του Σταύρου Λυγερού
Μπορεί “οi παροικούντες την Ιερουσαλήμ” να γνώριζαν τις παρασκηνιακές συνομιλίες για την εξομάλυνση των σχέσεων της Τουρκίας και με το Ισραήλ και με τη Ρωσία, αλλά ο συγχρονισμός δημιούργησε οπωσδήποτε εντυπώσεις. Η πραγματικότητα είναι ότι με την εξωτερική πολιτική του το καθεστώς Ερντογάν είχε ανοίξει πολλά και δύσκολα διαχειρίσιμα μέτωπα.
Το δόγμα Νταβούτογλου για “μηδενικά προβλήματα με τους γείτονες” είχε στην πράξη μετατραπεί σε “προβλήματα με όλους τους γείτονες”. Με την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία τα προβλήματα είναι γνωστά. Το ίδιο και με την Αρμενία. Μετά από ένα σύντομο διάλειμμα, η αντιπαλότητα της Τουρκίας με το Ιράν επανήλθε.
Οι σχέσεις της με το Ιράκ είναι προβληματικές και με την Ιορδανία επιφυλακτικές. Στην Αίγυπτο, η Άγκυρα υποστήριξε δυναμικά τον ισλαμιστή πρόεδρο Μόρσι (Αδελφοί Μουσουλμάνοι) και εξίσου δυναμικά κατήγγειλε το πραξικόπημα που τον ανέτρεψε. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι σχέσεις με το Κάιρο να είναι εχθρικές.
Στην προσπάθειά του να οικοδομήσει το προφίλ του ηγέτη των απανταχού μουσουλμάνων ο Ερντογάν ύψωσε εδώ και χρόνια τη σημαία του προστάτη των Παλαιστινίων. Η επιλογή του αυτή τον έφερε σε τροχιά σύγκρουσης με το Ισραήλ και διέλυσε την άλλοτε στρατηγική σχέση των δύο χωρών. Το αποκορύφωμα αυτής της αντιπαράθεσης ήταν η αιματηρή επίθεση Ισραηλινών κομάντος εναντίον του τουρκικού πλοίου Μαβί Μαρμαρά (Μάιος του 2010), το οποίο είχε επιχειρήσει να σπάσει τον αποκλεισμό της Γάζας.
Πριν την εκδήλωση της “Αραβικής Άνοιξης”, η Άγκυρα είχε προσπαθήσει να προσδέσει στο άρμα της τη Συρία του Άσαντ. Η Δαμασκός, όμως, έδειξε απροθυμία να μετατραπεί σε προστατευόμενο κράτος. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα, όταν εκδηλώθηκε η αντικαθεστωτική σουνιτική εξέγερση στη Συρία, ο Ερντογάν να κάνει στροφή και να θέσει ως στόχο την ανατροπή του πρώην συμμάχου του.
Ήταν η εποχή που και η Δύση είχε τον ίδιο στόχο, προσδοκώντας ότι όχι μόνο θα ξεφορτωνόταν ένα ανεπιθύμητο καθεστώς, αλλά και ότι θα πέταγε τους Ρώσους εκτός Μεσογείου. Υπενθυμίζουμε ότι οι μόνες ρωσικές βάσεις στη Μεσόγειο βρίσκονται στη βορειοδυτική Συρία.
Με τις ευλογίες Αμερικανών και Ευρωπαίων, η Τουρκία έσπευσε να αναλάβει την εργολαβία της ανατροπής του καθεστώτος Άσαντ. Στο πλαίσιο αυτό ενίσχυσε ποικιλοτρόπως τους κάθε είδους τζιχαντιστές, οι οποίοι και σήκωναν το κύριο βάρος του πολέμου εναντίον του συριακού στρατού. Μεταξύ αυτών και ενίσχυε και το Ισλαμικό Κράτος και την Αλ Νάσρα που είναι το επίσημο παράρτημα της Αλ Κάιντα στη Συρία.
Από την Τουρκία εισήλθαν στη Συρία οι χιλιάδες φανατικοί μουσουλμάνοι από τρίτες χώρες. Η Τουρκία εκπαίδευε και εφοδίαζε με όπλα και κάθε είδους προμήθειες τις τζιχαντιστικές οργανώσεις. Σε δικά της νοσοκομεία έβρισκαν περίθαλψη οι τραυματίες ισλαμιστές. Η σημαντικότερη πηγή εσόδων του Ισλαμικού Κράτους ήταν το λαθρεμπόριο πετρελαίου. Ο κύριος όγκος του πετρελαίου που αντλείται από τις κατειλημμένες πετρελαιοπηγές διοχετευόταν στην Τουρκία. Είναι αξιοσημείωτο ότι από τουρκικής πλευράς, την εκμετάλλευση αυτού του λαθρεμπορίου είχε ο Μπιλάλ Ερντογάν, υιός του Τούρκου προέδρου.
Όσο η Δύση, όμως, έδινε προτεραιότητα στην ανατροπή του Άσαντ και έκανε πως δεν έβλεπε τους τζιχαντιστές που φορούσαν το καπέλο του αντι-Άσαντ Ελεύθερου Συριακού Στρατού, η Άγκυρα δεν είχε πρόβλημα. Οι τελετουργικοί αποκεφαλισμοί, όμως, προκάλεσαν σοκ στη δυτική κοινή γνώμη και υποχρέωσαν την Ουάσιγκτον να στραφεί εναντίον των τζιχαντιστών.
Αλλά ούτε και τότε οι αμερικανικοί βομβαρδισμοί είχαν στόχο την πλήρη εξουδετέρωση του Ισλαμικού Κράτους, επειδή οι ΗΠΑ δεν είχαν παραιτηθεί από την επιδίωξή τους να ανατρέψουν στρατιωτικά το καθεστώς Άσαντ. Από τότε, όμως, η νεοοθωμανική Τουρκία βρέθηκε να αποκλίνει. Ενώ η Δύση άρχισε ολοένα και περισσότερο να στηρίζεται στους Κούρδους της Συρίας για να πετύχει την ανάσχεση των τζιχαντιστών, η Άγκυρα είχε πρώτη προτεραιότητά της να διαλύσει τα κουρδικά καντόνια στη βόρειο Συρία που ελέγχει ο εκεί κλάδος του PKK.
Για την ακρίβεια, το καθεστώς Ερντογάν είχε αναθέσει αυτή την εργολαβία στο Ισλαμικό Κράτος ως αντάλλαγμα για την πολυποίκιλη βοήθεια που του πρόσφερε. Πράγματι, οι τζιχαντιστές έκαναν σφοδρές επιθέσεις με κορυφαία επιχείρηση την πολύμηνη πολιορκία της στρατηγικής σημασίας κουρδικής πόλης Κομπάνι. Δεν κατάφεραν, όμως, να την καταλάβουν, γεγονός που άλλαξε τα δεδομένα και στο στρατιωτικό και στο πολιτικοδιπλωματικό επίπεδο.
Το συριακό πρόβλημα τορπίλισε και το ρωσοτουρκικό φλέρτ. Παρά τον παραδοσιακό γεωπολιτικό ανταγωνισμό των δύο χωρών, αφενός η εντυπωσιακή ανάπτυξη των εμπορικών και οικονομικών σχέσεών τους, αφετέρου η τάση του Ερντογάν να αυτονομείται από την Ουάσιγκτον και να κάνει παιχνίδι για λογαριασμό του, διευκόλυναν την πολιτική προσέγγιση Μόσχας-Άγκυρας. Ο Πούτιν είχε κάθε λόγο να ανταποκρίνεται και να υποδαυλίζει την τάση διαφοροποίησης των νεοοθωμανών από τη Δύση.
Όπως προαναφέραμε, όμως, το φλερτ προσέκρουσε στα αντιτιθέμενα συμφέροντα των δύο πλευρών στο συριακό μέτωπο. Η Ρωσία όχι μόνο συνέχισε να στηρίζει το καθεστώς Άσαντ, αλλά και παρενέβη πιο δυναμικά στο στρατιωτικό επίπεδο. Οι ρωσικοί βομβαρδισμοί άλλαξαν τον συσχετισμό δυνάμεων στο έδαφος.
Μετά από αρκετές διαμαρτυρίες ότι οι Ρώσοι βομβάρδιζαν συμμάχους της αντάρτες Τουρκομάνους, το Νοέμβριο του 2015, η Άγκυρα έδωσε εντολή κατάρριψης ενός ρωσικού βομβαρδιστικού με το επιχείρημα ότι για λίγα δευτερόλεπτα είχε εισέλθει στον τουρκικό εναέριο χώρο! Ο Ερντογάν πίστευε ότι με αυτή την κίνηση θα υποχρέωνε το ΝΑΤΟ να στοιχηθεί πίσω του και κατ’ αυτό τον τρόπο να αποκτήσει πλεονέκτημα στο συριακό μέτωπο.
Αυτό, όμως, δεν συνέβη. Η Ουάσιγκτον ήλθε σε μία συνεννόηση με τη Μόσχα στο πεδίο της Συρίας, γεγονός που επέτεινε την πολιτικοδιπλωματική απομόνωση της Τουρκίας. Και για τους Αμερικανούς και για τους Ευρωπαίους, άλλωστε, ο Ερντογάν ήταν πλέον ένας τυχοδιώκτης και απρόβλεπτος ηγέτης. Ναι μεν δεν ήθελαν να στραφούν ανοικτά εναντίον του για να μη αποξενώσουν την Τουρκία, αλλά δεν χάνουν ευκαιρία να του βάζουν τρικλοποδιές.
Με άλλα λόγια, η Άγκυρα κατάφερε να φθάσει στα όρια της σύγκρουσης με τη Μόσχα, να υποστεί επώδυνες κυρώσεις και ταυτοχρόνως να αντιμετωπίζεται με ψυχρότητα από την Ουάσιγκτον. Η προσπάθεια του Ερντογάν να πιέσει την Ευρώπη με το προσφυγικό-μεταναστευτικό κύμα για να αποσπάσει ανταλλάγματα έφερε κάποιο αποτέλεσμα, αλλά δεν άλλαξε ποιοτικά τη μεγάλη εικόνα.
Η αποτυχία του Ισλαμικού Κράτους να διαλύσει τα κουρδικά καντόνια, σε συνδυασμό με τις ασφυκτικές πιέσεις των Αμερικανών να σταματήσει την υποστήριξη προς τους τζιχαντιστές, υποχρέωσαν την Άγκυρα να αλλάξει ρότα. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα οι άλλοτε άτυποι προστατευόμενοι του Ερντογάν να θεωρήσουν τη στάση του προδοσία και να του κηρύξουν τον πόλεμο.
Αυτό επιβεβαιώθηκε από το εξής περιστατικό: Στην επαρχία Ούρφα, στη νοτιοανατολική Τουρκία, οι τουρκικές αρχές είχαν επιτρέψει σε εμίρη του Ισλαμικού Κράτους να ασκεί εξουσία στον τοπικό αραβικό πληθυσμό με σκοπό τη δημιουργία ενός τοπικού αντίβαρου στο κουρδικό PKK. Όταν, όμως, οι σχέσεις με τους τζιχαντιστές χάλασαν, οι τουρκικές αρχές ασφαλείας συνέλαβαν τον εμίρη και από την έρευνα στον υπολογιστή του διαπίστωσαν ότι είχε εντολές να οργανώσει την παρακολούθηση στόχων και να εξασφαλίσει πληροφορίες με σκοπό την οργάνωση βομβιστικών επιθέσεων.
Οι διαδοχικές βομβιστικές επιθέσεις του Ισλαμικού Κράτους απέδειξαν πως δεν επρόκειτο μόνο για σχεδιασμούς επί χάρτου. Έχουν κοστίσει πολύ σε αίμα και έχουν μετατρέψει την Τουρκία σε επικίνδυνη χώρα. Τελευταίο κρούσμα η πολύνεκρη επίθεση στο πολυσύχναστο αεροδρόμιο της Κωνσταντινούπολης.
Ο τουρισμός, που αντιπροσωπεύει το 12% του τουρκικού ΑΕΠ, έχει υποστεί καθίζηση. Στην απώλεια των Ρώσων τουριστών ήλθε να προστεθεί και η ανασφάλεια που διώχνει τους τουρίστες. Ο φετινός Μάιος είχε πτώση 35% σε σύγκριση με τον περσινό. Και οι επόμενοι μήνες αναμένεται να πάνε ακόμα χειρότερα.
Η Τουρκία είναι εύκολος στόχος για το Ισλαμικό Κράτος. Οι δράστες της τελευταίας βομβιστικής επίθεσης ήταν τζιχαντιστές καταγόμενοι από το Νταγκεστάν της Ρωσίας, από το Ουζμπεκιστάν και από την Κιργιζία. Είναι αξιοσημείωτο ότι αυτής της κατηγορίας τα άτομα είχαν βρει όχι μόνο καταφύγιο, αλλά και πολύπλευρη υποστήριξη στην Τουρκία. Οι νεοοθωμανοί τους θεωρούσαν “αγωνιστές αδελφούς”.
Εκτός αυτού, όμως, είναι πολλοί πλέον και οι Τούρκοι που έχουν προσχωρήσει στον τζιχαντισμό. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να είναι εξαιρετικά δύσκολη η αποτροπή επιθέσεων αυτοκτονίας.
Αντιμέτωπος με αυτό το πολιτικό τοπίο, ο Ερντογάν συνειδητοποίησε ότι δεν είχε άλλα περιθώρια να διατηρεί ανοικτά τόσα πολλά μέτωπα.
Πρώτη κίνησή του ήταν να ολοκληρώσει τις εδώ και χρόνια διεξαγόμενες παρασκηνιακές συνομιλίες με σκοπό την εξομάλυνση των σχέσεων με το Ισραήλ.
Η Άγκυρα είχε θέσεις τρεις όρους: Πρώτον, το Ισραήλ να ζητήσει συγγνώμη για την επίθεση στο Μαβί Μαρμαρά το 2010. Δεύτερον, να αποζημιώσει τα θύματα. Και τρίτον να άρει τον αποκλεισμό της Γάζας. Πιεζόμενος και από τους ισχυρούς Εβραίους της Τουρκίας, ο Νετανιάχου είχε ζητήσει συγγνώμη και αργότερα είχε δεχθεί την καταβολή αποζημιώσεων. Αρνιόταν, όμως, την άρση του αποκλεισμού της Γάζας παρότι δεχόταν σχετικές πιέσεις και από τη Δύση.
Η Ουάσιγκτον επιδιώκει εδώ και χρόνια να κλείσει το ρήγμα ασφαλείας που δημιούργησε στην Ανατολική Μεσόγειο η ρήξη Τουρκίας-Ισραήλ. Υπό την αμερικανική πίεση τελικά βρέθηκε ένας συμβιβασμός. Θα επιτραπεί στην Τουρκία να κάνει κάποια έργα στη Λωρίδα της Γάζας, αλλά μέσα από ισραηλινό λιμάνι και υπό την εποπτεία των ισραηλινών αρχών. Ο λόγος που ο Ερντογάν δεν επέμεινε στον τρίτο όρο του είναι ότι θέλει να κλείσει μέτωπα.
Ο λόγος που το Ισραήλ έκανε υποχωρήσεις είναι διπλός: Στο πολιτικό επίπεδο θέλει την Τουρκία ως πρόσθετο παράγοντα ανάσχεσης του Ιράν. Οι Ισραηλινοί έχουν ομολογήσει δημοσίως πως γι’ αυτούς ο κύριος αντίπαλος δεν είναι το Ισλαμικό Κράτος, αλλά το καθεστώς Άσαντ και η Χεζμπολά του Λιβάνου που συνδέονται στενά με την Τεχεράνη.
Στο οικονομικό επίπεδο ο λόγος είναι κυρίως η διοχέτευση του φυσικού αερίου προς την Τουρκία και από εκεί προς την Ευρώπη. Όσο καθυστερεί η εκμετάλλευση των κοιτασμάτων τόσο αυξάνει το κόστος για τις εταιρείες. Η ανακάλυψη νέων κοιτασμάτων στην ΑΟΖ της Αιγύπτου καθιστά προοπτικά αυτή τη χώρα αυτάρκη και άρα όχι πελάτη. Ούτε η Ιορδανία μπορεί να απορροφήσει τη συνολική παροχή.
Οι εταιρείες θεωρούν πως η πιο συμφέρουσα λύση είναι η διοχέτευση 30 περίπου δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων φυσικού αερίου τον χρόνο στην Τουρκία. Αυτή θα χρησιμοποιεί για τις ανάγκες της το ένα τρίτο και τα υπόλοιπα δύο τρίτα θα τα διοχετεύει στην Ευρώπη.
Εδώ εμπλέκεται η Κυπριακή Δημοκρατία. Χωρίς λύση του Κυπριακού ο δρόμος προς την Τουρκία θα πρέπει να περάσει από τη Συρία. Αυτό είναι αδύνατο όσο δεν βρίσκεται βιώσιμη πολιτική λύση στο Συριακό που να αποκαταστήσει τη σταθερότητα.
Ο Νετανιάχου έσπευσε να διαβεβαιώσει τη Λευκωσία και την Αθήνα ότι δεν αλλάζει τίποτα στην τριμερή στρατηγική σχέση που έχει διαμορφώσει μαζί τους τα τελευταία χρόνια. Υπενθυμίζουμε ότι η Κύπρος και η Ελλάδα εξασφαλίζουν στο Ισραήλ το στρατηγικό βάθος που έχει ζωτική ανάγκη.
Η εξομάλυνση των ισραηλινοτουρκικών σχέσεων δεν αποκλείεται να προσλάβει δυναμική επαναπροσέγγισης. Εμπόδιο σ’ αυτό είναι η άτυπη, αλλά ξεκάθαρη υποστήριξη του Ισραήλ προς τον αγώνα των Κούρδων για ίδρυση δικού τους κράτους. Εάν, πάντως, η εξομάλυνση εξελιχθεί σε επαναπροσέγγιση οι ισορροπίες θα αλλάξουν σε βάρος του Ελληνισμού.
Είναι ενδεικτικό ότι το τελευταίο διάστημα η Τουρκία όχι μόνο συνεχίζει τις παραβιάσεις του ελληνικού εναερίου χώρου, αλλά πραγματοποιεί πτήσεις πάνω από ελληνικά νησιά. Εκτός αυτού, έχει δεσμεύσει καλοκαιριάτικα μία θαλάσσια περιοχή μεταξύ Σκύρου και Ψαρών για την πραγματοποίηση αεροναυτικής άσκησης. Με άλλα λόγια, στέλνει το μήνυμα ότι η πίεση προς την Αθήνα δεν πρόκειται να χαλαρώσει.
Οι ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο θα καταστούν ακόμα δυσκολότερες για τον Ελληνισμό εάν ευοδωθούν οι μυστικές συνεννοήσεις για εξομάλυνση των σχέσεων της Άγκυρας και με το Κάιρο. Ο όρος που έχει θέσει το καθεστώς Σίσι είναι η Τουρκία να σταματήσει την υποστήριξή της προς τους Αδελφούς Μουσουλμάνους.
Αντίστοιχο όρο είχε θέσει και το Ισραήλ όσον αφορά την τουρκική πολιτική υποστήριξη προς τη Χαμάς. Σύμφωνα με έγκυρες πληροφορίες, ο Ερντογάν έχει ρίξει γέφυρες ακόμα και προς το καθεστώς Άσαντ! Ρόλο μεσολαβητή παίζει το Αλγέρι.
Παράλληλα με τα παραπάνω ανοίγματα, η Άγκυρα τον τελευταίο καιρό κίνησε γη και ουρανό για να εξομαλύνει τις σχέσεις της και με τη Μόσχα. Ρόλο μεσολαβητή έπαιξαν το Αζερμπαϊτζάν και το Καζακστάν. Οι συνεννοήσεις κατέληξαν και η αποκατάσταση των σχέσεων δρομολογήθηκε με την επιστολή συγγνώμης που έστειλε τις προηγούμενες ημέρες ο Ερντογάν στον Πούτιν για την κατάρριψη του ρωσικού βομβαρδιστικού τον περασμένο Νοέμβριο.
Όπως είχε προσυμφωνηθεί, ο Ρώσος πρόεδρος απάντησε θετικά με τηλεφώνημά του στον Τούρκο ομόλογό του. Το επόμενο βήμα ήταν η συνάντηση των δύο υπουργών Εξωτερικών Λαβρόφ και Τσαβούσογλου στο Σότσι και η ρωσική ανακοίνωση για σταδιακή άρση των κυρώσεων. Σταθμός σ’ αυτή τη διαδικασία θα είναι η συνάντηση των δύο ηγετών πιθανότατα τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.
Για την Τουρκία το κλείσιμο του μετώπου με τη Ρωσία δεν θα έχει μόνο θετικές επιπτώσεις στο οικονομικό επίπεδο. Παρά το τσαλάκωμα σε επίπεδο κύρους, επιτρέπει στον Ερντογάν να διευρύνει τα περιθώρια κινήσεών του και έναντι της Δύσης.
Για τη Μόσχα τα οφέλη είναι επίσης σημαντικά. Ουσιαστικά, εξουδετερώνει την Άγκυρα ως αντίπαλο παίκτη στο συριακό μέτωπο. Εκτός αυτού, αναβιώνει το σχέδιο κατασκευής του νότιου αγωγού για τη μεταφορά ρωσικού φυσικού αερίου στην Ευρώπη, το οποίο είχε παγώσει.
Για τη Μόσχα το σχέδιο αυτό είναι ζωτικής σημασίας. Δεν επιθυμεί το ρωσικό φυσικό αέριο να πηγαίνει στην Ευρώπη αποκλειστικά και μόνο μέσω Γερμανίας. Ας σημειωθεί ότι μέσω του νότιου αγωγού, που θα περάσει και από την Ελλάδα σχεδιάζεται να διοχετεύονται στην Ευρώπη 49 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα ετησίως.
Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, το παιχνίδι ανοίγει πολύ, γεγονός που υποχρεώνει την ελληνική διπλωματία να επαναξιολογήσει τα δεδομένα και να χαράξει τη στρατηγική και τις τακτικές της.
Δημοσίευση σχολίου