Του Γεωργίου Κ. Φίλη Ph.D.*
Στις 4 Δεκεμβρίου, μονάδα των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, βαριά οπλισμένη και συνοδευόμενη από τεθωρακισμένα και άρματα μάχης, εισήλθε στο Ιράκ στην ευρύτερη περιοχή της Μοσούλης, χωρίς να έχει λάβει κάποια σαφή πρόσκληση από την κεντρική κυβέρνηση της Βαγδάτης. Η συγκεκριμένη πρωτοβουλία της Τουρκίας έχει σχολιαστεί ποικιλότροπος από τους διαφόρους ενδιαφερόμενους, ενώ η κρισιμότητα των στιγμών στην περιοχή λειτουργεί ως πολλαπλασιαστής ισχύος στο να εκληφθεί κάθε κίνηση ή δυνητική επιδίωξη κάθε ενός από τους κύριους γεωπολιτικούς δρώντες ως άμεση απειλή για τους αντιπάλους και αντιτιθέμενους. Ήταν λοιπόν «εισβολή» η συγκεκριμένη κίνηση και πώς μπορεί κάποιος να την αποκωδικοποιήσει μέσα στο ευρύτερο πλαίσιο της συρο-ιρακινής κρίσης και όχι μόνο;
Το πρώτο ερώτημα που θα πρέπει να μας απασχολήσει είναι το τι πραγματικά συνέβη και το ποια είναι η δύναμη που έστειλε η Άγκυρα στην περιοχή της Μοσούλης. Σύμφωνα με τις τουρκικές πηγές η Τουρκία έστειλε περί τους 150 άνδρες συνοδευόμενους από 20 με 25 τεθωρακισμένα οχήματα και άρματα μάχης στην περιοχή της Μπασιγκά περί τα 30 χιλιόμετρα βορειοανατολικά της Μοσούλης (επαρχία της Νινευή), της δεύτερης σε μέγεθος πόλης του Ιράκ και κέντρο του Ισλαμικού Κράτους στη χώρα αυτή. Υπενθυμίζεται πως η πόλη κατελήφθη από τους τζιχαντιστές τον Ιούνιο τους 2014. Από την πλευρά της σε επίσημη ανακοίνωσή της η Βαγδάτη ανεβάζει τον αριθμό των τουρκικών δυνάμεων στο επίπεδο τάγματος ή συντάγματος το οποίο συνοδεύεται από άρματα μάχης και πυροβόλα.
Αναφορικά με τη δικαιολογία της κίνησης αυτής, η Άγκυρα ισχυρίζεται πως η είσοδος των τουρκικών στρατευμάτων στο Ιράκ είναι νόμιμη, αφού έχει ζητηθεί από την κυβέρνηση, αναφέροντας πως κατά καιρούς διάφοροι ιρακινοί αξιωματούχοι ζητάνε πιο ενεργή συμμετοχή της Άγκυρας στον πόλεμο κατά του Ισλαμικού Κράτους. Επιπροσθέτως, τουρκικές πηγές επικαλούνται επίσημη συμφωνία μεταξύ του Τούρκου υπουργού Εξωτερικών, Φεριντούν Σινιρλίογλου, και του ηγέτη της Κουρδικής Τοπικής Κυβέρνησης, του Βορείου Ιράκ, Μασούντ Μπαρζανί, κατά την επίσκεψη του πρώτου στο Ερμπίλ – πρωτεύουσα των Κούρδων – στις 4 Νοεμβρίου. Από την πλευρά της η Βαγδάτη μιλάει ξεκάθαρα για «εισβολή» της Τουρκίας στη χώρα και απαιτεί την άμεση αποχώρηση των τουρκικών δυνάμεων.
Οι Τούρκοι απορρίπτουν την κατηγορία και υπογραμμίζουν πως σκοπός της εισόδου των δυνάμεών τους είναι η «αντικατάσταση προσωπικού» σε υπάρχουσα βάση των τουρκικών δυνάμεων στην περιοχή. Στην ουσία πρόκειται, σύμφωνα με την Τουρκία, για αντικατάσταση 90 στελεχών τα οποία βρίσκονται στην περιοχή για δύο χρόνια και συμβάλλουν στην εκπαίδευση των Κούρδων Πεσμεργκά (κουρδικών δυνάμεων του Βορείου Ιράκ) καθώς και άλλων ενόπλων ομάδων που μάχονται εναντίον του Ισλαμικού Κράτους. Περισσότεροι από 2.500 Κούρδοι έχουν εκπαιδευτεί, ενώ, σύμφωνα με την Άγκυρα, ακριβώς αυτή η συμβολή της Τουρκίας συνέβαλλε στο να μπορέσουν οι δυνάμεις των Πεσμεργκά να απελευθερώσουν τη στρατηγικής σημασίας περιοχής του Σιντζάρ, στις 12 Νοεμβρίου. Αξίζει να σημειωθεί πως η συγκεκριμένη περιοχή παρεμβάλλεται των δύο μεγαλύτερων αστικών κέντρων που ελέγχει το Ισλαμικό Κράτος, της Μοσούλης στο Ιράκ και της Ράκκα στη Συρία, με αποτέλεσμα η απώλειά της να έχει δημιουργήσει τεράστια προβλήματα επικοινωνίας μεταξύ των τζιχαντιστών της Συρίας και του Ιράκ.
Πρόσχημα η βάση από το 1997
Υπενθυμίζεται πως στο Βόρειο Ιράκ η παρουσία των τουρκικών ενόπλων δυνάμεων, πέραν των κατά καιρούς εισβολών (π.χ. δεκαετίες του 90 και του 2000 και πιο πρόσφατα Οκτώβριος 2011 και Σεπτέμβριος 2015), για να χτυπήσουν βάσεις του PKK κυρίως στο όρος Καντίλ είναι συνεχής. Στην περιοχή του Ντοχούκ η Άγκυρα διαθέτει βάση από το 1997 – μετά από συμφωνία με τον Σαντάμ Χουσεΐν (1995) και παρά τις διαφωνίες των κυβερνήσεων του Νουρί Αλ-Μαλίκι στη μετά-Σαντάμ περίοδο. Σύμφωνα με τους Τούρκους, οι δυνάμεις τους στην περιοχή της Μπασιγκά εκπαιδεύουν μαχητές κατά του Ισλαμικού Κράτους «εδώ και δύο χρόνια».
Ένα ακόμα στοιχείο το οποίο θα πρέπει να συνυπολογιστεί είναι το γεγονός πως οι ΗΠΑ πήραν μία αρκετά διφορούμενη –διπλωματικώς ορθή για τις ίδιες- στάση αναφορικά με την τουρκική πρωτοβουλία. Η Ουάσιγκτον δήλωσε «ενήμερη για τις κινήσεις της Τουρκίας» αλλά –και εδώ είναι το ενδιαφέρον σημείο- υπογράμμισε πως η εξέλιξη αυτή δεν αποτελεί μέρος του σχεδιασμού και των ενεργειών των υπό την ηγεσία της συμμαχικής δύναμης. Είναι προφανές πως οι ΗΠΑ από τη μία πλευρά δείχνουν να υποστηρίζουν την Τουρκία, αφού είχαν «ενημερωθεί» (άρα δεν εξέφρασαν την αντίθεσή τους), ενώ ταυτοχρόνως «κλείνουν και το μάτι» στη Βαγδάτη, από την οποία ανέμεναν σφοδρή αντίδραση (τουλάχιστον σε ρητορικό επίπεδο), αφού με την ανακοίνωσή τους φαίνεται να υπονοούν πως σε αυτήν την κίνηση η Τουρκία ενήργησε αυτοβούλως και μονόπλευρα (άρα δεν συμφώνησαν ρητά με την Τουρκία). Η αμερικανική στάση δίνει στον Λευκό Οίκο τον χώρο και τον χρόνο να αξιολογήσει τις αντιδράσεις από τους διαφόρους γεωπολιτικούς δρώντες, να εκτιμήσει τις εξελίξεις επί του εδάφους και σε μία δυνητική εμπλοκή Άγκυρας - Ερμπίλ - Βαγδάτης ή/και κάποιου άλλου να λειτουργήσει ως καταλύτης των εξελίξεων, ως ανεξάρτητος παράγων και ως ρυθμιστής των ισορροπιών.
Οι αντιδράσεις στον κουρδικό τομέα
Αναφορικά με τις αντιδράσεις μέσα στο Ιράκ, αξίζει να υπογραμμιστεί πως για ακόμα μία φορά η Άγκυρα «παίζει με τη φωτιά». Στον Κουρδικό τομέα, εάν κάποιος εκτιμήσει πως η κυβέρνηση του Μ. Μπαρζανί είχε συμφωνήσει για την κίνηση, αυτό δεν συμβαίνει με τις αντιπολιτευόμενες δυνάμεις (το Γκορράν) το οποίο καταδίκασε την τουρκική κίνηση. Ακόμα μεγαλύτερη αντίδραση και αντίσταση προέρχεται από τη σιιτική πλευρά στη Βαγδάτη, όπου οι φωνές μιλάνε για «βομβαρδισμό» των τουρκικών δυνάμεων, αλλά και την «άμεση συμμαχία με τη Ρωσία» που σκοπό θα έχει να «εκδιώξει τους Τούρκους» από τη χώρα. Στη συγχορδία των Σιιτών ενώνουν και τις φωνές τους ακόμα και κάποιες σουνιτικές οργανώσεις, οι οποίες φαίνεται όμως να ενδιαφέρονται περισσότερο για τη γενική παρουσία ξένων δυνάμεων στην περιοχή, υπονοώντας τις ένοπλες σιιτικές δυνάμεις που υποστηρίζονται ή/και προέρχονται από το Ιράν. Το σίγουρο είναι πως ο πρωθυπουργός του Ιράκ, Χαϊντάρ Αλ-Αμπάντι, βρίσκεται σε πολύ δύσκολη θέση, αφού η κυβέρνησή του μπορεί να χάσει την εμπιστοσύνη του κοινοβουλίου, εάν δεν αντιδράσει δυναμικά στη διαμορφούμενη κατάσταση.
Οι Ρώσοι
Στην όλη κατάσταση, έχει πολύ ενδιαφέρον να δούμε τη στάση της Ρωσίας, η οποία είναι σίγουρο πως δεν είναι ευχαριστημένη με την τουρκική κίνηση, την οποία θα την εκλάβει ως κλιμάκωση, ενώ το Ιράν είδη έχει αρχίσει να εμπλέκεται στην υπόθεση και να ανταλλάσσει «βέλη» με την Άγκυρα.
Αναφορικά με τη συγκεκριμένη εξέλιξη ως μία κίνηση στο γεωπολιτικό παίγνιο που εκτυλίσσεται στην περιοχή θα πρέπει να σημειωθούν τα εξής:
πηγή
Δημοσίευση σχολίου
Click to see the code!
To insert emoticon you must added at least one space before the code.