Του ΒΛΑΣΗ ΑΓΤΖΙΔΗ
Το Ισλάμ είναι η τρίτη βιβλική θρησκεία, η οποία σε μεγάλη βαθμό καθόρισε τη σύγχρονη μορφή της περιοχής μας. Οι Τούρκοι υπήρξαν η τελευταία ομάδα που ασπάστηκε τη νέα θρησκεία και επί της ουσίας υποβάθμισε τους προηγούμενους αρκετά αναπτυγμένους ισλαμικούς πολιτισμούς, τον αραβικό και τον περσικό.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Μεβλανά Τζελαλεντίν-ι Ρουμί, ο μεγάλος αυτός Πέρσης ποιητής φιλόσοφος και ιεροδιδάσκαλος, είπε (σύμφωνα με τον Εφλακί, 1291-1360) για τους Τούρκους της εποχής του: «Για την οικοδόμηση πρέπει να προσλαμβάνονται Ρωμιοί εργάτες και για την κατεδάφιση το αντίθετο, δηλαδή Τούρκοι. Γιατί η δόμηση του κόσμου είναι ιδιότητα των Ρωμιών, ενώ η καταστροφή και το γκρέμισμα έχει ανατεθεί στους Τούρκους. Όταν ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο έδωσε ψυχή σε ανυποψίαστους άπιστους… Εκείνοι ύψωσαν πάνω στους λόφους μαρμάρινες κορφές, πολλές πόλεις και φρούρια… Αλλά ο Θεός έτσι τα οργάνωσε ώστε με το χρόνο αυτές οι οικοδομές να γκρεμιστούν. Τότε ο Θεός δημιούργησε τους Τούρκους, προκειμένου, δίχως να αισθάνονται σεβασμό και λύπη, να γκρεμίσουν τις οικοδομές που βλέπουν. Οι Τούρκοι γκρέμισαν και ακόμα γκρεμίζουν. Αυτό θα κάνουν μέχρι τη συντέλεια του κόσμου…».
Ενδιαφέρον για τη μοίρα όσων Ελλήνων και Αρμενίων δεν εξισλαμίστηκαν κατά τη μακρά περίοδο της τουρκικής εισβολής στο χώρο της καθ’ ημάς Ανατολής, είναι η χρήση των επιθετικών ισλαμικών μορφών από τον τουρκικό εθνικισμό. Την πρώτη φορά κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν οι Νεότουρκοι κατέλαβαν την εξουσία και επέβαλαν την πολιτική τους αντίληψη, ο Οθωμανός σουλτάνος, δηλαδή ο υπέρτατος ηγέτης, ο χαλίφης του ισλαμικού κόσμου, χαρακτήρισε ως τζιχάντ τη συμμετοχή στον πόλεμο.
Εκείνο το τζιχάντ θα κηρυχθεί με την απόλυτη συμπαράσταση των Γερμανών. Ο Stefan Ihrig αναφέρει ότι πολλοί ήταν εκείνοι «…μεταξύ αυτών και ο αυτοκράτορας (σ.τ.σ. Κάιζερ), που σκέφτονταν ότι μια Τζιχάντ υποκινημένη από και με καθοδηγητές τους Οθωμανούς θα ήταν ένας κρυφός άσος στο μανίκι κατά τον Μεγάλο Πόλεμο του 1914». Στο πλαίσιο αυτού του οθωμανικού τζιχάντ, υπό την καθοδήγηση των κοσμικών εθνικιστών (Νεότουρκων) και με τις ευλογίες συγκεκριμένων μεγάλων χριστιανικών κρατών (Γερμανίας, Αυστρίας), έγιναν οι μεγάλες γενοκτονίες των χριστιανικών λαών της αυτοκρατορίας: των Αρμενίων, των Ελλήνων της Ανατολής και των Ασσυρίων.
Το τζιχάντ του Κεμάλ
Ο τελευταίος Ιερός Πόλεμος θα κηρυχθεί την περίοδο του ελληνοτουρκικού πολέμου 1919-1922. Με μια παράδοξη οικειοποίηση του Ισλάμ και των συμβόλων του από τον κοσμικό τουρκικό εθνικισμό, ο Μουσταφά Κεμάλ Πασά θα κηρύξει “τζιχάντ κατά των απίστων” (Ελλήνων και Αρμενίων) την περίοδο του ελληνοτουρκικού πολέμου (1919-1923). Θα ανακηρύξει εαυτόν gazi (γαζή), δηλαδή Ιερό Πολεμιστή για τη διάδοση του Κορανίου, μετά την πρώτη του νίκη κατά των ελληνικών στρατευμάτων στη μάχη του Σαγγάριου (Αύγουστος 1921).
Το κεμαλικό τζιχάντ θα ολοκληρωθεί με ιδιαίτερα αιματηρό τρόπο τον Σεπτέμβρη του 1922, όταν η τότε μοναρχική κυβέρνηση των Αθηνών συνειδητά παρέδωσε αφοπλισμένους τους χριστιανικούς πληθυσμούς της Μικράς Ασίας στους Τσέτες τους gazi Μουσταφά Κεμάλ. Η πυρπόληση και η σφαγή της Σμύρνης έλαβαν χώρα στο πλαίσιο του τζιχάντ που είχε κηρυχθεί. Η ήττα των “απίστων” επέφερε τις ποινές που προβλέπει το Κοράνι.
Η καταστροφή της Σμύρνης υπήρξε η τελευταία δραματική συνάντηση με το τουρκικό Ισλάμ. Συνάντηση που συνέβη σε ένα εντελώς νέο ιστορικό πλαίσιο, όπου αυτό το Ισλάμ είχε χάσει πλέον την πολιτική του αυτοτέλεια και είχε χρησιμοποιηθεί εργαλειακά από τις ανερχόμενες δυνάμεις του τουρκικού εθνικισμού, οι οποίες προσδοκούσαν να κατασκευάσουν μια Τουρκία απαλλαγμένη από τις μειονότητες.
Παραγνώριση Ιστορίας από ελληνική διπλωματία
Όλα αυτά σήμερα επιχειρεί στην Τουρκία η ισλαμο-εθνικιστική ομάδα να τα αξιοποιήσει στο πλαίσιο ενός, μεσαιωνικής κοπής, εθνικιστικού παροξυσμού. Πιστεύω ότι ελάχιστη επιρροή θα έχουν στον υπόλοιπο ισλαμικό κόσμο, πλην όσων προέρχονται από την ίδια θεολογική και ιδεολογική μήτρα με τον Ερντογάν, δηλαδή τους Αδελφούς Μουσουλμάνους, ή άλλως το πολιτικό Ισλάμ το οποίο γέννησε τον ισλαμικό εξτρεμισμό της εποχής μας.
Δείγμα αυτού του ισλαμιστικού εξτρεμισμού –συντεθειμένου με έναν επιθετικό εθνικισμό νεοτουρκικής καταγωγής– βιώνουμε και εμείς σήμερα με την όξυνση των ελληνοτουρκικών σχέσεων. Η “ελάχιστη επιρροή στους Άραβες” προκύπτει και από την ίδια την ιστορική εμπειρία. Το ανερχόμενο τουρκικό Ισλάμ κατά την πρώτη του εμφάνιση στην Ιστορία, βρέθηκε σε ρήξη με το αραβικό Ισλάμ ήδη από τον 9ο αιώνα.
Ο μεγάλος ισλαμικός πολιτισμός που αναπτύχθηκε περί την Βαγδάτη, καταστράφηκε από τους Τουρκομάνους εισβολείς, που υιοθετώντας το Κοράνι επιχείρησαν να γίνουν αυτοί η “ρομφαία του Ισλάμ”. Οι Άραβες ποτέ δεν ξέχασαν την ιστορική προσβολή από τους προγόνους των σύγχρονων Τούρκων, ούτε την εποχή που υφίσταντο την οθωμανική κατάκτηση. Καλό θα ήταν βέβαια, αυτό να τους το υπενθυμίζει συστηματική η ελληνική διπλωματία. Κάτι που έως τώρα δεν έχει γίνει.
Ίσως αυτό είναι συμβατό με την παράδοση της παραγνώρισης από την συντηρητική ελληνική διπλωματία της ιστορίας και των σχετικών επιχειρημάτων που απορρέουν από αυτήν. Τόσο όσον αφορά το βάθος των ελληνοτουρκικών σχέσεων, που η απαρχή τους εντοπίζεται στο 1071 και ήδη η αφετηρία αυτή έχει ενταχθεί στην επίσημη τουρκική θεώρηση του παρελθόντος, όσο και τα της Άλωσης του 1453 του ελληνορωμαϊκού κόσμου –φυσικός διάδοχος του οποίου είναι ο σύγχρονος νεωτερικός ελληνισμός- αλλά και όσον αφορά τις γενοκτονίες κατά των μη μουσουλμανικών πληθυσμών (1914-1923), που ανήκουν σε μια ιδιαίτερη νομική κατηγορία που καμία σχέση δεν έχει με τα συνήθη εγκλήματα πολέμου.
Η Μεγάλη Ιδέα της σύγχρονης Τουρκίας
Με την Τουρκία απαιτείται πρωτίστως ξεκάθαρη εικόνα της ιστορικής φάσης που περνά και εγκατάλειψη των πασιφιστικών ψευδαισθήσεων. Αυτό που δεν φαίνεται να γίνεται αντιληπτό, είναι ότι η εξουσία στην Τουρκία μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα έχει περάσει στα χέρια των ακραίων εθνικιστών που αντλούν την ιδεολογική και πολιτική έμπνευση όχι τόσο από τον κεμαλισμό αλλά από την ακραία εκδοχή των Νεότουρκων. Έτσι ερμηνεύεται η αναφορά του Ερντογάν κατά την επινίκιο εκδήλωση στο Μπακού, στη μνήμη του Ενβέρ πασά των Νεότουρκων, δηλαδή του βασικού εμπνευστή της Γενοκτονίας των Αρμενίων και των υπόλοιπων μη μουσουλμανικών κοινοτήτων την περίοδο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Η Τουρκία περνάει πλέον στη φάση της Μεγάλης Ιδέας της. Αν ο 20ος ήταν ο αιώνας της κατασκευής τουρκικού έθνους, ο 21ος θα είναι ο αιώνας της επέκτασης. Άρα και η ιδεολογική αντίκρουση θα πρέπει να είναι αντίστοιχη αυτής της νέας φάσης της. Δεν είναι εύκολα κατανοητό γιατί η Ελλάδα δεν αναδεικνύεται στον υπερασπιστή των ανθρώπινων δικαιωμάτων στην περιοχή μας. Πώς είναι δυνατόν να μην υποστηρίζει-ανοιχτά και ειλικρινά- την κουρδική μειονότητα της Τουρκίας, όπως και το μεγάλο μέρος των Τούρκων που απεχθάνεται τους ισλαμοεθνικιστές και αναπολεί την κοσμική εκδοχή!
Και πώς γίνεται η Ελλάδα να μην διεκδικεί για τι ελληνοτουρκικές σχέσεις αντίστοιχα πολιτιστικά δικαιώματα, σαν κι αυτά που έχει η μουσουλμανική μειονότητα της ελληνικής Θράκης στους νόμους Ροδόπης και Ξάνθης. Μια μειονότητα που παρέμεινε ως αντίβαρο στους Έλληνες (έτσι περιγράφονται στη Συνθήκη) της Κωνσταντινούπολης, Ίμβρου και Τενέδου και χαίρει ισότιμης μεταχείρισης σήμερα. Επίσης είναι παράδοξο το ότι δεν καταγγέλλεται συνεχώς η εξόντωση της ελληνικής μειονότητας σε Κωνσταντινούπολη, Ίμβρο και Τένεδο…
Ας ελπίσουμε ότι η τουρκική πίεση θα εξορθολογήσει και την ίδια την πολιτική της Ελλάδας σε κάθε επίπεδο και θα βάλει τέλος στις αυταπάτες και στις ψευδαισθήσεις για τους στόχους της κυρίαρχης τουρκικής εθνικιστικής ελίτ. Αυταπάτες και ψευδαισθήσεις που εδραιώθηκαν μετά την Μικρασιατική Καταστροφή σε όλο το πολιτικό και στρατιωτικό φάσμα της “Μικράς πλην Εντίμου Ελλάδος”, όπως την ονειρεύτηκαν οι κύριοι υπαίτιοι της ήττας του 1922…
*Ο Βλάσης Αγτζίδης είναι διδάκτωρ Σύγχρονης Ιστορίας του Τμήματος Ιστορίας και Αρχαιολογίας της Φιλοσοφικής σχολής του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης με βασικές του σπουδές τα Μαθηματικά και τους Ηλεκτρονικούς Υπολογιστές (Πανεπιστήμιο Αθηνών).
Δημοσίευση σχολίου