Το Πεντάγωνο μελετά το κόστος της απόσυρσης ή της μεταφοράς μέρους ή του συνόλου των ανδρών των αμερικανικών στρατευμάτων που σταθμεύουν στη Γερμανία, της μεγαλύτερης τέτοιας δύναμης εκτός των ΗΠΑ, υποστήριξε την Παρασκευή η εφημερίδα The Washington Post.
Η ιδέα είχε αναφερθεί από τον αμερικανό πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ κατά τη διάρκεια μιας συνάντησής του με αμερικανούς ανώτατους αξιωματικούς. Θορύβησε τις ευρωπαϊκές χώρες-μέλη του NATO, οι οποίες αγνοούν αν ο Τραμπ το εννοεί ή απλά επιδιώκει να αυξήσει την πίεση ενόψει της συνόδου κορυφής του Οργανισμού του Συμφώνου του Βόρειου Ατλαντικού στις Βρυξέλλες, την 11η και 12η Ιουλίου.
Ο Τραμπ έστειλε μια «προειδοποιητική» επιστολή σε επτά χώρες-μέλη του NATO, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, προκειμένου να τις ανακαλέσει στην τάξη για τη δέσμευσή τους να αφιερώνουν κάθε χρόνο το 2% του ΑΕΠ τους στις στρατιωτικές δαπάνες μέχρι το 2024. Ο ρεπουμπλικάνος στηλιτεύει συχνά τη συνεισφορά, που είναι δυσανάλογη κατ’ αυτόν, των ΗΠΑ στον προϋπολογισμό του Οργανισμού.
Η Γερμανία, οι σχέσεις της οποίας είναι τεταμένες με την Ουάσινγκτον τους τελευταίους μήνες, έχει ήδη καταστήσει σαφές ότι δεν μπορεί να τηρήσει αυτή τη δέσμευση.
Ανάμεσα στις επιλογές που εξετάζονται είναι ο επαναπατρισμός ενός μεγάλου μέρους των αμερικανικών στρατευμάτων—περίπου 35.000 στρατιωτικοί—ή η μεταφορά μέρους ή του συνόλου της δύναμης αυτής στην Πολωνία. Η Βαρσοβία αντιμετωπίζεται ως σημαντικός σύμμαχος από τον Τραμπ, που την προβάλλει ως παράδειγμα προς μίμηση διότι πέτυχε τον στόχο να αφιερώνει το 2% του ΑΕΠ της στις στρατιωτικές της δαπάνες.
Κατά την αμερικανική εφημερίδα, που επικαλείται αξιωματούχους που μίλησαν υπό τον όρο να μην κατονομαστούν, η μελέτη βρίσκεται ακόμη σε εσωτερικό, προκαταρκτικό στάδιο.
Εκπρόσωπος του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου διέψευσε με ανακοίνωσή του ότι έχει ζητηθεί να γίνει ανάλυση για την πιθανή αποχώρηση των αμερικανικών στρατευμάτων τα οποία σταθμεύουν στη Γερμανία.
Ο εκπρόσωπος του Πενταγώνου Έρικ Παχόν επίσης διέψευσε ότι εξετάζεται η ιδέα της απόσυρσης των αμερικανικών δυνάμεων, τονίζοντας πως το υπουργείο Άμυνας «εξετάζει τακτικά την ανάπτυξη των στρατευμάτων» και κάνει «αναλύσεις κόστους/οφέλους».
«Παραμένουμε δεσμευμένοι (στη Γερμανία), σύμμαχό μας στο NATO, και στη Συμμαχία (το NATO)», διαβεβαίωσε.
Ο Τραμπ εντείνει ωστόσο τις επικρίσεις του εναντίον των συμμάχων στο Σύμφωνο, το οποίο είχε χαρακτηρίσει «άχρηστο» κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας το 2016, ενώ πρόσφατα το χαρακτήρισε χειρότερο κι από τη συμφωνία ελεύθερων εμπορικών συναλλαγών της Βόρειας Αμερικής (NAFTA), που έχει αποκηρύξει και η κυβέρνησή του επαναδιαπραγματεύεται με τον Καναδά και το Μεξικό.
Αμερικανικά στρατεύματα παραμένουν παρόντα στη Γερμανία από το τέλος του Δεύτερου Παγκοσμίου Πολέμου και η χώρα αυτή αποτελεί τη σημαντικότερη βάση μετόπισθεν όσον αφορά τις αμερικανικές επιχειρήσεις στην Αφρική και τη Μέση Ανατολή.
Επικρίσεις Τραμπ κατά Γερμανίας
Ο αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ενώ απομένουν λιγότερες από δύο εβδομάδες ως τη σύνοδο κορυφής του NATO στις Βρυξέλλες, επανέλαβε την Παρασκευή τις επικρίσεις του διότι η Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες δεν δαπανούν αρκετά για τη συμμαχία.
«Η Γερμανία πρέπει να ξοδέψει περισσότερα χρήματα. Η Ισπανία, η Γαλλία (επίσης). Δεν είναι δίκαιο αυτό που κάνουν στις ΗΠΑ», επέμεινε ο Τραμπ απευθυνόμενος σε δημοσιογράφους επί του προεδρικού αεροσκάφους.
Η σύνοδος κορυφής του Οργανισμού του Συμφώνου του Βόρειου Ατλαντικού θα διεξαχθεί την 11η και τη 12η Ιουλίου στις νέες του εγκαταστάσεις.
Τον περασμένο μήνα, ο Τραμπ διεμήνυσε ότι θα «λύσει» το ζήτημα των χωρών που δεν συνεισφέρουν αυτό που τους αναλογεί στο NATO και επέκρινε ιδίως τη Γερμανία διότι κατά την άποψή του δεν πράττει αρκετά.
Τα κράτη μέλη της ατλαντικής συμμαχίας έχουν συμφωνήσει να αυξήσουν τις στρατιωτικές τους δαπάνες προκειμένου αυτές να ανέρχονται στο 2% του ΑΕΠ σε ετήσια βάση μέχρι το 2024, αλλά η Γερμανία και η Ισπανία συγκαταλέγονται μεταξύ εκείνων οι δαπάνες των οποίων δεν αναμένεται να φθάσουν το ποσοστό αυτό. Η Γαλλία σχεδιάζει να αυξήσει τις δαπάνες της κατά το ένα τρίτο και πλέον από το 2017 ως το 2025 για να επιτύχει τον στόχο του Συμφώνου.
πηγή
Οι απόψεις του ιστολογίου μπορεί να μην συμπίπτουν με τα περιεχόμενα του άρθρου.
Δημοσίευση σχολίου