Του Σεραφείμ Χ. Μηχιώτη
Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ παρουσίασε την περασμένη Παρασκευή το πρόγραμμά του γιά την εξωτερική και αμυντική πολιτική. Με τη συμβολή, όπως είπε εις την σχετική εκδήλωση, ο κ. Θ. Δρίτσας «σημαντικού αριθμού στελεχών του Τμήματος Εξωτερικής Πολιτικής και Άμυνας και σημαντικού αριθμού ανθρώπων με εμπειρία και ειδίκευση στο θέμα που προσήλθε αυθόρμητα και με ενθουσιασμό και ανιδιοτέλεια και κατέθεσε ένα πλούτο ιδεών και προτάσεων που τμήμα τους ενσωματώθηκε στις θέσεις μας», διαμορφώθηκαν θέσεις διανεμήθηκε το σχετικό κείμενο μόλις τεσσάρων σελίδων Α4, το οποίο επιδιώκει να δώσει της απόψεις της ριζοσπαστικής Αριστεράς εις αυτό το ευρύτατο φάσμα θεμάτων. Έχω την γνώμη ότι το εγχείρημα απέτυχε εν τη γενέσει του.
Κατά τον κ. Θ. Δρίτσα «η εσωτερική ανασυγκρότηση και η αναγέννηση της χώρας μας συνδέεται άρρηκτα με την διεκδίκηση μιας νέας εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής στη βάση μιάς νέας εθνικής στρατηγικής: μία στρατηγική που προάγει τις αδιαπραγμάτευτες αρχές της εθνικής ανεξαρτησίας, της λαϊκής κυριαρχίας, της δημοκρατίας, της ειρήνης και της ελευθερίας, της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας».
‘Ως μαθητευόμενοι μάγοι εις το κόμμα του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ εννοούν προφανώς ότι οι μέχρι τούδε κυβερνήσεις δεν υπηρέτησαν αποτελεσματικώς τις προηγούμενες ύψιστες αρχές, αν δεν τις ψέγουν ώς προς σημειωθείσα ολιγωρία. Πάντως, εις ό,τι αφορά την εδαφική μας ακεραιότητα, πράγμα αυτονόητο αλλά όχι και αυτυτομάτως κατοχυρωμένο, είναι πανκοίνως γνωστό ότι απειλείται από την Τουρκική προκλητικότητα και επεκτατικότητα, η κατοχύρωση της οποίας δεν προάγεται παρά με τη διαρκή περιφρούρηση σε ξηρά, θάλασσα και αέρα. Και είναι μακρύς ο κατάλογος των χειριστών μας της ΠΑ, που έπεσαν κατά την εκτέλεση του καθήκοντος, υπερασπιζόμενοι την εσχατιά των ορίων του Εθνικού Εναέριου Χώρου. Ένα κόμμα που επιδιώκει να κυβερνήσει δεν θα έπρεπε να μνημονεύσει τις θυσίες-αυτοθυσίες αυτών των Ελλήνων;
Γενικώς πάντως, εν σχέσει με τις θέσεις αυτές του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, μπορούν να διατυπωθούν οι εξής γενικές παρατηρήσεις:
-Πρώτον, είναι παλαιομοδίτικες και ουσιαστικώς αυτοκτονικές, κυρίως ώς προς το μείζον θέμα της εξόδου της χώρας από την Βορειοατλαντική Συμμαχία(ΝΑΤΟ), επαναλαμβάνοντας το κρίσιμο λάθος του Κων. Καραμανλή το 1974, όταν απέσυρε τη χώρα από το Στρατιωτικό Σκέλος του ΝΑΤΟ. Η Ελλάς συναντά τις συνέπειες αυτής της λανθασμένης επιλογής και σήμερα, παρά τη διαρκή και ενεργητική της παρουσία εις όλες τις λειτουργίες του ΝΑΤΟ, εις ό,τι αφορά τον επιχειρησιακό έλεγχο του Αιγαίου με τα προσκόμματα που θέτει η Τουρκία. «Θέμα Αιγαίου» δεν υπήρχε εις το πλαίσιο του ΝΑΤΟ, προ της αποχωρήσεως της Ελλάδος, δεδομένου ότι ο Έλληνας αρχηγός ΓΕΝ, υπό τη ΝΑΤΟϊκή του ιδιότητα (COMEDEAST), είχε την ευθύνη όλης της Ανατολικής Μεσογείου και ο Τούρκος ομόλογός του (COMEDNOREAST) της Μαύρης Θαλάσσης. Αυτή η κατάσταση έχει ανατραπεί και είναι πολλές οι μάχες που δίδονται καθημερινώς εις πολλαπλά επίπεδα εις διπλωματικά και στρατιωτικά fora γιά την αντιμετώπιση του προβλήματος. Και τέλος αν παρακολουθήσουμε με σοβαρότητα αυτήν την επιλογή του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, είναι η θέση της Ελλάδος εκτός του ΝΑΤΟ, όταν σχεδόν όλες οι χώρες της περιοχής μας (πλήν πΓΔΜ) έχουν ενταχθεί σε αυτό ή έχουν σχέση ενισχυμένης συνεργασίας; Η χώρα μας, η οποία αποτελεί το αρχαιότερο μέλος εις την περιοχή όλων των διεθνών οργανισμών, διαθέτει ένα μοναδικό συγκριτικό πλεονέκτημα, το οποίο κινδυνεύει να χαθεί.
-Δεύτερον είναι και αφελείς, καθ’ ό μέτρο αναμασούν την ανάγκη γιά «μονίμως ανοιχτό ιδεολογικό και πολιτικό μέτωπο στον πόλεμο, τον ιμπεριαλισμό, τον εθνικισμό, τον ρατσισμό, την πατριδοκαπηλία», θέσεις που μπορεί μεν να ασκούν κάποια αίγλη εις τα ώτα κομμουνιστογενών εκ του ΚΚΕ, ηλικιωμένων αριστερών ή αριστερόστροφων νέων, αλλά αγνοούν πλήρως τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων, μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και των λοιπών χωρών του πρώην υπαρκτού σοσιαλισμού, εν συνεχεία της οποία οι ΗΠΑ ανεδείχθησαν και συνεχίζουν να αποτελούν τη μόνη υπερδύναμη παγκοσμίως. Και ακόμη κλείνουν τα μάτια σε υπαρκτές, ασύμμετρες ή αναδυόμενες, απειλές. Εξ αυτού του λόγου ουδέν έχουν διδαχθεί από την επίθεση κατά των διδύμων πύργων το 2001, η οποία αφεύκτως εσήμανε την ανάγκη πολέμου κατά της τρομοκρατίας, παρά τις σκοπιμότητες που μπορεί να επιδιώκεται να υπηρετηθούν μέσω αυτού του πολέμου και προς τις οποίες έκαστος καλείται να τοποθετηθεί αναλόγως. Αγνοούν ακόμη τον κίνδυνο από την είσοδο νέων μελών εις το πυρηνικό κλάμπ (Ιράν, Βόρεια Κορέα), με τις επιπτώσεις που θα μπορούσε να προκύψουν, είτε από την απόκτηση πυρηνικών όπλων, είτε από ένα ενδεχόμενο πυρηνικού ατυχήματος. Ουδέν έχουν διδαχθεί από την πρόσφατη τραγωδία της Ιαπωνίας, δεν εννοούν ότι πρέπει να υποστηριχθεί-και να επιβληθεί, αν αυτό απαιτηθεί- ο έλεγχος της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενεργείας. Τους λείπει η ομορφιά των νέων ιδεών, θέλουν να βλέπουν την πραγματικότητα με παραμορφωτικούς φακούς.
-Τρίτον, επιδιώκουν να χαράξουν νέους, μείζονος σημασίας, μακρυνούς άξονες εξωτερικής πολιτικής, με διατήρηση, αν όχι υποβάθμιση των υπαρχόντων, από την Κίνα και την Ινδία, ώς τη...Λατινική Αμερική, «όπου δημιουργείται χώρος γιά νέες πρωτοβουλίες περιφερειακής συνεργασίας, που έχουν σταθερή ανάπτυξη σε αντι-νεοφιλελεύθερη και αντικαπιταλιστική κατεύθυνση»! Ενθαρρυμένοι προφανώς από το καθεστώς Τσάβεζ (από τον οποίο ο Τσίπρας έχει εξασφαλίσει φθηνό- μήπως και δωρεάν;-πετρέλαιο) δεν αντιλαμβάνονται ότι αυτές οι πτήσεις, προϋποθέτουν –αναγκαστικώς- ενδιάμεσους σταθμούς! Αγνοούν, συνεπώς, το φυσικό χώρο της Ελλάδος πρωτίστως εις την Ευρώπη και την ανάγκη ενεργού παρουσίας εις το ευρωπαϊκό γίγνεσθαι( ουδεμία αναφορά σχετικώς....)και δεν έχουν τίποτε το ιδιαίτερο να πουν γιά τις σχέσεις με τις ΗΠΑ «των οποίων η ηγεμονία αμφισβητείται όλο και περισσότερο»(...).
Πώς προκύπτει το τελευταίο, αποφεύγουν να το εξηγήσουν, ίσως επειδή γνωρίζουν ότι πρόκειται δι’ έπεα πτερόεντα. Έχουν την ψευδαίσθηση ότι με τέτοιες επεξεργασίες θα προαγάγουν τα συμφέροντα της Ελλάδος;
Είναι γεγονός, ότι θα μπορούσε να γίνει αντίκρουση, σημείο προς σημείο, των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ επί των θεμάτων της εξωτερικής και αμυντικής πολιτική. Ο συνδυασμός, εν προκειμένω, άγνοιας ή-το χειρότερο-ημιμάθειας με ιδεοληψίες του παρελθόντος, η αδυναμία τους που προδίδεται εις στο να εκφράσουν σύγχρονο και συγκεκριμένο λόγο, οδήγησε σε ένα ατυχέστατο κείμενο, γραμμένο «στο πόδι». Δεν γνωρίζουν,αλλά και δεν θέλουν να μάθουν...
Αναγνωρίζουν-και ορθώς- ότι «η Τουρκία επιδιώκει την ανάδειξή της σε ηγεμονική δύναμη στην περιοχή, ανταγωνιζόμενη το Ισραήλ». Και την ίδια ώρα, δια στόματος Τσίπρα, προτείνεται μορατόριουμ εξοπλισμών με την Τουρκία. Ουδένα ερώτησε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ πριν εκτοξεύσει αυτό το πυροτέχνημα; Είναι τόσο άπειρος και θέλει να κυβερνήσει τους Έλληνες; Αλλά ακόμη και αν οι Τούρκοι έστεργαν σε τούτο, πώς θα μπορούσε να εξασφαλισθεί; Μήπως η Τουρκία έχει και άλλα ανοικτά μέτωπα και συνεπώς δεν δύναται να τεθεί τέτοιο θέμα επί διμερούς βάσεως;
Μιλούν ακόμη οι υπεύθυνοι του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ γιά «πρωτοβουλίες γιά την επίλυση των ελληνοτουρκικών διαφορών με διάλογο στη βάση του διεθνούς δικαίου και του αμοιβαίου σεβασμού της εθνικής κυριαρχίας και του απαραβίαστου των συνόρων». Μέγα και διπλό λάθος.
Ποιές είναι οι διαφορές μας με την Τουρκία, πλην της μίας και μοναδικής που αφορά την υφαλοκρηπίδα, μέσω της συντάξεως συνυποσχετικού που θα οδηγήσει την επίδικη υπόθεση εις το ΔΔΧ; Κατά τα λοιπά δεν υπάρχουν παρά μονομερείς διεκδικήσεις της Τουρκίας εις βάρος της Ελλάδος, εν συνεχεία της αναθεωρητικής πολιτικής που ακολουθεί, μέσω της αμφισβητήσεως διεθνών συνθηκών και συμβάσεων. Και τέλος: Υπήρξε ποτέ αμφισβήτηση από την Ελλάδα της εδαφικής ακεραιότητος της Τουρκίας; Αν-ηλιθιωδώς κατ΄ ελάχιστον- το εννοούν, τότε εμφανίζονται οι δύο χώρες να αμφισβητεί η μία τα σύνορα της άλλης και να έρχονται να συμφωνήσουν ότι θα παύσουν να το πράττουν...Δεν είναι σοβαρά αυτά τα πράγματα, την ίδια ώρα που συνεχίζεται η κατοχή του 38% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας, από τον Τουρκικό Στρατό. Αυτή η διατύπωση πρέπει να απαλειφθεί πάραυτα.
Από τις ελάχιστες θετικές αναφορές εις το κείμενο του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, αποτελεί αυτή γιά τη διαβούλευση της χώρας με τις ενδιαφερόμενες όμορες χώρες, γιά την οριοθέτηση της Ελληνικής ΑΟΖ. Αυτό το έπραξε η Κύπρος και οι σχετικές έρευνες είναι εν εξελίξει, εις το οικόπεδο «12», σε συνεργασία με το Ισραήλ.
Εν σχέσει με το Ισραήλ και την αμυντική συνεργασία μας με αυτό, είναι άκρως αντιπαραγωγική η διατύπωση που χρησιμοποιούν «διακοπή της στρατιωτικής συνεργασίας με το επιθετικό κράτος του Ισραήλ», την ίδια ώρα που αναγνωρίζουν τη δυνατότητα και τη ανάγκη συνεργασίας σε άλλα πεδία, π.χ. του τουρισμού κλπ. Συνεργασία με «επιθετικό» κράτος δεν είναι νοητή σε κανένα επίπεδο. Συνεπώς, αν δεν διακοπούν πλήρως οι διπλωματικές μας σχέσεις, αυτές πρέπει να υποβαθμισθούν, όπως είχε συμβεί στο παρελθόν. Αν το θέλουν αυτό, ας το πουν με σαφήνεια, δίχως μισόλογα.
Εις το πεδίο των αμειγώς αμυντικών θεμάτων, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ θεωρεί ότι «οι στρατιωτικές συμμαχίες, όπως το ΝΑΤΟ, στρατιωτικοποιούν τις διεθνείς σχέσεις και αυξάνουν, αντί να μειώνουν τον κίνδυνο πολέμου». Εξ αυτού δε του λόγου επιδιώκουν «την αντικατάσταση του ΝΑΤΟ και των κοινών στρατιωτικών διμών της ΕΕ από ένα Ευρωπαϊκό Σύστημα Ασφαλείας». Συνεπώς θέτουν εκποδών τις ΗΠΑ, οι οποίες αποτελούν τον ισχυρότερο πυλώνα του διατλαντικού δεσμού. Το εννοούν αυτό που προτείνουν και πώς αντιλαμβάνονται ότι θα μπορούσε να προχωρήσει;
Δεδομένου, όμως, ότι κάνουν κάποια έκπτωση χρόνου ώς προς τον προηγούμενο μείζονα στόχο, ζητούν - αμέσως φαντάζομαι- «την εφαρμογή της αρχής καμία μονάδα των ΕΔ σε στρατιωτική αποστολή εκ των συνόρων». Αν αυτό ετίθετο εις εφαρμογήν, η Ελλάδα θα ήταν η μόνη απούσα χώρα σε πολυεθνικές στρατιωτικές αποστολές ανά τον κόσμο, υπό καθεστώς mandate της διεθνούς κοινότητος. Βεβαίως το μέγεθος της Ελληνικής συμμετοχής τείνει να περιορισθεί λόγω της δυσμενέστατης οικονομικής συνεργασίας, αλλά ο συσχετισμός κερδών γιά τα ελληνικά συμφέροντα ή απωλειών αποβαίνει θετικός. Ο απομονωτισμός δεν ωφελεί την Ελλάδα και η συμμετοχή μας σε αποστολές διατηρήσεως της ειρήνης υπό την αιγίδα του ΟΗΕ πρέπει να συνεχισθεί σε κάθε περίπτωση, δεδομένου του μεγάλου αριθμού των χωρών, ακόμη και μικρών και με οξύτερα , που συνωθούνται ώστε να μετέχουν και προσβλέπουν να επωφεληθούν από την κάλυψη του κενού όποιου αποχωρήσει ή αρνηθεί να συμμετάσχει εξ αρχής.
Και ακόμη, αν έκαναν τον κόπο να ανατρέξουν εις την ιστορία, θα επληροφορούντο ότι η ενσωμάτωση της Δωδεκανήσου εις την Ελλάδα, ακολούθησε μετά το πέρας του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, κατά τον οποίο ο εξ Ανατολών γείτων ακολούθησε στάση «επιτήδειου ουδέτερου». Είναι προφανές ότι εις την Ελλάδα, ούτε αρμόζει, ούτε συμφέρει ένας τέτοιος ρόλος.
Άλλα ιδιαίτερα θέματα που αφορούν τις ΕΔ, με θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ, είναι, ώς προς τα εξοπλιστικά προγράμματα, η θέση γιά τη «μέγιστη δυνατή συμμετοχή της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, η οποία πρέπει να βασίζεται σε μονάδες δημόσιας ιδιοκτησίας». Αυτό αποτελεί πρόκριμα παραγκωνισμού του ιδιωτικού τομέα της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας, έναν ιδιότυπο κρατισμό; Δεν αποτελεί αυτό άνισο ανταγωνισμό;
Τέλος, απαιτείται ιδιαίτερη μελέτη και ενδελεχής επεξεργασία, ώς προς τις προράσεις περαιτέρω εκσυγχρονισμού του νομικού πλαισίου λειτουργίας των ΕΔ ( π.χ. αναθεώρηση ΣΠΚ και του συστήματος διοικητικών ποινών, αρμοδιότητες Στρατοδικείων κλπ), αλλά με δεδομένο πάντοτε ότι η πειθαρχία αποτελεί το προαπαιτούμενο γιά την εύρρυθμη λειτουργία ενός Στρατού, βεβαίως εντός των πλαισίων του συνταγματικού του ρόλου και υπό συνθήκες σεβασμού της προσωπικότητος και των δικαιωμάτων ενός εκάστου.
Θα αποτελούσε συνεισφορά εις τους τομείς της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής της χώρας, αν το κείμενο αυτό του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ είχε συνταχθεί μετά από διαβούλευση με εκπροσώπους του ΥΠΕΞ και του ΥΠΕΘΑ, κάτι το οποίο δεν φαίνεται να έχουν πράξει, αφού επιμένουν σε ιδεοληψίες και παρωχημένες αντιλήψεις, μακρυά από τις απαιτήσεις των καιρών. Από όσα τους ελέχθησαν την Τρίτη 29/9 από την πολιτική και στρατιωτική τίποτε δεν έκριναν κατάλληλο, ώστε να το υιοθετήσουν ώς θέση τους κόμματός τους;
Ίσως αυτό να είχε κατά νουν ο Τσίπρας, ο οποίος φέρεται ειπών κατά την επίσκεψή του εις το ΥΠΕΘΑ ότι «θα ωριμάσουμε». Αν θέλει να θεωρείται υπεύθυνος πολιτικός αρχηγός το οφείλει όχι μόνον εις εαυτόν, αλλά κυρίως προς τους Έλληνες πολίτες τους οποίους επιθυμεί να κυβερνήσει, ώστε να μη ζημιωθούν από την απειρία τους. Το κείμενο των θέσεων του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ επί των θεμάτων εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής, όπως είναι, δεν μπορεί να τους εξασφαλίσει προβιβάσιμο βαθμό. Πρέπει να διαβάσουν περισσότερο, να μελετήσουν την ιστορία, να εμβαθύνουν εις τα προβλήματα και κυρίως να συνειδητοποιήσουν ότι δεν ζούμε την κατάσταση μετά το 1945.
πηγή
Δημοσίευση σχολίου