Aλέξανδρος Τάρκας
Η ελληνική εξωτερική πολιτική -με ευθύνη του Μεγάρου Μαξίμου και όχι της Διπλωματικής Υπηρεσίας- εισέρχεται στο 2023 με κακούς οιωνούς σχεδόν σε όλα τα μέτωπα, χωρίς ορατή προοπτική αναστροφής της κατάστασης.
Το δυσάρεστο νέο στοιχείο, που μειώνει τα περιθώρια χειρισμών συγκριτικά με τα προηγούμενα χρόνια, είναι η γκρίζα εικόνα και το μειωμένο κύρος του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη. Οι ηγέτες κρατών και κυβερνήσεων της Ε.Ε. και του ΝΑΤΟ τον αντιμετωπίζουν είτε ως υπεύθυνο για το σκάνδαλο των υποκλοπών είτε ως ανίκανο να το ερευνήσει και να αναμετρηθεί με τους αυτουργούς του.
Πρόκειται για εντυπωσιακή μεταβολή σε σχέση με την έναρξη της θητείας του το 2019, όταν ο κ. Μητσοτάκης αντιμετωπιζόταν σαν «φρέσκο πρόσωπο» με μεταρρυθμιστικές προτάσεις. Ή και συγκριτικά με τον Οκτώβριο του 2022 και τη σύνοδο της Πράγας, όταν φαινόταν ότι το σκάνδαλο των υποκλοπών ήταν μικρής κλίμακας και θα ξεπερνιόταν. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Γάλλος πρόεδρος Εμμ. Μακρόν, «δεν βρήκε χρόνο» για ιδιαίτερη συνάντηση με τον κ. Μητσοτάκη πριν από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του περασμένου Δεκεμβρίου, ενώ ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Αντ. Μπλίνκεν δεν προγραμματίζει ταξίδι στην Αθήνα παρά τα επανειλημμένα ελληνικά αιτήματα επί πέντε μήνες. Ως τελευταίες ευκαιρίες για την επίσκεψη του κ. Μπλίνκεν (αν ριψοκινδυνεύσει ένα ραντεβού που θα παρερμηνευθεί σαν προεκλογική παρέμβαση) εμφανίζονται τα τέλη Φεβρουαρίου ή Μαρτίου, όταν θα βρίσκεται, ούτως ή άλλως, στην Ευρώπη για τη Σύνοδο Ασφαλείας του Μονάχου και συναντήσεις στο ΝΑΤΟ αντίστοιχα.
Παράλληλα, η ραγδαία πτώση του κύρους του κ. Μητσοτάκη έχει συνέπειες και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Όχι μόνο λόγω των υποκλοπών, αλλά εξαιτίας κυρίως της απόλυτης αναξιοπιστίας της «προσωπικής διπλωματίας» που ασκεί ο Πρωθυπουργός με πρακτικό αποκλεισμό του υπουργείου Εξωτερικών και του -παρακολουθούμενου- κ. Ν. Δένδια. Η Ουάσιγκτον και οι ευρωπαϊκές πρωτεύουσες συγκινούνται ελάχιστα, πλέον, από τις υπερπτήσεις νησιών και τις δεκάδες (ημερησίως!) παραβιάσεις του ελληνικού εναέριου χώρου από τουρκικά αεροσκάφη. Και γιατί να συγκινηθούν, αφού ο κ. Μητσοτάκης έδωσε, αυτοβούλως, έμμεσο συγχωροχάρτι στον πρόεδρο Ρ.Τ. Ερντογάν με την -άνευ όρων, άνευ πρακτικών και άνευ κοινού ανακοινωθέντος- συνάντηση της Κωνσταντινούπολης, το Μάρτιο του 2022;
Αν και είχαν προηγηθεί ακραίες προκλήσεις, ο Πρωθυπουργός ρίσκαρε πάλι την άσκηση της «προσωπικής διπλωματίας» με τον κ. Ερντογάν. Ανακάλυψε ότι όλα βαίνουν ομαλώς, προβλέποντας, δημοσίως, ήρεμο καλοκαίρι και φθινοπωρινή σύγκληση του Ανωτάτου Συμβουλίου Συνεργασίας. Όταν, λίγο μετά την Κωνσταντινούπολη, πολλαπλασιάστηκαν οι υπερπτήσεις και παραβιάσεις και τον Οκτώβριο υπογράφτηκε νέο τουρκολιβυκό μνημόνιο, η αντίδραση εταίρων και συμμάχων ήταν σχεδόν αδιάφορη. Εξέδωσαν μόνο χλιαρές επικριτικές δηλώσεις, χωρίς την ανάληψη πρωτοβουλίας κατευνασμού ή επαναφοράς του κ. Ερντογάν στην τάξη. Γιατί, πέραν των δικών τους συμφερόντων, είχαν και τη βεβαιότητα ότι, αργά ή γρήγορα, ο Έλληνας πρωθυπουργός θα πρόσφερε νέο συγχωροχάρτι στην Άγκυρα. Οι προβλέψεις τους δικαιώθηκαν, καθώς πραγματοποιήθηκαν συναντήσεις των υπουργών Άμυνας Ν. Παναγιωτόπουλου και Χ. Ακάρ και των διπλωματικών συμβούλων Α-Μ. Μπούρα και Ιμπ. Καλίν. Ως δικαιολογητική βάση χρησιμοποιήθηκε η ανάγκη διατήρησης ανοιχτών καναλιών επικοινωνίας (που, πραγματικά, επιβάλλεται να υπάρχουν), αλλά και πάλι το Μαξίμου έκανε το λάθος να μη θέσει ούτε καν τυπικούς όρους.
Κατόπιν όλων αυτών, δεν αποτελεί έκπληξη ότι ακόμα και ο κ. Έντι Ράμα εμπαίζει ανοιχτά τον κ. Μητσοτάκη μολονότι η Αλβανία έχει ανάγκη την Ελλάδα διμερώς και στις σχέσεις με την Ε.Ε. Ο Έλληνας πρωθυπουργός εκφράζει ενθουσιασμό που ο ομόλογός του θα προχωρήσει στη σύνταξη συνυποσχετικού για παραπομπή των διαφορών για τις θαλάσσιες ζώνες στη Χάγη, αλλά στην πραγματικότητα τα Τίρανα απλώς θα συγκροτήσουν (ίσως εντός διμήνου) μια επιτροπή που «θα εξετάσει» το θέμα.
Δημοσίευση σχολίου