως ο Αμερικανός ταγματάρχης Γιόουελ, ο οποίος περιέγραψε με αποτροπιασμό μια εικόνα του μικρασιατικού Πόντου το 1921:”Πτώματα, πτώματα σε όλο το μήκος της πορείας των εκτοπιζόμενων… Φρίκη και πτώματα ” (βλ. ”Ελληνες του Πόντου” του Βλάση Αγτζίδη).
353.000 νεκροί αδικαίωτοι
Με δεδομένη την απροθυμία των ξένων για στρατιωτική υποστήριξη στους ελληνικούς πληθυσμούς του Πόντου, κλιμακώθηκαν οι πολυετείς γενοκτονικές διώξεις του κεμαλικού στρατού σε βάρος τους. Έτσι το ’21 έκλεισε, δυστυχώς, με φοβερές τουρκικές ωμότητες που συγκλόνισαν τον Βρετανό αρμοστή στην Κωνσταντινούπολη, ο οποίος πληροφορούσε καθημερινά το υπουργείο Εξωτερικών της πατρίδας του γι’ αυτά μετά την αποκάλυψη της διαταγής του Κεμάλ και της επίσημης διαταγής του αρχηγού του τουρκικού Γενικού Επιτελείου Στρατού, οι οποίες έλεγαν πάνω κάτω το ίδιο:
Ότι, δηλαδή, οι Τούρκοι δρούσαν βάσει προμελετημένου σχεδίου για την εξόντωση των μειονοτήτων […] και είχαν εκτοπιστεί στα εργατικά τάγματα του Ερζερούμ, Καρς και Σαρίκαμις όλους τους άνδρες άνω των 15 ετών (ηλικίας από 15 έως 55 ετών, συγκεκριμένα) της περιφέρειας Τραπεζούντας, των παραλίων της Μαύρης Θάλασσας και της ενδοχώρας… (Pontus Meselesi, 1923).
Σαν να μην έφταναν τα δεινά της οκταετίας που οδηγούσε ραγδαία σε αφανισμό την κοιτίδα του Ελληνισμού στον Πόντο, έπεσε σαν ταφόπλακα η Μικρασιατική Καταστροφή του ελληνικού στρατού το 1922. Ταφόπλακα που επικύρωσε την κυριαρχία των Νεοτούρκων επί των αποδεκατισμένων ελληνικών χριστιανικών πληθυσμών του Πόντου και των υπόλοιπων Ελλήνων Μικρασιατών της Ιωνίας, της Καππαδοκίας και της Ανατολικής Θράκης, αφού οι Φραγκολεβαντίνοι και οι Τουρκοορθόδοξοι της Καππαδοκίας απαλλάσσονταν…
Όλα αυτά και χίλια δυο άλλα αιματηρά γεγονότα που συντελέστηκαν σε βάρος του Ποντιακού Ελληνισμού δεν συνιστούν έγκλημα περιορισμένου χρόνου, έκτασης και αριθμού θυμάτων (όπως βιάζονται να χαρακτηρίσουν τα διαδραματισθέντα σε βάρος τους οι ομιλούντες περί εθνοκάθαρσης πολιτικοί μας), αλλά ένα διαρκές έγκλημα. Ένα έγκλημα προμελετημένο και από τα μεγαλύτερα κατά της ανθρωπότητας. Έγκλημα που αναγνώρισαν ως τώρα ελάχιστοι (Ελλάδα, Κύπρος 1994, Αρμενία, Ολλανδία 2015 και Σουηδία 2021) λόγω της δικής μας τουρκοφοβίας να διεθνοποιήσουμε τη Γενοκτονία των Ποντίων υπό τον φόβο των… τουρκικών ”αντιποίνων” σε βάρος των ελληνικών συμφερόντων.
Ήταν μια θηριωδία σε συνέχειες, με 353.000 νεκρούς, που παραμένουν αδικαίωτοι. Μια Γενοκτονία εθνικών και διεθνών διαστάσεων για την αναγνώριση της οποίας έχουμε ηθικό χρέος οι Έλληνες να αγωνιστούμε στη μνήμη των χιλιάδων νεκρών μας οι οποίοι υπέστησαν κλιμακούμενες γενοκτονικές μεθόδους (ξεριζωμό, εξάντληση λόγω κακουχιών και βασανιστηρίων, ληστρικές επιδρομές, βιαιοπραγίες, βιασμούς, δηώσεις ναών, κατασχέσεις περιουσιών, πείνα, δίψα και στρατόπεδα θανάτου), πριν κορυφωθούν αυτές σε αποτρόπαιες, μαζικές σφαγές και δολοφονίες με θύτες τους Νεότουρκους και θύματα τους Ρωμιούς του Πόντου. Αυτούς τους οποίους πέταξαν (μαζί με άλλους Έλληνες Μικρασιάτες) στη θάλασσα – όπως καυχιέται περιοδικά το δίδυμο Ερντογάν-Μπαχτσελί σε κάθε αναφορά του στην Μικρασιατική Καταστροφή, που έστειλε τους παππούδες μας ”στον βυθό του Αιγαίου”…
πηγή
Οι απόψεις που αναφέρονται στο κείμενο είναι προσωπικές του αρθρογράφου και δεν εκφράζουν απαραίτητα τη θέση του Ellada simera.
Δημοσίευση σχολίου